Τετάρτη 29 Μαΐου 2019

Αλέξανδρος Βαναργιώτης:Ο Θεός, οι Νέοι και άλλες Rock ‘n Roll ιστορίες, λίγα λόγια για το βιβλίο του Ανδρέα Αργυρόπουλου


Το κείμενο της εισήγησης στην παρουσίαση του βιβλίου που έγινε στα Τρίκαλα 17-04-2019



Είναι  δύσκολο να μιλήσει κανείς για τον Θεό. Τι να πει;Τι καινούργιο να κομίσει;Όλες οι αλήθειες είναι αποτυπωμένες στις Γραφές, εκφρασμένες με σαφήνεια και ενάργεια από τους άγιους Πατέρες, και επικυρωμένες με τη ζωή τους.  Δεν έλειψαν οι ανακεφαλαιώσεις, οι ερμηνείες και οι προσεγγίσεις από μεγάλους –παλαιότερους και σύγχρονους-θεολόγους.
Ποια η χρησιμότητα λοιπόν ενός νέου βιβλίου που φέρει μάλιστα τον πρωτότυπο τίτλο: ο Θεός, οι Νέοι και άλλες RocknRollιστορίες;
Το πόνημα του Ανδρέα Αργυρόπουλου δεν είναι ένα βιβλίο που γράφτηκε για να πει καινούργιες αλήθειες. Οι αλήθειες που θα βρούμε μέσα είναι του Ευαγγελίου και των πατέρων της εκκλησίας. Γράφτηκε για να θέσει ερωτήματα και προβληματισμούς ιδιαίτερα πάνω  στο θέμα της προσέγγισης των νέων και της γνωριμίας τους με τον Θεό. Για τον τρόπο μιλάει, ο οποίος παρόλο που δεν φαίνεται εξ αρχής έχει πολύ μεγάλη σχέση με την ουσία. Γιατί χωρίς τον σωστό τρόπο και η ουσία απομακρύνεται και αστοχούμε.
Ό,τι περιέχεται στο βιβλίο είναι η εμπειρία του συγγραφέα που προέρχεται από την μακρόχρονη πορεία του στα σχολεία και τις συζητήσεις με τους μαθητές και ταυτόχρονα η αγωνία και η αγάπη του για τους νέους. Γιατί ο Ανδρέας Αργυρόπουλος είναι ένας άνθρωπος που νοιάζεται, που πονά και ματώνει. Συμπορεύεται με τα παιδιά, τα αφουγκράζεται, αγωνιά και πάσχει με τις ανησυχίες και τα αδιέξοδά τους.
Παράλληλα το βιβλίο προσφέρει και ένα απόσταγμα, μια σύνοψη από χριστιανικές αλήθειες που ανακύπτουν από τα ερωτήματα που τίθενται και που δείχνουν ξεκάθαρα τι πιστεύουμε, ποια είναι η σχέση μας με τον Θεό, ποια πρέπει να είναι με τους συνανθρώπους και τον εαυτό μας. Οι αλήθειες αυτές υποστηρίζονται με πλήθος πατερικές και βιβλικές περικοπές, απόψεις σύγχρονων και παλαιότερων θεολόγων, λογοτεχνών, στίχους τραγουδιών κλπ.πράγμα που καθιστά το βιβλίο πιο ενδιαφέρον και ευχάριστο.
 Με πολλή δουλειά, μόχθο αλλά και αγάπη ο Ανδρέας Αργυρόπουλος συνέγραψε ένα εγχειρίδιο χρήσιμο σε  όλους μας γιατί μας θυμίζει τον πραγματικό δρόμο της πίστης και επισημαίνει τις παρεκκλίσεις μας. Διαβάζοντας το ένας νέος άνθρωπος με αναζητήσεις και προβληματισμούς πάνω στο θέμα της πίστης, θα βρει απαντήσεις. Αν το διαβάσει ένας καλοπροαίρετος άθρησκος, θα προβληματιστεί σημαντικά, κι ένας θρήσκος θα θυμηθεί αυτά που καθημερινά λόγω αμέλειας παραβλέπουμε, αλλά είναι ο πυρήνας της ύπαρξής μας και ο φάρος της πλεύσης μας.
Με το έργο αυτό ο συγγραφέας γίνεται εκείνη η αλογόμυγα του Σωκράτη που προσπαθεί  να ξυπνήσει, να ενεργοποιήσει το νωθρό άλογο, το οποίο στην περίπτωση αυτή είμαστε όλοι οι στο όνομα του Χριστού βαπτισμένοι που μέσα στα χρόνια αποπροσανατολιζόμαστε, χάνουμε το δρόμο, ξεχνάμε από πού ξεκινήσαμε, βολευόμαστε μέσα σε ιδεοληψίες κι αυταπάτες, ανεπάρκειες και ανασφάλειες.

Ας κάνουμε λοιπόν μια περιδιάβαση στην ύλη του για να δούμε αναλυτικότερα όσα συνοπτικά ως τώρα αναφέραμε.
Στον πρόλογο παρακολουθούμε μια εξομολόγηση του συγγραφέα για το πώς ο ίδιος συναντήθηκε με τον Θεό όταν ήταν παιδί . «Εκείνο το βλέμμα του Σταυρωμένου μια μεγάλη Πέμπτη», λέει, «ήταν που με τράβηξε. Τον πίστεψα…δεν χρειάστηκαν πολλά. “Σήμερον κρεμάται επί ξύλου…”» Ακολουθεί εν συντομία η διαδρομή της σχέσης αυτής μέχρι σήμερα.
«Ποτέ δεν φοβήθηκα μην χάσω την πίστη μου. Δεν ήταν κάτι που αντικειμενικά έπρεπε να το αποδείξω σε κανένα. Το είχα μέσα μου και αυτό έφτανε…
 Τα χρόνια πέρασαν. Είχα την ευλογία να γίνω δάσκαλος των “Θρησκευτικών” στη Δευτεροβάθμια. Μεγάλο δώρο από τον Θεό».
Στην συνέχεια σε μικρές ενότητες και λόγο μεστό μας παραθέτει το απόσταγμα της εμπειρίας του από τα σχολεία.
Ο διάλογος με τους μαθητές τα χρόνια της εκπαιδευτικής του πορείας τον οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι «Με τον άλλο μπορείς να συναντηθείς μόνο όταν νιώσει ελεύθερος και αυτός τότε μόνο μπορεί να συναντηθεί με τον Άλλο (με κεφαλαίο το Α). Γιατί ο Άλλος (με κεφαλαίο το Α) μόνο ελεύθερους μας θέλει κοντά του».
Ποιες είναι όμως οι προϋποθέσεις για να κουβεντιάσει κανείς με τους νέους ανθρώπους; «Πρώτα χρειάζεται να αγαπάει τον διάλογο, τους νέους και τον Θεό», συνεχίζει ο συγγραφέας. «Να θέλει να συναντηθεί με τους νέους, όχι να έχει σκοπό να τους μετατρέψει σε ακροατές ή οπαδούς του. Να είναι έτοιμος για κάθε ανατροπή ακόμη και όλων εκείνων που τα θεωρεί ως δεδομένα. Χωρίς διαρκή ανανέωση δεν μπορείς να επικοινωνήσεις με το πιο ανατρεπτικό κομμάτι της κοινωνίας, τους νέους. Και χρειάζεται επιπλέον βαθιά και πολλή ταπείνωση, που είναι η βασίλισσα των αρετών όπως ομολογεί η Σιμόν Βέιλ.
Για να διαλεχθείς με κάποιον πρέπει όμως πρωτίστως να τον γνωρίζεις. «Γνωρίζουμε τους νέους; αναρωτιέται. Τα “θέλω” τους, τη γλώσσα που επικοινωνούν, τα τραγούδια που ακούν, τον τρόπο που ψυχαγωγούνται; Τι σημαίνει γι’ αυτούς ο Θεός, η εκκλησία»… Η προσέγγιση δεν πρέπει να γίνεται σαν να απευθυνόμαστε σε ανθρώπους της γενιάς μας, αλλά στη γλώσσα που καταλαβαίνουν οι νέοι, έχοντας πάντα το ερώτημα στην καρδιά μας: «Θέλουμε να μιλήσουμε στους νέους ή θέλουμε να μιλήσουμε για τους νέους; Υπάρχει, καταθέτει ο συγγραφέας, και το χειρότερο σενάριο. Να μιλήσουμε εξ ονόματός τους».
Σύμφωνα με τον Σοπενχάουερ «Κάθε λανθασμένη αντίληψη είναι δηλητήριο, δεν υπάρχουν άκακες λανθασμένες αντιλήψεις». Επομένως εάν θέλουμε να δείξουμε στους νέους τον Θεό, έχει μεγάλη σημασία ποιον Θεό θα τους δείξουμε. Οφείλουμε να δείξουμε έναν Χριστό που είναι η ελπίδα των κατατρεγμένων, των ανυπεράσπιστων, των απόκληρων και κυνηγημένων, τονίζει ο συγγραφέας. Έναν Θεό της ελευθερίας, της αγάπης που διώχνει τον φόβο. Μια σταυρωμένη λυτρωτική αγάπη. Έναν Θεό αγίων και μαρτύρων και όχι καλών παιδιών. Έναν Θεό πάσχοντα, που δεν επιβάλλει το θέλημά του, που δεν είναι ταχυδακτυλουργός.  Έναν Θεό, τέλος, που δεν μας εγκαταλείπει ποτέ παρά μόνο αν δεν τον θέλουμε. Και τότε ακόμα δεν φεύγει, αλλά στέκεται στην άκρη λυπημένος.  Και βεβαίως πρέπει να είμαστε άξιοι οι ίδιοι για να γνωρίσουμε στους νέους έναν τέτοιο Θεό. Μην ξεχνάμε ότι ο διάλογος δεν προσφέρει τίποτα αν οι αλήθειες μας δεν επικυρώνονται από το προσωπικό παράδειγμα. Για να γίνουμε πειστικοί πρέπει οι ίδιοι να βιώσουμε την αγάπη αυτή. Να φύγουμε από την κόλαση του εγωκεντρισμού, όπως λέει και ο Κάλλιστος Γουέαρ. Πρέπει λοιπόν οι ίδιοι να γνωρίζουμε τον Θεό. Και το πρώτο βήμα για την γνωριμία με τον Θεό είναι να γνωρίσουμε τον εαυτό μας. Να κατανοήσουμε ποιοι είμαστε και τι θέλουμε. Είσελθε εις εαυτόν και εκ της σης υποστάσεως νόησον τον τεχνίτην,έλεγε ο Άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων. Επιπλέον οφείλουμε να μελετήσουμε τις Γραφές, τους Πατέρες, τους θεολόγους και να χτίσουμε μια βαθιά σχέση εμπιστοσύνης και αγάπης με τον Θεό. Να αφεθούμε σε Κείνον απόλυτα. Τότε θα διαπιστώσουμε ότι ο Θεός που πιστεύουμε είναι επανάσταση, είναι ζωή, είναι ανατροπή, είναι χαρά. Δεν είναι μιζέρια και κακομοιριά. Θα κλείσω με τα λόγια του Αλέξανδρου Σμέμαν που και ο ίδιος ο συγγραφέας αναφέρει στην τελευταία σελίδα. «Μονάχα ως χαρά η Εκκλησία θριάμβευσε στον κόσμο, και έχασε τον κόσμο όταν έχασε τη χαρά».



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...