Έρχεται φυσικό οποιοσδήποτε αντιτίθεται στον ολοκληρωτισμό του να εκλαμβάνεται ότι επιχειρεί να του υπεξαιρέσει τις μελλοντικές του ματαιοδοξίες. Για του λόγου το αληθές: τα τύμπανα πολέμου δια των πολεμικών επιτροπικών ανακοινωθέντων, τα ΜΑΤ, ανενδοίαστα, στην υπηρεσία της ματαιοδοξίας του, που μόνο ο Φρόυντ θα μπορούσε να αναλύσει σε βάθος, αθρόες τραμπούκικες μηνύσεις συνεπικουρούμενος και από το ομόσταυλο υποζύγιό του ακόμη και κατά την διάρκεια ταξιδιών, αβάστακτες, χουντικού τύπου, τήδε κακήσε πιέσεις προς υπογραφή συμπαράστασης στην ματαιοδοξία του, εκφοβιστικά τηλεφωνήματα και πιέσεις σε συμμετέχοντες στις διαμαρτυρίες,…..
Στην
οθόνη της έγχρωμης τοπικής διαμεσολάβησης της επικαιρότητας, το κατ’ εξοχήν
θέαμα που επανέρχεται εδώ και κάποιους
μήνες στις συζητήσεις, στα τοπικά μέσα ενημέρωσης και όχι μόνο, και απ’ ότι φαίνεται θα απασχολεί βασανιστικά
για μεγάλο χρονικό διάστημα την τοπική κοινωνία, είναι η από το πουθενά, στα καλά καθούμενα,
πρωτοβουλία του δεσπότη, συνεπικουρούμενου από επώνυμα προσωπικά και κομματικά
συμφέροντα, αμφιβόλου προσπορισμού, ανατροπής ενός έθους δύο αιώνων.
Ευθύς
εξ αρχής πρέπει να τονίσουμε ότι το μουλωχτό των όλων διεργασιών μαρτυρά τον
φόβο των πρωταγωνιστών στην βέβαιη οργισμένη αντίδραση των κομπάρσων. Δεν υπολόγισαν ότι θα αντιστραφούν οι ρόλοι,
οι κομπάρσοι θα γίνουν πρωταγωνιστές και οι συγκεκριμένοι πρωταγωνιστές θα
χάσουν οριστικά και αμετάκλητα την πρωτοβουλία των κινήσεων.
Οπωσδήποτε
η αντίδραση έχει σοβαρή αιτία, αλλά στάθηκε και η αφορμή για έκρηξη της
συσσωρευμένης αγανάκτησης της τοπικής κοινωνίας, που συναποτελείται από ευρείας
κλίμακας χρόνιες μεθοδευμένες κατάφορα άδικες επιτροπικές αποφάσεις με τις δεσποτικές
ευλογίες, αλλά και από αγανάκτηση μέχρι αηδίας των λαϊκών στις υπερμαχικές
εναγώνιες εργώδεις προσπάθειες εκκοσμίκευσης του επισκοπικού ρόλου πάλι από το
ίδιο πρόσωπο, το οποίο όφειλε να ασκεί την ταπεινότητα και υποχωρητικότητα ως διαπρύσιος
κήρυκάς τους, και όχι να προβάλλεται έμπρακτος καθαιρέτης του ασκητικού
ευαγγελικού πνεύματος. Η βίαια αντίδραση του πλήθους ήταν αναμενόμενη, και
οπωσδήποτε υπόσχεται συνακόλουθη κλιμάκωση με ιδιαίτερη συμβολική σημασία.
Όλοι οι συντελεστές των γεγονότων όφειλαν να γνωρίζουν ότι η υπεράσπιση των
ανέκαθεν κρατούντων όσον αφορά την διοίκηση
του Ιδρύματος από τους γηγενείς, αποτελεί το τοπικό τους μονοπωλιακό
αγαθό, που διασφαλίζει την αξιοζήλευτη δύναμη να υψώνουν πάντοτε σε πανελλήνια
περιωπή την τοπική τους πνευματικότητα με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Παναγία και
τοπική κοινότητα είναι κρίκοι μιας αλυσίδας. Όποτε ανοίγει ο ένας ανοίγει μαζί
του και ο άλλος. Μάρτυρας η πολύκροτη αναστάτωση που άρχισε πρόσφατα, και απ’
ότι δείχνουν τα πράγματα, ο χρόνος που έρχεται
θα καταστήσει πιο ψηλαφητή την
αδιάρρηκτη σχέση τους.
Ο επίσκοπος
αντί να μεγενθύνει την συναίσθηση της υπέρογκης ευαγγελικής του ευθύνης, ύψωσε κατακάθετο
το τείχος τού θέλω του, έκφραση πλέον απροκάλυπτη της όλο και πιο σταθερής εμπεδωμένης άποψής του,
περί της δεσποτικής ex cathedra εκφοράς
θέσεων και απόψεων, οι οποίες δεν επιδέχονται καμμιά αμφισβήτηση καθ’ ότι
προέρχονται από τον αποκλειστικό διατάκτη του νόμου, απαξιώνοντας κάθε
συν-οδική κοινοτική συμμετοχική πορεία.
Πίστεψε
ότι είναι ο κύριος συνθέτης της επικαιρότητας και ότι στην δικαιοδοσία του
ανήκει η αξιολόγηση και αντιμετώπισή της, οι οποίες ως τρόποι ίσως να μην είναι
διαφορετικοί από εκείνους που
χρησιμοποιήθηκαν την εποχή της Ιεράς Συμμαχίας. Απορρέουν από την κοσμική δεσποτική
του αντίληψη ότι ο κόσμος είναι πεδίον μάχης και όσοι άνθρωποι δεν είναι μαζί
του, ίσως ακριβέστερα όσοι άνθρωποι δεν είναι οπαδοί του, είναι αντίπαλοί του,
που θα τον βλάψουν αν δεν σπεύσει να τους εξουδετερώσει.
Τα
παραπάνω φαίνεται να απορρέουν από τις προσωπικές του φιλοδοξίες που τον θέλουν να πιστεύει ότι
είναι γεννημένος για μεγάλα πράγματα, οπότε με φουσκωμένα τα μυαλά αναζητά
τρόπους να «ρίξει» τον άλλο, πριν ο άλλος προλάβει και του την «φέρει».
Επομένως
στις επαφές του με την τοπική κοινωνία πρέπει να κρατά πάντα τις προθέσεις
και τις διαθέσεις του κρυφές, γιατί
αν τις γνωρίσουν οι άλλοι θα καταστεί ευάλωτος απέναντι τους. Έτσι τις ανθρώπινες επαφές, αν δεν είναι
αντιφατική η έκφραση, τις στηρίζει στην ίντριγκα, την δολοπλοκία. Απεδείχθη ότι
ο φορέας του διακονικού θεσμού αναλώνεται στις μυστικές διαβουλεύσεις, στην
κατάστρωση κρυφών σχεδίων, αμυντικών και επιθετικών, στην σύνθεση λίστας αντιπάλων και ανίχνευση των κρυφών τους
προθέσεων, καθώς και στην κατάστρωση σχεδίων αποτελεσματικής εξουδετέρωσής
τους.
Υπέκυψε
στη ανεπίγνωστη ή με επίγνωση πεποίθηση ότι η ανοικτή επικοινωνία είναι αδύνατη
και ότι αν αποκαλύψει το κρυφό του χαρτί θα εξολοθρευθεί από τον άλλο, τον
αντίπαλο, τον εχθρό. Η σχετική χριστιανική
πρόταση « μην κάνετε τίποτα από διάθεση φιλονικίας ή ματαιοδοξίας, αλλά με
ταπεινοφροσύνη ο ένας να θεωρεί τον άλλο
ανώτερό του…» (Φιλιπ. β΄, 3), φαίνεται ότι την έχει με ψιλά γράμματα, αν δεν
την έχει διαγράψει. Εκτός από κάποια πρόσκαιρα και οπωσδήποτε απατηλά οφέλη,
κανείς από την παραπάνω τακτική δεν ωφελήθηκε. Πρόκειται για τακτική ασύμφορη,
απορροφά όλο και περισσότερο πολύτιμο και αναντικατάστατο ανθρώπινο κόπο και προσπάθεια.
Ο κ.
Δωρόθεος ο Επίσκοπος, ως φορέας του διακονικού θεσμού θα όφειλε να γνωρίζει την
εκκλησιαστική παράδοση, η οποία τονίζει με έμφαση ότι όσο ο άνθρωπος
απολαμβάνει μια άμετρη υλική άνεση, όσο διακατέχεται από την ακόρεστη δίψα της
κενοδοξίας και προβολής, όσο δεν αντιστέκεται στον ακόλαστο οίστρο της κοσμικότητας,
είναι αδύνατο να απορρίψει την πρόταση του κόσμου και να αποδεχθεί την
πρόταση του Χριστού, που θα τον οδηγήσει
στο χώρο της διαφάνειας, της ειλικρίνειας και της αγάπης, όπου «έκαστος σκοπεί
και τα του ετέρου». Στο έλλειμά του αυτό στηρίζεται η επονείδιστη τοπική επικαιρότητα,
που θα είναι πλέον γι’ αυτόν ένα χρονικό
αθλιότητας και δεν θα πάψει να τον
διώκει.
Δεν
είναι εύκολο ο κ. Πολυκανδριώτης να αλλάξει ρότα, να διαφοροποιηθεί από το
δηλωμένο του κατατεθέν, του ατομικού του συμφέροντος, της κενόδοξης
«πολυχρονίου» ευημερίας του, της οικονομικής άνεσης, και του ολοκληρωτικού του
οράματος. Πνευματικά αναλφάβητος,
αδυνατεί να αρθρώσει λόγο καθολικότητος. Τα δημόσια πάντα του είναι δίχα Θεού,
τους πάντες δε, τους θεωρεί «υποπόδιον των ποδών αυτού», σκαλοπάτι αναρρίχησης.
Έρχεται
φυσικό οποιοσδήποτε αντιτίθεται στον
ολοκληρωτισμό του να εκλαμβάνεται ότι επιχειρεί να του υπεξαιρέσει τις
μελλοντικές του ματαιοδοξίες. Για του λόγου το αληθές: τα τύμπανα πολέμου δια
των πολεμικών επιτροπικών ανακοινωθέντων, τα ΜΑΤ, ανενδοίαστα, στην υπηρεσία
της ματαιοδοξίας του, που μόνο ο Φρόυντ θα μπορούσε να αναλύσει σε βάθος,
αθρόες τραμπούκικες μηνύσεις συνεπικουρούμενος και από το ομόσταυλο υποζύγιό
του ακόμη και κατά την διάρκεια ταξιδιών,
αβάστακτες, χουντικού τύπου, τήδε κακήσε
πιέσεις προς υπογραφή συμπαράστασης στην ματαιοδοξία του, εκφοβιστικά
τηλεφωνήματα και πιέσεις σε συμμετέχοντες στις διαμαρτυρίες,…..
Υποψιάζομαι, από την μετέπειτα τακτική του ότι, αν και τραβήχτηκε ηχηρά το δεσποτικό
αυτί δεν ίδρωσε καθόλου, ούτε ενωτίστηκε
τον ευκρινώς καμπανιστό ήχο του αντιπεπονθότος, παρά το γεγονός ότι ανατρίχιασε
από την μυρουδιά του λιντσαρίσματος.
Τελικά
απεδείχθη πονηρός και όχι έξυπνος. Γι’ αυτό ίσως και κινδυνεύει να ανοίξει δρόμο
σε παλαιούς δαίμονες, την ώρα μάλιστα όπου το θέμα Ιδρύματος διαψεύδει όσους
του απέδιδαν πρόσκαιρο χαρακτήρα, ότι δηλαδή θα αμβλυνθεί το ενδιαφέρον των
κατοίκων για αυτό το θέμα.
Πάντως
ανεξάρτητα από την έκβαση των γεγονότων είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς καθαρά
για ποιον λόγο απαξιώνεται το συγκεκριμένο πρόσωπο. Για την συγκεκριμένη ενέργειά του; Για την μέχρι τώρα γενικότερη
δόλια συμπεριφορά του; Για το εμφανές πλέον του τυχοδιωκτισμού τού χαρακτήρα
του; Για τις ξεσάλωτες αριβιστικές του
τάσεις; Ή φορτώνεται και την
μετάπτωση του επισκοπικού διακονήματος σε αυταρχική δεσποτεία, την μετεξέλιξη
της Εκκλησίας σε ιδεολογία, με πιο εξοργιστική εκδήλωση την ανομολόγητη
συμμετοχή της ιστορικής Εκκλησίας σε εκτοπισμούς
και βασανιστήρια και την ξεδιάντροπη απροκάλυπτη μετεξέλιξη κληρικών σε κομματικούς ινστρούχτορες;
Όμως
επειδή δεν είναι φυσιολογικό η κατακραυγή για την βιαιοπραγία του Ιδρύματος να
απορροφά την κραυγή απόγνωσης του κάθε
αδικημένου, μπρος στην χρόνια ανοικτίρμονα αδικία της μόνιμης επιτροπικής
ομάδας προεδρευομένης από ότι φάνηκε όχι τυχαία από τον εκφραστή της δεσποτικής
αλογίας, καλό θα ήταν με όλη την δύναμη της ψυχής μας, να καταδικάσουμε ως
κοινωνία επονείδιστες τακτικές από άτομα, κόμματα και συμφέροντα που
διαπράττουν ανενόχλητα αγριότητες, μικρές μεν αλλά αγριότητες, οι οποίες αργά ή γρήγορα θα επέβαλλαν την Αγριότητα.
Ουδεμία
συμπάθεια στο πνεύμα που εμπνέει παρόμοιες συμπεριφορές, αλλά και καμμιά
συμπάθεια στην απάθεια της τοπικής κοινωνίας
που καλλιέργησε και υπέθαλψε παρόμοιες στάσεις ζωής, ακόμη και όταν κρατούνται, όσο και αν κρατούνται, τα προσχήματα. Πρόκειται για μια μορφή
εκτοπισμού, βασάνου, για μια μορφή
αγριότητας που ακουμπά την τοπική κοινωνία.
Πόσο βαθιά έχουμε χωθεί στον λάκκο που άνοιξαν οι διαχειριστές της
τοπικής κρίσης; Μήπως στον Χίτλερ δεν
ξεφορτώθηκε όλες τις ενοχές του ένας ολόκληρος λαός;
Δεν
ακούστηκε κανένας λόγος διαφοροποίησης για την παγιωμένη επιτροπική βαναυσότητα,
όσον αφορά τις προσλήψεις εποχιακές και μόνιμες. Οι αδικημένοι παραείναι πολλοί, και αν είναι να πέσουμε σε άλλα βάναυσα
άδικα χέρια προς τι η όλη αγανάκτηση.
Ανεξάρτητα
από τα παραπάνω, τίποτα δεν είναι ικανό να μας κάνει να αποβάλουμε
παντελώς το ασύνειδο και βαθύτερο ήθος,
που μας χαρίζει η πνευματική μας
παράδοση, Ελληνισμός και Ευαγγέλιο. Αυτή είναι
η υγεία μας και οφείλουμε να την προστατέψουμε για να βοηθήσουμε τον
διπλανό μας και ο διπλανός μας εμάς.
Η
λεβεντιά και το φιλότιμο είναι έννοιες της ορθόδοξης μεταφυσικής, έννοιες που
θεμελιώνονται στην πρώτη και τελευταία αξία της ένσαρκης οικονομίας, την
ταπεινότητα. Ο εγωισμός, η εκδίκηση, η
μονοδιάστατη των δικαιωμάτων μέριμνα, κουρδίζονται από κλίμακα του προσωπικού
συμφέροντος.
Έχω την
αίσθηση ότι η τοπική κοινωνία δεν διακατέχεται από κανένα προμελετημένο αίσθημα
κατίσχυσης, εναντίον των πρωταγωνιστών της αναστάτωσης και η διαφορετική προβαλλόμενη άποψη αποτελεί στην
πραγματικότητα σόφισμα
ετεροζητήσεως.
Οι ίδιοι οι συντελεστές της ανωμαλίας οφείλουν
να αντιληφθούν πόσο ξεφτισμένα είναι τα
σχοινιά που έδεσαν το προσωπικό τους συμφέρον στην θέση του συλλογικού. Πρώτος
ο κ. Δωρόθεος αν αισθάνεται επίσκοπος και όχι δεσπότης, έστω και
συμφεροντολογικά, οφείλει όχι να αυτομαστιγωθεί
δημοσίως, αλλά να υπαναχωρήσει όσον αφορά τις εγκόσμιες φιλοδοξίες του.
(Πρόεδρος του Ιδρύματος, με διπλή ψήφο, εκλέκτορας, μέλος διοικούσας επιτροπής
της σχολής Καλών Τεχνών…). Ν’ αρχίσει να ξεμπαζώνει την τοπική Εκκλησία από τις
αδρανείς κενόδοξες στιβάδες του, που μετέτρεψαν την μνήμη μας σε βρυκόλακα της
ψυχικής μας ζωής. Έτσι μόνο θα ξεπεράσει
το πνίγος, και θα αναπνεύσει καθαρό αέρα.
Ας ανοίξει έναν διάλογο με τον εαυτό του και τους άλλους σε ένα χρόνο
πλατύτερο από τον στενό της χούφτας του ορίζοντα. Ειδωλολατρία εν τέλει είναι να βιώνεις την πίστη σου εκτός εαυτού, να
προβάλεις τις ψευδαισθήσεις σου σε χρυσωμένους μόσχους.
Το κακό
βρίσκεται μέσα μας, σε όλους μας, και όλοι μας πρέπει να προσπαθήσουμε όχι να
το εξαλείψουμε αλλά να το μειώσουμε αποτελεσματικά. «Ό,τι κάνεις να σου δώσει μια ρυτίδα περισσότερο στο πρόσωπο,
μια ρυτίδα λιγότερο στην ψυχή».
Ο Γιώργος Δημόπουλος είναι Δρ.Θεολογίας,πρώην Συντονιστής Εκπαίδευσης στο Παρίσι και επί δεκαετίες Διευθυντής του Εκκλησιαστικού Λυκείου Τήνου.Τον ευχαριστούμε πολύ για την αποστολή του κειμένου του το οποίο και δημοσιεύουμε με μεγάλη χαρά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου