Στις πρόσφατες διαδηλώσεις αγανάκτησης για το κατάντημα της χώρας μας παρατηρήθηκε το φαινόμενο να απευθύνονται διαμαρτυρίες και προς κάποιους κληρικούς οι οποίοι τις επισκέφθηκαν. Περιεχόμενο των διαμαρτυριών ήταν ως επί το πλείστον η περιουσία της Εκκλησίας, αλλά και διάφορες άλλες πλευρές της διασύνδεσής της με το κράτος και την εξουσία. Γενικά η Εκκλησία αντιμετωπίζεται από τους αγανακτισμένους ως τμήμα ενός κατεστημένου, μιας άρχουσας τάξης η οποία διαφεντεύει αυτή τη χώρα χωρίς καμία λογοδοσία.
Η αντίδραση των κληρικών που δέχθηκαν αυτή την κριτική παρουσίαζε την ποικιλία που παρουσιάζουν οι ανθρώπινοι χαρακτήρες. Φυσικά έπαιζε τον ρόλο του κατά περίπτωση και το μέγεθος της επίθεσης. Εν ολίγοις, σε άλλες αντιδράσεις κυριαρχούσε η συνήθης αμήχανη αμυντική ανασκευή, ενώ σε άλλες μια φραστική «αντεπίθεση» κ.ο.κ. Συμπαριστάμενος ψυχικά στους πατέρες που αισθάνθηκαν τόσο άβολα, ως εξιλαστήρια θύματα εν μέσω εριστικών διαδηλωτών, θα ήθελα να μεταφέρω τη συζήτηση κάπου αλλού.
Πρόσφατα προστέθηκαν και άλλες φωνές, από το εσωτερικό του πολιτικού συστήματος, στην αντιεκκλησιαστική επίθεση. Αιχμή του δόρατος αποτελεί η περιβόητη εκκλησιαστική περιουσία που η επίκλησή της έχει πλέον λάβει ψυχαναλυτικό ενδιαφέρον αφού για την πλειοψηφία έχει καταστή σύμβολο και θρύλος. Και θα παραμένει έτσι όσο η διαχείρισή της δεν τυγχάνει διαφάνειας.
Διατηρώ σοβαρές αμφιβολίες κατά πόσο οι κληρικοί μας όλων των βαθμών (όσο ψηλότερα τόσο το χειρότερο) έχουμε συνειδητοποιήσει τι εκπροσωπούμε για τη μεγάλη πλειονότητα του λαού. Απομονωμένοι εν μέσω των πιστών που μάς σέβονται, ακόμη και μάς εξιδανικεύουν, έχουμε «χάσει επεισόδια» από τις εξελίξεις των τελευταίων ετών. Καλώς ή κακώς, συνειρμικά συνδεόμαστε πλέον με λέξεις όπως: εξουσία, βόλεμα, φιλαργυρία, πολυτέλεια, αδιαφάνεια, παρασκήνια. Μπορεί πράγματι η εκκλησιαστική περιουσία να αποτελεί έναν βολικό για πολλούς μύθο, όμως ο αντίλογος σ’ αυτό δεν επιτρέπεται να είναι η συγκαταβατική και θριαμβολογική αναφορά στο άδικο των αιτιάσεων. Εν πάση περιπτώσει, ακόμη και τα θύματα αυτής της προκατάληψης είναι ψυχές που αξίζουν την προσοχή και την αγάπη μας, είναι ποίμνιό μας!
Ή μήπως η σχέση μας με το χρήμα είναι ανεπίληπτη; Όχι απλώς περιλαμβάνει πλήθος αμαρτωλών στάσεων και συνηθειών, αλλά θα ήθελα να τονίσω επιπρόσθετα και με έμφαση πως ο κόσμος εν γένει αγνοεί τις περισσότερες πτυχές της προβληματικής σχέσης Εκκλησίας και χρήματος. Από τα λίγα και θραυσματικά που γνωρίζει κρίνει και αγανακτεί.
Ας μου συγχωρηθή να αναφέρω εδώ πως είκοσι χρόνια πριν είχα γράψει το εξής: «Οι επίσκοποί μας νομίζουν ότι επικοινωνούν με την πραγματικότητα ακόμη και κατανοούν το τι γίνεται. Κάνουν μεγάλο λάθος, δυστυχώς. Γνωρίζουν ένα μόνο μέρος της πραγματικότητος, αυτό το οποίο φτιασιδώνεται προκειμένου να έλθει σε επαφή μαζί τους σε πνεύμα φιλοφρονήσεων. Το θολό ποτάμι δουλεύει υπόγεια και δεν τους συναντά, παρά μόνο αν και όσο το θελήσουν οι ίδιοι» (Σύναξη, τ. 38, 1991, σ. 94. Για το ίδιο θέμα βλ. και το πρώτο κείμενο στο βιβλίο μου «Εκ της αυλής ταύτης», εκδ. Αρμός). Στα χρόνια που μεσολάβησαν εν τω μεταξύ το θολό ποτάμι θέριεψε και απειλεί. Το να φθάσει κάποιος να κατηγορεί στην πλατεία επίσκοπο ότι με αυτό που φορά (εννοώντας το μαύρο ράσο) θα μπορούσαν να τραφούν χιλιάδες, δείχνει μόνο τυφλό παράλογο μίσος. Προφανώς κάτι άλλο θέλει να πει. Το να υποδεικνύουμε απλώς τον παραλογισμό των αδέξιων κατηγοριών και να νομίζουμε ότι με αυτό «καθαρίσαμε» δεν είναι παρά αδικαιολόγητη υπεκφυγή.
Η οργή των ανθρώπων θα διαρκέσει για καιρό ακόμη αφού δεν προβλέπεται σύντομα οικονομική ανάκαμψη. Κανείς μας λοιπόν δεν γνωρίζει ποιά μορφή θα πάρει ο θυμός στο εγγύς μέλλον. Θα τολμήσω όμως μια πρόβλεψη που εύχομαι να αποδειχθή υπερβολική και λανθασμένη. Στο επόμενο κύμα ομαδικών διαμαρτυριών (μετά από κάποια χρόνια;) θα κινδυνεύσουν με σωματικό προπηλακισμό και κληρικοί. Οι τωρινές φραστικές επιθέσεις υπήρξαν προειδοποίηση.
Αν αυτό συμβή, κανείς ας μην αισθάνεται ασφαλής, όσο και αν τώρα νοιώθει καλά κλεισμένος μέσα σε γραφεία και περιστοιχισμένος από πρόθυμους ακόλουθους. Μακάρι να διαψευστώ αλλά φρονώ ότι το αντικληρικό μένος στην Ελλάδα πρόκειται να αυξάνεται με τον χρόνο όσο ο εκκλησιαστικός οργανισμός αποδεικνύεται ένας βραδυκίνητος «δεινόσαυρος» που, όπως εκείνοι, κινδυνεύει με εξαφάνιση, όχι βέβαια εν γένει από την ιστορία αλλά απο το προσκήνιό της. Όπως και με τους αληθινούς δεινόσαυρους, η εξαφάνιση αυτή θα επέλθει με βίαιο τρόπο.
Αν προβαίνω τώρα στην (άκομψη) ενέργεια να θυμάμαι παλιά γραφτά και να προειδοποιώ είναι διότι επιθυμώ σφοδρά να μη χρειαστή να τα ανακαλέσω στη δημοσιότητα όταν η πρόβλεψη θα έχει πραγματοποιηθή πλέον και κληρικοί μας θα έχουν δεχθή βιαιοπραγίες. Τότε δεν θα έχει νόημα διότι θα είναι πλέον αργά. Επιθυμώ να το λάβουμε υπ’ όψη όσο έχουμε ακόμη καιρό.
Για να ακυρωθούν αυτές οι δυσμενείς εξελίξεις απαιτούνται μέτρα, εντελώς διαφορετικά όμως από όσα μέχρι τώρα η Εκκλησία μας έχει συνηθίσει να λαμβάνει. Ο εκκλησιαστικός μας οργανισμός έχει «εκπαιδευθή» (και όχι πάντα σωστά) σε επικοινωνιακές μεθόδους και όχι σε ουσιαστικές αλλαγές. Αρκεί να αναλογισθούμε τα δήθεν «μέτρα» που ανακοίνωσε η Ιεραρχία το 2005 υπό το καταιγιστικό βάρος των σκανδάλων, ελλιπή και επιφανειακά τα περισσότερα, από τα οποία μάλιστα δεν εφαρμόστηκε σχεδόν κανένα.
Δεν είναι του παρόντος σημειώματος να υποδείξει τα κατάλληλα μέτρα (διοικητικά, θεσμικά, λειτουργικά κ.ά.). Το έχουν πράξει άλλα κείμενά μου στο παρελθόν, καθώς και γραπτά άλλων αξιώτερων εμού. Σημασία έχει να τονίσουμε ότι τα μέτρα πρέπει να τα υπαγορεύσει η μετάνοια.
Και μάλιστα η μετάνοια ως αγάπη. Όχι δηλαδή για να μη μάς δείρουν αλλά για να μην υποφέρουν οι ψυχές των αδελφών μας.
πρωτ. Βασίλειος Θερμός
Από το "ΑΜΗΝ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου