Αν θέλεις να τους δώσεις,
μην τους δώσεις τίποτε παραπάνω
από μια ελεημοσύνη,
και μάλιστα άφησέ τους
να σου τη ζητιανέψουν!
Όχι... δεν δίνω ελεημοσύνη.
Δεν είμαι αρκετά φτωχός
για κάτι τέτοιο.
(Φρίντριχ Νίτσε)
Αρκετοί έως και πάρα πολλοί, είναι αυτοί που εισπράττουν αυτό το διάστημα την άρνηση για μια θέση εργασίας και τις μειώσεις των μισθών. Όσοι εξακολουθούν και δουλεύουν, τελικά υποτάσσονται στη κυρίαρχη υπερωριακή λογική που απαιτεί υποτακτικούς εργαζόμενους με μια οικονομικά και άνευ όρων συμβιβασμένη συμπεριφορά.
Κανένας εργοδότης δεν θέλει να δώσει ολόκληρο αυτό το κάτι του ελάχιστου μισθού για το οποίο πραγματικά δουλεύουν οι μισθωτοί του δούλοι. Αντίθετα, και δεν είναι απορίας άξιο αυτό, η ελεημοσύνη πάει και έρχεται δυναμικά αυτό το διάστημα, αν αναλογιστεί κανείς και αυτό : ότι γενεές γενεών έχουν γαλουχηθεί με αυτή τη σπουδή εκπλήρωσης των ανθρωπιστικών ή αντίστοιχα των θρησκευτικών τους καθηκόντων.
Γι’ αυτό το λόγο και τα σημερινά πολιτισμένα αφεντικά είναι πάντα πρόθυμα να ξοδέψουν αρκετά ευρώ για να σε περιποιηθούν σε ανάλογα και διόλου ακαταφρόνητα ταβερνεία για ένα μεσημεριανό ή για ένα δείπνο. Ιδιαίτερα το δεύτερο, μπορεί να οδηγήσει κάποιους / κάποιες και σε άλλες βραδινές περιπέτειες...
Για να πάρεις αυτά που σου χρωστάνε όμως, ούτε κουβέντα.
Αν φερθείς με έλεος για τα χρωστούμενα, ακόμα και αν παραπονιέσαι φωναχτά, σατυρικά, με όσο χιούμορ και κουράγιο σου έχουν απομείνει, ίσως και να σε περάσουν για αυτό το σκυλί που γαβγίζει αλλά δεν δαγκώνει. Αν πάλι, δεις τα αφεντικά σου με αυτή την άλλη, την εσχατολογική προοπτική τους, για το πώς μπορούν να γίνουν στο μέλλον και όχι μόνο για το πώς είναι τώρα και με πόση απαξίωση και αδιαφορία σου συμπεριφέρονται, τότε έχεις επιλέξει το δρόμο της επαιτείας. Δύσκολος δρόμος και σχεδόν απελπισμένος. Λίγο αργότερα όμως και με θλίψη αντιλαμβάνεσαι το εξής: πως και τα αφεντικά σου επέλεξαν τα ήσυχα «σκυλιά» που δαγκώνουν! Έτσι, κι εσύ τους αφήνεις να πορεύονται με τις επιλογές τους.
Στον εκκλησιαστικό χώρο τώρα, και εδώ βρίσκονται οι μεγάλες μας αγωνίες, αν χτυπήσεις τη πόρτα γιατί πεινάς, είναι σίγουρο ότι θα σου δώσουν ελεημοσύνη και μάλιστα γενναιόδωρη.
Παρόλα αυτά, ορισμένοι εξυπνότεροι, καταπιάνονται και με ένα πιο σύγχρονο πλιάτσικο, αυτών των ιερών μητροπόλεων. Εδώ υποτίθεται πως η απορία δεν είναι για το ποιοί «ψιθύρισαν» στο που βρίσκονται τα χρηματοκιβώτια, αλλά, το γιατί υπάρχουν χρηματοκιβώτια με ανάλογα ποσά εντός του μητροπολιτικού γραφείου.
Ωστόσο, και αυτό είναι το άλλο λησμονημένο μισό μας, υπάρχουν και αυτά τα μητροπολιτικά δωματιάκια, τα σχεδόν άγνωστα σε πολλούς του χώρου, που δεν θα βρεις κάτι παραπάνω από ένα ξεχασμένο κρεβατάκι της δεκαετίας του 60’ με μια δυο εικονίτσες να το αγκαλιάζουν καθώς και με ελάχιστα λειτουργικά βιβλία να το στολίζουν.
Και είναι αυτά τα δωματιάκια που δεν θέλουν να κάνουν τη δήθεν αγιοποιημένη διαφορά, αλλά που μας υπενθυμίζουν ότι κάπου υπάρχει και αυτή η ευλογημένη Παράδοση της ερχόμενης Βασιλείας. Μια παράδοση που ακόμα επιδιώκει να καίει τα καλυβάκια της και να πηγαίνει παραπέρα γιατί συνεχίζει να ψυλλιάζεται ότι ο τόπος της δεν είναι αποκλειστικά και μόνο το εδώ και τώρα γιατί συγχρονίζεται με το ερχόμενο κάπου εδώ και εκεί.
Κάποτε οι χριστιανοί έμποροι πούλαγαν τα εμπορεύματα τους σε τόσο χαμηλές τιμές στους φτωχούς «καταναλωτές» που "ανάγκαζαν" τους χριστιανούς «καταναλωτές» να μη ζητάνε ποτέ ρέστα με τις αγορές τους.
Αυτός ήταν και είναι ένας δρόμος που σαγήνευε και σαγηνεύει στο διάβα του. Είναι ο δρόμος αυτός που δεν ζήτησε ποτέ του το ασήμι, το χρυσάφι ή και αυτόν ακόμα τον ιματισμό! Τάδε έφη απόστολος Παύλος.
Γιώργος Κουτσοδιάκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου