Του
Ανδρέα Χ. Αργυρόπουλου
(Σύντομη αναφορά στη ζωή και τη δράση του.
Περισσότερα σε μελλοντική έντυπη δημοσίευση)
Βρισκόμαστε στον 16ο μ. Χ. Έχει προηγηθεί η ανακάλυψη της Αμερικής από
τους Ισπανούς. Οι κλοπές, οι λεηλασίες, οι σφαγές και τα βασανιστήρια σε βάρος των Ινδιάνων βρίσκονται σε ημερήσια
διάταξη. Οι κατακτητές φέρονται με το χειρότερο τρόπο στους κατοίκους και
καταστρέφουν τους ντόπιους πολιτισμούς. Ο Κάζας, ένας Ρωμαιοκαθολικός Θεολόγος και κληρικός μέλος
του Τάγματος των Δομινικανών, δεν διστάζει να καταγγείλει τη δράση τους και να καταγράψει πολλά από τα εγκλήματα που
διαπράττονται, στο βιβλίο του, «Η καταστροφή των Ινδιάνων».
Στις σελίδες του συναντάμε συγκλονιστικές περιγραφές της εγκληματικής
δράσης των Ισπανών κατακτητών, καθώς επίσης και της στάσης των ιεραποστόλων
έναντι των Ινδιάνων. Σε όλες τις αναφορές του ο συγγραφέας δίνει στοιχεία για
τον τρόπο που οι Ινδιάνοι υποδέχθηκαν τους Ισπανούς μιλώντας ξεκάθαρα για
διάθεση συνεργασίας τους με τους κατακτητές. Τέτοιο ήταν το μεγαλείο της ψυχής
των Ινδιάνων που «τους δέχθηκαν σαν να ήταν παιδιά της ίδιας τους της σάρκας.
Άρχοντες και υπήκοοι τους εξυπηρέτησαν με πολύ στοργή και χαρά». «Τα αθώα αρνιά
αναγκάστηκαν να υποστούν αυτή τη μοιρασιά και υπηρετούσαν τους Ισπανούς με όλες
τους τις δυνάμεις. Λίγο ακόμα και θα τους λάτρευαν». Ο Κάζας θεωρεί τους
Ισπανούς ανάξιους της αγάπης των Ινδιάνων. Κατά τη γνώμη του: «θα μπορούσαν να
ιδρύσουν μεγάλες πόλεις και να ζουν σαν σε επίγειο παράδεισο». Η απληστία τους
οδήγησε σε λεηλασίες, καταστροφές και σφαγές. Έδειξαν πρωτοφανή αγριότητα,
άλλοτε καίγοντας τους Ινδιάνους, άλλοτε κομματιάζοντάς τους κι άλλοτε πουλώντας
τους ως δούλους.
Ο συγγραφέας συχνά υποστηρίζει ότι δεν
αναφέρει «όλα τα κακουργήματα και τις φρικτές περιπτώσεις που έγιναν εκεί και
που εξακολουθούν να γίνονται» .«Αν θα όφειλα να περιγράψω με λεπτομέρειες αυτές
τις ωμότητες, θα γινόταν ένα χοντρό βιβλίο που θα τρόμαζε τον κόσμο». Κατά τη
εκτίμησή του μόνο στη Γουατεμάλα δολοφονήθηκαν από τους κατακτητές 4.000.000
έως 5.000.000 Ινδιάνοι σε διάστημα 15 ετών ,ενώ από τα νησιά Εσπανιόλ και Σαν
Ζουάν απήγαγαν περισσότερους από 2.000.000 για να τους πουλήσουν σκλάβους.
Ο
Κάζας θεωρεί τους Ισπανούς κατακτητές κατ’ όνομα μόνο χριστιανούς «που
σπρωγμένοι από τη δίψα τους για χρυσάφι, πούλησαν και πουλούν και σήμερα το
Ιησού Χριστό, τον αρνιούνται, τον αποκρούουν» . Δε θα διστάσουν μάλιστα να
προδώσουν και τους ίδιους τους ιεραποστόλους και με τη στάση τους έναντι των
Ινδιάνων να τους οδηγήσουν στο μαρτύριο. Η επιστολή – έκκληση του επισκόπου Σάντα Μάρτα είναι αποκαλυπτική. Ο συντάκτης της ζητά επειγόντως την παρέμβαση του βασιλιά της Ισπανίας αναφερόμενος στην κτηνώδη μεταχείριση που επιβάλλουν οι κατακτητές στους ειρηνικούς Ινδιάνους. Ο ίδιος ονομάζει τους Ισπανούς «δαίμονες», όπως ακριβώς τους αποκαλούσαν και οι
ιθαγενείς. Αντίθετα με τους Ισπανούς που με τη στάση τους έδειχναν ότι δεν
θεωρούσαν τους Ινδιάνους ανθρώπους, για τον Κάζας και τους ιεραποστόλους οι
Ινδιάνοι «είναι πλασμένοι κατ’ εικόνα του Θεού και εξαγορασμένοι με το αίμα
του». «Είναι άνθρωποι για τους οποίους θυσιάστηκε ο Χριστός». Ο Κάζας με
ξεκάθαρο τρόπο καταφέρεται εναντίον των Ισπανών θεωρώντας ότι με τις πράξεις
τους «δεν υπακούουν στη θεία εντολή της αγάπης προς τον πλησίον, που προέρχεται
από το νόμο και τους προφήτες».
Την ίδια
εποχή στην Ισπανία οι άνθρωποι του πνεύματος, θεολόγοι, νομικοί και φιλόσοφοι
έρχονται σε αντιπαράθεση σχετικά με το ινδιάνικο ζήτημα. Ο Κάζας και οι
συνοδοιπόροι του έχουν απέναντί τους νομικούς και θεολόγους που υπεραμύνονται
με κάθε τρόπο των άθλιων και εγκληματικών συμπεριφορών των κατακτητών.
Ένας
από αυτούς ,ο Δομινικανός Τομάς Ορτίθ γράφοντας προς το Συμβούλιο των Ινδιών
αποκαλεί τους Ινδιάνους «κτηνώδεις», «ηλίθιους», «παλαβούς» και «αγνώμονες»,
Προσπαθώντας να δώσει θεολογική χροιά στα όσα λέει τονίζει: «ποτέ δεν
δημιούργησε ο Θεός ανθρώπους τόσο γεμάτους ηθικά ελαττώματα και κτηνωδίες,
χωρίς κανένα ψήγμα καλοσύνης ή ευγένειας… Είναι απερίσκεπτοι σα γαϊδούρα κα δεν έχουν σε τίποτα να αλληλοσκοτώνονται».
Περισσότερο ακραίες θέσεις από τον Ορτίθ διατυπώνει την ίδια εποχή ένας
άνθρωπος των γραμμάτων και των επιστημών ο Οβιέδο που φτάνει στο σημείο να τους
τοποθετήσει σε χειρότερο επίπεδο από αυτό των ζώων «κάπου προς τη μεριά των
κατασκευαστικών υλικών, κάτι σαν ξύλο, σαν πέτρα ή σίδηρος – σε κάθε περίπτωση προς τα άψυχα αντικείμενα». Δεν μένει όμως μόνο εκεί ζητά τη λύση στο ζήτημα των Ινδιάνων να τη δώσει ο Θεός πιστεύοντας
με ακλόνητη σιγουριά ότι «ο Θεός θα τους αποτελειώσει πολύ σύντομα».
Τα παραπάνω ντοκουμέντα που παρουσιάζουν τους
Ινδιάνους ως αφελείς και ταυτόχρονα επικίνδυνους ανθρώπους. Ο πολυμαθής
φιλόσοφος της εποχής Χουάν Χινές δε Σεπούλδεβα, στηριγμένος σε μια ιδεολογική
παράδοση που υπεραμύνεται της ανισότητας θα χρησιμοποιήσει την αριστοτελική
σκέψη παραθέτοντας αποσπάσματα από τα «Πολιτικά», για να υποστηρίξει ότι η
ιεραρχία είναι η φυσική κατάσταση της κοινωνίας και όχι η ισότητα. Δέχεται ότι
η ανωτερότητα εξουσιάζει την ατέλεια, η δύναμη την αδυναμία και η αρετή το
ελάττωμα. Αναπτύσσοντας τη σκέψη στη συνάντηση του Βαγιαδολίδ όπου συγκρούστηκε
με τον Λάς Κάζας, καταλήγει στους τέσσερις λόγους που καθιστούν έναν πόλεμο νόμιμο.
Συνοπτικά υποστηρίζει ότι:
α. οι Ινδιάνοι από τη φύση τους υποτάσσονται,
β. ασκούν κανιβαλισμό,
γ. θυσιάζουν ανθρώπινα όντα και
δ. αγνοούν τη χριστιανική θρησκεία.
Τους υποστηρικτές της παράδοσης της ανισότητας θα κληθεί να αντιμετωπίσει
τον 16ο αιώνα στην Ισπανία ο Κάζας και οι εκφραστές ενός θεολογικού
ριζοσπαστικού ρεύματος, στηριγμένου σε βιβλικές θέσεις και σε συγκροτημένα
θεολογικά επιχειρήματα. Οι αντιλήψεις του Κάζας και των ομοϊδεατών του οι
οποίοι υπεραμυνόταν της ισότητας Ισπανών
και Ινδιάνων χωρίς καμιά διάκριση φαίνεται πως έχουν αρχίσει ήδη να επηρεάζουν
την ισπανική αυλή και τους Πάπες της Ρώμης πολύ πριν γίνει – σύγκρουση με τον Σεπούδελβα στο Βαγιαδολίδ. Για να στηρίξουμε την άποψή μας ενδεικτικά μπορούμε να αναφερθούμε στη διαταγή του Καρόλου κατά της δουλείας, τους Νέους Νόμους του 1542, που αφορούσαν τη
διακυβέρνηση των αποικιών, καθώς επίσης και τη βούλα του Πάπα, «ο Μετάρσιος
Θεός» (Sublimis Deus) της 2ας Ιουνίου του 1537. Εκεί ο Πάπας Παύλος Γ΄
αναφέρει: «οι Ινδιάνοι και όλοι οι άλλοι λαοί, που θα μπορούσαν να ανακαλυφθούν
στο μέλλον, ακόμη και σε εποχή που θα βρίσκονται ακόμα έξω από τη χριστιανική
πίστη, δεν πρέπει να αποστερούνται από την ελευθερία τους και από το χώρο όπου
έχουν τα αγαθά τους. Αυτά πρέπει να τα απολαμβάνουν πλήρως και δεν πρέπει
διόλου να τους μεταβάλλουν σε δούλους».
Ο Κάζας για να υποστηρίξει τις θέσεις του στο Βαγιαδολίδ κόντρα στο
Σεπούλδεβα, σε μια εποχή μάλιστα ευρύτατης αποδοχής των φιλοσοφικών ιδεών του
Αριστοτέλη, τολμά να δηλώσει: «ας στείλουμε περίπατο τον Αριστοτέλη στο
συγκεκριμένο ζήτημα, γιατί από το Χριστό, που είναι η αιώνια αλήθεια, έχουμε
την εξής εντολή: «αγάπα τον πλησίον σου ως εαυτόν». Ο Κάζας δεν κάνει τίποτα
περισσότερο από το να υποστηρίξει ότι η ισότητα των ανθρώπων αποτελεί την
θεμελιακή αρχή της χριστιανικής πίστης. Σύμφωνα με τη χριστιανική θεολογία κάθε
άνθρωπος είναι πλασμένος κατ’ εικόνα Θεού, και η προσβολή του κάθε ανθρώπου,
αποτελεί προσβολή και για τον ίδιο το Θεό. Η χριστιανική θρησκεία για τον Κάζας
δεν κάνει διακρίσεις. Η οικουμενικότητα του χριστιανικού μηνύματος είναι
αδιαπραγμάτευτη. «Η χριστιανική μας θρησκεία είναι αναλλοίωτη και προσαρμόζεται
σ’ όλα τα έθνη του κόσμου κι όλα εξίσου τα δέχεται κι από κανένα δεν αφαιρεί
την ελευθερία του ή την κυριαρχία του ούτε του επιβάλλει καθεστώς δουλείας, με
την πρόφαση ή το πρόσχημα πως είτε είναι δούλοι εκ φύσεως είτε ελεύθεροι».
Ορισμένοι που αγνοούν τις διαφορές ιεραποστολής και προσηλυτισμού(προσπάθεια
επιβολής της πίστης στον άλλο με βίαια ή δόλια μέσα) κατηγόρησαν τον Κάζας για το δεύτερο. Αυτή η κατηγορία όμως δε φαίνεται
να ευσταθεί αν λάβουμε μάλιστα υπόψη μας ότι ο ίδιος ο Τόντοροφ αναφέρεται στην άποψη του Κάζας σύμφωνα με
την οποία «οι Ινδιάνοι πρέπει να ασπαστούν τη χριστιανική θρησκεία, με την
ελεύθερη βούλησή τους». Ο Τόντοροφ θα
υποστηρίξει ότι ο Κάζας ναι μεν υποστήριξε τους Ινδιάνους αλλά αποδέχθηκε την αποικιοκρατική ιδεολογία του
Βατικανού. Κατά την ταπεινή μας άποψη προτεραιότητα για τον Κάζας ήταν η ιεραποστολή και όχι η στήριξη μιας
αποικιοκρατικής πολιτικής. Τα κείμενα και οι επιστολές του (1515, 1516, 1531,
1535) που απευθύνονται στους ανθρώπους της ισπανικής αυλής και αναφέρονται στα
περεταίρω οφέλη της Ισπανίας (κυρίως οικονομικά) με την υιοθέτηση της πολιτικής
του σεβασμού των Ινδιάνων, όπως και τα κείμενά του που δέχονται την «εξουσία
του Ποντίφηκα επί των απίστων», δεν στοιχειοθετούν κατηγορία προώθησης μιας
αποικιοκρατικής πολιτικής, αλλά είναι κείμενα διπλωματικής τακτικής που
κατανοούνται εύκολα μέσα στο πλαίσιο της κοινωνικοπολιτικής συγκυρίας. Άλλωστε
αυτό το δέχεται και ο ίδιος ο Τόντοροφ όταν λέει «δεν θέλω να υπαινιχθώ ότι ο
Λας Κάζας ή οι άλλοι υπερασπιστές των Ινδιάνων έπρεπε ή και μπορούσαν να
ενεργήσουν διαφορετικά».