Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2012

Είχε σύζυγο ο Ιησούς;



Το αμφιλεγόμενο «Ευαγγέλιο της Συζύγου του Ιησού» θέλει τον Χριστό παντρεμένο. Δύο σημαντικοί μελετητές της Καινής Διαθήκης το αμφισβητούν
Είχε σύζυγο ο Ιησούς;

Εχει διαστάσεις μόλις 4 x 8 εκατοστά, ονομάστηκε κάπως καθ’ υπερβολή «Ευαγγέλιο της Συζύγου του Ιησού» και, όπως ήταν αναμενόμενο, προκάλεσε διεθνή αίσθηση. Οταν στις 13 Σεπτεμβρίου η Κάρεν Κινγκ, καθηγήτρια Θεολογίας του Χάρβαρντ και η πρώτη γυναίκα που κατέλαβε μία από τις αρχαιότερες ακαδημαϊκές έδρες των ΗΠΑ, παρουσίαζε  το εύρημά της σε συνέντευξη Τύπου στη Νέα Υόρκη ήταν ανήσυχη για το πώς θα γινόταν αντιληπτή στο ευρύ κοινό η ανακάλυψή της. Το ζήτημα, όμως, δεν είναι οι τίτλοι των εφημερίδων, αλλά η γνησιότητα του κειμένου. Μιλώντας στο BHmagazino δύο σημαντικοί βρετανοί μελετητές της Καινής Διαθήκης, οι καθηγητές Φράνσις Γουότσον του Πανεπιστημίου του Ντάραμ και Πολ Φόστερ του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, αμφισβητούν την αυθεντικότητα και τη σημασία του ευρήματος, τονίζοντας ότι αν το κείμενο αποδεικνύει κάτι αυτό δεν είναι ο γάμος του Κυρίου, αλλά η ποικιλία των δοξασιών ανάμεσα στους πρώτους χριστιανούς.
Μικροσκοπικά δεδομένα
Ο πάπυρος, που αποτελεί το κατά Κάρεν Κινγκ «Ευαγγέλιο της Συζύγου του Ιησού», περιήλθε εις γνώσιν της υπό μυθιστορηματικές συνθήκες το 2010, όταν ο ιδιοκτήτης του, ο οποίος επιθυμεί να παραμείνει άγνωστος για να μην καταστεί στόχος επίδοξων αγοραστών, επικοινώνησε μαζί της και της ζήτησε να το μεταφράσει. Συλλέκτης σπάνιων ελληνικών, αραβικών και κοπτικών (αιγυπτιακής κοινής της ρωμαϊκής περιόδου) παπύρων, δήλωσε ότι είχε αποκτήσει το συγκεκριμένο σπάραγμα το 1997 ως τμήμα μιας παρτίδας εγγράφων.
Οι οκτώ γραμμές του κειμένου δεν συνθέτουν καν πλήρεις προτάσεις, διαβάζοντας όμως τις φράσεις «Ο Ιησούς τούς είπε: η σύζυγός μου...», «θα γίνει μαθήτριά μου», «η Μαρία είναι άξια», η ερευνήτρια θεώρησε ότι οπωσδήποτε έχρηζε περαιτέρω μελέτης – αν μη τι άλλο επρόκειτο για το μοναδικό γραπτό της χριστιανικής γραμματείας που αναφέρεται ρητά σε σύζυγο του Ιησού, με την ονομαστική αναφορά να στρέφει την προσοχή προς τη (συνήθη ύποπτο) Μαρία Μαγδαληνή. Οταν δύο διεθνούς φήμης παπυρολόγοι, στους οποίους η Κινγκ έδειξε το χειρόγραφο, δεν αμφισβήτησαν την αυθεντικότητά του, πείστηκε και εκείνη ότι βρισκόταν μπροστά σε ένα γνήσιο νέο απόκρυφο ευαγγέλιο.
Τα 40 ευαγγέλια
Τι ακριβώς εστί «απόκρυφο ευαγγέλιο»; Τα «απόκρυφα» ή «μη κανονικά» ευαγγέλια αποτελούν παραδόσεις για τη ζωή και τη διδασκαλία του Χριστού, που έμειναν εκτός Καινής Διαθήκης, όπως αυτή συγκροτήθηκε από την επίσημη Εκκλησία μεταξύ 2ου και 4ου μ.Χ. αιώνα. Προηγουμένως, τόσο η χαλαρή οργάνωση των χριστιανικών κοινοτήτων όσο και οι συνθήκες στις οποίες διαδιδόταν το μήνυμα, είχαν αποτέλεσμα μια ποικιλία διαφοροποιήσεων – «αν και όχι χάος», όπως μας είπε ο Φράνσις Γουότσον, καθηγητής Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο του Ντάραμ.
Οπως περιγράφει ο Γουότσον: «Στη βάση των ίδιων ευαγγελίων μπορούσαν να διατυπώνονται διαφορετικές πεποιθήσεις: ένας γνωστικός της Βαλεντινιανής Σχολής, που διαχώριζε τον Θεό του Ιησού από την κατώτερη δημιουργό θεότητα της Παλαιάς Διαθήκης, μπορούσε να εκτιμά τα ευαγγέλια του Ματθαίου, του Μάρκου, του Λουκά και του Ιωάννη, ερμηνεύοντάς τα διαφορετικά. Κάποια από τα μη κανονικά ευαγγέλια, επίσης, ήταν αρκετά συμβατικά σε όσα εξέφραζαν. Και ας μην ξεχνάμε ότι τα ευαγγέλια δεν είχαν ταμπέλες στην εποχή τους: ο “Θωμάς” δεν γνώριζε ότι θα έγραφε ένα μη κανονικό ευαγγέλιο ούτε ο “Ιωάννης” ένα κανονικό, η διάκριση αυτή δεν υπήρχε ακόμη. Η “ένταξη” των τεσσάρων ευαγγελίων στον κανόνα της Καινής Διαθήκης έγινε κατά κύριο λόγο επειδή ήταν πιο διαδεδομένα και αποδεκτά από τα υπόλοιπα, έτσι ώστε σταδιακά να διαμορφωθεί ομοφωνία για την περίπτωσή τους».
Τα προϊόντα μιας εποχής όπου διδαχές του Ιησού ή «ευαγγέλια» κυκλοφορούσαν ανεμπόδιστα σε πλήθος παραλλαγών μπορεί να αποσύρθηκαν σταδιακά από το προσκήνιο της ιστορίας, δεν εξαφανίστηκαν όμως. Μεγάλες «βιβλιοθήκες» παρόμοιων εγγράφων ανακαλύφθηκαν το 1897 στις αρχαίες χωματερές της Οξυρρύγχου και το 1945 στο Ναγκ Χαμαντί της Αιγύπτου: ως αποτέλεσμα, ο Πολ Φόστερ, λέκτορας Θεολογίας της Καινής Διαθήκης στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, υπολογίζει στο βιβλίο του «The Apocryphal Gospels. A Very Short Introduction» (Oxford University Press, 2009) ότι ο αριθμός των μη κανονικών ευαγγελίων που διασώζονται σήμερα κυμαίνεται γύρω στα 40. Κείμενα όπως το «Ευαγγέλιο του Θωμά» ή το «Ευαγγέλιο του Ιούδα», διεθνές μπεστ σέλερ το 2006, σε μετάφραση και έκδοση της National Geographic Society, δεν νοούνται για την ιστορική επιστήμη και τη βιβλική ερμηνεία ούτε ως αντιφάσκοντα προς τα κανονικά ούτε ως ψήγματα μιας αλήθειας κρυμμένης από την επίσημη Εκκλησία, αλλά ως σταθμοί μιας εξελικτικής διαδικασίας, σκηνές από το making of του χριστιανισμού.
Το γνήσιο της (υπο)γραφής
Ωστόσο, το ζήτημα της αυθεντικότητας δικαίως είθισται να τίθεται πάντοτε πρώτο σε τέτοιες περιπτώσεις, προτού περάσουμε σε θέματα ουσίας και περιεχομένου. Εκεί, άλλωστε, εστιάζονται και οι ενστάσεις των συναδέλφων της Κάρεν Κινγκ, ορισμένες από τις οποίες, αναφορικά με τη γραφή και τη γραμματική του «Ευαγγελίου της Συζύγου», ήδη εκφράστηκαν στο Διεθνές Συνέδριο Κοπτικών Σπουδών στη Ρώμη στις 18 Σεπτεμβρίου, όπου η Κινγκ παρουσίασε τα προσωρινά της συμπεράσματα. Ελλείψει μιας φασματοσκοπικής εξέτασης μελάνης που θα επιβεβαιώσει την ηλικία του χειρογράφου, οι αμφιβολίες επεκτάθηκαν.
Σε μια σειρά εμπεριστατωμένων δικτυακών κειμένων του που δημοσιεύτηκαν την περασμένη εβδομάδα σε ακαδημαϊκούς ιστότοπους με αντικείμενο την Καινή Διαθήκη και την ερμηνεία της Βίβλου, ο Φράνσις Γουότσον, αναγνωρισμένη αυθεντία στον τομέα του, συνέκρινε το σπάραγμα με υπάρχοντα χωρία άλλων απόκρυφων ευαγγελίων και διατύπωσε την πεποίθησή του ότι το θραύσμα της Κινγκ αποτελείται από κλεμμένα αποσπάσματα του «Ευαγγελίου του Θωμά». Η επιλογή των φράσεων, η διάταξή τους στον πάπυρο και η εσωτερική συνοχή του κειμένου κάνουν τον Γουότσον να κλίνει προς την άποψη ότι με τα μέχρι στιγμής δεδομένα πρόκειται για σύγχρονη πλαστογραφία: «Είναι κάτι που συμβαίνει στο πλαίσιο της ανεύρεσης γνήσιου υλικού αρχαίων ευαγγελίων. Συνέβη το 1892 με ένα τμήμα του “Ευαγγελίου του Πέτρου”, το 1956 με τις κοπτικές μεταφράσεις του “Ευαγγελίου του Θωμά”, το 2006 με το “Ευαγγέλιο του Ιούδα”. Η πιο επιτυχημένη πλαστογραφία ήταν αυτή του λεγόμενου “Μυστικού Ευαγγελίου του Μάρκου”» που δημοσιεύτηκε το 1973. Αν δώσει κανείς πίστη στα λεγόμενα του Γουότσον (ο οποίος δεν παραλείπει να αφήσει για τον εαυτό του ένα περιθώριο λάθους), η Κινγκ εξαπατήθηκε – συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες.
Αλλά ακόμη και στην περίπτωση που αποδειχθεί γνήσιο το «Ευαγγέλιο της Συζύγου», προσθέτει άραγε κάτι στις γνώσεις μας για τον Ιησού και την εποχή του; Κατηγορηματικά «όχι», απαντά ο Πολ Φόστερ, λέκτορας Θεολογίας της Καινής Διαθήκης στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, στον οποίο θέσαμε το συγκεκριμένο ερώτημα. Ο Φόστερ παρατηρεί ότι οι οκτώ γραμμές κειμένου στον διαστάσεων επαγγελματικής κάρτας πάπυρο «δεν διαφέρουν ιδιαίτερα από ήδη γνωστές θεματικές του λεγόμενου “Ευαγγελίου του Φιλίππου”», ενός από τα πολλά απόκρυφα γνωστικά ευαγγέλια του 4ου μ.Χ. αιώνα. «Ελάχιστα θα άλλαζε τις γνώσεις μας για την πρώιμη χριστιανική περίοδο, εφόσον ξέρουμε ήδη ότι από τον 2ο ως τον 4ο μ.Χ. αιώνα ο χριστιανισμός υπήρξε ένα εξαιρετικά διαφοροποιημένο θρησκευτικό κίνημα. Κανείς, φυσικά, δεν υποστηρίζει ότι όσα λέει το κείμενο αποτελούν ιστορική πραγματικότητα, μόνο ότι κάποιοι χριστιανοί θεώρησαν χρήσιμο να μεταχειριστούν τη μεταφορά, ή ίσως και τη δοξασία, ότι ο Ιησούς είχε παντρευτεί τη Μαρία Μαγδαληνή. Οσον αφορά τώρα το εύρος των εν λόγω δοξασιών, το κείμενο πάλι δεν προσθέτει κάτι καινούργιο: οι κώδικες του Ναγκ Χαμαντί μάς έχουν ήδη καταστήσει κοινωνούς τους».
Το θείο ζεύγος
Το γιατί ένας έγγαμος Ιησούς θα αποτελούσε σκάνδαλο έχει να κάνει τόσο με τον ρόλο των φύλων εντός της Εκκλησίας όσο και με την πολιτισμική ιστορία δύο χιλιάδων χρόνων χριστιανισμού. Ο Φράνσις Γουότσον αναγνωρίζει ότι η σεξουαλική ζωή του Κυρίου δεν είναι παίξε-γέλασε: «Για τη χριστιανική παράδοση, η οποία αποδίδει μεγάλη σημασία στην αγαμία, ο Ιησούς είναι ο απόλυτος άγαμος» επισημαίνει στο δικτυακό κείμενό του με τίτλο «Inventing Jesus’ Wife» και συμπληρώνει: «O Ιησούς αυτού του κειμένου δεν αποκηρύσσει μόνο την αγαμία του, αλλά και την κοινότητα για την οποία αυτή αποτελεί αναπόσπαστο χαρακτηριστικό».
Επειτα, είναι και η έντονη διένεξη για τη χειροτονία των γυναικών που επανέρχεται κυκλικά στο προσκήνιο των δυτικών εκκλησιών εδώ και 30 χρόνια, με την Αγγλικανική να αποδέχεται τις ιέρειες, προκαλώντας πονοκεφάλους τόσο στο Βατικανό όσο και στις ομόλογές της προτεσταντικές: η ισότητα που υπονοεί ένας θείος γάμος θα αναζωπύρωνε το ζήτημα με απρόβλεπτες συνέπειες. Γι’ αυτό, άλλωστε, και η Κινγκ, η οποία στο παρελθόν είχε βρεθεί στο στόχαστρο φανατικών οπαδών της κυριολεξίας της Βίβλου εξαιτίας των ερευνών της, φρόντισε εξαρχής να ξεκαθαρίσει πως οτιδήποτε και αν ανακάλυψε, δεν πρόκειται για πιστοποιητικό γάμου: «Το απόσπασμα υπονοεί ότι κάποιοι πρώιμοι χριστιανοί ακολουθούσαν μια παράδοση που ήθελε τον Χριστό νυμφευμένο. Γνωρίζουμε ότι τον 2ο μ.Χ. αιώνα υπήρξε μια διαμάχη αναφορικά με τον γάμο του Ιησού, στο πλαίσιο μιας διένεξης για το αν οι πιστοί πρέπει να κάνουν έρωτα και να παντρεύονται» τόνισε στους «New York Times».
Και η πολύφερνη νύφη Μαρία Μαγδαληνή; Ο καθηγητής του Τμήματος Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Πέτρος Βασιλειάδης επισημαίνει ότι «δεν υπάρχει καμιά απολύτως ιστορική ένδειξη, ή έστω υποψία, ότι η Μαγδαληνή ήταν πόρνη, ερωμένη ή σύντροφος του Ιησού. Αντίθετα, είναι πέρα για πέρα επιβεβαιωμένο ότι ήταν προβεβλημένη μαθήτριά του, απόστολος των αποστόλων». Ηταν η ταύτισή της με άλλες ανώνυμες γυναίκες που αναφέρονται στα ευαγγέλια και η εξίσωσή της με μετανοημένη μοιχαλίδα από τον Πάπα Γρηγόριο τον Μέγα τον 6ο μ.Χ. αιώνα που παγίωσαν «τον μύθο της Μαρίας της Μαγδαληνής ως της πόρνης με τη χρυσή καρδιά». Η Μαρία Μαγδαληνή υπήρξε επομένως θύμα των περιστάσεων. Μένει να φανεί αν το ίδιο συνέβη και με την Κάρεν Κινγκ. 
Ο Χριστός ξανατυπώνεται
Για έναν επιχειρηματικό νου, βέβαια, οι παραδόσεις των μη κανονικών ευαγγελίων θα ήταν ιδανικές προς εμπορική χρήση. Εξού και η σύγχρονη φιλολογία περί γάμων, Μαρίας Μαγδαληνής και τέκνων του Κυρίου, που χρονολογείται από το 1982, όταν οι «ερευνητές» Μάικλ Μπέιτζεντ, Ρίτσαρντ Λι και Χένρι Λίνκολν δημοσίευσαν το «The Holy Blood and the Holy Grail» (εκδ. Delacorte Press, 1982), επιστημονικοφανές συμπίλημα με άκρως προκλητικό περιεχόμενο: ο Ιησούς παντρεύτηκε μυστικά τη Μαρία Μαγδαληνή, απέκτησε μαζί της ένα ή περισσότερα παιδιά, των οποίων οι απόγονοι μετανάστευσαν στη Νότια Γαλλία, αναμείχθηκαν σε ενδογαμίες με τις τοπικές οικογένειες ευγενών και κατέληξαν γενάρχες των Μεροβιγγείων, βασιλικού οίκου των Φράγκων στον πρώιμο Μεσαίωνα. Το βιβλίο χαιρετίστηκε από μελετητές και κριτικούς ως «ψευδοϊστορικό», κάτι που δεν το εμπόδισε να σκαρφαλώσει στις λίστες των ευπώλητων φθάνοντας τα 2.000.000 αντίτυπα. Τις δικές του δάφνες έδρεψε το 2003 ο Νταν Μπράουν: αντιγράφοντας στον «Κώδικα Ντα Βίντσι» την κεντρική ιδέα των Μπέιτζεντ, Λι και Λίνκολν, με την απλή προσθήκη ενός αρρενωπού καθηγητή ερμηνευτικής των συμβόλων, μιας σέξι βοηθού και των στερεοτύπων μιας ταχύρυθμης αστυνομικής πλοκής, κούνησε το σέικερ και κατασκεύασε ένα εκδοτικό φαινόμενο 81 εκατ. αντιτύπων και εσόδων ύψους 250 εκατ. δολαρίων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου