Δευτέρα 6 Ιουνίου 2011

Νίκος Στουπάκης: «Ο Άγιος Μηνάς της Χίου» του Κωνσταντίνου Καρατζά



[ Παρουσίαση του βιβλίου με βιωματική προσέγγιση
στο Ομήρειο Πνευματικό Κέντρο Δήμου Χίου, το Μάρτιο του 2009]

Όταν ο συγγραφέας του βιβλίου Κώστας Καρατζάς μού ζήτησε να παρουσιάσω την εργασία του, δεν δίστασα ούτε στιγμή. Νέος εκπαιδευτικός, φαινόταν στην Εισαγωγική Επιμόρφωση, μετά τον πρόσφατο διορισμό του, να ενδιαφέρεται όχι μόνο για τα θεολογικά μαθήματα, αλλά και για τα φιλολογικά, και ιδιαίτερα την Ιστορία, κλάδο στον οποίο ειδικεύθηκε σε μεταπτυχιακό επίπεδο. Άλλωστε μια ματιά μόνο να ρίξει κανείς στο βιβλίο για την Ιστορία του Αγίου Μηνά, αρκεί ώστε να βεβαιωθεί για την επιστημονική πληρότητα που χαρακτηρίζει το έργο του.
Πολλά μπορεί να γράφονται για πρόσωπα και γεγονότα – στην περίπτωσή μας για Μονές, θρησκευτικές φυσιογνωμίες κ. λ. π. Άλλο είναι όμως η προσέγγιση με απλή ευσεβή διάθεση και άλλο με επιστημονική μεθοδολογία. Η επιστημονική αναζήτηση της ιστορικής αλήθειας μακριά από κάθε άλλη σκοπιμότητα, είναι το στοιχείο που χαρακτηρίζει την έκδοση αυτή - γι’ αυτό άλλωστε βρίσκομαι εδώ σήμερα, αφού δεν έχω τη θεολογική ιδιότητα, όπως ίσως θα περίμενε κανείς. Ο Κωνσταντίνος Καρατζάς λοιπόν, ακολουθώντας την παράδοση πολλών Ελλήνων θεολόγων συγγραφέων, «της αληθείας εραστής» κατά την έκφραση παλαιού Χιώτη θεολόγου και ιατροφιλοσόφου, έφερε σε πέρας τη μελέτη αυτή, που, έχει σημασία, επαινέθηκε ιδιαίτερα από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, όπου είχε κατατεθεί, και αξιολογήθηκε με ‘Άριστα’.
Πέρα όμως από την ανάγκη να προσπαθεί συνεχώς ένας συγγραφέας να γράφει την αλήθεια, απομακρύνοντας κάθε διάθεση για αποσιώπηση ή ωραιοποίηση πραγμάτων, στην περίπτωση των χιακών θεμάτων παρουσιάζεται μια επιπλέον αντικειμενική δυσκολία: είναι η εξαφάνιση σημαντικού μέρους των αρχειακών πηγών του νησιού, λόγω μεγάλων καταστροφών, κυρίως κατά τη σφαγή του 1822 και το μεγάλο σεισμό του 1881. Αυτό δεν κάνει μόνο περισσότερο επίπονη την αναζήτηση της αληθινής γνώσης, αφού καταφεύγει κάποτε κανείς σε εναλλακτικές ιστορικές πηγές εκτός Χίου, αλλά μερικές φορές αυτό υψώνει αδιαπέραστο τείχος σιωπής.
Υπάρχει και ένας δεύτερος βασικός λόγος, για τον οποίο βρίσκομαι σ’ αυτό το βήμα: Το αντικείμενο του βιβλίου, η Μονή του Αγ. Μηνά της Χίου, είναι ένα από τα σημαντικότερα μνημεία του τόπου μας. Η Βιβλιοθήκη που διέθετε καθώς και το Σχολείο που λειτουργούσε στο χώρο της, πρόσφεραν το σπουδαιότερο «όπλο» στους υπόδουλους Χιώτες: την παιδεία, που είχε τη δύναμη ν’ αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τον κατακτητή. γιατί αφύπνιζε το φιλελεύθερο φρόνημα και φούντωνε την αγάπη για αξιοπρέπεια και ελευθερία. Επιπλέον, κατά μία ιστορική συγκυρία, ο Άγιος Μηνάς έγινε εθνικό μνημείο για το νησί μας, τοπόσημο και σύμβολο θυσίας και αντίστασης στη βία.
……………………………………………………………………………….
Όταν επιχείρησα μια πρώτη επίσκεψη στις αρχές του νέου έτους, για να δω το χώρο της Μονής πριν ν’ αρχίσω να γράφω την παρουσίαση του βιβλίου, η εικόνα που αντίκρυσα ήταν καταλυτική: μέσα στην ασταμάτητη βροχή και τη σκοτεινιά εκείνου του πρωινού, συνομιλούσα με μια από τις λίγες εναπομείνασες μοναχές - φύλακες στην ουσία του ιερού χώρου, και έβλεπα τα λίγα απομεινάρια της παλιάς εποχής: κάποια κτίσματα, τις δεξαμενές του νερού, ένα κομμάτι της βαριάς εξώθυρας με τα σημάδια των όπλων του Οθωμανού κατακτητή, οστά, πολλά οστά μαρτύρων, και τα τρία κυπαρίσσια μπροστά στο Μαυσωλείο, βουβούς μάρτυρες της ιστορίας. Ο αέρας, το ακίνητο τοπίο μέσα στη λυτρωτική βροχή, όλα έδιναν την αίσθηση των συνταρακτικών γεγονότων που συνέβησαν το 1822, αλλά και της σημαντικότητας της Μονής για πολλά χρόνια, από τα τέλη του 16ου αιώνα που ιδρύθηκε. Αποφάσισα ν’ αφήσω εκείνη τη μέρα το χώρο – άλλες, καλύτερες ώρες θα προσφέρονταν σίγουρα για πιο ψύχραιμη μελέτη, σύμφωνη, όπως είπαμε πιο πριν, με τον επιστημονικό χαρακτήρα του βιβλίου.
Πράγματι, ακριβώς την επόμενη μέρα, με το βιβλίο ανά χείρας, σε ένα ηλιόλουστο διάλειμμα του καιρού, η ανάγνωση του έργου και η ψηλάφηση του χώρου ήταν ιδιαιτέρως αποκαλυπτικά.
…………………………………………………………………………
Στο φυσικό του χώρο, το βιβλίο του Κώστα Καρατζά άρχισε να μου αποκαλύπτει την Ιστορία του Μοναστηριού και μαζί την ιστορία του τόπου μας.
Ο Πρόλογος της έκδοσης φιλοξενεί τη βαρύνουσα γνώμη ενός γνώστη της χιακής ιστορίας και όχι μόνο της εκκλησιαστικής, του διδάκτορα πατέρα Γεωργίου Λιαδή. Γράφει ότι όλη η χρονική ιστορική διαδρομή της Μονής και η σπουδαία πολιτιστική και εθνική προσφορά της αποτυπώνεται με αρκετή σαφήνεια στην αξιόλογη εργασία του συγγραφέα. Αξιέπαινα χαρακτηριστικά της είναι κατά τον Γεώργιο Λιαδή, η ανεύρεση άγνωστων μέχρι σήμερα ιστορικών στοιχείων, η σωστή αξιολόγηση του υλικού, η σαφής άποψη του συγγραφέα στα ώς τώρα αδιευκρίνιστα περιστατικά, η σωστή γλώσσα και το ύφος της εξιστόρησης και, ακόμη, η αμερόληπτη εξέταση και η επιστημονική μεθοδολογία της παρουσίασης του όλου θέματος.
Φυλλομετρώ πρόχειρα το βιβλίο για να δω τα κεφάλαια του έργου. Μου αποκαλύπτεται μια άριστη, κατά τη γνώμη μου, δομή, με πολλές ενότητες και εύστοχες υποδιαιρέσεις. Στο πρώτο μέρος παρακολουθούμε την πορεία του πνευματικού καθιδρύματος από την ίδρυσή του μέχρι το 1822, στο δεύτερο τα σχετικά με το μεγάλο δράμα της καταστροφής σ’ εκείνο τον τόπο, και στο τρίτο την ιστορία από την επαναλειτουργία μέχρι σήμερα.
Σ’ ένα τόπο πνευματικής εγρήγορσης, 10 λεπτά με το αυτοκίνητο από την πόλη, στην κορυφή ενός καταπράσινου από σκίνους και ελιές λόφου, ξεδιπλώνεται μπροστά μου από τις σελίδες του βιβλίου η συναρπαστική ιστορία: γεμάτη με γεγονότα χαράς και ψυχικής ανάτασης, αλλά και πόνου, και προβληματισμού.
Ο παπα- Νεόφυτος Κούμανος μαζί με το γιο του διαλέγουν έναν εξαιρετικό τόπο για να χτίσουν τη Μονή, κάπου μεταξύ του 1572 και 1595. Φυσικά, αυτό έγινε δυνατό μετά την αποχώρηση των Γενοβέζων το 1566, αφού αυτοί, όπως γνωρίζουμε ήταν καταπιεστικοί δυνάστες για τα λαϊκά στρώματα, και στο ζήτημα της θρησκευτικής ελευθερίας χειρότεροι από τους Τούρκους, οι οποίοι τους διαδέχτηκαν στο νησί.
Ο Άγιος Μηνάς ήταν σταυροπηγιακό ίδρυμα και υπαγόταν για ένα μεγάλο διάστημα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, ως ανδρικό μοναστήρι - και όχι στη Μητρόπολη της Χίου. Με επιτρόπους που εκλέγονταν από τους δημογέροντες του τόπου, σιγά - σιγά αναπτύχθηκε τον 17ο και 18ο αιώνα και γνώρισε ακμή. Το κατέτασσαν στην τριάδα των σημαντικότερων μοναστηριών της Χίου, μαζί με τη Νέα Μονή και τη Μονή Μουνδών.
Από νωρίς τράβηξε την προσοχή των επισκεπτών και ιδιαίτερα των ξένων περιηγητών, για την όμορφη τοποθεσία, το εντυπωσιακό Καθολικό του (δηλ. την κεντρική εκκλησία), που ήταν απλοποιημένο αντίγραφο της Νέας Μονής (καταστράφηκε αργότερα σχεδόν εξολοκλήρου) και για την ακμάζουσα πορεία του. Οι περιηγητές, ευτυχώς, μας διέσωσαν αρκετές εντυπώσεις και πληροφορίες, που δημοσιεύθηκαν στις πατρίδες τους. Η περιουσία της Μονής αύξαινε μαζί με τον πληθυσμό της και πολλοί αγρότες δούλευαν στα κτήματά της.
Αρκετές λεπτομέρειες σχετικά με την απόκτηση και διαχείριση αυτών των κτημάτων προφανώς είναι ιδιαίτερα χρήσιμες στους ερευνητές που ασχολούνται με την οικονομική και κοινωνική οργάνωση των ελληνικών τόπων κατά την Τουρκοκρατία (φορολογία, ενοικιαστές φόρων, εργασίες μοναχών, ο ρόλος των αγροτών της περιοχής, ο ρόλος του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της τουρκικής διοίκησης).
Πολύτιμες πληροφορίες για τη μελέτη του αντλεί ο συνάδελφος από το αρχειακό υλικό: της ίδιας της Μονής, της Μητρόπολης Χίου, των Γενικών Αρχείων του Κράτους και της Βιβλιοθήκης Χίου ‘Ο Κοραής’. To πλήθος των υποσημειώσεων και παραπομπών του βιβλίου, αλλά και η Βιβλιογραφία του τέλους, μαρτυρούν το μόχθο του συγγραφέα να αντλήσει, να διασταυρώσει και να αξιολογήσει το αρχειακό του υλικό. Κοντά σ’ αυτό, βλέπω καθώς διαβάζω το βιβλίο, τα σοβαρά βοηθήματα και τις δευτερογενείς πηγές που χρησιμοποιήθηκαν: του Γ. Ζολώτα, Ιω. Ανδρεάδη, του πατριάρχη Ιεροσολύμων Δοσίθεου, του Αλεξ. Βλαστού, του Σγουρού, Ιωακείμ Φορόπουλου, Κ. Αμάντου και άλλων νεότερων.
Θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρω το έργο των Φ. Αργέντη και Στίλπωνος Κυριακίδη Η Χίος παρά τοις γεωγράφοις και περιηγηταίς. Είναι ένας θησαυρός ειδήσεων, και για την παρουσιαζόμενη σήμερα εργασία, αρκεί βέβαια να μεταχειριστεί το έργο ο μελετητής με την πρέπουσα προσοχή, έχοντας υπόψη πως τα δημοσιεύματα των περιηγητών, λόγω των γνώσεων και του ελάχιστου χρόνου που διέθεταν για κάθε τόπο, αρκετές φορές παρουσιάζουν ελλείψεις και ανακρίβειες.
Μια λεπτομέρεια στο δεύτερο κεφάλαιο του πρώτου μέρους μού τραβάει την προσοχή και με συγκινεί. Λίγο μετά το θάνατό του μεταφέρθηκαν στον Άγ. Μηνά οστά ενός νεομάρτυρα που είχε βασανιστικό τέλος στη Χίο: του νεαρού Ζακυνθινού ναύτη Θεόφιλου, που τον έκαψαν ζωντανό οι Τούρκοι στο Βουνάκι της Χίου, στις 24 Ιουλίου του 1635. Σκέφτομαι πως αυτό το περιστατικό ήταν μια προεικόνιση της σφαγής, που θα ακολουθούσε μετά δυο σχεδόν αιώνες, στον ίδιο χώρο που βρισκόμουν.
Την προσοχή μου ελκύει το κεφάλαιο για τα παλαιά κτίσματα και την αρχιτεκτονική τους. Βλέπω πώς υψώνονται σιγά – σιγά οι οχυρώσεις, το τείχος και οι υπόλοιπες οικοδομές του μοναστηριού, καθώς και τα προσκτίσματα: αποθήκες, στέρνες, ξενώνες. Είναι πολύ ενδιαφέροντα όσα αναγράφονται για το αρχικό καθολικό της Μονής, που θεμελιώθηκε τον 16ο αιώνα και ανήκει στον τύπο του μονόχωρου οκταγωνικού τρουλαίου ναού. Πολλές λεπτομέρειες μπορούν να διαβάσουν όσοι ενδιαφέρονται, στηριγμένες στις πολύ καλές μελέτες του αρχιτέκτονα και ερευνητή Χαράλαμπου Μπούρα.
………………………………………………………………………………..
Διαβάζω: «Κατά τους δύο τελευταίους αιώνες, που προηγήθηκαν της έναρξης της ελληνικής επανάστασης του 1821, η Μονή του Αγ. Μηνά γνώρισε μέρες ακμής και άνθησης στα γράμματα, την αγιογραφία και τη στήριξη του υπόδουλου ελληνικού έθνους […]. Στη διάρκεια εκείνης της περιόδου η Μονή διέθετε μεγάλη […] και ονομαστή Βιβλιοθήκη». Και πιο κάτω βλέπω ένα ολόκληρο κεφάλαιο αφιερωμένο στο Σχολείο της Μονής.
Είναι γνωστός ο ρόλος των Σχολείων επί τουρκοκρατίας στον ελλαδικό χώρο και στη Χίο ειδικότερα. Είναι οι πνευματικές εστίες που παρείχαν τη μόρφωση βέβαια της εποχής, αλλά κυρίως συντελούσαν στην αφύπνιση των πνευμάτων, ώστε ν’ αρχίσουν να παίρνουν οι υπόδουλοι την τύχη τους στα χέρια τους. ένα βήμα πιο πέρα είναι η εξέγερση, για απελευθέρωση από τυραννικούς ζυγούς. Οπωσδήποτε κάθε Σχολείο υποστηριζόταν από την απαραίτητη Βιβλιοθήκη, και για τη βιβλιοθήκη της Μονής – που τώρα βέβαια σχεδόν δεν υπάρχει –έχουμε, όχι μόνο μαρτυρίες ιστορικών, αλλά απ’ ό, τι φαίνεται από τη μελέτη, και ξένων περιηγητών, που ενδιαφέρονταν για τα βιβλία, με καλές και κακές προθέσεις βέβαια.
Αξίζει να θυμίσω εδώ την κατάσταση των Σχολείων και της εκπαίδευσης στη Χίο επί τουρκοκρατίας. Ξέρουμε βέβαια πολύ καλά πως μέχρι το 1566, που κατέλαβαν το νησί μας οι Τούρκοι, οι πρώτοι κυρίαρχοί του, οι Γενοβέζοι, δεν άφηναν να λειτουργούν οργανωμένα ελληνικά σχολεία και επιπλέον ασκούσαν σημαντική πίεση σε θρησκευτικά, κοινωνικά και οικονομικά ζητήματα. Φυσικά αρκετοί Χιώτες κατέφευγαν αλλού, κυρίως στην Ιταλία, για να μορφωθούν. Λίγο μετά το 1566 εμφανίζονται στη Χίο τα πρώτα Φροντιστήρια με τους δασκάλους τους: Παχώμιο Ρουσάνο, Μιχαήλ Ερμόδωρο, Ιγνάτιο Καλογεράκη, Μιχαήλ Σοφιανό, Εμμανουήλ Γλυτζούνη, Γεώργιο Κορέσσιο και άλλους. Τελικά σχηματίζονται τρία κεντρικά δημόσια Σχολεία στην πόλη (Απλωταριά, Εγκρεμός, Παλαιόκαστρο) και αργότερα μερικά άλλα στην περιφέρεια, όπως στον Άγιο Μηνά και τα Μαστιχοχώρια. Ακόμη αργότερα, το 1792, ενώθηκαν τα Σχολεία της πόλης σε ένα, τη Σχολή της Χίου, κοντά στους Αγίους Βίκτωρες, που συγκέντρωσε αξιόλογους δασκάλους και μαθητές από όλα τα μέρη, συνέστησε τυπογραφείο και γνώρισε μέχρι την Επανάσταση μεγάλη ακμή.
Είναι φανερή, το υπογραμμίζω, η σπουδαία υπηρεσία της Μονής στο θέμα της παιδείας. Ο Κώστας Καρατζάς αναφέρει ονόματα διδασκάλων και λογίων, που πιο πριν φοίτησαν και σ’ αυτή τη Σχολή: Ιάκωβος Μαύρος, Λαυρέντιος Χρυσοβελώνης, Δανιήλ Φιλιππίδης, Γρηγόριος ο Ε΄, πατριάρχης, Πλάτων Φραγκιάδης, μητροπολίτης Χίου και μάρτυρας το 1822.
Ένας προσεκτικός ερευνητής που θα μελετήσει το έργο και τα κηρύγματα αρκετών διδασκάλων εκείνης της εποχής, θα συναντήσει μια φράση, που για πολλούς ίσως φανεί μικρής σημασίας γλωσσικό σχήμα. Ο μελετητής όμως που έχει μάθει καλά τους συνωμοτικούς κανόνες της γλώσσας του καιρού εκείνου, το «μορφωθείτε, υπομονή, και θα έλθη το ποθούμενον», ξέρει πως είναι μια δυνατή διακήρυξη ελπίδας για λευτεριά του Γένους.
……………………………………………………………………………..
Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου ο συγγραφέας πραγματεύεται την καταστροφή του Ι. Καθιδρύματος το 1822, με φανερή προσπάθεια να μη ξεφύγει από την ερευνητική μεθοδολογία και να μην παρασυρθεί από συναισθήματα. Πολύ τεχνικά αναφέρεται πρώτα στην κοινωνική κατάσταση του τόπου και στα γεγονότα που οδήγησαν στην τουρκική στρατιωτική επέμβαση στη Χίο και ύστερα, περιγράφει λεπτομερώς την καταστροφή της Μονής. Εξιστορεί, στηριγμένος σε πολλά σημαντικά βοηθήματα, όπως των συγγραφέων Κόκκινου, Βακαλόπουλου, Ζολώτα, Βίου, καθώς και Γιατράκου, Κρουσουλούδη, Φραγκομίχαλου και άλλων. Επίσης σε πηγές, όπως τα Απομνημονεύματα του Βαχήτ Πασά. Διαβάζοντας το κείμενο ξαναθυμάμαι την ακμή του νησιού, τα προνόμια, το δημογεροντικό πολίτευμα, τον ευρωπαϊκό ‘αέρα’ του τόπου, τα πνευματικά ιδρύματα…
Με φόβο για το τι θα επακολουθήσει, σαν να βλέπω, ατενίζοντας μακριά τη θάλασσα, αγκυροβολημένα ελληνικά πλοία στ’ ανοιχτά που θα βοηθούσαν την επανάσταση και στη Χίο… Κι ακολουθούν οι αντιδράσεις των Οθωμανών: με την αιχμαλωσία επιφανών ομήρων, τις απαγορεύσεις, τα προληπτικά μέτρα, τις λεηλασίες και την καταδυνάστευση… Και μετά από τις ενέργειες των Σαμιωτών έρχεται η αντίδραση του σουλτάνου, η δολοφονία των 60 επιφανών Χιωτών στην Κωνσταντινούπολη… η πρωτοφανής σφαγή της Χίου…
Η καταστροφή της Μονής περιγράφεται σε ιδιαίτερο κεφάλαιο. Μετά την πόλη, οι στρατιώτες του Καρά Αλή και του Βαχήτ κυνήγησαν με μανία τους πανικόβλητους κατοίκους, που έτρεξαν όπου μπορούσαν για να βρουν καταφύγιο. Και ο λόφος του Αγίου Μηνά και το περιτείχισμά του δέχθηκαν 3000 άοπλους κατοίκους, που έτρεξαν να σωθούν, και μαζί τους λίγους ένοπλους Χιώτες και Σαμιώτες, που πάσχισαν να τους βοηθήσουν. Όμως η εντολή που δόθηκε στους Τούρκους που είχαν έρθει από την Ερυθραία, ήταν φοβερή: να εξαφανίσουν τα γύρω χωριά από το πρόσωπο της γης, «με τη βοήθεια του θεού», όπως αναφέρει ο Τούρκος Βαχήτ στα Απομνημονεύματά του.
To Μέγα Σάββατο – 1 Απριλίου – ξεκληρίζονται τα Θυμιανά και το Νεχώρι. Σειρά έχει το ίδιο το Μοναστήρι. Βλέπω μέσα απ’ το βιβλίο την αγωνία του κλεισμένου άμαχου πληθυσμού, την ηρωική αντίσταση των λίγων υπερασπιστών, την εξουδετέρωση και τέλος τη σφαγή, την αρπαγή των σκλάβων και τη λεηλασία… Έτσι και το δεύτερο ελληνικό Πάσχα βάφεται με αίμα, με το αίμα, εκτός των άλλων, 2000 τουλάχιστον αθώων θυμάτων του Αγ. Μηνά. Οι κατακτητές ξήλωσαν τη στέγη και προκάλεσαν με τη φωτιά που άναψαν, ρήγματα και βαριές στατικές βλάβες στο ναό.
Μπροστά μου, καθώς περιδιαβάζω σήμερα το χώρο, βλέπω την περήφανη προτομή του Νεοχωρούση ήρωα - υπερασπιστή των εγκλείστων, Κωνσταντίνου Μονογιού, και σε μια φωτογραφία του βιβλίου τη ζωηρή φιγούρα του Θυμιανούση Ιωάννη Φατούρου. Είναι αυτοί που οργάνωσαν όπως μπορούσαν την άμυνα και την αντίσταση μαζί με ένοπλους χωρικούς και στρατιώτες.
Κουνάω όμως θλιβερά το κεφάλι διαβάζοντας ένα κομμάτι από το έργο του Βαχήτ Πασά: «Όλους που βρέθηκαν μέσα στο μοναστήρι τούς αποκεφάλισαν [οι Τούρκοι], αφού αιχμαλώτισαν τους πιο νέους και από τα δύο φύλα. Και τα σφαγμένα κεφάλια και τ’ αυτιά των σκοτωμένων τα έστειλαν στον τοποτηρητή, ο οποίος φιλοτιμήθηκε να ανταμείψει με πλούσια δώρα τον ηρωισμό και την αφοσίωση των γενναίων στρατιωτών μας, που πολέμησαν για την τιμή και τη θρησκεία. Τότε μόνον οι δύστυχοι άπιστοι έμαθαν πράγματι ότι τίποτε δεν στέκεται εμπόδιο στην ορμή του αφοσιωμένου στο Ισλάμ, όταν επιτίθεται ενάντια στους άπιστους Χριστιανούς»…
Ευτυχώς, τα χιλιάδες διάσπαρτα οστά στο λόφο συγκεντρώθηκαν στο Οστεοφυλάκιο της Μονής, ουσιαστικά στο ναΰδριο των Τεσσαράκοντα μαρτύρων, για να θυμίζουν τη νύχτα της φρίκης, ή τη νύχτα της Ανάστασης… Τουλάχιστον διαφυλάχτηκαν από τη συνήθεια των προσκυνητών και περιηγητών να παίρνουν μαζί τους διάφορα τεμάχια σαν αναμνηστικά ή φυλαχτά…
Ηθικά, τα μεγάλα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στο λόφο του Αγ. Μηνά είχαν μεγάλο θετικό βάρος, αφού ενίσχυσαν το ελληνικό φρόνημα και δυνάμωσαν το φιλελεύθερο ρεύμα στην Ευρώπη. Προκάλεσαν και μια δυνατή ελληνική απάντηση δυο μήνες μετά: Κανάρης, ναυαρχίδα του Καραλή, λιμάνι της Χίου.
Μετά την κορύφωση των γεγονότων του 1822, επιταχύνω πλέον τη μελέτη του βιβλίου- είναι γνωστό άλλωστε πως από τότε η Μονή δεν συνήλθε ουσιαστικά από την παρακμή της… Στο τρίτο και τελευταίο μέρος συναντώ τα κεφάλαια: από την επαναλειτουργία μέχρι τους σεισμούς του 1881, τη μετατροπή σε γυναικείο μοναστήρι, τον Κατάλογο των ηγουμένων και επιτρόπων, τα μοναστικά κτήματα. Τη θλιβερή ερημιά ακολουθεί η επαναλειτουργία με λίγους μοναχούς, καθώς και η ανακαίνιση του Καθολικού. Διαβάζουμε για νέους περιηγητές που με δέος επισκέπτονται το χώρο: τον Αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπουρι, το γιο του τσάρου της Ρωσίας Νικολάου του Α΄, τον Γερμανό Βυζαντινολόγο Κάρολο Κρουμπάχερ και άλλους.
22 Μαρτίου 1881, Κυριακή, ώρα 1. 30΄ το μεσημέρι. Ο φοβερός σεισμός ταρακούνησε το νησί και προκάλεσε μεγάλες καταστροφές και πολλά θύματα – μέχρι και τα Μικρασιατικά παράλια απέναντι. Μετά και τις επόμενες δονήσεις στις 30 Μαρτίου και την 1 Απριλίου, τα θύματα υπολογίζονται στις 11 000, κυρίως στην πόλη και το νότιο τμήμα του νησιού. Σε μισοερειπωμένη κατάσταση βλέπω, στις φωτογραφίες του βιβλίου, το Καθολικό του Αγ. Μηνά και λίγα ακόμη κτίσματα – σχεδόν όλα τα άλλα καταστράφηκαν. Οι επισκευές τελείωσαν το 1892. Ξαναχτίστηκαν οι περιμετρικοί τοίχοι της εκκλησίας πάνω στα υπολείμματα των παλαιών, το Ιερό ανασκάφτηκε και αναμορφώθηκε, ενώ το πλακόστρωτο διατηρήθηκε απείραχτο.
Περνάν τα χρόνια. Η Μονή συνεχίζει την πορεία της με λίγους μοναχούς, σε κακή οικονομική κατάσταση και με υποθήκες των κτημάτων της, λόγω των επισκευών. Εξαγορές χωραφιών από τους καλλιεργητές και υπαγωγή της για μικρό διάστημα στη Νέα Μονή. Μετατροπή της, το 1932, σε γυναικείο μοναστήρι, το οποίο λειτουργεί μ’ αυτή τη μορφή ώς σήμερα. Μικρασιάτισες μοναχές, καθώς και άλλες, από τη Χίο και τη Μυτιλήνη, ενισχύουν τη μοναστική κοινότητα. Από δω και στο εξής, ο Κανονισμός θα επιβάλει σε όποιαν θέλει να αναχωρήσει τα εξής: «δεν έχει λαμβάνει τίποτε […] αλλά να φεύγει μόνον με τα ρούχα που φορεί». Τη δεκαετία του 1950 γίνονται οι τελευταίες προσπάθειες για ανακαίνιση του μοναστηριού και διαμόρφωση του Καθολικού σε σαφή νεοβυζαντινό ρυθμό με προστώο που μετατρέπεται σε υαλόκλειστο νάρθηκα.
Τα τελευταία κεφάλαια του βιβλίου είναι γεμάτα με στοιχεία για πρόσωπα και πράγματα της Μονής, που αντλήθηκαν με μεγάλη προσοχή μέσα από χειρόγραφους κώδικες, και οπωσδήποτε θα είναι χρήσιμα και σ’ άλλους μελετητές: δωρεές, εμβατικιάσεις κτημάτων, αποφάσεις, δράση αδελφάτων, επιστολές. Σε συνδυασμό με τα έγγραφα του Παραρτήματος (πατριαρχιακά σιγίλλια, σουλτανικά φιρμάνια, βασιλικά και προεδρικά διατάγματα), σίγουρα θ’ αποτελέσουν υλικό και για άλλες εργασίες. Οι ενδιαφέρουσες φωτογραφίες, μερικές από τις οποίες ήταν άγνωστες ή δυσεύρετες, το Ευρετήριο ονομάτων και η πλούσια Βιβλιογραφία του τέλους δίνουν στο έργο του Κωνσταντίνου Καρατζά πληρότητα και χρηστικότητα. Και η άψογη εκτύπωση από το τυπογραφείο των αδελφών Παληού προσθέτει τη δική της ομορφιά.
……………………………………………………………………………..
Σήμερα, ο Άγ. Μηνάς είναι ένα μεγάλο παγχιακό προσκύνημα. Κάθε χρόνο, την Τρίτη της Διακαινησίμου, τιμώνται τα θύματα της σφαγής, με τους Νεοχωρούσους, Θυμιανούσους και άλλους κατοίκους της περιοχής να συμμετέχουν ζωηρά. Εκδήλωση τιμής γίνεται και στις 11 Νοεμβρίου, την ημέρα που γιορτάζει ο Ναός και μαζί όλη η Χίος για την ελευθερία της. Ο Άγ. Μηνάς, την αξίζει τέτοια τιμή, φωτεινή εστία για τους υπόδουλους σε δύσκολους καιρούς και σήμερα τόπος θυσίας και μνήμης.
Είναι ευτύχημα τα χριστιανικά Καθιδρύματα να προσφέρουν πραγματικά, όπως ο Άγ. Μηνάς, στην κοινωνία: δώρα εκπαίδευσης ή κοινωνικού έργου, ή τέχνης και πολιτισμού. Εξαλείφονται μ’ αυτό τον τρόπο οι αρνητικές εντυπώσεις που προκαλούν άλλοι τέτοιοι χώροι, όταν συζητούνται για έλλειψη πνευματικότητας ή για κακή διαχείριση συσσωρευμένου πλούτου προορισμένου κατά τη διδασκαλία του Χριστού για κοινωνικό έργο και αρωγή των συνανθρώπων μας.
……………………………………………………………………………..
Έχω τελειώσει πια το διάβασμα του όμορφου αυτού βιβλίου στο φυσικό του χώρο και σκέφτομαι πως συνυπάρχουν μέσα στις σελίδες του η ερευνητική δύναμη με την απλότητα και τη σαφήνεια. Είναι ώρα λοιπόν ν’ αποχωρήσω από τον φιλόξενο τόπο που με οδήγησε στην ψηλάφηση της ιστορίας και στη συνείδηση της πολύμορφης ταυτότητάς μου. Αποχαιρετώ τους άσπρους τοίχους του μοναστηριού, τον όμορφο τρούλο και την επιβλητική είσοδο… Γύρω γύρω πράσινο φόντο σε όλες τις κλίμακες και στο βάθος μια ακίνητη θάλασσα. Γαλήνη… Οι σκίνοι, οι ελιές, τα φυλλοβόλα δέντρα μηνούν την άνοιξη που θα ’ρθει, και τη συγκομιδή, μετά την κακοκαιρία. Στο βάθος, τα Θυμανιά και το Νεχώρι με τ’ άσπρα σπιτάκια και τις κόκκινες στέγες τους, οι σιταποθήκες… Και πέρα μακριά, τα βουνά της Ιωνίας, που συνομιλούν φιλικά με τους λόφους της από δω πλευράς… Ειρήνη…

Νίκος Στουπάκης, δ. φ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου