(Από την εκδήλωση του ΚΑΙΡΟΥ στη Θεσσαλονίκη,7-2-2014)
Το νέο Πρόγραμμα Σπουδών (ΠΣ) στα Θρησκευτικά Δημοτικού και Γυμνασίου εντάσσεται στο ΠΣ του Νέου Σχολείου για όλα τα μαθήματα στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο. Βασικό χαρακτηριστικό της νέας αυτής παρέμβασης είναι ο παιδαγωγικός αναπροσανατολισμός όλων των μαθημάτων στην κατεύθυνση της διερευνητικής, βιωματικής και συνεργατικής μάθησης. Η αλλαγή αυτή κρίνεται αναγκαία με βάση τις σύγχρονες θεωρίες μάθησης και διδακτικής αλλά και εξ αιτίας των χρόνιων αγκυλώσεων στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Στο πλαίσιο της ευρύτερης αλλαγής, μεταξύ όλων των μαθημάτων, εκπονήθηκε νέο Πρόγραμμα Σπουδών και στο μάθημα των Θρησκευτικών (ΜτΘ).
Κατά την εκπόνησή του ελήφθησαν υπόψη η ελληνική νομοθεσία, οι δεσμεύσεις της Ελληνικής Πολιτείας στις ευρωπαϊκές και διεθνείς συνθήκες, στις συστάσεις – υποχρεωτικού χαρακτήρα – του Συμβουλίου της Ευρώπης, καθώς και τα προτεινόμενα κριτήρια για τη διαμόρφωση της θρησκευτικής εκπαίδευσης σε κάθε κράτος μέλος. Το νέο ΠΣ στα Θρησκευτικά υλοποιεί και εφαρμόζει διευρυμένα τις αρχές των προηγούμενων Αναλυτικών Προγραμμάτων Σπουδών του 2003, τις οποίες εμπλουτίζει και αναπτύσσει. Το νέο ΠΣ έλαβε ακόμη υπόψη τις θέσεις των ανεξάρτητων αρχών για το ΜτΘ και στάθμισε τις απόψεις συνταγματολόγων, διανοουμένων, πανεπιστημιακών, της ΟΛΜΕ κ.ά. φορέων για το ΜτΘ. Επιπλέον το νέο ΠΣ έλαβε υπόψη τον εδώ και καιρό επιχειρούμενο διάλογο για το ΜτΘ στην ελληνική θεολογική εκπαιδευτική κοινότητα και γενικότερα στην ελληνική κοινωνία, καθώς και τις ευρωπαϊκές και ελληνικές εξελίξεις για τον χαρακτήρα και τους προσανατολισμούς της θρησκευτικής εκπαίδευσης.
Σημαντικό ρόλο στην εκπόνηση του νέου ΠΣ διαδραμάτισαν οι θέσεις των Θεολογικών Σχολών. Στο πλαίσιο της δημόσιας συζήτησης που σηματοδότησαν οι εγκύκλιοι περί απαλλαγών του 2008, οι Θεολόγοι εκπαιδευτικοί αλλά και οι Θεολογικές Σχολές Αθηνών και Θεσσαλονίκης έκαναν λόγο για αναγκαίο άνοιγμα προς τη θρησκευτική ετερότητα με την εισαγωγή θρησκειολογικών αναφορών σε ένα νέο και ανοικτό ΠΣ, «ώστε να αναβαθμιστεί ακόμη περισσότερο το μάθημα των Θρησκευτικών, να εμπλουτιστούν τα αναλυτικά σχολικά προγράμματα με μαθήματα κοινωνικής ηθικής ή ιστορίας των θρησκευμάτων, τα οποία θα μπορούν να παρακολουθούν οι μαθητές στο σύνολό τους ανεξαρτήτως θρησκείας ή ομολογίας» (Θεολογική Σχολή ΕΚΠΑ, 9-9-2008). Προς την ίδια κατεύθυνση, το σύγχρονο περιεχόμενο του μαθήματος των Θρησκευτικών «ούτε αποκλειστικά ομολογιακό προσανατολισμό μπορεί να έχει ούτε όμως και αποκλειστικά θρησκειολογικό. Και οι δύο προσανατολισμοί πρέπει να υπάρχουν αναλογικά και σε συνδυασμό, ώστε, εκτός των άλλων, από τη μια μεριά να αποφεύγεται ο θρησκευτικός αναλφαβητισμός, ενώ από την άλλη να καλλιεργείται στους μαθητές μια συνείδηση αποδοχής, σεβασμού και ειρηνικής συνύπαρξης με το «διαφορετικό» (Τμήμα Θεολογίας ΑΠΘ, 8-9-2008). Η επιτροπή εκπόνησης δεν έκανε τίποτε άλλο παρά έλαβε σοβαρά υπόψη τον δημόσιο αυτό διάλογο.
Σταθερή επιδίωξη του νέου ΠΣ είναι η υπέρβαση της διελκυστίνδας μεταξύ του κατηχητικού και του θρησκειολογικού προτύπου. Το ΜτΘ συνιστά γνωριμία με τα μορφωτικά αγαθά, τις αξίες και τον πολιτισμό που διαμόρφωσε ο Χριστιανισμός και ιδιαίτερα η Ορθόδοξη Παράδοση, ενώ παράλληλα διδάσκονται στοιχεία από τις δύο άλλες χριστιανικές παραδόσεις της Ευρώπης, καθώς και στοιχεία για ορισμένες από τις μεγάλες θρησκευτικές παραδόσεις που ενδιαφέρουν ιδιαίτερα την ελληνική κοινωνία. Ακόμη, τα κοινωνικά και υπαρξιακά προβλήματα του ανθρώπου προσεγγίζονται με πνεύμα διαλόγου, ελευθερίας και καταλλαγής, χωρίς ομολογιακή εμμονή, κατηχητισμό, φανατισμό ή μισαλλοδοξία. Με άλλα λόγια, το σύγχρονο μάθημα των Θρησκευτικών βοηθά στην κατανόηση της παράδοσης και εκφράζει τον θρησκευτικό πολιτισμό μας με σεβασμό αλλά και γόνιμο διάλογο με τη θρησκευτική ετερότητα. Στο πλαίσιο της αποδοχής του πλουραλισμού και της διαπολιτισμικής προσέγγισης ως αφετηρίας για οποιαδήποτε σοβαρή εκπαιδευτική θεωρία και πρακτική, η θρησκευτική εκπαίδευση των μαθητών καλείται να παίξει σοβαρό ρόλο στη δυνατότητα των μαθητών να διαχειρίζονται υπεύθυνα και δημιουργικά τον πλουραλισμό και τον διάλογο με τον «άλλον» και το «διαφορετικό».
Στον συλλογικό αυτό τόμο αποτυπώνονται οι βασικοί άξονες του Προγράμματος αυτού, οι κύριες όψεις του διαλόγου και των αντιδράσεων που προκάλεσε, η συζήτηση και η ανοικτή διαβούλευση στο πλαίσιο της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας, οι θέσεις των Θεολογικών Σχολών για το μάθημα των Θρησκευτικών, καθώς και ο γενικότερος διάλογος για τη φυσιογνωμία και τα προβλήματα της θρησκευτικής εκπαίδευσης στη χώρα μας. Σε μια δύσκολη και ρευστή εποχή, στο μεταίχμιο της κρίσης, πρόσωπα και φορείς εκφράζουν τις θέσεις τους για τα Θρησκευτικά στο σύγχρονο σχολείο και ανοίγουν έναν γόνιμο και δημιουργικό διάλογο, οι ποικίλες πτυχές του οποίου καταγράφουν την ζωντανή πορεία ανανέωσης του μαθήματος των Θρησκευτικών στην ελληνική εκπαίδευση.
Η πρόταση του νέου αυτού Προγράμματος παρουσιάζει ένα μάθημα ανοικτό και πλουραλιστικό, το οποίο διατηρεί τον θεολογικό, γνωσιακό και παιδαγωγικό χαρακτήρα που είχε ως τώρα, λαμβάνει υπόψη τις απαιτήσεις των καιρών, τις μορφωτικές ανάγκες των σύγχρονων μαθητών και εμπλουτίζεται με περισσότερα στοιχεία για τις χριστιανικές παραδόσεις της Ευρώπης και τις άλλες θρησκείες.
Οι «συντεταγμένες» του νέου αυτού Προγράμματος διαμορφώνουν ένα πρόγραμμα θρησκευτικού μαθήματος το οποίο ξεκινά από και έχει επίκεντρο την ελληνορθόδοξη παράδοση του τόπου, την παράδοση της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας, όπως αυτή σαρκώθηκε στην ζωή και αποτυπώθηκε στα μνημεία του πολιτισμού του. Κάθε μαθητής ή μαθήτρια, ανεξαρτήτως της θρησκευτικής του ιδιοπροσωπίας, είναι απαραίτητο και πολύτιμο να γνωρίζει την θρησκευτική παράδοση του τόπου ως πίστη, λατρεία, ζωή, τέχνη και πολιτισμό. Αυτός είναι ο πρώτος και βασικός κύκλος του μαθήματος. Οδεύτερος κύκλος είναι οι μεγάλες χριστιανικές παραδόσεις που συναντώνται στην Ευρώπη και γενικότερα στον κόσμο, εκτός της Ορθοδοξίας, όπως ο Ρωμαιοκαθολικισμός και ο Προτεσταντισμός στις κύριες και βασικές του ομολογίες. Ο τρίτος κύκλοςπεριλαμβάνει ορισμένα στοιχεία από τα μεγάλα θρησκεύματα και ιδίως όσα ενδιαφέρουν την ελληνική κοινωνία περισσότερο, δηλαδή, τις μονοθεϊστικές παραδόσεις του Ιουδαϊσμού και του Ισλάμ και δύο απωανατολικές θρησκείες, τον Ινδουισμό και τον Βουδισμό. Οπωσδήποτε, τα στοιχεία αυτά δίνονται σύμφωνα με τα παιδαγωγικά χαρακτηριστικά, την ηλικία και τις μορφωτικές ανάγκες των παιδιών. Επιπλέον, δεν αποτελούν διδακτέα ύλη αλλά διαθέσιμα διδακτικά μέσα και υλικά για τον εκπαιδευτικό, ο οποίος καλείται να σχεδιάσει την διδασκαλία του με βάση τις ιδιαίτερες συνθήκες της τάξης του.
Το πλήρες κείμενο της εισήγησης μπορείτε να το δείτε παρακάτω:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου