(εφημερ. Θεσσαλία, ένθετο Πολιτισμός, 3 Φεβρουαρίου 2002)
Έχουν ομιλήσει για πολλές
πλευρές και διαστάσεις της προσωπικότητας και του έργου των Τριών Ιεραρχών.
Εμείς επιλέγουμε, αντί να μιλήσουμε για μια πλευρά και μια διάσταση, να
εστιάσουμε στο πολύπλευρο και πολυδιάστατο αυτών. Από εδώ και η επιλογή του
θέματος για το καθολικό και οικουμενικό ήθος των Τριών Ιεραρχών. Και αυτό όχι
χωρίς επίκαιρους λόγους.
Η εποχή μας χαρακτηρίζεται
ως εκκοσμικευμένη, βιώνει δηλαδή τον περιορισμό της πίστης και της σχέσης με
την Αλήθεια σ' ένα απομονωμένο, ιδιωτικό ή συλλογικά ιδιωτικό,
"θρησκευτικό" χώρο. Η Παιδεία, ακολουθώντας τις ανάγκες για
λειτουργική εξειδίκευση της μεταβιομηχανικής κοινωνίας, προσφέρει αποσπασματικές,
ασύνδετες, μερικές γνώσεις, γνώσεις που υπηρετούν το "Σύστημα" και
όχι τον Άνθρωπο. Η Οικονομία, ένας επιμέρους τομέας της ζωής, κατακυριεύει και
εξουσιάζει το σύνολο, το Όλον της Ζωής. Το Ιερατικό λειτούργημα από διακονία
και θυσιαστική αυταπάρνηση αντιμετωπίζεται ως αξίωμα που αποφέρει κοινωνική
αναγνώριση, κύρος και οικονομικά οφέλη και πολλές φορές γίνεται αντιληπτό με
ένα τρόπο που λίγο απέχει από τη Μαγεία. Ταυτόχρονα η Εκκλησία από Ευχαριστιακό
Σώμα και Κοινωνία Αγάπης γίνεται αντιληπτή ως κοσμική εξουσία, όπου ο Νόμος δεν
αφήνει να φανεί η Χάρις. Από την άλλη ο Θεολογικός λόγος είτε δεν παρεμβαίνει
κριτικά είτε εστιάζεται σε δευτερεύοντα και "ακίνδυνα" θέματα, χωρίς
να ακολουθεί το παράδειγμα των Προφητών του Ισραήλ, του Κυρίου και των Τριών
Ιεραρχών.
Ειδικά σε μια τέτοια εποχή
δεν μπορεί να είναι άλλος ο λόγος της εορτής και της τιμής προς τους Τρεις
Ιεράρχες από το γεγονός ότι αποτελούν ένσαρκα ιστορικά πρότυπα του Ορθόδοξου
Ήθους, ενός ήθους καθολικού και οικουμενικού, ορίζοντας του οποίου είναι το
Όλον, που αγκαλιάζει τα πάντα, ολόκληρη τη Ζωή, σε όλες τις διαστάσεις και το
βάθος της, ένα ήθος που ούτε στην εποχή τους ήταν κυρίαρχο, ούτε στην εποχή
μας, ένα ήθος πάντοτε ζητούμενο, και ειδικά στην Παιδεία μας. Το καθολικό αυτό
όραμα επεξεργάστηκαν, αλλά προπαντός έζησαν με σθένος και πρωτοτυπία οι τρεις
Οικουμενικοί Ιεράρχες και Διδάσκαλοι, Βασίλειος ο Μέγας, Γρηγόριος ο Θεολόγος,
Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Ζώντας με όλη τους την
ύπαρξη το βιβλικό μήνυμα για την "ανακεφαλαίωση των πάντων" στον
Χριστό, στοχάστηκαν, ανέλυσαν και αγωνίστηκαν για μια καθολική αλλαγή των
ανθρωπίνων πραγμάτων με άξονα και προοπτική το ευαγγελικό ιδανικό. Βίωσαν τη
δυναμική της "καλής αλλοιώσεως", της Μετάνοιας, της μεταμόρφωσης των
πάντων, την οποία εγκαινιάζει ο Χριστός στην εσωτερικότητα των ανθρώπων και
στις κοινωνικές τους σχέσεις. "Πας ο βίος εγκαινιζέσθω σοι, πάσα πολιτείας
οδός", προτρέπει ο Γρηγόριος.
Παρά την ανάλυση και
κατάδειξη της αντιφατικότητας και της τραγικότητας των ανθρωπίνων πραγμάτων δεν
καταλήγουν στην απαισιοδοξία. Από τη φύση του ο άνθρωπος είναι ον τρεπτόν και
αλλοιωτόν, δεκτικόν μεταβολής. Η πτώση καλεί σε υπέρβαση. Η Θεολογία των Τριών
Ιεραρχών δεν γνωρίζει στάση, ακινησία, τέλμα, αδιέξοδα, καλεί σε αδιάκοπη
δημιουργική ανανέωση. Η αισιοδοξία τους αυτή στηρίζεται στον δεύτερο Αδάμ, τον
Χριστό, που δίνει τη δυνατότητα της Σωτηρίας στο Σώμα Του, την Εκκλησία, την
ανακαινισμένη Κτίση. "Ει τις εν Χριστώ, καινή κτίσις, ανακαινίζεσθε"
μας καλεί και πάλι ο Γρηγόριος.
Η ανακαίνιση αυτή είναι
αγώνας για τελείωση, ολοκλήρωση, αυθεντικότητα και καθολικότητα. Αυτά όμως δεν
είναι υπόθεση ατομική. Ο Χριστιανισμός δεν είναι η "σωτηρία της
ψυχής", αλλά η απώλεια αυτής υπέρ των άλλων, γεγονός κοινωνικό.
"Θηριώδες και απάνθρωπον" χαρακτηρίζουν οι Πατέρες την φροντίδα μόνο
για τη σωτηρία του εαυτού μας. Για τον Χρυσόστομο "υπεύθυνος γαρ έκαστος
της του πλησίον σωτηρίας εστί".
Από την εκκλησιαστική αυτή
εμπειρία ωθούμενοι ασκούν την επίκαιρη πάντα κριτική κατά της ανισότητας και
υπέρ της δικαιοσύνης. Την ομοτιμία και ισοτιμία των ανθρώπων την ορίζουν ως
φυσικό δώρο του Δημιουργού, και τους διαχωρισμούς των ανθρώπων καταγγέλλουν ως
"φαύλες τομές". "Τις δεσπότης ή δούλος; η φαύλη τομή",
γράφει ο Γρηγόριος, "εις πάσι πλάστης, εις νόμος, κρίσις μία".
Ρήγμα στην ανδροκρατική κοινωνία
της εποχής, αλλά και στη σημερινή αποτελούν λόγοι όπως: "άνδρες ήσαν οι
νομοθετούντες, δια τούτο κατά γυναικών η νομοθεσία", "εις ποιητής
ανδρός και γυναικός". Σ' όσους επικαλούνται γραφικά χωρία στις θεωρίες
τους περί υπεροχής των ανδρών ο Χρυσόστομος δεν διστάζει να παραλληλίσει την
ομοτιμία των δύο φύλων με την ομοτιμία του Υιού προς τον Πατέρα.
Η αδικία στις ανθρώπινες
σχέσεις, στην κοινωνία, προέρχεται ακριβώς από την ανατροπή της φυσικής
ισότητας, ενώ η κοινωνική δικαιοσύνη θεμελιώνεται με την εμμονή σ' αυτήν.
"Δικαιοσύνη δε μη πλέον ζητείν έχειν. της δε ισότητος έκβασις, τουτ' αδικία".
Οι κλασικές αντιθέσεις, δουλεία - ελευθερία, φτώχεια - πλούτος, που χωρίζουν
τους ανθρώπους, είναι "αρρωστήματα", "επινοήματα κακίας".
Ελευθερία και πλούτος βρίσκονται στην τήρηση της θείας εντολής, δουλεία και
φτώχεια στην απομάκρυνση από τον Θεό.
Ο λόγος τους γίνεται
πύρινος, όταν αγγίζουν τα θέματα του πλούτου και της κοινωνικής αδικίας. Ο
πλούτος είναι αντιστρόφως ανάλογος της αγάπης για τον Βασίλειο. "Όσον ουν
πλεονάζεις τω πλούτω, τοσούτον ελλείπεις τη αγάπη". Ο πλούτος πρέπει να
είναι κινητικός. Η γνήσια θρησκευτικότητα αποδεικνύεται από την ευκολία να
δίνεις, να βοηθάς. Ο Χρυσόστομος βλέπει τη
γύμνωση του Χριστού να επαναλαμβάνεται στους γυμνούς και κατατρεγμένους
γύρω μας. Ιδιαίτερα όμως ξεσκεπάζουν την υποκρισία των "ευσεβών"
προσφορών και αγαθοεργιών με χρήματα μαζεμένα από αδικίες.
Το έργο τους και η πράξη
τους υπήρξαν πολυδιάστατα. Ήδη καταξιωμένοι ως διανοούμενοι, προχωρούν στην
πρώτη γραμμή ευθύνης, αποδεχόμενοι την ιερατική αποστολή ως προσωπική σταύρωση
για την Εκκλησία και όχι για την άντληση κύρους και εξουσίας.
Πρεσβύτερος ακόμη στην
Αντιόχεια ο Χρυσόστομος οργάνωσε την συντήρηση 3.000 χηρών και εκατοντάδων
ξένων, ασθενών, φυλακισμένων. Μετέσχε στην αγωνία του λαού της Αντιόχειας, που
γκρεμίζοντας τους ανδριάντες κινδύνευε με ομαδική τιμωρία από τον αυτοκράτορα.
Από τον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κων/πολης συμπαρίσταται σε 7.000 φτωχούς και
αδικημένους.
Ο Γρηγόριος αγωνίζεται στη
βασιλεύουσα για την επικράτηση της Ορθοδοξίας, όταν ο Αρειανισμός δείχνει να
επικρατεί, και αποσύρεται από τον πατριαρχικό θρόνο για τη διευκόλυνση της
ειρήνης στις τάξεις των Ορθοδόξων.
Εκπληκτική στην πολυμορφία
της είναι η κοινωνική δράση του Μ. Βασιλείου για την οργάνωση της "καινής
πόλεως", της "Βασιλειάδας" - όπως ονομάστηκε αργότερα και για
την οποία απέφυγε να γράψει ο ίδιος - με νοσοκομεία, ορφανοτροφεία, ξενώνες,
διδακτήρια, εργαστήρια.
Και οι τρεις τους στάθηκαν
με ταπείνωση και πνεύμα διακονίας μπροστά στους αδύνατους, και με θάρρος και
αξιοπρέπεια μπροστά στους δυνατούς. Είναι πασίγνωστη η στάση του Μ. Βασιλείου
απέναντι στον αυτοκράτορα Ουάλη και τον έπαρχο Μόδεστο, το ίδιο και η κριτική
του Χρυσοστόμου στις αυθαιρεσίες της αυτοκράτειρας Ευδοξίας.
Δεν παραμέλησαν και το
ιεραποστολικό έργο, το οποίο οργάνωσαν και βοήθησαν, καθώς η Εκκλησία δεν ήταν
γι' αυτούς μια κλειστή θρησκευτική κάστα, αλλά κατά το πρότυπο του Θεανθρώπου
Χριστού, ένα άνοιγμα προς τον κόσμο, μια συνεχής κλήση σε μετάνοια και σωτηρία,
μια ευχάριστη αγγελία για τη Σάρκωση του Θεού και τη Θέωση του Ανθρώπου.
Με την ανανέωση που επέφεραν
στην λειτουργική ζωή αλλά και στον Μοναχισμό, μας υπενθυμίζουν ότι η Παράδοση
της Εκκλησίας δεν είναι τυπολατρική συντήρηση, ιεροποίηση του παρελθόντος, αλλά
ζωή εν Χριστώ, ζωή που ανακαινίζεται και μεταμορφώνεται υπό την εσχατολογική
εμπειρία του ερχόμενου εν δόξη Ιησού Χριστού. Όποιοι αναπολούν «χαμένους
παραδείσους» και την επιβίωση των τύπων του παρελθόντος δεν έχουν αφομοιώσει το
μάθημα των Πατέρων για την εσχατολογική φύση της Εκκλησίας που πορεύεται
δυναμικά και δημιουργικά προς τη μελλοντική Βασιλεία του Θεού.
Στο θέμα της αξιοποίησης της
Παιδείας και της έμφασης στην μόρφωση, ακολούθησαν την Χριστολογική οδό. Όπως
δηλαδή ο Υιός του Θεού προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση χωρίς να υποταχθεί στο
πρόσλημμα, την ανθρώπινη αμαρτία, έτσι και αυτοί "ντύνουν" την
ευαγγελική αλήθεια με όρους και έννοιες της αρχαιοελληνικής φιλοσοφίας χωρίς να
υποτάσσουν τον Λόγο του Θεού στη Λογική του Ανθρώπου. Είναι επίσης σημαντική η σύνδεση
που κάνουν της Παιδείας και της μόρφωσης με την Δικαιοσύνη. Η ζωή υπάρχει στη
Δικαιοσύνη και η Δικαιοσύνη έχει όπλο πανίσχυρο την Παιδεία. Το παράδειγμά τους
δεν μπορεί παρά να εμπνέει τους σημερινούς Ιεράρχες και Θεολόγους, αλλά και
σύμπασα την Εκπαιδευτική Κοινότητα.
Είναι πλέον προφανές ότι
επείγει ο προσανατολισμός όλων σ' αυτό το καθολικό και οικουμενικό ήθος
σταυρικής αυταπάρνησης και θυσιαστικής αυτοπροσφοράς, που απορρέει από την
πιστότητα στο Χριστό και στο Σώμα Του, ήθος που πραγμάτωσαν ιστορικά οι τρεις
Πατέρες και Διδάσκαλοι. Η πιστότητά τους στο Χριστό δεν ήταν μια επιλογή
ανάμεσα στις άλλες, αλλά η καθορίζουσα το σύνολο της ζωής τους. Η εν Χριστώ ζωή
δεν γνωρίζει διαχωρισμούς σε ιερή - θρησκευτική
και κοσμική - βέβηλη σφαίρα. Το όλον της ζωής αγιάζεται, το όλον της
ζωής μεταμορφώνεται. "Τα αρχαία παρήλθεν, ιδού γέγονε τα πάντα
καινά".
* Το κείμενο πρωτοεκφωνήθηκε ως ομιλία στην εορτή
των 3 Ιεραρχών στην Ιερά Μονή του αγίου Ιωάννη στην Πάτμο 30 Ιανουαρίου 2000.
Νικόλαος Φ. Ντόντος
Θεολόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου