Δευτέρα 11 Φεβρουαρίου 2013

Γιώργος Παπαδόπουλος: ΚΑΙΡΟΣ-Μια άλλη και διακριτή φωνή στο θεολογικό εκπαιδευτικό κόσμο.(Η ομιλία στην Κοζάνη)


Η ομιλία του Γ.Γ. του ΚΑΙΡΟΥ στην εκδήλωση που οργάνωσε ο Σύλλογος στις 9 Φεβρουαρίου 2013 στην Κοζάνη








Σεβαστοί πατέρες, αγαπητοί συνάδελφοι,



Ο Πανελλήνιος Θεολογικός Σύνδεσμος «ΚΑΙΡΟΣ-για την αναβάθμιση της θρησκευτικής εκπαίδευσης» oφείλει την δημιουργία του στην ανάγκη να εκφραστούν  διαφορετικές, από τις κρατούσες επί δεκαετίες, ιδέες και απόψεις συναδέλφων του χώρου μας και να βρουν στέγη οι γόνιμες  ανησυχίες τους, που αφορούν στο ζήτημα της θρησκευτικής εκπαίδευσης και στις παραμέτρους του. Η δημιουργία του συλλόγου  ασφαλώς δεν είναι συγκυριακό γεγονός ούτε φυσικά κατευθυνόμενο από κάποιους κύκλους όπως μερικοί προσπάθησαν να το παρουσιάσουν.  Πολύ δε περισσότερο, δεν γεννήθηκε για να διασπάσει το χώρο αλλά για να πείσει τους πολλούς που ήταν και είναι ακόμη αποστασιοποιημένοι, αδρανείς, αμέτοχοι, ίσως και δύσπιστοι για κάθε τέτοιο εγχείρημα,  ότι η διαχείριση των θεμάτων που σχετίζονται άμεσα με το αντικείμενο της εργασίας τους,  δεν μπορεί να γίνεται ερήμην τους. Το αίτημα για μια άλλη και διακριτή φωνή στο θεολογικό εκπαιδευτικό κόσμο και όχι μόνο, αποτελούσε θέμα συζήτησης τα τελευταία είκοσι τουλάχιστον χρόνια. Στα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1990 διαπιστωνόταν από πολλούς ένα τέλμα και μια αδικαιολόγητη αδράνεια στο τομέα της θρησκευτικής εκπαίδευσης, απέναντι σε αλλαγές που σταδιακά γίνονταν ορατές στο σχολικό χώρο. Ως απάντηση στη διαπίστωση αυτή πρέπει να θεωρηθούν όλες οι κινήσεις θεολόγων τόσο στην Αθήνα όσο και στην επαρχία, οι οποίες αν και δεν μετασχηματίστηκαν τότε σε μια νέα συλλογική οντότητα, εντούτοις έθεσαν για συζήτηση σημαντικά ζητήματα, που αφορούσαν τόσο στην αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό της θρησκευτικής εκπαίδευσης όσο και στην άποψη της κοινωνίας για το μάθημα και το ρόλο του θεολόγου καθηγητή στο δημόσιο σχολείο.
Θα μου επιτρέψετε μια σύντομη αναδρομή σ’ εκείνα τα χρόνια και στην προσπάθεια που ανέλαβαν συνάδελφοί μας – κάποιοι βρίσκονται ανάμεσά μας σήμερα- βιώνοντας μια αβεβαιότητα για το μέλλον του μαθήματός μας· μια αβεβαιότητα και μια αγωνία, η οποία όμως δεν γινόταν αντιληπτή από την μόνη τότε οργανωμένη συλλογική έκφραση των θεολόγων εκπαιδευτικών, η οποία λειτουργούσε διεκπεραιωτικά  μέσα σε ένα άκρατο εφησυχασμό. Ήταν  Οκτώβριος του 1997 όταν βρεθήκαμε πέντε συνάδελφοι, φίλοι από τη Θεολογική της Αθήνας, συζητώντας θέματα και προβλήματα που είχαν σχέση με τη δουλειά μας. Η εποχή εκείνη ήταν περίεργη. Τα περισσότερα βιβλία προβληματικά, η επιμόρφωση μηδενική, οι τότε σύμβουλοι(στην Αθήνα) σχεδόν ανύπαρκτοι. Ζητούσαμε κάτι περισσότερο, κάτι νέο, κάτι καλύτερο. Αποφασίσαμε να ανοίξουμε το κύκλο του προβληματισμού μας φέρνοντας στην παρέα μας καθένας από δυο τουλάχιστον δικούς του φίλους που συμμερίζονταν τις απόψεις μας. Έτσι δημιουργήθηκε μια ομάδα συμπροβληματισμού 15 περίπου συναδέλφων, η οποία αν και  δεν μετασχηματίστηκε τότε  σε κάτι οργανωμένο(η αλήθεια είναι ότι μας πέρασε από το μυαλό κάποια στιγμή αλλά διστάσαμε εκτός των άλλων και για τη δυσκολία του εγχειρήματος) λειτούργησε υποδειγματικά για 5 χρόνια. Στη πορεία πληροφορηθήκαμε μέσω κοινών γνωστών την ύπαρξη και άλλων τέτοιων ομάδων στην επαρχία, με ανάλογη δραστηριότητα. Φτάνουμε έτσι την άνοιξη του 1999 οπότε παίρνουμε πρόσκληση να συμμετάσχουμε και με δικό μας εισηγητή στη Α΄συνάντηση(όπως ονομάστηκε) θεολόγων καθηγητών στο Βόλο (16 και 17 Απριλίου ), η οποία είχε ως κεντρικό θέμα «Το ΜτΘ στο Ενιαίο Λύκειο. Νέα δεδομένα και προοπτικές»(θυμίζω ότι η μεταρρύθμιση Αρσένη βρισκόταν σε πλήρη ανάπτυξη). Το Φθινόπωρο του ίδιου χρόνου (1-3 Οκτωβρίου) συναντηθήκαμε  και πάλι στη Μονή Σουμελά, όπου γνωριστήκαμε και με τους οικοδεσπότες της σημερινής εκδήλωσης, για να συζητήσουμε πάνω στο θέμα «Το Θρησκευτικό μάθημα σε μια κοινωνία που αλλάζει». Η Τρίτη συνάντηση θεολόγων από όλη την Ελλάδα ήταν πλέον ανάγκη να γίνει στην Αθήνα, έτσι η δική μας ομάδα , πήρε τη σκυτάλη για τη  διοργάνωσή της. Ήταν 5 & 6 Μαΐου 2000 στη Γερμανική σχολή Αθηνών, όταν συγκεντρώθηκαν περί τους 150 συναδέλφους, για να ακούσουν τις εισηγήσεις πάνω στο κεντρικό θέμα «Θρησκευτική παιδεία και σύγχρονη κοινωνία. Θέσεις και αντιθέσεις». Για ευνόητους λόγους επιβάλλεται να αναφέρω  ότι την α΄συνεδρία  άνοιξε με την εισήγησή της η αγαπητή Κατερίνα Πεϊνιρτζή με θέμα «Αγωνία και αγώνας του θεολόγου καθηγητή». Εκτός από άλλους συναδέλφους θεολόγους που μίλησαν για την εμπειρία τους μέσα αλλά και έξω από την τάξη δώσαμε το λόγο και σε άλλους πέρα από το χώρο μας, επειδή θέλαμε να μάθουμε πως μας βλέπει η κοινωνία. Οι εισηγήσεις των έγκριτων δημοσιογράφων Ν. Ξυδάκη και Π. Μπουκάλα, του μαθηματικού Ι. Σιάχου, του παιδοψυχίατρου Δ. Καραγιάννη, του π. Ευάγγελου Γκανά, του Στ. Ζουμπουλάκη, του νομικού Αν. Μαρίνου προκάλεσαν έντονη και μακρά συζήτηση αλλά και ζωηρή αντιπαράθεση, εκπληρώνοντας με τον καλύτερο τρόπο το σκοπό της συνάντησης για «θέσεις και αντιθέσεις». Οι εισηγήσεις και μεγάλα τμήματα της συζήτησης εκδόθηκαν σε τόμο πρακτικών το 2006 από τις εκδόσεις Εν πλω, ενώ λίγο αργότερα έγινε και παρουσίαση στη Στοά του Βιβλίου.
Πρέπει να σημειωθεί ότι όλες αυτές οι προσπάθειες έγιναν από ανθρώπους που μπορεί να ήταν η όχι ενταγμένοι σε κάποιο από τους τότε υπάρχοντες θεολογικούς συλλόγους, είχαν διαφορετικές προσωπικές διαδρομές, είχαν ενδεχομένως διαφορετική πολιτική ταυτότητα(το τελευταίο ποτέ δεν ετέθη ως ζήτημα αν και ήταν δεδομένο) αλλά τους ένωνε η ίδια αγωνία και το ίδιο ενδιαφέρον για τη δουλειά τους.  Για το αντικείμενο της εργασίας μας και για τους τρόπους οργάνωσης και προώθησης νέου πλαισίου νέων προτάσεων, μεθόδων και μέσων. Οι αιφνιδιασμοί των εγκυκλίων του 2008 και η διασπορά των φημών για επερχόμενες  σαρωτικές αλλαγές στη φύση και την διάρκεια της θρησκευτικής εκπαίδευσης στο ελληνικό σχολείο, η εκρηκτική κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα αλλά και γεγονότα που αν και σχετίζονται έμμεσα με το χώρο μας  ωστόσο τον επηρεάζουν (Εκκλησιαστικά σκάνδαλα, δυσάρεστες αποκαλύψεις στο χώρο της θεολογικής ακαδημαϊκής κοινότητας), δημιούργησαν το κατάλληλο περιβάλλον, μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε η ιδέα συγκρότησης ενός νέου σχήματος για την συλλογική εκπροσώπηση των συναδέλφων του χώρου μας, με άλλα κριτήρια και άλλες προϋποθέσεις. Αυτονόητος λόγος φυσικά, εκτός των παραπάνω και το έλλειμμα στην εκπροσώπηση του χώρου από τον μόνο τότε συλλογικό φορέα, από τον οποίο πλείστοι συνάδελφοι είχαν από καιρό αποστασιοποιηθεί και ουσιαστικά αδρανοποιηθεί, μεταξύ αυτών και ο υποφαινόμενος, για λόγους που σχετίζονται με ακολουθητέες τακτικές και μεθόδους, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα αναποτελεσματικότητα, αδυναμία παρακολούθησης των εξελίξεων  και καθυστερημένες αντιδράσεις, εμμονή σε παρωχημένα σχήματα οργάνωσης και δράσης, παραγκωνισμό και δυσφήμιση κάθε νέου και διαφορετικού, ουσιαστικό στη πράξη αποκλεισμό της άλλης φωνής σε κάθε επίπεδο, δυσκολία κατανόησης νέων αναγκών,  επιφυλακτικότητα απέναντι σε πρωτοβουλίες, υπονόμευση προσώπων και επιλογών που είχαν ως στόχο την ανανέωση και την εξωστρέφεια.
 Πρωταγωνιστικό ρόλο στην δημιουργία του, στο σχεδιασμό των καταστατικών του αρχών, στην περιγραφή των κύριων σκοπών του συλλόγου μας, αλλά και σε αυτήν ακόμα την ονομασία του, έπαιξαν άξιοι συνάδελφοι και νέοι –για μένα- αγαπητοί  πλέον φίλοι, από την περιοχή σας και γενικότερα από την Βόρεια Ελλάδα. Μαζί τους συντάχθηκαν και άλλοι από διάφορες περιοχές της χώρας μας(Πάτρα, Λάρισα, Κρήτη) και λίγο αργότερα και από την Αθήνα, έτσι ώστε δεν θα ήταν τολμηρό να δεχθούμε ότι ο ΚΑΙΡΟΣ είναι μια νέα συλλογική προσπάθεια που οφείλει κατά κύριο λόγο την ύπαρξή της στο δυναμισμό και την ζωντάνια ενεργών θεολόγων της περιφέρειας, εκπαιδευτικών της τάξης, που ασκούν με υπευθυνότητα , ευαισθησία όσο και φαντασία το έργο τους. Ο σπόρος που έπεσε πριν δεκαπέντε χρόνια, με τις προαναφερθείσες δράσεις, μπορεί να άργησε κάπως, αλλά τελικά βλάστησε και ήδη έχει δώσει τους πρώτους του καρπούς και συγκεκριμένα:1)Τη συμμετοχή στη προσπάθειά μας περίπου 500  εκπαιδευτικών σε όλη τη χώρα, που υπηρετούν και στις τρεις βαθμίδες της εκπαίδευσης, 2) επιτυχημένες εκδηλώσεις τοπικού ακόμη χαρακτήρα σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα(σήμερα προστίθεται και η δική σας) 3) σύντομα επιμορφωτικά σεμινάρια (Αθήνα, Θεσσαλονίκη), 4) Συναντήσεις με φορείς της Πολιτείας(ειδικός γραμματέας Θρησκευμάτων Υπ. Παιδείας), της Εκκλησίας(συνοδική επιτροπή παιδείας), της ακαδημαϊκής κοινότητας (κοσμήτορες, πρόεδροι τμημάτων θεολογικών σχολών), 6) συνδιοργάνωση -κατόπιν προσκλήσεως της κοσμητείας- με τη θεολογική σχολή Αθηνών ημερίδας για το μάθημα και τις προοπτικές του(ομιλητές Μόσχος, Περσελής, Λιάγκης, Αργυρόπουλος, Δεληκωνσταντής) 7) άμεσες και επιτυχείς κατά γενική εκτίμηση παρεμβάσεις στον τύπο(και δη τον ηλεκτρονικό)για θέματα άμεσης επικαιρότητας 8) τη δρομολογημένη οργάνωση και λειτουργία ηλεκτρονικού περιοδικού με τίτλο «Παιδεία και θρησκεία», ως συμβολή  αφενός στην παρουσίαση συγκροτημένου επιστημονικού λόγου σε ανάλογα με τον τίτλο θέματα και αφετέρου στην τόνωση του αναγκαίου διαλόγου μεταξύ θεολόγων εκπαιδευτικών για το ρόλο και την λειτουργία του ΜτΘ, 9) Τέλος την ίδρυση των πρώτων παραρτημάτων του στην Πάτρα και σήμερα στη πόλη σας , ως Δυτικής Μακεδονίας.
Ο Σύλλογός μας μετά την επικύρωση του καταστατικού του και την εκλογή του πρώτου ΔΣ  χαιρετίζει  με ιδιαίτερη ικανοποίηση, τη σημερινή εκδήλωση, αφού με τον τρόπο αυτό παίρνει σάρκα και οστά το όραμα και η προοπτική της πανελλήνιας παρουσίας του και λειτουργίας του. Στο σημείο αυτό αξίζει να τονιστεί ότι η συλλογική μας προσπάθεια δεν φιλοδοξεί να συμβάλει μόνο στην αναβάθμιση της θρησκευτικής εκπαίδευσης στη πατρίδα μας , όπως το υποδηλώνει και η κατοχυρωμένη επωνυμία του, αλλά προσπαθεί να δείξει έμπρακτα την ουσιαστική διαφορά με άλλα σχήματα ακόμη και σε επίπεδο εσωτερικής οργάνωσης, λειτουργίας οργάνων, αντιμετώπισης ζητημάτων, προώθησης λύσεων, τρόπου και ύφους παρέμβασης σε δημόσιο διάλογο, αξιοποίησης και προβολής των μελών του, θα τολμούσα να πω ακόμη και σε θέματα αρχών και ήθους.  Ως προς το πρώτο ζήτημα,  η δημοσιευθείσα διακήρυξη τον Δεκέμβριο του 2009 έθετε με ξεκάθαρο τρόπο, τις προτεραιότητες του νέου υπό ίδρυση συλλογικού σχήματος: Θέλουμε μια κοινή θρησκευτική εκπαίδευση με υποχρεωτικό χαρακτήρα για όλους τους μαθητές με ένα μάθημα το οποίο μπορεί να ενσωματώνει και να συνθέτει αρμονικά, τα θετικά, όλων των διατυπωμένων μέχρι σήμερα προτάσεων μέσα από μια τεκμηριωμένη σε σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα παιδαγωγική άποψη. Θέλουμε το ΜτΘ να αποτελέσει εκτός των άλλων και πρόταση για την ανασύνθεση μιας αισιόδοξης προοπτικής για τους νέους του τόπου μας  και μια ουσιαστική απάντηση στα σημερινά κοινωνικά και υπαρξιακά αδιέξοδα. Ασφαλώς οδηγός μας σ’ αυτό δεν μπορεί παρά να είναι πρώτα και κύρια η παρακαταθήκη της ορθόδοξης θεολογίας και ζωντανής παράδοσης του τόπου μας, χωρίς  ωστόσο να παραγνωρίζονται  η ανάγκη κατανόησης και προσέγγισης του άλλου και διαφορετικού με  νηφαλιότητα όμως και προϋποθέσεις. Ζητάμε να αναπτυχθεί μια νέα και λειτουργική πρόταση για το ΜτΘ μέσα από ΑΠ και διδακτικά εγχειρίδια που θα οδηγούν και θα διευκολύνουν τόσο το δάσκαλο όσο και το μαθητή στην ορθή ερμηνεία, στη κριτική και τον διάλογο. Επιδιώκουμε τη συνεργασία και την αλληλεπίδραση μεταξύ όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης. Για μας η αναβάθμιση της  θρησκευτικής εκπαίδευσης αφορά ιδιαίτερα και στην τρίτη βαθμίδα, η οποία μέχρι τώρα παρακολουθεί εν πολλοίς αμέτοχη και αποξενωμένη τα τεκταινόμενα στο χώρο της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας ή και της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης. Χαρακτηριστικά σημειώνω ότι ακόμη επίσημη γραπτή τοποθέτηση για το νέο ΠΣ  δεν έχει εκδοθεί από καμία σχολή.  ΄Ετσι λοιπόν οι δομές, τα προγράμματα σπουδών των θεολογικών σχολών, η παρακολούθηση των αποφοίτων τους στο πεδίο της επαγγελματικής τους απασχόλησης, ο ρόλος τους στην επιμόρφωση ή στη διαμόρφωση εκπαιδευτικής πολιτικής, είναι μερικά από τα ζητήματα που χρειάζεται να τεθούν στο τραπέζι του διαλόγου. Ένας συλλογικός θεολογικός φορέας όπως ο δικός μας, δεν μπορεί να απουσιάζει. Πρέπει να έχει θέση και λόγο με απαιτήσεις και να κομίζει συγκεκριμένες προτάσεις. Μας ενδιαφέρει επίσης η παρακολούθηση των εξελίξεων στο ευρωπαϊκό περιβάλλον και η ανταλλαγή εμπειριών με τους ευρωπαίους συναδέλφους μας. Τέλος αυτονόητο το ενδιαφέρον μας για την οικοδόμηση ενός μόνιμου πλαισίου διαλόγου με όλους τους φορείς που άμεσα ή έμμεσα εμπλέκονται στην διαμόρφωση  της θρησκευτικής εκπαίδευσης με σταθερή και διακριτή παρουσία σ’ αυτόν.
Οι βασικές αρχές της διακήρυξης υλοποιούνται με τους σκοπούς του συλλόγου μας(άρθρο 2) οι οποίοι αναδεικνύουν μοναδικά το ενδιαφέρον του συλλόγου για ό,τι έχει σχέση-άμεσα ή έμμεσα-με την θρησκευτική εκπαίδευση, αποκλείοντας ταυτόχρονα την πιθανότητα συσχηματισμού με ιδεολογίες ή πρακτικές πολιτικής(βλ. κομματικής ) προέλευσης ή εμπλοκής με το χώρο που καλύπτει θεσμικά η  διοικούσα εκκλησία. Γιατί είναι φανερό, πως αυτό που μας ενώνει, δηλ. το αντικείμενο του λειτουργήματος που με την ευθύνη της πολιτείας και με οδηγό τη συνείδησή μας ασκούμε , είναι ισχυρότερο  από κάθε άλλη προσωπική τοποθέτηση ή προτίμηση. Στο κείμενό του καταστατικού, θα δει κάθε ενδιαφερόμενος την προσπάθεια των συντακτών και υπογραφόντων ως ιδρυτικών μελών, να διαμορφωθεί ένα πλαίσιο αρχών για την αποτελεσματική λειτουργία ενός συλλογικού φορέα, με βάση τα σύγχρονα δεδομένα. Η πικρή αν θέλετε πείρα από  τους όρους  συμμετοχής μας σε προηγούμενα ανάλογα σχήματα, μας ώθησε στη διαμόρφωση -μέσα από αλλεπάλληλες συναντήσεις της τότε ΔΕ – μιας  εφικτής πρότασης για τη δομή, τη λειτουργία των εσωτερικών οργάνων, τις δραστηριότητες και τα μέσα έκφρασης, τη συμμετοχή όλων των μελών, το σεβασμό στην αντίθετη άποψη, την καταγραφή της κριτικής, την ανάπτυξη του διαλόγου. Σταθερή επιλογή μας και επιτρέψτε μου και απαίτησή μας, η εσωτερική δημοκρατία, ο σεβασμός της φωνής κάθε μέλους, χωρίς διάθεση αποκλεισμού, υποτίμησης, αλλοίωσης ενώ αυτονόητη φυσικά  είναι η αποδοχή των  όρων  ενδοσυλλογικής  λειτουργίας και συμπεριφοράς, όλων των μελών και αυτών του ΔΣ συμπεριλαμβανομένων, γεγονός που αποδεικνύει  στη πράξη εκτός των άλλων  το εκκλησιαστικό μας ήθος.
  Αγαπητοί συνάδελφοι, συνεχίζουμε με τη σημερινή εκδήλωση(μετά την Πάτρα το Μάϊο) δίνοντας λόγο στην περιφέρεια , επειδή πιστεύουμε -και η σημερινή ημερίδα το δείχνει στη πράξη- ότι ο χώρος αυτός έχει «φωνή» και η φωνή αυτή πρέπει να ακουστεί. Την ευκαιρία γι αυτό, τη δίνει το νέο ΠΣ για το Μάθημα των Θρησκευτικών και την αφορμή η ολοκλήρωση της πρώτης πιλοτικής χρονιάς διδασκαλίας του.
Σας καλέσαμε σήμερα όχι μόνο για να ακούσετε τη φωνή του συλλόγου μας και την πρότασή του για το «τι» και το «πως» της παρουσίας του όσο και τη φωνή των συντελεστών του ΠΣ,  αλλά κυρίως  για να καταγράψουμε τις δικές σας τοποθετήσεις, τα δικά σας σχόλια, τις δικές σας προτάσεις, παρατηρήσεις, ίσως και επιφυλάξεις ή αντιρρήσεις. Από τον περασμένο Σεπτέμβριο όταν η επιτροπή σύνταξης του νέου ΠΣ ολοκλήρωσε σε εκείνη τη φάση το έργο της μαζί με τον Οδηγό για τον εκπαιδευτικό, μια πρόσθετη περισσότερη εξειδικευμένη βιβλιογραφική πρόταση, την ψηφιοποίηση παλαιότερων διδακτικών εγχειριδίων του μαθήματος τόσο στο δημοτικό όσο και στο Γυμνάσιο-Λύκειο και μια συλλογή εικαστικού υλικού, ως ελάχιστη υποστήριξη στην όλη πρόταση, έχουν περάσει πλέον 15 μήνες.
Στο διάστημα αυτό και έπειτα από την σταδιακή ανάρτηση όλων αυτών των υλικών στο ψηφιακό σχολείο και παράλληλα με την –για πρώτη φορά στην Ελλάδα- επιχειρούμενη πιλοτική εφαρμογή των νέων ΠΣ, δημοσιεύτηκαν αρκετά κείμενα κριτικής κυρίως σε ηλεκτρονικούς χώρους και δευτερευόντως σε έντυπα(εφημερίδες, περιοδικά).
Η κριτική αυτή σχεδόν στο σύνολό της ήταν αρνητική. Έχω τη γνώμη  ότι ήταν άδικη, επειδή ήταν βιαστική, έγινε χωρίς τις απαιτούμενες για την περίσταση προϋποθέσεις και άρα αρκετά επιπόλαιη.  Οι συντάκτες των κειμένων αυτών θεώρησαν στην συντριπτική τους πλειοψηφία, ότι το νέο ΠΣ διαβάζεται όπως ένα διδακτικό εγχειρίδιο. Επισήμαναν λοιπόν τις ελλείψεις και τα κενά του, τις αντιφάσεις του, τις δυσκολίες του, τα σκοτεινά του σημεία και άλλες πολλές αδυναμίες, παραθέτοντας κάθε φορά, φράσεις η και μεμονωμένες λέξεις από τα βασικά του θέματα ή τους σκοπούς και τις δραστηριότητές του· έκριναν και αποφάνθηκαν με ένα και μοναδικό μέτρο: το ποσοστό της Ορθοδοξίας στο νέο ΠΣ. Αφού με  αυθαίρετο τρόπο καθόρισαν το όριο, άρχισαν τις μετρήσεις, καταγράφοντας και απαριθμώντας τίτλους, φράσεις, λέξεις και όρους. Δεν προσπάθησαν καθόλου να δουν πίσω από τις λέξεις και τις φράσεις. Έτσι είδαν ότι απουσιάζει ο Χριστός και η διδασκαλία του, ότι λείπει η Ανάσταση, η Παναγία και άλλα που οφείλονται σε μια τερατώδη και καλπάζουσα φαντασία. Βάφτισαν τα θρησκειολογικά παράλληλα του ΠΣ, ως επιχειρούμενη εισαγωγή πανθρησκείας και θρησκευτικό συγκρητισμό.  Δεν είδαν ή δεν ήθελαν να δουν το νέο ΠΣ με ψυχραιμία και νηφαλιότητα. Δεν αναγνώρισαν ότι το  ΠΣ είναι ένα εργαλείο για την αναπροσαρμογή διδακτικών πρακτικών, που υπηρετούν με τη σειρά τους μια δεδομένη ύλη, που για συγκεκριμένους λόγους-μπορούμε στη συζήτηση να αναφερθούμε σ’ αυτούς-είναι διαφορετική στην διάταξή της αλλά και εν μέρει και στο περιεχόμενό της και φυσικά αντίστοιχους μαθησιακούς σκοπούς και στόχους. Το  κάθε  ΠΣ  είναι προφανές πως δεν μπορεί να ταυτίζεται με  ομολογία πίστεως  και επομένως να συγκρίνεται ή να κρίνεται με βάση παρόμοια κείμενα. Αντλεί φυσικά, στοιχεία και θέματα, τρόπους διατύπωσης από την Ορθόδοξη θεολογία, αλλά όλα αυτά τα μετουσιώνει σε πρόταση διδασκαλίας με συγκεκριμένη στόχευση, που δεν είναι άλλη είναι  παρά η γνώση από το μαθητή, σε τέτοιο βαθμό, ώστε ο τελευταίος να αναγνωρίζει τα ιδιαίτερα στοιχεία της ταυτότητάς του, όχι μόνο γιατί κάποιος του τα δίδαξε αλλά κυρίως γιατί παρακινήθηκε να τα ανακαλύψει σε μια πορεία μάθησης, στην οποία έχει και ο ίδιος ενεργό  ρόλο.  Επιπλέον επειδή η ασκηθείσα κριτική προήλθε και από χώρους εκτός των αναμενόμενων ( π.χ. δημοσιογράφοι) πρέπει να τονιστεί ότι το ΠΣ δεν απευθύνεται   στο ευρύ αναγνωστικό κοινό. Δεν είναι και δεν μπορεί να γίνει λαϊκό ανάγνωσμα αφού δεν είναι δυνατή η ανάγνωσή του όταν δεν πληρούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Δεν απευθύνεται , ως πρόταση περιεχομένου και στρατηγικών μάθησης ούτε καν στους μαθητές μας καθώς και αυτό ακόμη  υπογράμμισε η κριτική, αφού θεώρησε ότι το ΠΣ με τη μορφή που όλοι έχετε γνωρίσει, θα είναι ένα ανοιχτό βιβλίο στο θρανίο του μαθητή.
Είναι κυρίως και πρωτίστως διδακτική πρόταση για τον εκπαιδευτικό. Αυτός είναι ο πρωταγωνιστής , θα έλεγα χρησιμοποιώντας θεατρικούς όρους, αλλά και ο σκηνοθέτης· αυτός  έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο. Αυτός έχει τα «κλειδιά» για να ξεκλειδώσει το πρόγραμμα. Να ανακαλύψει  δυνατότητες, να φέρει στην επιφάνεια κρυμμένες εικόνες, να προχωρήσει μe βάση τη προσωπική του ευαισθησία σε ποικίλους συνδυασμούς στο σχεδιασμό της διδασκαλίας του. Αλλά ακόμη κι αν δεχθούμε ότι δυσκολεύεται να αναγνωρίσει πλήρως τις καινοτομίες του νέου ΠΣ, διαθέτει εντούτοις τις προϋποθέσεις για να τις κατακτήσει. Περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον ενδιαφερόμενο, πιθανό κριτικό αναγνώστη και σχολιαστή του. Είναι άξιο απορίας το γεγονός ότι σε όλες τις μέχρι τώρα δημοσιευμένες κριτικές αλλά και σε προφορικές τοποθετήσεις συναδέλφων, που αρνούνται κάθε συζήτηση ουσίας πάνω στο νέο ΠΣ, απουσιάζει ο «εκπαιδευτικός» . Για όλους αυτούς υπάρχει  από τη μια μεριά το νέο ΠΣ και από την άλλη ο μαθητής. Ο δάσκαλος, ο καθηγητής, είναι απών. Καμία αναφορά για τον κύριο πρωταγωνιστή, που αγνοείται συστηματικά. Το ΠΣ με κάποιο τρόπο μαγικό(;) περνάει κατευθείαν στους μαθητές, οι οποίοι υφίστανται όλη αυτή τη δοκιμασία, χωρίς δυνατότητα αντίδρασης.
Αγαπητοί συνάδελφοι,
Όλο αυτό το διάστημα η επιτροπή του ΠΣ υπέστη μια σφοδρή, ολομέτωπη και πολύπλευρη επίθεση, η οποία επεκτάθηκε σε προσωπικούς αήθεις χαρακτηρισμούς, ακόμη και «ανάγνωση» προθέσεων και συνειδήσεων, ή θεώρηση τρόπου ζωής των μελών της επιτροπής.  Οι περισσότεροι πιθανώς έχετε διαβάσει τα σχετικά κείμενα αυτής της κριτικής, που εκπορεύεται από εκπαιδευτικούς και μη, από θεολόγους και μη, από στελέχη της διοικούσας εκκλησίας, από ιστορικές φυσιογνωμίες του μοναχισμού, από πολιτικά πρόσωπα αλλά και από δημοσιογράφους. Αντιλαμβάνεστε ότι μίλησαν για το ΠΣ και μη ειδικοί αλλά αποφάνθηκαν ως ειδικοί. Στην κριτική αυτή επιστρατεύτηκαν όλα τα μέσα. Είναι λυπηρό αλλά εξίσου πραγματικό το γεγονός ότι πολλοί επιχειρηματολόγησαν με ανακρίβειες. Ίσως κάποιος άλλος πιο αυστηρός  από μένα, θα έλεγε στην κυριολεξία,  με ψέμματα. Για να παρασύρουν ποιους; Όταν το ΠΣ είναι μάλιστα εκτεθειμένο σε κοινή θέα, αναρτημένο στο ψηφιακό σχολείο. Είναι βέβαια κοπιώδες έργο να διαβαστεί λεπτομερώς μαζί με τον οδηγό για τον εκπαιδευτικό και μάλιστα από κάποιον που δεν έχει σοβαρό προσωπικό λόγο να το πράξει. Οπότε είναι προφανής η εύκολη λύση είτε της αποσπασματικής ανάγνωσης, είτε της ανάγνωσης με συγκεκριμένα κριτήρια, είτε ακόμη καλύτερα η άκριτη υιοθέτηση φημών  χωρίς καμία διασταύρωση. Εκρίθη αρνητικά ακόμη και αυτή η πιλοτική εφαρμογή καθώς θεωρήθηκε ως επιλογή της συγκεκριμένης επιτροπής του ΠΣ και όχι ως πολιτική του υπουργείου.  Πλήρης άγνοια, πλήρης παρανόηση. Είναι απορίας άξιο, πως είναι δυνατόν να αποφανθείς για την καταλληλότητα ή μη ενός ΠΣ εφόσον δεν το έχεις διδάξει στη τάξη ή ακόμη χειρότερα δεν πρόκειται ποτέ να το διδάξεις. Με ποια κριτήρια άραγε μπορεί να γίνει αυτό; Είναι δυνατόν να  μιλήσουμε με σιγουριά για την αποτυχία ενός σχεδίου δράσης πριν αυτό δοκιμαστεί στη πράξη, έστω με τη μορφή άσκησης ;
 Έγινε επίσης και γίνεται προσπάθεια σύνδεσης του νέου ΠΣ με την ίδρυση και λειτουργία του συλλόγου μας. Απαντήσαμε με αυστηρή επιστολή σε σχετικό δημοσίευμα στο Ορθόδοξο Τύπο  του συναδέλφου και ΓΓ της ΠΕΘ, ο οποίος εγκαλούσε προκλητικά τα μέλη του ΔΣ για προδοσία της ορθοδοξίας και για προσχώρηση στην πανθρησκεία. Πρέπει να σας πληροφορήσω ότι η επιστολή μας δημοσιεύτηκε στο φύλλο της 2/11/2012. Είναι προφανές ότι η προσπάθεια να πληγεί και δι αυτού του τρόπου ο ΚΑΙΡΟΣ από το συγκεκριμένο χώρο και τα συγκεκριμένα πρόσωπα, αποδεικνύει έλλειψη ψυχραιμίας και απουσία στοιχειώδους ήθους και βεβαίως αδυναμία συνειδητοποίησης των  λανθασμένων επιλογών τους σε επίπεδο προσώπων, τακτικής και ύφους επί σειρά δεκαετιών.
Ποιοι δεν έχουν μιλήσει επαρκώς μέχρι τώρα; Με ελάχιστες εξαιρέσεις δεν έχουν μιλήσει οι εκπαιδευτικοί της τάξης. Δεν έχουν μιλήσει, τουλάχιστον επαρκώς, οι διδάσκοντες το νέο ΠΣ στα πιλοτικά σχολεία. Αυτοί είναι οι πρωταγωνιστές και αυτούς πρέπει να ακούσουμε. Τις διαπιστώσεις τους και τις εμπειρίες τους από την πρώτη –και θα παραδεχθούμε εδώ-προβληματική, για πολλούς λόγους, που μπορεί στη συζήτηση να αναφερθούν,  πιλοτική εφαρμογή του. Η μικρή εμπειρία μου από εκπαιδευτικούς της τάξης, που δίδαξαν το νέο ΠΣ, στη διάρκεια της πιλοτικής εφαρμογής, σε σχολεία της Αθήνας, αποδεικνύει πως αρκετοί συνάδελφοι είδαν πρωτόγνωρες δυνατότητες στο νέο ΠΣ αλλά και αρκετά προβλήματα στη πράξη. Για να μιλήσουμε ελεύθερα και ως αληθινοί δάσκαλοι, που γνωρίζουμε , θα έλεγα,  από πρώτο χέρι, τις αδυναμίες και τις αγκυλώσεις παλαιοτέρων ΑΠ, ας αναγνωρίσουμε με ειλικρίνεια ο καθένας ξεχωριστά: πόσες φορές αναγκαστήκαμε να υπερβούμε το διδακτικό εγχειρίδιο, επειδή μια θεματική ενότητα δεν ταίριαζε  στο μάθημα που θέλαμε να κάνουμε ούτε στους συγκεκριμένους μαθητές που είχαμε μπροστά μας… πόσες φορές αυτό που γράψαμε στο βιβλίο ύλης δεν είχε σχέση με από αυτά που πραγματικά διδάξαμε, ξεφεύγοντας από την δέσμευση της δεδομένης διδακτέας ύλης… Πόσες φορές μέχρι τώρα δεν έχουμε αντικαταστήσει –ίσως με λίγο φόβο στα πρώτα μας βήματα - το τυπικό μοντέλο (παράδοση-εξέταση) με άλλες πρακτικές και μεθόδους….Πόσες φορές δεν συζητήσαμε για όλα αυτά με φίλους μας και συναδέλφους αναζητώντας δικαίωση ή «νομιμοποίηση» σε ό,τι εφαρμόσαμε στη τάξη και πόσες φορές δεν αισθανθήκαμε ανακούφιση γιατί ανακαλύψαμε με ευχάριστη έκπληξη ότι και άλλοι είχαν τις ίδιες ανησυχίες, τους ίδιους προβληματισμούς και είχαν αναλάβει ανάλογες πρωτοβουλίες….
Έτσι στη συνέχεια όλων αυτών το νέο ΠΣ νομίζουμε ότι διευκολύνει και νομιμοποιεί: Την καινοτομία, την  δημιουργική πρωτοβουλία, την εναλλακτική  διδακτική προσέγγιση, τον εμπλουτισμό με το προσωπικό στοιχείο, την προσαρμογή  της διδασκαλίας στο περιβάλλον της τάξης μας, την διαφορετική αξιολόγηση, την ουσιαστική συμμετοχή των μαθητών ακόμη και των αδιάφορων, την απαγκίστρωση από την  στεγνή γνώση και την επάρατη μηχανική απομνημόνευση. Από την άλλη πλευρά είναι γεγονός ότι δεν διευκολύνει την μετωπική διδασκαλία-χωρίς φυσικά να την αρνείται όταν και όπου είναι απαραίτητη- και τον μονόλογο του εκπαιδευτικού, δεν νομιμοποιεί την αδράνεια και παθητική στάση των μαθητών, δεν επιτρέπει την αδιαφορία, και τον εφησυχασμό.
Σε όλο αυτό το διάστημα της πιλοτικής εφαρμογής  ο σύλλογός μας δέχθηκε και αυτός  κάποιες επιθέσεις, καθώς παρεξηγήθηκε πλήρως η στάση του απέναντι στο ΠΣ, επειδή  μέχρι σήμερα δεν έχει τοποθετηθεί επίσημα . Ο ΚΑΙΡΟΣ επέδειξε αυτοσυγκράτηση-μια τοποθέτηση με ένα κείμενό του δεν είναι δα και το δυσκολότερο πράγμα- και από την πρώτη στιγμή συστήσαμε τα μέλη μας-και εδώ πρέπει να πω ότι στη συντριπτική τους πλειοψηφία +80% είναι ενεργοί εκπαιδευτικοί -αφού μελετήσουν το ΠΣ να προσπαθήσουν να διδάξουν τμήματά του στα σχολεία τους ακόμη και αν δεν ανήκουν στην ομάδα των πιλοτικών. Επομένως ήταν συνειδητή απόφασή μας να μην σπεύσουμε στην όποια μας τοποθέτηση  απέναντι στο ΠΣ,  πριν αυτό εφαρμοστεί στη τάξη. Επρόκειτο για επιλογή που φανερώνει σύνεση, σοβαρότητα και υπευθυνότητα. Κάθε έργο και μάλιστα τέτοιας έκτασης όπως το ΠΣ και ο Οδηγός για τον εκπαιδευτικό, απαιτεί χρόνο και κόπο για να γίνει κατανοητό, να αναλυθούν και να τεθούν σε εφαρμογή τα δεδομένα του, ακόμα και από ένα ειδικό, όπως είναι ο δάσκαλος της τάξης,  δηλ. ο δάσκαλος της πράξης. Η επίσημη τοποθέτηση του ΚΑΙΡΟΥ για το νέο ΠΣ βρίσκεται στο τελευταίο στάδιο της σύνταξής της και επίκειται εντός του μηνός η δημοσίευσή της. Παράλληλα βέβαια πρέπει να σας ενημερώσω ότι η επιτροπή σύνταξης του ΠΣ στο πλαίσιο των συμβατικών της υποχρεώσεων, απέναντι στη Πολιτεία και στο γενικό συντονιστή του έργου, εργάζεται εντατικά για την αξιοποίηση όλων των θετικών στοιχείων της όποιας μέχρι σήμερα  σοβαρής και υπεύθυνης κριτικής και την ενσωμάτωση στο ΠΣ αλλαγών, βελτιώσεων, νέων στοιχείων. Στο διάστημα της πιλοτικής εφαρμογής του πολλά μέλη της επιτροπής είχαν την ευκαιρία να συνομιλήσουν με συναδέλφους πιλοτικών σχολείων και να ακούσουν από πρώτο χέρι τις  παρατηρήσεις τους, τα σχόλιά τους ακόμη και τα παράπονά τους. Όλα αυτά αλλά και δεύτερες και τρίτες ματιές και σκέψεις των ίδιων των μελών της επιτροπής, συνθέτουν ένα αξιοποιήσιμο υλικό, το οποίο με την συνεργασία όλων, πιστεύουμε πως θα συμβάλει στη δυναμική που αναπτύσσεται για ουσιαστικές βελτιώσεις, επανακαθορισμούς και αποσαφηνίσεις. Το οριστικό αποτέλεσμα της τελικής αυτής προσπάθειας θα είναι έτοιμο περί τις αρχές της Άνοιξης και θα τύχει και πάλι ανάλογης δημοσιότητος.
Ο ΚΑΙΡΟΣ συνεχίζει το διάλογο  και με  την σημερινή εκδήλωσή του, που οργανώθηκε με τόση φροντίδα από τους  συναδέλφους του τοπικού του τμήματος . Βρισκόμαστε σε μια τροχιά δυναμικής ανάπτυξης και παρουσίας. Ασφαλώς πρέπει να ακολουθήσουν  και άλλες παρόμοιες ευκαιρίες σε άλλα γεωγραφικά διαμερίσματα, όπου η παρουσία των μελών μας συνιστά λόγο δημιουργίας τοπικού τμήματος. Στην εξυπηρέτηση της εξωστρέφειας ακόμη και σε επίπεδο λειτουργίας του ΔΣ, το καταστατικό προβλέπει τη δυνατότητα συνεδρίασής του και σε άλλη πόλη εκτός αυτής της έδρας του. Έτσι η επόμενη σύγκλησή του που προσδιορίζεται χρονικά – εκτός απροόπτου- μέσα στο Μάρτιο θα γίνει στη Λάρισα, με την προοπτική ίδρυσης τοπικού τμήματος για τη Θεσσαλία.  Μέσα στον μεσοπρόθεσμο προγραμματισμό εκδηλώσεων προτεραιότητα έχουν εκείνες που με αφορμή το ΠΣ υπηρετούν τον κεντρικό στόχο της συλλογικής μας οντότητας, δηλ. την αναβάθμιση της θρησκευτικής εκπαίδευσης στη χώρα μας. Σε κεντρική εκδήλωση θα παρουσιαστούν ελπίζουμε και τα αποτελέσματα μιας ιδιαίτερα αξιέπαινης ερευνητικής προσπάθειας, που συντονίστηκε από ομάδα συναδέλφων στη Θεσσαλονίκη και αφορά σε ζητήματα σχετικά με την θρησκευτική εκπαίδευση, τους συντελεστές και τις παραμέτρους της. Αξίζει να σημειωθεί ότι η εργασία αυτή έγινε αθόρυβα αλλά μεθοδικά και σύμφωνα με όλες τις επιστημονικές προϋποθέσεις. Πρόκειται για ένα άριστο δείγμα συλλογικής εργασίας που πραγματοποιήθηκε στη περίοδο της συγκρότησης του συλλόγου, ως έμπρακτη απόδειξη του δυναμισμού και της υπευθυνότητας του κλάδου μας αλλά και ιδιαίτερα των μελών μας. 
 Ελπίζω, πως η σημερινή ευκαιρία θα δώσει χρήσιμα συμπεράσματα που θα αξιοποιηθούν στο μέγιστο βαθμό τόσο από το ΔΣ του συλλόγου μας. Παράλληλα ως μέλος της επιτροπής σύνταξης του νέου ΠΣ αν και εδώ παρίσταμαι κυρίως ως μέλος του ΔΣ, θα σημειώσω ό,τι κατατεθεί για το ΠΣ, ώστε να τεθεί υπόψη της ολομέλειας της επιτροπής. Πιστεύω αληθινά πως τίποτε δεν συγκρίνεται με αυτό  που προσκομίζει  σε έναν ειλικρινή και έντιμο διάλογο, η γνώση  για το ΜτΘ και τις πραγματικές του ανάγκες, όπως αυτή  εξάγεται μέσα από την μαθησιακή διαδικασία, την εμπειρία και τη μαρτυρία του εκπαιδευτικού.
Σας ευχαριστώ για την υπομονή σας



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου