ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΕΣΒΙΑΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ
Περιοδική Έκδοση: ΛΕΣΒΙΑΚΑ 23(2010)
Μικρασιάτες Πρόσφυγες και Μουσουλμάνοι
της Λέσβου 1914-1930 πριν και μετά τη Συνθήκη της Λωζάνης1
Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ
Δρ. Θεολογίας ΑΠΘ
Σωστά έχει υποστηριχθεί ότι τα μικρασιατικά γεγονότα προκαλούν πάντα μια αμφιθυμία στους Έλληνες2. Κι αυτό συμβαίνει γιατί το ελληνικό κρατίδιο μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, ουδέποτε κατάφερε να απενοχοποιήσει τον τουρκικό εθνικισμό, οδηγώντας πολλές φορές το μικρασιατικό πρόβλημα κι όχι μόνο αυτό, αλλά και το ποντιακό, στη λήθη. Λόγοι που σχετίζονται με τις κατά καιρούς προσεγγίσεις Ελλάδας και Τουρκίας, απομόνωσαν και περιθωριοποίησαν την τραγωδία που υπέστη ο Ελληνισμός το 1992. Υπ’ αυτό το πρίσμα, το μικρασιατικό ζήτημα σε όλες τις συνιστώσες του παρέμεινε για πολλά χρόνια στο περιθώριο3. O ιστορικός Richard Clogg, καθηγητής στην Oξφόρδη, διαπιστώνει ότι η «τάση παραμέλησης της ιστορίας έχει υπάρξει και σε σχέση με την ιστορία της ελληνικής Aνατολής. Yπήρχαν πολύ μεγάλοι ελληνικοί πληθυσμοί εκτός των περιοχών που απαρτίζουν σήμερα το ελληνικό κράτος, στα Bαλκάνια, στην Kωνσταντινούπολη, στη Mικρά Aσία και ειδικά στις δυτικές ακτές, στα παράλια της θάλασσας του Mαρμαρά και στη Mαύρη Θάλασσα, στην Kαππαδοκία και στον Πόντο... Aυτός ο κόσμος με είχε συνεπάρει ήδη από το καλοκαίρι του 1960, όταν είχα μείνει για δύο μήνες στην Tραπεζούντα του Πόντου... Eκεί, τα τεκμήρια της ελληνικής παρουσίας, που είχε σβήσει μόλις 40 χρόνια πιο πριν, ήταν αναρίθμητα... Ένας ολόκληρος ελληνικός κόσμος είχε χαθεί μόλις πρόσφατα»4.
Ωστόσο, οι ιστορικές σπουδές, τουλάχιστον κατά την τελευταία τριακονταετία, δείχνουν να αποτιμούν την τραγωδία του Μικρασιατικού Ελληνισμού μακριά από ιδεολογικές περιχαρακώσεις. Σε καμιά περίπτωση, βέβαια, δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε το γεγονός, «ότι η Μικρασιατική Καταστροφή υπήρξε αποτέλεσμα μιας «ανορθολογικής διαχείρισης της μεγάλης πρόκλησης του 1919». Αξίζει εδώ να σημειωθεί, ότι κατά τη δεύτερη δεκαετία του 20ου αιώνα, οι κάτοικοι της Ελλάδας ανέρχονταν σε πέντε εκατομμύρια και οι Έλληνες της Mικράς Aσίας και της Aνατολικής Θράκης σε δυόμισι. H Σμύρνη και πολλές πόλεις των μικρασιατικών παραλίων, ήταν πόλεις πιο σημαντικές από την Αθήνα, με τεράστια πνευματική, εμπορική και βιομηχανική ακτινοβολία.
Μετά την εθνική τραγωδία του 1922, ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που είχε να αντιμετωπίσει το ελληνικό κρατίδιο ήταν το προσφυγικό. Χαρακτηριστική εδώ είναι η περιγραφή της Διδώς Σωτηρίου, με τη γνωστή ρήση: «βάλαν φωτιά στη Σμύρνη …»5.
Ο κύριος πυρήνας του προσφυγικού πληθυσμού που ξεριζώθηκε από τις πατρογονικές του εστίες εγκαταστάθηκε στην Αττική, τη Μακεδονία και τα νησιά του Βορειοανατολικού Αιγαίου. Η ένταξή τους στην πολιτικοοικονομική, κοινωνική και πνευματική ζωή της Ελλάδας υπήρξε ιδιαίτερα δύσκολη. Φτάνει κανείς να σκεφτεί το γεγονός ότι η χαρτογράφηση της προσφυγικής εγκατάστασης, με ιδιαίτερη πυκνότητα ειδικά στις βόρειες περιοχές του ελληνικού κράτους, δεν ήταν συμπτωματική. Η αθρόα εισροή μικρασιατών προσφύγων σε όλους τους τομείς της ελληνικής πραγματικότητας, είχε ως στόχο την «εθνική ομογενοποίηση» των περιοχών αυτών. Η ιστορική έρευνα έχει καταδείξει ότι την επομένη της αναγκαστικής μετανάστευσης, οι πρόσφυγες διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στη «συνδιαμόρφωση του σύγχρονου Ελληνισμού». Τούτο αποδεικνύεται από τη συνεισφορά των μικρασιατών προσφύγων στην τόνωση της πνευματικής ζωής της Ελλάδας και στη διαμόρφωση μιας νέας ελληνικής πολιτισμικής ταυτότητας.
Ο 23ος τόμος της περιοδικής έκδοσης της Εταιρείας Λεσβιακών Μελετών, Λεσβιακά με τίτλο: «Μικρασιάτες πρόσφυγες και Μουσουλμάνοι της πριν και μετά τη Συνθήκη της Λωζάννης (1923)», εκδίδεται ως ένα ειδικό αφιέρωμα για τον προσφυγικό Ελληνισμό της Μικρασιατικής Καταστροφής. Οι τρεις εκτεταμένες εργασίες που δημοσιεύονται εδώ, έρχονται να καλύψουν ένα μεγάλο κενό, που αφορά στο γεγονός του ξεριζωμού και της προσφυγιάς του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας, τις μουσουλμανικές ιδιοκτησίες στη Λέσβο κατά την δεκαετία 1914-1923 και την ανταλλάξιμη περιουσία των Μουσουλμάνων κατοίκων της Μυτιλήνης.
Η πρώτη μελέτη, της Άρτεμης Μυλοπτέρη, Φιλολόγου Καθηγήτριας με τίτλο: «Η εγκατάσταση των μικρασιατών προσφύγων στη Λέσβο κατά την περίοδο 1914-1920» υποβλήθηκε το 2004 στο Τμήμα Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου για την απόκτηση Μεταπτυχιακού Διπλώματος. Μελετά διεξοδικά την εγκατάσταση και την περίθαλψη των μικρασιατών προσφύγων στη Λέσβο κατά το χρονικό διάστημα της δεύτερης δεκαετίας του 20ου αιώνα. Η συγγραφέας χρησιμοποιώντας άριστα αρχειακό υλικό και ειδική βιβλιογραφία, καταδεικνύει το ρόλο που διαδραμάτισε η Λέσβος ως τόπος υποδοχής, εγκατάστασης και περίθαλψης των θυμάτων το 1914, στην πρώτη φάση των διωγμών. Η ερευνά της εστιάζεται κυρίως σε θέματα, όπως ο αριθμός των προσφύγων που ήρθαν στη Λέσβο, οι περιοχές προέλευσής τους, το οργανωτικό πλαίσιο της περίθαλψης που τους παρασχέθηκε, η κατανομή τους, η στέγασή τους, η ιατρική πρόνοια, η σίτισή τους και βέβαια το πώς αντέδρασαν οι μικρασιάτες πρόσφυγες στην προοπτική της παλιννόστησής τους. Διαρθρωμένη σε δύο μέρη, η μελέτη παρουσιάζει στο μεν πρώτο, τη μακρόχρονη παρουσία του Ελληνισμού στην περιοχή της Μικράς Ασίας, στο δε δεύτερο, τα πολιτικοοικονομικά αίτια των διωγμών, αλλά και την άφιξη των προσφύγων στη Λέσβο, η οποία προσέλαβε μαζικό χαρακτήρα, με τα γνωστά προβλήματα, που αυτοί αντιμετώπισαν σ’ ότι αφορά στην υποδοχή και την περίθαλψή τους6.
Η δεύτερη μελέτη της Χαράς Καραβία με τίτλο: «H Ανταλλάξιμη Περιουσία των Μουσουλμάνων της Λέσβου. Το παράδειγμα της πόλης της Μυτιλήνης», υποβλήθηκε και αξιολογήθηκε ως διπλωματική εργασία το 2006 για την απόκτηση του μεταπτυχιακού τίτλου ειδίκευσης (Master’s) στο Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Πρόκειται για μια εργασία πρωτότυπη, η οποία μέσα από τη μελέτη των ιστορικών τεκμηρίων που υπάρχουν στο αρχείο της Ανταλλάξιμης Περιουσίας της Κτηματικής Υπηρεσίας Λέσβου, προσεγγίζει την ακίνητη περιουσία, που οι Μουσουλμάνοι της Μυτιλήνης αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν κατά την περίοδο 1914-1922 και την τύχη της στη συνέχεια. Ολόκληρη η έρευνα επικεντρώθηκε στην πόλη της Μυτιλήνης. Ως Ανταλλάξιμη θεωρείται η μουσουλμανική περιουσία, που εγκαταλείφθηκε στην Ελλάδα, σύμφωνα με την απόφαση για την ανταλλαγή των πληθυσμών με τη Συνθήκη της Λωζάννης το 1923, καθώς και η αντίστοιχη περιουσία της ελληνορθόδοξης κοινότητας που εγκαταλείφθηκε στην Τουρκία. Η συγγραφέας μελετώντας την παρουσία των Μουσουλμάνων στη Λέσβο, θεωρεί ότι αυτή υπήρξε σημαντική κατά την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας και μάλιστα συνοδεύτηκε από αξιοσημείωτη συμμετοχή στην κατοχή γαιών, που όμως μειώθηκε θεαματικά μετά την περίοδο του Τανζιμάτ το 1839. Επιπροσθέτως, η συγγραφέας αναφέρεται στο γεγονός, ότι η Λέσβος από το 1915 και εξής υπήρξε αποδέκτης μεγάλου αριθμού προσφύγων, οι οποίοι μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή έφτασαν τις 15.000 περίπου μόνο στην Μυτιλήνη. Υπ’ αυτό το πρίσμα η χρονική περίοδος 1915-1922 για τη Μυτιλήνη είναι η περίοδος, που αφενός ένα τεράστιο προσφυγικό κύμα ελληνορθόδοξων μικρασιατικών πληθυσμών καταφτάνει σ’ αυτή, και αφετέρου ένα αντίστοιχο κύμα μουσουλμάνων κατοίκων του νησιού αναγκαστικά εκπατρίζεται. Εδώ είναι που μελέτη της κας. Καραβία αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Αν και η μουσουλμανική κοινότητα της Μυτιλήνης, μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει αντικείμενο εμπεριστατωμένης επιστημονικής έρευνας, η συγκεκριμένη μελέτη καταφέρνει να αναδείξει την παρουσία των μουσουλμάνων κατοίκων της Μυτιλήνης. Η περιουσία τους που εγκαταλείφθηκε στη Λέσβο και η μετέπειτα διάθεσή της για την αποκατάσταση των προσφύγων ή η εκποίησή της γενικότερα, για τη συγγραφέα είναι στοιχείο που μπορεί να κατευθύνει την ιστορική έρευνα σε πολλά επίπεδα, όπως η συνύπαρξη χριστιανικών και μουσουλμανικών πληθυσμών, πριν και μετά τα τραγικά γεγονότα του 1922, καθώς επίσης και στο πώς νησιά, όπως η Λέσβος, διαχειρίστηκαν το προσφυγικό ζήτημα. Στην περίπτωση αυτή, σωστά η συγγραφέας επισημαίνει ότι «οι διεκδικήσεις του προσφυγικού κόσμου στη Μυτιλήνη, αλλά και η στάση της τοπικής κοινωνίας στο θέμα της διαχείρισης και της αναδιανομής της μουσουλμανικής περιουσίας αποτελούν ζητήματα προς διερεύνηση».
H τρίτη μελέτη του Αβραάμ Ιντσεβίδη υποστηρίχθηκε ως πτυχιακή εργασία στο Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου το 2004. Ο τίτλος της: «Μουσουλμανικές ιδιοκτησίες στη Λέσβο. Οι μεταγραφές στο Υποθηκοφυλακείο Μυτιλήνης (1913-1923)», παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γιατί καταγράφει τις μεταβιβάσεις ακινήτων των μουσουλμάνων κατοίκων της Μυτιλήνης, όπως αυτές εμφανίζονται στα βιβλία Μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου της Μυτιλήνης. Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι η παρουσίαση των τεκμηρίων αυτών, συμβάλλει στην ορθή αποτίμηση των σχέσεων της μουσουλμανικής κοινότητας του νησιού με τους χριστιανούς κατοίκους του, σχέση που διαταράχθηκε με την υποχρεωτική ανταλλαγή των χριστιανικών και των μουσουλμανικών πληθυσμών της Ελλάδας και της Τουρκίας, και η οποία είχε ως αποτέλεσμα την οριστική καταστροφή της συνύπαρξης χριστιανών και μουσουλμάνων στον ευρύτερο μικρασιατικό χώρο. Η έρευνα έχει ως σημείο εκκίνησης το 1913, καθώς τότε αρχίζει να λειτουργεί το Υποθηκοφυλάκειο Μυτιλήνης. Στους δώδεκα τόμους των μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου καταγράφονται όλες οι συμβολαιογραφικές πράξεις, στις οποίες εμπλέκονται Μουσουλμάνοι, είτε ως αγοραστές είτε ως πωλητές και σχετίζονται με αγοραπωλησίες ακινήτων που βρίσκονται μέσα στην πόλη της Μυτιλήνης, αλλά και στα διάφορα χωριά του νησιού.
Στο Παράρτημα του τόμου δημοσιεύονται δύο ανέκδοτα έγγραφα, που σχετίζονται άμεσα με τις παραπάνω μελέτες.
Το πρώτο αγοράστηκε πριν χρόνια από παλαιοπωλείο της Μυτιλήνης και ανήκει στο αρχείο του Στρατή Αναγνώστου. Πρόκειται για τις τρεις πρώτες δακτυλογραφημένες σελίδες ενός τετρασέλιδου, κατά πάσα πιθανότητα, κειμένου, αφού στο συνδετήρα που συγκρατούσε το σύνολο των σελίδων του, έχει διασωθεί ένα μικρό υπόλειμμα μιας μόνο σελίδας χαρτιού. Ανήκει σε κάποιον άγνωστο ιστοριοδίφη, ο οποίος έζησε ως αυτόπτης μάρτυρας τα γεγονότα της Μικρασιατικής καταστροφής. Ειδικότερα, στο κείμενο περιγράφεται με εκπληκτικές λεπτομέρειες και έντονη συγκινησιακή φόρτιση το χάος που επικράτησε στην πόλη της Μυτιλήνης με την άφιξη των μικρασιατών προσφύγων και των υπολειμμάτων της Στρατιάς Μικράς Ασίας, το μαύρο Σεπτέμβρη του 1922, καθώς και σκηνές από την τραγωδία της Σμύρνης. Το κείμενο αυτό είναι εξαιρετικά πολύτιμο και για έναν ακόμα λόγο: διασώζει μια στρατιωτική διαταγή, η οποία ίσως βλέπει για πρώτη το φως της δημοσιότητας. Συγκεκριμένα, ο άγνωστος ιστοριοδίφης, έχοντας προφανώς πρόσβαση σε αρχειακό υλικό, αντιγράφει τη διαταγή, που εξέδωσε ο τότε Στρατιωτικός Διοικητής Μυτιλήνης, προκειμένου να προστατεύσει τον άμαχο πληθυσμό από κάθε είδους έκτροπα που επαπειλούνταν μετά από την κατάρρευση του μετώπου. Τέλος, χάρη στο κείμενο αυτό, διασταυρώνεται με άλλες γραπτές και προφορικές μαρτυρίες η αξιόπιστη πληροφορία ότι, πλην ελαχίστων ίσως εξαιρέσεων, οι μικρασιάτες πρόσφυγες έγιναν δεκτοί από τη συντριπτική πλειοψηφία του λεσβιακού πληθυσμού, με εκδηλώσεις συμπόνιας και αλληλεγγύης.
Το δεύτερο έγγραφο αγοράστηκε κι αυτό πριν από παλαιοπωλείο της Αθήνας και ανήκει στο αρχείο του γνωστού ιατρού και ιστοριοδίφη Σάββα Κωφόπουλου. Είναι ένα σπάραγμα 64 σελίδων και προέρχεται από έναν τυπωμένο εκλογικό κατάλογο του Δήμου Μυτιλήνης. Ο κατάλογος αυτός, από τον οποίο λείπει το εξώφυλλο και το οπισθόφυλλό του, καθώς και δύο φύλλα, ένα στην αρχή και ένα στο τέλος, χρονολογείται στα 1920, καθώς τυπώθηκε, για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες των εκλογών του Νοεμβρίου του ίδιου έτους. Στο συμπέρασμα αυτό μας οδηγεί, τόσο ένας πλήρης πανομοιότυπος εκλογικός κατάλογος του Δήμου Γέρας, ο οποίος διασώζεται στο αρχείο του Στρατή Αναγνώστου, όσο και χειρόγραφες σημειώσεις -διορθώσεις ή προσθήκες ονομάτων, που χρονολογούνται το 1920.
Από τον εκλογικό αυτό κατάλογο του Δήμου Μυτιλήνης δημοσιεύουμε, τις τρεις τελευταίες διασωθείσες σελίδες του, όπου καταγράφονται τα ονόματα των Μουσουλμάνων κατοίκων – εκλογέων της Μυτιλήνης - με κύριο στόχο να αντιπαραβληθούν με τα αντίστοιχα ονόματα των Μουσουλμάνων ιδιοκτητών της πόλης, όπως αυτά δημοσιεύονται στις μελέτες της Χαράς Καραβία και του Αβραάμ Ιντσεβίδη. Το γεγονός ότι τα μουσουλμανικά αρχεία, που έχουν διασωθεί στη Λέσβο, είναι λίγα σε αριθμό, σε συνδυασμό με το δεδομένο της δυσκολίας ανάγνωσης της οθωμανικής γραφής από τους σύγχρονους ιστορικούς και ανθρωπολόγους, αναδεικνύουν τη μεγάλη ιστορική αξία των συγκεκριμένων ονομάτων του εκλογικού καταλόγου. Αυτός ήταν και ο κυριότερος λόγος που αποφασίσαμε να τα αναδημοσιεύσουμε.
Όπως γίνεται φανερό, η συναγωγή και η έκδοση σ’ έναν τόμο, μελετών και ανέκδοτων εγγράφων, που αναφέρονται στην περίοδο πριν και μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, είναι ένα εγχείρημα άκρως σημαντικό. Πρώτα απ’ όλα, μελέτες όπως οι εδώ δημοσιευόμενες, καρπός πνευματικού μόχθου των συγγραφέων, συνεισφέρουν πολλά στη σύγχρονη ιστοριογραφική έρευνα και προωθούν την ιστορική γνώση. Τούτο συμβαίνει, διότι και οι τρεις μελέτες δεν στηρίζονται απλώς σε βιβλιογραφικά δεδομένα. Τουναντίον, κάμουν ευρύτατη χρήση αρχειακού υλικού, εγγράφων και μαρτυριών, γεγονός που τις καθιστά πρωτότυπες. Κατά δεύτερο λόγο, η θεματολογία τους θα ‘λεγα ότι καθιστά περισσότερο ορατά τα όρια, εντός των οποίων οφείλει να κινείται και να ανασυντίθεται ο ιστορικός χωροχρόνος. Η πολλαπλότητα και η πολυμορφία των πηγών που καταθέτουν οι δημοσιευμένες εδώ μελέτες, είναι γεγονός, ότι δείχνουν στην ιστορική έρευνα τον τρόπο, πώς να ξεφεύγει από ιδεολογικές περιχαρακώσεις και να μελετά τα ιστορικά γεγονότα, και πώς να αξιολογεί ένα γεγονός, όπως αυτό της Μικρασιατικής Καταστροφής και της συνακόλουθης υποχρεωτικής ανταλλαγής των πληθυσμών της Ελλάδας και της Τουρκίας, χάρη στο οποίο επιτεύχθηκε η πραγμάτωση, με τον πιο οδυνηρό βέβαια τρόπο, του θεμελιώδους αιτήματος «της πολιτικής του εθνικού κέντρου», της «σύμπτωσης του κράτους με το έθνος», με μόνη τραγική διαφορά ότι «οι ελληνικοί πληθυσμοί της Ανατολής εντάχθηκαν στο ελληνικό κράτος απογυμνωμένοι από τα ιστορικά εδάφη, που αποτελούσαν τον κύριο στόχο της Μεγάλης Ιδέας»7.
1 Εισήγηση που έγινε κατά την επίσημη παρουσίαση του περιοδικού Λεσβιακά της Εταιρείας Λεσβιακών Μελετών, την Παρασκευή 17 Ιουνίου 2011 στην Αίθουσα Εκδηλώσεων Γενικής Γραμματείας και Νησιωτικής Πολιτικής στη Μυτιλήνη. Η παρουσίαση έγινε στα πλαίσια των σεμιναρίων που οργάνωσε κατά το δεύτερο ακαδημαϊκό εξάμηνο του 2011 η Ακαδημία Πολιτών Λέσβου.
2 Βλάσης Αγτζίδης, «Το ’22 και η νεοελληνική ιδεολογία. Mια διαφορετική προσέγγιση ύστερα από την ογδοντάχρονη καλλιέργεια ιστορικής αμνησίας για τη Μικρασιατική Καταστροφή», Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 16-11-03.
3 Γενικότερη θεώρηση των μικρασιατικών γεγονότων βλ. Θεοφάνης Μαλκίδης, Το μικρασιατικό ζήτημα σήμερα, Καβάλα 2009.
6 Πρβλ. Στρατή Αναγνώστου, Τοπική Ιστορία. Αναφορές στη Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία της Λέσβου, εκδ. Ενετλέχεια, Μυτιλήνη 2011, σσ. 59-74.
7 Πασχάλης Κιτρομηλίδης, «Προβλήματα της εθνικής ολοκλήρωσης», Φιλολογική Καθημερινή, 14 / 21 Αυγούστου 1980.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου