Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2015

Βυζαντινή Μουσική και Υμνολογία στη διδακτική πράξη.

Εισήγηση του Νίκου Ματθαίου,θεολόγου-Μουσικολόγου,στην επιμορφωτική συνάντηση των θεολόγων καθηγητών της Πτολεμαΐδας.Η συνάντηση οργανώθηκε από το Σχολικό Σύμβουλο και πραγματοποιήθηκε στο Μουσικό Σχολείο Πτολεμαΐδας την 11η  Νοεμβρίου 2015.




Κε Σύμβουλε, αγαπητές-οί Συνάδελφοι,
        
         Είναι γνωστή η σημασία και αξία της Υμνολογίας όσο και της Βυζ.Μουσικής στην παράδοσή μας, στον τόπο μας και στην εκπαίδευση που υπηρετούμε. Στην σημερινή μας σύναξη αξίζει να δούμε τον τρόπο και το σύστημα που διδάσκονται αυτά τα δύο πνευματικά μεγέθη, ποια απήχηση έχουν στους μαθητές μας και με ποιες μεθόδους και δεδομένα  αξίζει να παρουσιάζονται στην τάξη.
       Η Υμνογραφία και η Βυζαντινή Μουσική διδάσκονται κυρίως στις εξής διδακτικές ενότητες των σχολικών εγχειριδίων :α)Βιβλίο Γ΄ Γυμνασίου στην ενότητα 21 με τίτλο : «Εκκλησιαστική Τέχνη Β –Υμνολογία», και β)Βιβλίο Α΄ Λυκείου :Κεφάλαιο Γ΄, ενότητες 30 και 31 με τίτλους «Ο πλούτος της Εκκλησιαστικής ποίησης(Υμνογραφία)» και «Προβληματισμοί για τη λειτουργική γλώσσα και μουσική». Αρκετές αναφορές βέβαια στην υμνολογία της Εκκλησίας μας υπάρχουν και σε άλλες ενότητες των βιβλίων Γυμνασίου και Λυκείου. Στο βιβλίο Α΄Λυκείου:  Ενότητα 42 με τίτλο «Τι σοι προσενέγκωμεν Χριστέ»(στιχηρό ιδιόμελο του Εσπερινού των Χριστουγέννων),Ενότητα 43 με τίτλο: «Εγκώμιο στο Γενέσιον της Θεοτόκου»και στην Ενότητα 44 με τίτλο «Κύριε ,η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή…»(Δοξαστικό του Όρθρου της Μ.Τετάρτης) κ.ά.
        Μία πρώτη εκτίμηση για τις συγκεκριμένες ενότητες ύστερα από την επικοινωνία με τους συναδέλφους μου αυτά τα χρόνια είναι ότι :οι ενότητες αυτές και στις τρεις τάξεις βρίσκονται προς το τέλος των βιβλίων,  απαιτούν εξειδίκευση, χαρακτηρίζονται βαριές και δύσκολες  εξαιτίας των άγνωστων υμνολογικών λέξεων και μουσικών όρων όσο και ότι οι συγκεκριμένες ενότητες  πρέπει να διδάσκονται από τους εξειδικευμένους  μουσικούς-ψάλτες συναδέλφους.
       Το αισθητήριο ενός μουσικού εκπαιδευτικού και ψάλτη σίγουρα θα φώτιζε και θα πρότεινε  λύσεις στον τρόπο διδασκαλίας  αυτών των σημαντικών αλλά και «αδικημένων» ενοτήτων επιτρέψτε μου. «Αδικημένων» και από τον πολύ ευσύνοπτο τρόπο που εκθέτονται αλλά και  από την έλλειψη εκείνων των μαρτυριών-παραπομπών και φωτογραφιών που θα προσελκύσουν το ενδιαφέρον του μαθητή. Αν σημειωθεί ότι τα συγκεκριμένα βοηθήματα έχουν ειδικά στο Λύκειο ανανεωθούν περισσότερο από μία δεκαετία, τότε εξηγείται ένα μέρος του προβλήματος. Το μεγαλύτερο όμως μέρος το επιφορτιζόμαστε εμείς συνάδελφοι μιας  και θεωρούμε ότι απαιτείται εξειδίκευση, βαθειά γνώση όσο και να είσαι μουσικός ή ψάλτης όπως και αναφέρθηκε, προηγουμένως.
       Η Υμνολογία πρέπει να παρουσιαστεί διαφορετικά στην διδακτική πράξη από αυτή τη μορφή που έχει τώρα. Αξίζει να τονίσουμε την   άρρηκτη σχέση της  Υμνολογίας με την Αρχαία ελληνική γλώσσα και Ποίηση  όσο και το μεγαλείο των  εκπροσώπων της, ως ποιητών και μελωδών ,όχι μόνο ως ξεχωριστών δημιουργών αλλά και  ως προσωπικοτήτων με το αξίωμα που τους διακρίνει .Αναμφίβολα λείπει στις ενότητές μας η  θεολογική ,παιδαγωγική και φιλολογική σημασία της Υμνολογίας  για τα σύγχρονα δεδομένα της  παιδείας και της γλώσσας  μας καθώς και η σχέση της με την Φιλοσοφία , την Ποίηση και τον Πεζό λόγο των μεγάλων  σύγχρονων ελλήνων Ποιητών και Πεζογράφων. Μία απλή μνεία γι αυτή την σχέση δεν φτάνει αν δεν αναφερθούν παραδείγματα γλωσσικά, ποιητικά, δογματικά ,φιλοσοφικά όσο και υποδειγματικές αναφορές  και μαρτυρίες.
         Ο  αείμνηστος δάσκαλός μας στην Λειτουργική Τέχνη Φουντούλης  Ιωάννης επέμενε ότι η γνώση και επεξεργασία των ύμνων από οποιοδήποτε χριστιανό τον κάνει φωτισμένο Θεολόγο. Πράγματι οι ύμνοι έχουν αποσαφήνιση και εξήγηση: όλων  των θεμελιωδών αρχών της πίστεως, της ιστορίας της Εκκλησίας, της διδασκαλίας του Ευαγγελίου και των δογμάτων όσο και του τρόπου ζωής και έκφρασης του βιώματος σύσσωμης της Εκκλησίας και κάθε πιστού. Πολύ περισσότερο η αξία τους φαίνεται στην διδακτική πράξη. Ένας ύμνος μπορεί να μας βοηθήσει στην διδασκαλία κατά τον εορτασμό μιας οποιαδήποτε καθημερινής γιορτής, να ερμηνεύσει το ευαγγέλιο της Κυριακής ,να αποσαφηνίσει ένα δόγμα, να εκθέσει ένα άγνωστο ιστορικό γεγονός, να συσχετισθεί με οποιοδήποτε πρόβλημα ή αξία της καθημερινότητας.
         Είναι γνωστό ότι όλα τα Θεοτοκία και δοξαστικά τροπάρια αποσαφηνίζουν την δογματική διδασκαλία της εκκλησίας μας. Οι Κανόνες από την Παρακλητική και τα Μηναία βοηθούν μέγιστα ,με την θεματολογία τους από την ζωή και βίο των Αγίων, στην ερμηνεία των ευαγγελικών περικοπών, στην παρουσίαση της εκκλησιαστικής ιστορίας και  λατρείας όσο και στην έκφραση της αληθινής πίστης. Έτσι βρίσκω απαραίτητο να  χρησιμοποιούμε τα λειτουργικά βιβλία μέσα στην τάξη. Μπορούμε να δώσουμε τρία παραδείγματα:
             1ο  :Η Εορτή του Τιμίου Σταυρού . Από το Συναξαριστή του Μηναίου μπορούμε να εξηγήσουμε  στους μαθητές γιατί ο Τίμιος Σταυρός αποτελεί λατρευτικό μέσο για κάθε Χριστιανό, σύμβολο της πίστης ,αιτία προσκύνησης και εξαγιασμού των πιστών.
           2ο :Η Εορτή του Αγ. Νεκταρίου ή άλλων τοπικών Αγίων όπως Μηνά,  Νικολάου Γεωργίου κ.ά., που άσχετα αν δεν υπάρχουν στα σχολικά εγχειρίδια μπορούν να μνημονευτούν στη διδακτική πράξη, με αναφορά στη ζωή τους και με επίκαιρους ύμνους  από την ακολουθία τους.
            3ο :Η περίοδος της Μ. Τεσσαρακοστής  η οποία  έχει μεγάλη διάρκεια και αξία  -μόνο στην ενότητα 31 του βιβλίου της Α΄ Λυκείου αναφέρεται σύντομα-θα μπορούσε να διανθιστεί ως ενότητα με το ίδιο το βιβλίο του Τριωδίου και τους ύμνους του Μεγ. Κανόνα του Ανδρέα Κρήτης .Η παρουσίαση των θεματικών ενοτήτων και της σημασίας  των γιορτών της περιόδου από το ίδιο το βιβλίο (του Τριωδίου),αποσαφηνίζει ,ερμηνεύει και νοηματοδοτεί ιδανικά τις ιδιαιτερότητες της και την αξία της.
             Έτσι η χρήση των λειτουργικών βιβλίων κρίνω ότι είναι απαραίτητη στην τάξη ,αρκεί ο διδάσκων να εντρυφήσει στην εκκλησιαστική γλώσσα και να θέλει να μεταφέρει την αξία τους  στην διδακτική πράξη.
             Και επειδή σπουδή στα λειτουργικά βιβλία είναι σπουδή στην ελληνική γλώσσα αξίζει να τονίσουμε και να προβάλουμε στους συναδέλφους μας άλλων ειδικοτήτων και τους μαθητές μας την αξία τους, ως φιλολογικό είδος που επιβεβαιώνει την άρρηκτη συνέχεια της αρχαιοελληνικής γλώσσας  μέσα στην παιδεία μας. Ποιος έλληνας δεν θα χαιρόταν ακούγοντας έναν εκκλησιαστικό ύμνο; Τι ρίγος σκορπά σε κάθε πιστό και μη ,το Κοντάκιο «Τη Υπερμάχω»; Έχω διαπιστώσει ότι πολλοί μαθητές γνωρίζουν καλύτερα έναν εκκλησιαστικό ύμνο παρά ένα αρχαίο ρητό ή απόφθεγμα. Σίγουρα η γλώσσα της εκκλησίας είναι κατανοητότερη από την ελληνική λόγω της απλότητάς της και του συγκεκριμένου ύφους που την καθιστά κατανοητή. Πόσο όμως θα βοηθήσει στην διδακτική πράξη η ανάδειξη του συσχετισμού της εκκλησιαστικής γλώσσας με τα αρχαία ελληνικά κείμενα, πόσο χρήσιμη θα είναι η παρουσίαση των λεκτικών τρόπων  και των καλολογικών στοιχείων που εκφράζουν την αισθητική της εκκλησιαστικής υμνογραφίας μας! Νομίζω ότι ξεχνούμε να παρουσιάσουμε την πληθώρα των συμβολισμών, των εικόνων, μεταφορών και προσωποποιήσεων, εκφραστικού ρεαλισμού και παραβολικού λόγου, της ξεχωριστής εφευρετικής στιχοποιίας των υμνογράφων στα ομοιοτέλευτα και παρηχητικά τους ποήματα-ύμνους, τις αντιθέσεις και τις πρωτότυπες λέξεις, τα προσωνύμια και τόσα άλλα στολίδια που καταρτίζουν, διαφωτίζουν και κάνουν τον μαθητή θετικό προς τα αρχαία ελληνικά κείμενα και την αισθητική τους. Οι αναγιγνωσκόμενοι και αν είναι δυνατό ψαλλόμενοι ύμνοι μέσα στην τάξη, «αποσκοπούν να μας εντάξουν στην εμπειρία του καθολικού σώματος», όπως τονίζει ο Καθηγητής κ.Αντώνιος  Αλυγιζάκης. «Το θεματολόγιο των ύμνων είναι μορφωτικό και μυσταγωγικό και προβάλλει ιδιαίτερα ορισμένους θεολογικούς συμβολισμούς, εικόνες και τύπους ,που εκφράζουν την γενική ιδέα της εκκλησίας και την θεολογία της.»(Αντωνίου Αλυγιζάκη ,Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΛΑΤΡΕΙΑΣ,Επιστημονικήεπετηρίδα θεολογικής Σχολής ,Τόμος 29,σελ.445, σελ.445   
              Η δεύτερη ενότητα της εισήγησής μου σήμερα αναφέρεται στον τρόπο προσέγγισης της Βυζαντινής μουσικής  κατά την διδασκαλία της στην Μέση εκπαίδευση.
             Πρωτίστως  θα πρέπει να αναφερθούμε στην σημασία και αξία της Βυζ.Μουσικής. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρέας  τονίζει: «Αν η Υμνογραφία είναι το ασίγητο στόμα και φωνή της Εκκλησίας ,η Μελωδία(μουσική) είναι το κατάλληλο ένδυμά της.»(Κλήμεντος Αλεξανδρέως,Παιδαγωγός Β4 ΒΕΠΕΣ 7,σελ.150,12) Άλλωστε ως τον 9ο αιώνα «οι τα μέλη πλέξαντες ύμνων ενθέων» ήσαν «μελωδοί» που σήμαινε όχι μόνο «μουσικοί»-«μελοποιοί»,αλλά συνάμα και «ποιητές-υμνογράφοι». Αργότερα θα εμφανιστούν οι «μεταμελωδικοί υμνογράφοι»,που θα γράφουν μόνο ύμνους, πάνω στα παλαιότερα μουσικά πρότυπα(«προσόμοια»),τα ήδη καθιερωμένα και ιερά.
        Στόχος της μουσικής της εκκλησιαστικής λατρείας δεν είναι η τέρψη ή συναισθηματική διέγερση, αλλά η δημιουργία κλίματος κατανύξεως. Αυτός είναι και ο σκοπός της λατρείας. Ο φυσικός χώρος της Βυζαντινής Μουσικής είναι η λατρεία. Αυτήν διακονεί και μόνο γι΄αυτήν υπάρχει.

       Ο αποκλεισμός των μουσικών οργάνων από την εκκλησιαστική λατρεία, έχει σαφώς τεκμηριωθεί από τον πατερικό λόγο.(Μέγ.Βασίλειος, Ιωάν.Χρυσόστομος, Κλήμης Αλεξανδρείας, Μεγ.Αθανάσιος ).Στην Εκκλησία   «όργανο γλυκύφθογγο»του Πνεύματος γίνεται όλος ο πιστός τονίζει ο Μέγας Αθανάσιος.3.(Εξήγησις εις τους Ψαλμούς ΜΕ΄ΜΖ΄,ΒΕΠΕΣ 32 σελ.32)Ο βασικός λόγος των νεώτερων κυρίως προσπαθειών ωραιοποιήσεως της λατρείας και εκδυτικισμού της μουσικής της  θέτει το πρόβλημα της « ηδονής στην λατρεία», που έχει βρει όμως την λύση του στην πατερική παράδοση. Η «ηδονή» έχει τα όριά της. Είναι τόση ,ώστε να μην παραβλάπτεται το ουσιώδες μέρος του ύμνου, ο λόγος. Ο «ρόλος» της μελωδίας συνίσταται στο να  «εμποιεί» στην ψυχή σώφρονα λογισμόν.
            Δεν λείπουν βέβαια οι αυστηρές επισημάνσεις της «Εν Τρούλω» Οικουμενικής Συνόδου στον ΟΕ΄(85Ο) Κανόνα της, όσο και οι ερμηνευτικές υποσημειώσεις του Πηδαλίου για «τερερίσματα»και «νενανίσματα». Όπως τονίζεται όμως και στην ευχή προχηρήσεως ψάλτου ή αναγνώστου στο Ευχολόγιο: «δος αυτώ, μετά πάσης σοφίας και συνέσεως, των θείων σου λογίων την μελέτην και ανάγνωσιν  ποιείσθαι, διαφυλάττων αυτόν εν αμέμπτω πολιτεία.»4 (ΕΥΧΟΛΟΓΙΟ)     
             Για την προσέγγιση της Εκκλησιαστικής Μουσικής και την παρουσίασή της μέσα στην τάξη θα λάβουμε υπόψη τέσσερις παραμέτρους.
Α. Την μικρή και με ελάχιστα μουσικά παραδείγματα<link> στα βιβλία των θρησκευτικών στα Γυμνάσια και Λύκεια.
Β. Την δομή και χρόνο διδασκαλίας της στα Μουσικά Σχολεία
Γ. Τις προσπάθειες της Εκκλησίας, Φορέων και Μουσικών Ιδρυμάτων για την συστηματική διδασκαλία της.
Δ. Την βοήθεια της Τεχνολογίας-Πληροφορικής και Μουσικών Εγχειριδίων  για μία ουσιαστική αναβάθμιση της σχέσης  της Ιεράς αυτής Τέχνης με τους διδάσκοντες όσο και τους διδασκόμενους.

Κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι,
        Α. Είναι γεγονός ότι ,στα βιβλία θρησκευτικών και μουσικής του Γυμνασίου, Λυκείου η αναφορά για την Βυζ.Μουσική είναι μικρή. Ακόμα και στις μέρες μας που εντάχθηκε το μάθημα της Μουσικής και στην Α΄θμια Εκπάιδευση η Βυζ,Μουσική ελάχιστα έως καθόλου διδάσκεται. Κι αυτό γιατί οι κατευθυντήριες γραμμές είναι να διδάσκεται η μουσική με την χρήση του μεταλλόφωνου και με τα πολύ ορθά μουσικοπαιδαγωγικά συστήματα Orff και Kodaly.Γιατί όμως να μην έμπαινε και η διδασκαλία της Βυζ.Μουσικής μας στα παιδιά μας αφού και μέθοδοι υπάρχουν π.χ. Σίμωνος Καρά .
         Β. Και επειδή βρισκόμαστε στο Μουσικό Σχολείο Πτολεμαΐδας πρέπει να τονίσω ότι με την θέσπιση των Μουσικών σχολείων από το 1990 και μετά ,η διδασκαλία της Βυζ.Μουσικής ως Υποχρεωτικού  μαθήματος  με την αρωγή του Ταμπουρά για την πρακτική κατανόησή της βρίσκει την ιδανική εφαρμογή και καταξίωσή της. Στο Γυμνάσιο 2-3 ώρες εβδομαδιαίως, με μουσικά σύνολα και Χορωδία Βυζ.Μουσικής όσο και παραδοσιακών οργάνων. Όμως και στα σχολεία αυτά τα προβλήματα περισσεύουν όπως η έλλειψη μονίμων καθηγητών η συστηματοποίηση και κατοχύρωση με τίτλους σπουδών στην εξαετή διδασκαλία της. Αξίζει όμως να αναφερθεί ότι κανένα δημόσιο σχολείο δεν πρόβαλλε την Βυζ.μουσική όσο το μουσικό σχολείο, τόσο στο αναλυτικό του πρόγραμμα όσο και με την εφαρμογή της θεωρίας  και της πράξης της .
              Γ.Η Τρίτη μου αναφορά στη διδακτική πράξη αφορά το μεγάλο έργο των Μητροπόλεων, Φορέων και Ιδιωτών που συμβάλουν σημαντικά στην διδασκαλία της και καλύτερη προσέγγισή τους ,ειδικά στους νέους. Ήδη λειτουργούν στην Ελλάδα 45 αναγνωρισμένες σχολές  Βυζ.Μουσικής από το ΥΠΠΟ που ανήκουν σε Ιερές Μητροπόλεις, Ωδεία και Συλλόγους. Δεν λείπουν οι οργανωμένες Χορωδίες Ψαλτών, να αναφέρουμε ενδεικτικά την «Ελληνική Βυζ.Χορωδία»με εμφανίσεις και συμμετοχές σε λατρευτικές και πολιτιστικές  εκδηλώσεις ανά τον κόσμο και άλλες όπως των «Μαϊστόρων της Βυζ.Μουσικής», «Ιωάν.Κουκουζέλη», «Ιωάν.Δαμασκηνού», τις χορωδίες Πρωτοψαλτών όπως  Θεόδωρου Βασιλικού, Χαρίλαου Ταλιαδώρου, Ιωάν.Κακουλίδη, Αθ. Καραμάνη  και άλλες. Αξίζει να τονίσουμε ότι τόσο στις Θεολογικές σχολές όσο και στις Μουσικολογίες Αθηνών-Θες/νίκης,Ιόνιο Κέρκυρα, διδάσκεται με πανεπιστημιακό κύρος η Βυζ.Μουσική. Ξένοι και Έλληνες ερευνητές επιτελούν στις μέρες  μας σε συνεργασία με Ινστιτούτα της Βυζ. Μουσικής στο Εξωτερικό σημαντικές διατριβές.
      Αξίζει όμως να αναφερθούμε και στην μεγάλη προσφορά και των μοναστηριών που αναλαμβάνουν την έκδοση έργων βυζ. μουσικής όσο και την διάδοσή της, με  cd,βίντεο. Αναφέρουμε  ως παράδειγμα τις αξιόλογες μουσικές εκδόσεις της Ι.Μεγ.Μονής Βατοπαιδίου αλλά και εκδοτικών φορέων όπως «¨Εσοπτρον» «Μυγδονία»κ.ά
        Είναι αξιοσημείωτο επίσης στις μέρες μας που άνθησε η ψαλτική από γυναίκες. Ο θεσμός των «διακονισσών» κατά την μεταποστολική εποχή αποτελεί σήμερα πεδίο συζητήσεων για εφαρμογή του, και μία πτυχή του είναι και ο παράγοντας των ψαλτριών στο ιερό ψαλτήριο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα προς μίμηση  η Κα Νεκταρία Καραντζή που δίνει υπέροχα ρεσιτάλ Βυζ.Μουσικής αλλά και άλλων γυναικών που ολοκληρώνουν τις σπουδές τους και βοηθούν και στην τέλεση των ακολουθιών.
       Δ. Ένα στοιχείο που πρέπει να προσθέσουμε στην έρευνά μας είναι  ότι στις μέρες μας αναβαθμίστηκαν οι βυζαντ.σπουδές, πολλαπλασιάστηκαν οι πτυχιούχοι ψάλτες, δημιουργήθηκαν πρότυπες βιβλιοθήκες αρχειακού υλικού σε μοναστήρια και μητροπόλεις, κυκλοφορούν πληθώρα cd και μουσικά αφιερώματα καθώς και εκδόσεις μεθόδων και συλλογών Βυζ.μουσικής.
            Στην ανάπτυξη και διάδοση της Βυζ.Μουσικής συμβάλει καταλυτικά η τεχνολογία ήχου και εικόνας, το διαδίκτυο όσο και η καλή σχέση των ψαλτών με τα μέσα ήχου και επικοινωνίας. Δεν λείπουν και οι καλλίφωνοι τραγουδιστές-στριες που επιμορφώνονται, εμβαθύνουν και ασκούνται στην Βυζ. Μουσική. Χαρακτηριστικά τα ονόματα των :Γιώργου Νταλάρα, Μανώλη Μητσιά, Γλυκερίας, Αρετής Κετιμέ, Πέτρου Γαϊτάνου, Νίκου Ξυλούρη κ.ά
          Η αξιοποίηση αυτών του μεγάλων πνευματικών θησαυρών (Βυζ.Μουσικής κ Υμνολογίας)της παιδείας και του Ελληνισμού είναι αυτονόητα επιτακτική. Γλώσσα, ήθος και αισθητική της Ρωμιοσύνης ντύνονται με το βυζαντινό τροπάρι και το δημοτικό τραγούδι για να γίνουν έκφραση κάλλους και αυτοσυνειδησίας της Παράδοσής μας.


              


       

        

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...