Σήμερα τέταρτη Κυριακή του Πάσχα,
ακούσαμε στο ευαγγέλιο για το θαύμα που έκανε ο Χριστός και θεράπευσε τον
παραλυτικό που βρισκόταν δίπλα από την κολυμβήθρα της Βηθεσδά 38 χρόνια. Ο ευαγγελιστής μάς λέει ότι στο σημείο αυτό,
κοντά στην προβατική πύλη των Ιεροσολύμων, υπήρχε η κολυμβήθρα της Βηθεσδά, και
δίπλα της ακριβώς μία μεγάλη στοά όπου κείτονταν πάρα πολλοί ασθενείς, πλήθος
ασθενών, με διάφορες αρρώστιες και προβλήματα. Εκεί συνάντησε ο Χριστός τον
παραλυτικό. Τον έκανε καλά και στη συνέχεια χάθηκε μέσα στο πλήθος. Τον
ξανασυνάντησε αργότερα, γιατί το θαύμα προκάλεσε το ενδιαφέρον των αντιπάλων
του Χριστού και όλοι τον ρωτούσαν: «Ποιος σε έκανε καλά και γιατί σήμερα, ημέρα
Σάββατο, σηκώνεις το κρεβάτι σου;». Και ο Χριστός απεκάλυψε σε εκείνον ποιος
είναι. Και του έδωσε πάλι μία εντολή: «Μηκέτι αμάρτανε». Ο άνθρωπος είπε στους
Ιουδαίους ότι ο Χριστός είναι αυτός που τον έκανε καλά.
Έχει σημασία, αγαπητοί αδελφοί, να
προσέξουμε ότι ο ευαγγελιστής μάς λέει ότι οι άνθρωποι που ήταν άρρωστοι δίπλα
από την κολυμβήθρα του Σιλωάμ ήταν πάρα πολλοί. Περίμεναν πότε θα έρθει ο
άγγελος, που ερχόταν από καιρό σε καιρό, να ταράξει τα νερά, και όποιος θα
έμπαινε μέσα θα γινόταν καλά. Ένας κάθε φορά γινόταν καλά, αυτός που έμπαινε
πρώτος. Οι άλλοι συνέχιζαν να περιμένουν. Μπορούμε να φανταστούμε τον Χριστό να
βαδίζει ανάμεσα σε αυτό το πλήθος, που είχε τους αρρώστους, τους συγγενείς των
αρρώστων, τους υπηρέτες που συνόδευαν προφανώς τους πλούσιους, τους συγγενείς
που συνόδευαν τους φτωχούς και τόσους άλλους που θα χρειάζονταν στον τόπο αυτό.
Ένα τεράστιο ανθρώπινο πλήθος. Φανταζόμαστε λοιπόν τον Χριστό να βαδίζει μέσα
σε αυτό το πλήθος, να περνάει τόσους αρρώστους και να σταματάει μπροστά σ’
αυτόν. Σ’ αυτόν που βρισκόταν εκεί άρρωστος 38 χρόνια· και να του κάνει τη
ρητορική ερώτηση: «θέλεις να γίνεις καλά;». Ο άνθρωπος απαντάει: «δεν έχω
άνθρωπο. Κι έτσι όταν έρχεται ο άγγελος και ταράζει τα νερά, κάποιος άλλος
καταφέρνει πριν από μένα να μπει στο νερό. Ο Χριστός στη συνέχεια του λέει:
«Έγειρε, σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα». Κι αυτό έκανε ο άνθρωπος.
Η σύγκρουση του Χριστού με τους
Ιουδαίους, που έψαχναν πάντα να βρουν μια αφορμή για να πολεμήσουν μαζί του και
να μιλήσουν εναντίον του στους ανθρώπους, έδωσε την αφορμή στον Χριστό να
μιλήσει. Και στον λόγο αυτόν του Χριστού, που εμείς διαβάζουμε σε κάθε
νεκρώσιμη ακολουθία, κάθε φορά που κάποιος από μας φεύγει από αυτό τον κόσμο,
εκεί έχει σημασία τι είπε ο Χριστός για να καταλάβουμε γιατί ο Χριστός
συνάντησε αυτόν τον παραλυτικό και δεν σταμάτησε σε κάποιον άλλον από τους
τόσους αρρώστους. Λέει λοιπόν εκεί ο Χριστός, ότι ο ίδιος μπορεί να κάνει τα
έργα που μπορεί να κάνει και ο Πατέρας του. Βλέπετε η κατηγορία ήταν ότι ήταν
ημέρα Σάββατο που θεράπευσε τον άνθρωπο και του έδωσε εντολή να κάνει κάτι που
δεν γινόταν το Σάββατο, στο οποίο τα έργα για τους Ιουδαίους ήταν μετρημένα από
το νόμο. Εδώ έχουμε κάτι που το ξεπερνούσε αυτό. Αλλά ο Χριστός τούς είπε ότι
αυτός που έδωσε την εντολή του Σαββάτου είναι ο Πατέρας του και ότι τα έργα που
ο Πατέρας κάνει, τα κάνει κι ο ίδιος ο Χριστός. Άρα είναι κύριος του Σαββάτου
και δεν υπάρχει κανένα τέτοιο πρόβλημα από εκείνα που νόμιζαν αυτοί. Στη
συνέχεια λέει ότι «όποιος ακούσει της φωνής του Υιού του Θεού θα ζήσει και θα
περάσει από τον θάνατο στη ζωή». Και στη συνέχεια, «σας διαβεβαιώνω ότι όποιοι
ακούσουν τη φωνή του Θεού θα ζωντανέψουν, θα αποκτήσουν μέσα τους ζωή και θα
αναστηθούν. Γιατί όπως εγείρει, όπως ανασταίνει ο Θεός τους ανθρώπους, μπορώ κι
εγώ να τους ανασταίνω».
Ο Χριστός μίλησε για την ανάστασή του
και μίλησε για να εξηγήσει ότι ο άνθρωπος εκείνος που έγινε καλά ήταν ένας από
κείνους τους πεθαμένους –εξάλλου το ακούσαμε και το πρωί στα τροπάρια. «Άταφος
νεκρός υπάρχων ο παράλυτος...». Ήταν πεθαμένος, αλλά συνέβη να ακούσει τη φωνή
του Θεού. Τι ήθελε να πει ο Χριστός με αυτό; Δεν ήθελε να πει μόνο αυτό που
ακούσαμε στο ευαγγέλιο, «έγειρε, άρον τον κράββατόν σου και περιπάτει». Θα
μπορούσε να το πει σε όλους αυτό. Ήθελε να πει ότι ετούτος άκουγε τη φωνή του
Θεού, την άκουγε για μεγάλο διάστημα της ζωής του. Η φωνή του Θεού μέσα του, οι
εντολές του Θεού, τον είχαν κάνει τόσο προσεκτικό, να ακούει και να
καταλαβαίνει τι λέει ο Θεός, τη φωνή του Θεού.
Ο Χριστός είδε στο πρόσωπο αυτού του αρρώστου τον ίδιο τον εαυτό του. Γιατί
θυμόσαστε ότι διαβάζουμε τη Μ. Εβδομάδα για τον Χριστό ένα κομμάτι από την
προφητεία του Ησαΐα. Είναι εκείνο που λέει «Κύριος διδωσίν μοι γλώσσαν
παιδείας». Ο Κύριος ο Θεός μού έδωσε γλώσσα μαθητή. Για να μπορούν τα λόγια μου
να εμψυχώνουν τους κουρασμένους. «έθηκέν μοι πρωί, προσέθηκέν μοι ωτίον
ακούειν». Κάθε πρωί με κάνει να περιμένω αχόρταγα, σαν μαθητής, τη δίδαχή του
να ακούσω. Έχω χίλια αυτιά για να τον ακούσω. Μου προσέθεσε κι εκείνος, μου
έβαλε και άλλο αυτί για να μπορώ να ακούω. «Η παιδεία Κυρίου ανοίγει μου τα
ώτα. Εγώ δε ουκ απειθώ ουδέ αντιλέγω». Ο Κύριος ο Θεός την ακοή μου άνοιξε κι
εγώ δεν αντιστάθηκα. Ούτε στα οπίσω στράφηκα να φύγω. Ο άνθρωπος αυτός
βρισκόταν εκεί 38 χρόνια, περίμενα τον άνθρωπο που θα τον βοηθούσε και δεν
απογοητεύθηκε ποτέ, δεν στράφηκε πίσω να φύγει. Είδε την κατάστασή του σαν
πρόσκληση του Θεού και έγινε μαθητής του Θεού, των εντολών του Θεού, του νόμου
του. Άνοιξε βαθιά την καρδιά του κι εκεί έβαλε τις εντολές του Θεού. Αυτές τον
παρηγορούσαν κι αυτές τον κρατούσαν.
Έχει πολύ μεγάλη σημασία η δήλωση του
παραλυτικού ότι «δεν έχω άνθρωπο». Ο Χριστός ρώτησε για να πάρει μόνο αυτή την
απάντηση. Δεν προσθέτει ο ευαγγελιστής κάτι άλλο. Να μας πει «δεν έχω άνθρωπο
γιατί γεννήθηκα ορφανός, γιατί έχασα τους γονείς και τα αδέλφια μου ή γιατί η
οικογένειά μου πια δεν υπάρχει ή γιατί δεν με ξέρουν οι γείτονές μου ή γιατί
είμαι ξένος σε αυτό τον τόπο». Δεν είπε κάτι τέτοιο ο άνθρωπος. Είπε γενικά
«δεν έχω άνθρωπο». Γιατί έχοντας την παιδεία του Θεού, είχε καταλάβει μέσα του
ότι ο άλλος άνθρωπος, αυτός που είναι τόσο απαραίτητος για να τον ανεβάσει λίγο
στα σκαλοπατάκια της κολυμβήθρας και να τον βάλει μέσα στο νερό, αυτός ο
άνθρωπος είναι το μεγάλο ζητούμενο. Ο άλλος άνθρωπος, απέναντι στον οποίο
πρέπει να στεκόμαστε. Τον οποίο τον έχουμε ανάγκη και μας έχει ανάγκη. Για να
γίνουμε εμείς άνθρωποι και να ΄ναι κι εκείνος άνθρωπος. Βέβαια, ο άνθρωπος
αυτός εμφανίστηκε μπροστά του. Ήταν ο Χριστός, ο Θεός που έγινε άνθρωπος. Ο
μοναδικός ιδανικός άνθρωπος στον κόσμο. Έχει σημασία λοιπόν αγαπητοί αδελφοί
αυτό. Έχει σημασία να καταλάβουμε πώς σκεφτόταν ο παραλυτικός αυτά τα 38
χρόνια. Να το φανταστούμε και να το καταλάβουμε. Γιατί έτσι κατέστη ικανός,
αξιώθηκε να ακούσει τη φωνή του Θεού και νεκρός όντας να αναστηθεί.
Αγαπητοί αδελφοί, βλέπετε ότι τις
τρεις πρώτες Κυριακές του Πάσχα ακούμε στο ευαγγέλιο για τις εμφανίσεις του
αναστημένου Χριστού. Τις τρεις επόμενες, ήδη από σήμερα, θα ακούμε στο
ευαγγέλιο συγκεκριμένες περιπτώσεις ανθρώπων που αναστήθηκαν με την παρουσία
του Χριστού. Ο πρώτος απ’ αυτούς είναι ο παραλυτικός.
Πώς εμείς βλέπουμε την ανάσταση του
Χριστού; Συνήθως ξεχνιόμαστε και βλέπουμε την ανάσταση του Χριστού σαν ένα
γεγονός της ιστορίας του Χριστού έξω από μας, που δεν έχει σχέση με μας. Έχει
σχέση με τον Χριστό, εκείνος αναστήθηκε. Δεν είναι έτσι όμως τα πράγματα. Ο
Χριστός αναστήθηκε για να αναστήσει εμάς. Η ανάσταση του Χριστού παίζει μέσα
μας: πόσο εμείς αναστηθήκαμε; Πόσο ανασταινόμαστε κάθε μέρα; Το μέλλον είναι
της αναστάσεως για μας ή του θανάτου; Πώς βλέπουμε τα θαύματα που γίνονται μέσα
στην Εκκλησία; Μήπως τα βλέπουμε και τα σκεφτόμαστε σαν όλο αυτό το πλήθος
των ανθρώπων που βρίσκονταν δίπλα στην
κολυμβήθρα και περίμεναν να ακούσουν τον θόρυβο από την παρουσία του αγγέλου
και την ταραχή; Και λέμε «έγινε θαύμα, ο τάδε γέροντας έκανε θαύμα, ο άλλος
γέροντας έκανε την προσευχή του κι έγιναν καλά οι άνθρωποι, στον δείνα αδελφό
μας εμφανίστηκε ο άγιος τάδε και τον έκανε καλά». Προσέξτε αδελφοί, αν δεν τα
συνδέσουμε με τον ίδιο τον Χριστό, αν δεν δούμε την ανάσταση του Χριστού εκεί,
αλλά απλώς τον θόρυβο και τη φασαρία που γίνεται κάθε φορά, έχουμε χάσει το
παιχνίδι. Ο Χριστός περνώντας ανάμεσά μας δεν θα σταματήσει σε μας. Θα
αναζητήσει εκείνον που βρισκόταν εκεί και σκεπτόταν όπως ήθελε ο Θεός και
άκουγε τη φωνή του Θεού και αξιώθηκε να ζήσει.
Αγαπητοί αδελφοί, το βράδυ της Μ.
Παρασκευής, όταν γυρνάμε από τον επιτάφιο, διαβάζουμε την προφητεία εκείνη για
τα ξερά κόκαλα. Κι ο προφήτης λαβαίνει την εντολή να μιλήσει στα κόκαλα. «Τα
κόκαλα τα ξερά ακούστε τη φωνή του Θεού και θα ζήσετε». Είναι τέτοια η ανάσταση,
τόσο μεγάλη η δύναμή της, που μπορεί να δώσει στα ξερά κόκαλα ζωή και να τα
κάνει πάλι ανθρώπους, για να ζουν μπροστά στους άλλους ανθρώπους όπως θέλει ο
Θεός. Είθε κι εμείς να αξιωθούμε σε αυτό. Αμήν!
6-5-2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου