Κοινή εορτή των τριών ιεραρχών –Βασιλείου Καισαρείας, Γρηγορίου Θεολόγου και Ιωάννου Χρυσοστόμου- μέχρι τον 11ο αιώνα μ.Χ. δεν υπήρχε. Κατά τη διάρκεια της εξουσίας του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Θ΄, μεταξύ του 1042 και του 1055, πραγματοποιήθηκε μία μεταρρύθμιση της εκπαίδευσης, η οποία οδήγησε στην αναβίωση του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινουπόλεως. Οι λόγιοι που στελέχωσαν το νέο Πανεπιστήμιο, και κυρίως ο Μιχαήλ Ψελλός, κατόρθωσαν μέσα σε λίγα χρόνια να το καταστήσουν διάσημο στον χριστιανικό κόσμο και τόπο μόρφωσης των ανθρώπων που χρειάζονταν για τις διοικητικές και εκπαιδευτικές ανάγκες της αυτοκρατορίας.
Την αναγέννηση αυτή του πανεπιστημίου της Κωνσταντινουπόλεως τη συνόδευσε και η ιδέα της επιλογής ενός λογίου αγίου, του οποίου η προσωπικότητα και η γιορτή θα γίνονταν σύμβολο της νέας αυτής εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Και τότε ξέσπασε μία διαμάχη, όπως συχνά άλλωστε συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, για το ποιο πρόσωπο ήταν κατάλληλο, ώστε να αποτελέσει το σύμβολο του νέου πανεπιστημίου. Δημιουργήθηκαν τρείς αντιμαχόμενες παρατάξεις: των «Ιωαννιτών», των «Βασιλειτών» και των «Γρηγοριτών». Καθώς το θέμα άρχισε να παίρνει ανησυχητικές διαστάσεις, ένας από τους καθηγητές του πανεπιστημίου, ο Ιωάννης Μαυρόπους, συμφιλιώνοντας τις τρεις παρατάξεις, πρότεινε να συσταθεί κοινή εορτή και να γίνουν και οι τρεις ιεράρχες το νέο σύμβολο, καθώς και οι τρεις ενσάρκωναν τις αξίες του νέου Πανεπιστημίου. Η μία από αυτές ήταν η αξία της παιδείας ως τεχνικής γνώσης, απαραίτητης για τις λειτουργικές ανάγκες της κοινωνίας. Η άλλη αξία ήταν η αξία της παιδείας ως ψυχικής καλλιέργειας.
Όταν ο Βασίλειος εξελέγη αρχιεπίσκοπος Καισαρείας θα μπορούσε να νιώσει τακτοποιημένος με τη θέση του και με τις ρητορικές του ικανότητες να κάνει απλώς σπουδαία κηρύγματα συμπαράστασης στον ανθρώπινο πόνο. Ωστόσο, επειδή ακριβώς η παιδεία του δεν ήταν μόνο ρητορική ικανότητα, αλλά και ψυχική καλλιέργεια, χρησιμοποίησε τη θέση του αρχιεπισκόπου κάνοντας έργα υπέρ του ανθρώπινου πόνου, δημιουργώντας μια ολόκληρη πόλη με νοσοκομείο, γηροκομείο, ορφανοτροφείο, που έμεινε γνωστή ως Βασιλειάδα.
Όταν ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος εξελέγη αρχιεπίσκοπος, θα μπορούσε να νιώσει τακτοποιημένος με τη θέση του και χρησιμοποιώντας τη ρητορική του τεχνική να λέει διάφορα κούφια λόγια, που θα κολάκευαν το παλάτι και τους αυλικούς του. Ωστόσο, επειδή ακριβώς η παιδεία του δεν ήταν μόνο ρητορική ικανότητα, αλλά και ψυχική καλλιέργεια ουδέποτε χαρίστηκε στους διάφορους αξιωματούχους του παλατιού, οι οποίοι τον μισούσαν θανάσιμα, καθώς δεν ανέχονταν τον οξύτατο δημόσιο έλεγχο που ασκούσε στα πρόσωπά τους για την φαυλοκρατία και την ανεντιμότητά τους. Η δράση του αυτή είχε ως αποτέλεσμα να εξοριστεί και να πεθάνει στην εξορία.
Όταν ο Γρηγόριος εξελέγη αρχιεπίσκοπος στην Κωνσταντινούπολη, θα μπορούσε να νιώσει τακτοποιημένος με τη θέση του. Ωστόσο, επειδή ακριβώς η παιδεία του δεν ήταν μόνο ρητορική ικανότητα, αλλά και ψυχική καλλιέργεια, όταν συνειδητοποίησε ότι παραμένοντας στη θέση της εκκλησιαστικής εξουσίας θα κινδύνευε η ψυχή του, εγκατέλειψε τον θρόνο και έφυγε από την Κωνσταντινούπολη.
Αυτά ήταν τα τρία πρόσωπα που το 1842, ύστερα από πρόταση της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, το νέο ελληνικό κράτος αποφάσισε να κάνει σύμβολα και της δικής του εκπαίδευσης και να καθιερώσει τη γιορτή τους ως επίσημη σχολική εορτή των «Γραμμάτων και της Παιδείας». Κι ενώ η γιορτή συνεχίζεται μέχρι σήμερα, το ζήτημα της παιδείας που συμβολίζουν αυτά τα πρόσωπα παραμένει ζητούμενο, καθώς η κυρίαρχη ελληνική ιδεολογία σήμερα μοιάζει να είναι η λογική της παιδείας ως τεχνικής γνώσης για τακτοποίηση σε κάποια θέση, αφήνοντας στη λήθη την παιδεία ως ψυχική καλλιέργεια.
Την αναγέννηση αυτή του πανεπιστημίου της Κωνσταντινουπόλεως τη συνόδευσε και η ιδέα της επιλογής ενός λογίου αγίου, του οποίου η προσωπικότητα και η γιορτή θα γίνονταν σύμβολο της νέας αυτής εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Και τότε ξέσπασε μία διαμάχη, όπως συχνά άλλωστε συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, για το ποιο πρόσωπο ήταν κατάλληλο, ώστε να αποτελέσει το σύμβολο του νέου πανεπιστημίου. Δημιουργήθηκαν τρείς αντιμαχόμενες παρατάξεις: των «Ιωαννιτών», των «Βασιλειτών» και των «Γρηγοριτών». Καθώς το θέμα άρχισε να παίρνει ανησυχητικές διαστάσεις, ένας από τους καθηγητές του πανεπιστημίου, ο Ιωάννης Μαυρόπους, συμφιλιώνοντας τις τρεις παρατάξεις, πρότεινε να συσταθεί κοινή εορτή και να γίνουν και οι τρεις ιεράρχες το νέο σύμβολο, καθώς και οι τρεις ενσάρκωναν τις αξίες του νέου Πανεπιστημίου. Η μία από αυτές ήταν η αξία της παιδείας ως τεχνικής γνώσης, απαραίτητης για τις λειτουργικές ανάγκες της κοινωνίας. Η άλλη αξία ήταν η αξία της παιδείας ως ψυχικής καλλιέργειας.
Όταν ο Βασίλειος εξελέγη αρχιεπίσκοπος Καισαρείας θα μπορούσε να νιώσει τακτοποιημένος με τη θέση του και με τις ρητορικές του ικανότητες να κάνει απλώς σπουδαία κηρύγματα συμπαράστασης στον ανθρώπινο πόνο. Ωστόσο, επειδή ακριβώς η παιδεία του δεν ήταν μόνο ρητορική ικανότητα, αλλά και ψυχική καλλιέργεια, χρησιμοποίησε τη θέση του αρχιεπισκόπου κάνοντας έργα υπέρ του ανθρώπινου πόνου, δημιουργώντας μια ολόκληρη πόλη με νοσοκομείο, γηροκομείο, ορφανοτροφείο, που έμεινε γνωστή ως Βασιλειάδα.
Όταν ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος εξελέγη αρχιεπίσκοπος, θα μπορούσε να νιώσει τακτοποιημένος με τη θέση του και χρησιμοποιώντας τη ρητορική του τεχνική να λέει διάφορα κούφια λόγια, που θα κολάκευαν το παλάτι και τους αυλικούς του. Ωστόσο, επειδή ακριβώς η παιδεία του δεν ήταν μόνο ρητορική ικανότητα, αλλά και ψυχική καλλιέργεια ουδέποτε χαρίστηκε στους διάφορους αξιωματούχους του παλατιού, οι οποίοι τον μισούσαν θανάσιμα, καθώς δεν ανέχονταν τον οξύτατο δημόσιο έλεγχο που ασκούσε στα πρόσωπά τους για την φαυλοκρατία και την ανεντιμότητά τους. Η δράση του αυτή είχε ως αποτέλεσμα να εξοριστεί και να πεθάνει στην εξορία.
Όταν ο Γρηγόριος εξελέγη αρχιεπίσκοπος στην Κωνσταντινούπολη, θα μπορούσε να νιώσει τακτοποιημένος με τη θέση του. Ωστόσο, επειδή ακριβώς η παιδεία του δεν ήταν μόνο ρητορική ικανότητα, αλλά και ψυχική καλλιέργεια, όταν συνειδητοποίησε ότι παραμένοντας στη θέση της εκκλησιαστικής εξουσίας θα κινδύνευε η ψυχή του, εγκατέλειψε τον θρόνο και έφυγε από την Κωνσταντινούπολη.
Αυτά ήταν τα τρία πρόσωπα που το 1842, ύστερα από πρόταση της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, το νέο ελληνικό κράτος αποφάσισε να κάνει σύμβολα και της δικής του εκπαίδευσης και να καθιερώσει τη γιορτή τους ως επίσημη σχολική εορτή των «Γραμμάτων και της Παιδείας». Κι ενώ η γιορτή συνεχίζεται μέχρι σήμερα, το ζήτημα της παιδείας που συμβολίζουν αυτά τα πρόσωπα παραμένει ζητούμενο, καθώς η κυρίαρχη ελληνική ιδεολογία σήμερα μοιάζει να είναι η λογική της παιδείας ως τεχνικής γνώσης για τακτοποίηση σε κάποια θέση, αφήνοντας στη λήθη την παιδεία ως ψυχική καλλιέργεια.
, "Νέα της Λέσβου", 28 Ιανουαρίου 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου