Όταν λειτουργεί κανείς (κληρικός) στην Αθήνα, αυθόρμητα n σκέψη στρέφεται στον Απόστολο των Εθνών ο οποίος, με τον πιο συνεκτικό τρόπο, μίλησε για το μυστήριον του Χριστού στον Άρειο Πάγο. Εκεί, όχι απλώς έθιξε, αλλά και καθόρισε αιώνια κριτήρια για τη λύση θεμάτων που εξακολουθούμε να αντιμετωπίζουμε και σήμερα. Επισημαίνω τρία: Πρώτον, το θέμα έθνος και οικουμένη. Δεύτερον, πολιτιστική παράδοση και συνεχής ανανέωση. Τρίτον, παρόν και έσχατα για κάθε άνθρωπο και για όλο τον κόσμο.
1. Η οικουμενική διάσταση και προοπτική δεν είναι κάτι που σήμερα ανακαλύφθηκε με τις πολλές συζητήσεις περί παγκοσμιoποιήσεως. Ήδη, στο σύντομο κείμενο που περιεκτικά μάς διέσωσε ο ευαγγελιστής Λουκάς αναφέρεται με σαφήνεια, και ως έννοια και ως λέξη, το έθνος και η οικουμένη. Ο Θεός «εποίησέ τε εξ ενός αίματος παν έθνος ανθρώπων κατοικείν επί παν το πρόσωπον της γης, ορίσας προστεταγμένους καιρούς και τας οροθεσίας της κατοικίας αυτών» (Πράξ. 17/ιζ΄ 26).
Σε μεταγενέστερες εποχές δεν έλειψαν διάφορες παρερμηνείες αυτής της πρωταρχικής αλήθειας. Η παλαιά βιβλική αρχή, «μακάριον τό έθνος ου εστι Κύριος ο Θεός αυτού» (Ψαλμ. 32/λβ΄:12), ερμηνεύθηκε με εθνικιστικά κριτήρια που αναδύθηκαν στον 19ο αιώνα.
Ο Απόστολος Παύλος, ο και ιδρυτής των ευχαριστιακών κοινοτήτων στις περιοχές της Ελλάδος, επανέλαβε ότι «ο Θεός, ο ποιήσας τον κόσμον και πάντα τα εν αυτώ» (στιχ. 24), αυτός δίδει «πάσι ζωήν και πνοήν και τα πάντα. Εποίησε εξ ενός αίματος παν έθνος ανθρώπων» (στιχ. 25 – 26). Όλα τα έθνη ανήκουν στην ίδια ανθρωπότητα, που πλάστηκε από τον ίδιο Δημιουργό. Κανένα έθνος, ανεξάρτητα από το πόσο θρησκεύεται, δεν έχει αποκλειστικότητα στην άπειρη αγάπη του Θεού. Μετά μάλιστα τη σταυρική θυσία και την ανάσταση του Χριστού, κάθε διαχωρισμός μεταξύ των ανθρώπων καταργείται και η αποστολή της Εκκλησίας Του αποβλέπει στο να «είναι τα έθνη συγκληρονόμα και σύσσωμα και συμμέτοχα της επαγyελίας αυτού εν Χριστώ διά του ευαγγελίου» (Εφεσ. 3/γ΄ 6). Η Εκκλησία λοιπόν, «ήτις εστί το σώμα αυτού (του Χριστού), το πλήρωμα του τα πάντα εν πάσι πληρουμένου» (Εφεσ. 1/α΄ 23), έχει ανέκαθεν παγκόσμιο ορίζοντα και αυτό καλούμεθα ιδιαίτερα, τόσο οι ποιμένες όσο και οι θεολόγοι,. να το ενισχύσουμε στη συνείδηση κάθε πιστού και κάθε λαού. Ό,τι συμβάλλει στην ουσιαστική ενότητα των ανθρώπων πρέπει να ενισχυθεί.
Η παγκοσμιότητα δεν έρχεται στις μέρες μας απ' έξω. Βλάστησε μέσα στον χώρο του ελληνικού πνεύματος ως οικουμενικότητα και αναπτύχθηκε κάτω από το φως της Ορθοδοξίας. Η Ορθοδοξία στο δράμα της υπήρξε οικουμενική. «Ο Θεός τα νυν (και αυτό αρχίζει από τους αποστολικούς χρόνους και φθάνει μέχρι σήμερα για να συνεχισθεί στον αιώνα) παραγγέλλει τοις ανθρώποις πάσι πανταχού μετανοείν» (στίχ. 30). Η προοπτική είναι παγκόσμια. Δεν αφορά μόνο έναν λαό, μερικούς ανθρώπους εκλεκτούς. «έστησεν ημέραν εν μέλλει κρίνειν την ηκουμένην εν δικαιοσύνη»(στιχ. 31). Δεν αιφνιδιαζόμαστε λοιπόν σήμερα με τη διαδικασία αυτή της προσεγγίσεως των λαών και των ανθρώπων. Ανησυχούμε βεβαίως για τις κατευθύνσεις που μπορεί να λάβει και την εκμετάλλευση ολοκλήρου της ανθρωπότητος από ομάδες ιδιοτελών ατόμων, αιχμαλώτων στα εγωκεντρικά τους κίνητρα. Πρόκειται για μια πιθανή καταιγίδα. Αλλά δεν έχει νόημα να πει κανείς ότι είναι εναντίον τής θυέλλης. Το ζητούμενο είναι, πώς θα προετοιμασθεί για να αντιμετωπίσει τη θύελλα που έρχεται και να οδηγήσει σωστά το πλοίο μέσα στα επικίνδυνα κύματα και ρεύματα.
2. Και τώρα, δύο λόγια για το δεύτερο θέμα:
Πολιτιστική παράδοση και συνεχής ανανέωση. Ο ρηξικέλευθος Απόστολος τών εθνών στάθηκε με ευλαβικό σεβασμό στα επιτεύγματα του ελληνικού πολιτισμού και δεν δίστασε να τα τοποθετήσει μέσα στην πρόνοια του θεού, να τα εντάξει μέσα στη βιβλική παράδοση. «Εν αυτώ γαρ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν, ως και τινες των καθ' υμάς ποιητών ειρήκασι. του γαρ και γένος εσμέν» (στίχ. 28). Μια σαφής παραπομπή στον Άρατο (Φαινόμενα, 5).
Την ώρα που ο Απόστολος Παύλος τολμάει να αρθρώσει τη χριστιανική πρόταση στην πρωτεύουσα του αρχαίου πνευματικού κόσμου, ο ελληνικός κόσμος - όπως έχουν επισημάνει πολλοί στοχαστές - είχε διανύσει μια εκπληκτική πορεία πνευματικής αναπτύξεως, με θαυμαστή αξιοποίηση του λόγου ως καθολικής και ανωτέρας αξίας. Φθάνoντας ύστερα από μια φωτεινή τροχιά στο σύνορο της λογικής, είχε αρχίσει να διαβλέπει ότι πέρα από αυτήν εκτείνεται ο ανεξερεύνητος χώρος του Αρρήτου. Και να συνειδητοποιεί ότι σε αυτόν τον χώρο ήταν αδύνατο να διεισδύσει με τις δικές του δυνάμεις. Σε αυτήν την έντονη εσωτερική λαχτάρα για νέες εξερευνήσεις, για νέα δημιουργία έρχεται η παρέμβαση του Αποστόλου Παύλου.
Μέχρι τότε, ο ελληνική διανόηση είχε στηριχθεί και αναδιπλωθεί στη σύλληψη του ανθρώπου ως σκεπτόμενου όντος, που συνειδητοποιεί τον εαυτό του και τον γύρω του κόσμο με την ανάπτυξη της λογικής του. Για τον Παύλο, η βασική στροφή, η «μετάνοια» της ανθρωπότητος, πρέπει να γίνει προς την κατεύθυνση της απροσπέλαστης για τον νου αγάπης του Θεού, την οποία απoκάλυψε ο Ιησούς Χριστός. «Τους μεν χρόνους της αγνοίας υπεριδών ο Θεός τα νυν παραγγέλλει τοις ανθρώποις πάσι πανταχού μετανοείν» (στίχ. 30). Η ανάγκη της μετανοίας θα παραμείνει συνεχής, μόνιμη πηγή ανανεώσεως. Για τον Απόστολο Παύλο τελικό κριτήριο παραμένει ακριβώς ο σταυρωθείς και αναστάς Ιησούς, βάσει του παραδείγματος και τής διδασκαλίας του οποίου ο Θεός «μέλλει κρίνειν την οικουμένην εν δικαιοσύνη» (στίχ. 31).
Ο Παύλος δεν ανησύχησε αν χαμογέλασαν και χλεύασαν το επαναστατικό μήνυμά του. Ο Απόστολος φύτευσε στην καρδιά του αρχαίου πολιτισμένου κόσμου μιαν αλήθεια. Ήξερε ότι αυτή έκρυβε μια εκπληκτική δυναμική αναπτύξεως και πολιτισμού. Ούτε καν διανοήθηκε να την επιβάλει πολιτικά ή στρατιωτικά, όπως θα έκανε αργότερα, ύστερα από 7 αιώνες κάποιος άλλος ιδρυτής θρησκείας. Οι μεγάλες αλήθειες δεν χρειάζονται τεχνική στήριξη. Ριζώνουν αθόρυβα και καρποφορούν μακροπρόθεσμα. Το χρέος τής Εκκλησίας θα είναι πάντοτε να είναι φορέας αλήθειας και ζωής εν Χριστώ, χωρίς διάθεση επιθετικότητας, όπως συμβαίνει σε άλλα θρησκευτικά συστήματα.
3. Κάθε Θεία Λειτουργία μας επανατοποθετεί στην προοπτική που ο Παύλος καθόρισε σχετικά με «το παρόν» και «τα έσχατα». Με το «τα νυν»και την «ημέραν εν ή μέλλει κρίνειν την οικουμένην». Το προσωπικό παρόν, το παρόν του λαού μας, της περιοχής, του κόσμου, μας αφορά άμεσα. Και η ευχαριστιακή κοινότητα, η συναγμένη στο όνομα του Χριστού εν Αγίω Πνεύματι, καλείται να δώσει ό,τι πιο πολύτιμο έχει.
Η Ορθοδοξία πρέπει να παραμείνει φορέας πνευματικής ελευθερίας, παρηγοριάς και ελπίδος στον σύγχρονο κόσμο. Φιλάνθρωπη, στην αρχική έννοια τού όρου. Γεμάτη συμπόνοια και ανυπόκριτη αγάπη για τον κάθε άνθρωπο, ιδιαίτερα τον ευρισκόμενο σε ανάγκες και στενοχωρίες, ανεξαρτήτως καταγωγής, φυλής, χρώματος, φύλου, θρησκευτικών πεποιθήσεων. Τον αδικούμενο ή διωκόμενο λόγω κοινωνικών ή πολιτιστικών διαφορών. Υποστηρίζοντας ανεπιφύλακτα την ισότητα όλων των ανθρώπων και το χρέος τής αδελφοσύνης. Καλείται να έρχεται αρωγός προς πάντα άνθρωπον, μάλιστα τον αμαρτωλό και τον ελάχιστο αδελφόν, τον οποίο διάφοροι κατά τόπους και θέσεις ισχυροί υποτιμούν και περιφρονούν. Η Ορθοδοξία είναι ταγμένη να τονίζει την αξία και το κάλλος του αγίου βίου και να καλλιεργεί πρόσωπα ελεύθερα που με το ήθος, τον χαρακτήρα, το δημιουργικό τους πνεύμα ανυψώνουν τον εαυτό τους και την κοινωνία.
Στις διάφορες αναστατώσεις, στις παγκόσμιες κοινωνικές και πολιτικές ανακατατάξεις που μας τρομάζουν, το βλέμμα μας ηρεμεί, καθώς είναι στραμμένο προς το τέλος, τη βεβαιότητα ότι η ιστορία δεν εξελίσσεται ερήμην Εκείνου στον οποίο έχει δοθεί «πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης» (Ματθ. 28/κη΄ 18), ο οποίος και θα έλθει «κρίνειν την οικουμένην εν δικαιοσύνη». Οι χριστιανοί επ' ουδενί λόγω πρέπει να παρασυρθούμε από τη μέθοδο του αντιπάλου, την επιθετικότητα και την εκδικητικότητα, αλλά οφείλουμε σταθερά να είμαστε παράγοντες δικαιοσύνης. Το άλλο όνομα της δικαιοσύνης λέγεται ανάπτυξη, ανάπτυξη για όλους, μέσα στον τόπο μας, έξω από τον τόπο μας. Η Ελλάδα σήμερα έχει αποκτήσει προνομιακή θέση στα Βαλκάνια, και εν πολλοίς στον κόσμο. Επί 20 αιώνες δέχεται τις ευεργεσίες του Θεού όσο ελάχιστες άλλες χώρες. Όμως, η οποιαδήποτε δωρεά του Θεού παρέχεται για την εκπλήρωση του χρέους της αγάπης και της δικαιοσύνης στους άλλους που τις στερούνται. «Παντί ω εδόθη πολύ, πολύ και ζητηθήσεται παρ' αυτού, και ω παρέθετο πολύ, περισσότερον αιτήσουσιν αυτόν» (Λουκ. 12/ιβ΄ 48).
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα Καθημερινή της Κυριακής 18 Νοεμβρίου 2001, σελ. 32
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου