Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2012

Το Νέο Πρόγραμμα Σπουδών Θρησκευτικών και οι στόχοι του – μια απάντηση στον π. Γεώργιο Καψάνη






Μετά από αίτημα πολλών φίλων του ιστοτόπου μας δημοσιεύουμε την συγκεκριμένη απάντηση στον π.Γεώργιο του .

Είναι πραγματικά οδυνηρό μια εμβληματική μορφή του σύγχρονου αγιορειτικού μοναχισμού, που με τη δράση της στη Ι. Μ. Γρηγορίου σηματοδότησε τη στροφή προς την ορθόδοξη μοναστική πνευματικότητα, να εκφέρει θεολογικές κρίσεις με τόσο αφοριστικό τρόπο σε θέματα διδακτικής μεθοδολογίας που, σημειωτέον, αποτελούν αντικείμενο συζήτησης μεταξύ εξειδικευμένων επιστημόνων, να χαρακτηρίζει το νέο προτεινόμενο ΠΣ για τα Θρησκευτικά ως «αντίχριστη θρησκευτική αγωγή» και «δημόσια μύηση στην επερχόμενη Πανθρησκεία» και να θέτει τους συντάκτες του εκτός «του περιβόλου της Εκκλησίας». Τέτοιο ειδικό θέμα είναι το θέμα του «θρησκευτικού γραμματισμού» το οποίο με απλουστευτικό τρόπο θεωρήθηκε ως εισβολή της λογικής σε θέματα πίστεως ή ως πανθρησκεία. Βεβαίως, ο ίδιος ο π. Γεώργιος δηλώνει ότι η ενημέρωσή του προέρχεται από τον καθηγητή κ. Ηρ. Ρεράκη, άρα από ένα μόνο εκπρόσωπο της ακαδημαϊκής θεολογικής κοινότητας, και επομένως μπορούμε να δεχθούμε ότι η γνώση αυτή είναι αποσπασματική, ώστε να επιχειρήσουμε μια απάντηση με το μέγιστο απόθεμα καλής θέλησης.
Ο θρησκευτικός γραμματισμός και γενικότερα το πλαίσιο του νέου ΠΣ Θρησκευτικών είναι μια προσπάθεια να οργανωθεί ένα μάθημα για όλους τους μαθητές κάθε θρησκείας και κοσμοθεωρίας χωρίς φυσικά να μετατρέπεται σε ένα εγκυκλοπαιδικό μάθημα θρησκειολογίας. Ο στόχος είναι να εξοπλιστούν οι μαθητές με τη δυνατότητα ερμηνείας και μεταγραφής στην προσωπική τους πορεία και ζωή του συμβολικού κόσμου της πίστης τους (της δικής τους δηλαδή) μέσα και από την κατανόηση και προσέγγιση πρωτίστως της δικής τους εμπειρίας, αλλά σε κάποιο βαθμό συναντώντας και το διαφορετικό. Η έμφαση, βέβαια, είναι κυρίως στα του Ορθόδοξου Χριστιανισμού, γιατί αυτή είναι και θρησκεία και πολιτιστική κληρονομιά και ιστορία του τόπου μας. Δεν επιδιώκεται σύγκριση μεταξύ των θρησκειών (παρά μόνο σε πολύ ειδικά θέματα και ανάλογα με την ανάπτυξη των παιδιών) και φυσικά δεν διδάσκεται ούτε η εξομοίωση ούτε η μίξη των διαφόρων θρησκευτικών παραδόσεων, αλλά, αντίθετα τονίζονται οι διαφορές τους. Οι διάφορες απόψεις για το αντίθετο έχουν ήδη απαντηθεί αρκετά σε υπομνήματα, που έχουν γραφεί από τους συντάκτες του ΠΣ σε διάφορες ευκαιρίες τους προηγούμενους μήνες. Το ΠΣ βρίσκεται αναρτημένο στο Διαδίκτυο και μπορεί να το δει οποιοσδήποτε, αρκεί να το διαβάσει σωστά, όχι δηλαδή επιλέγοντας αποσπασματικά από τις στήλες στόχων, θεμάτων και δραστηριοτήτων ό,τι του κάνει εντύπωση, αλλά μελετώντας πρώτα τους στόχους και τις επάρκειες στην αρχή και το τέλος κάθε τάξης.
Υπάρχει, όμως, κι ένα ευρύτερο ζήτημα. Οι γράφοντες, που υπήρξαν μέλη της επιτροπής εκπόνησης του νέου ΠΣ, είναι άνθρωποι που μαζί με άλλους τράφηκαν πνευματικά τη δεκαετία του 80 από τις επισκέψεις στον Άθωνα και αφουγκράστηκαν τον μεστό λόγο παρηγοριάς και ευαγγελικής αγάπης που έβγαινε από τη δράση και το πνευματικό κλίμα σε πολλά μοναστήρια μεταξύ των οποίων και στην Ι. Μ. Γρηγορίου. Δυσκολευόμαστε αφάνταστα να συσχετίσουμε με το πνευματικό κλίμα εκείνης της εποχής τους τωρινούς βαρείς αφορισμούς του κειμένου για πράγματα που εν πολλοίς  είναι άγνωστα αλλά και την προσπάθεια ρομαντικής  αναδρομής στο Βυζάντιο μέσα από αποσπάσματα του έργου του αείμνηστου Ν. Ματσούκα .Η βυζαντινή παράδοση διακρινόταν από την έντονη συζήτηση για επιστημονικά ή φιλολογικά ζητήματα, χωρίς να στιγματίζονται οι αντίπαλοι ως αιρετικοί. Επιπλέον, εκείνοι που ξεκινούσαν να εγκαλούν τους αντιπάλους τους για αίρεση (όπως ο Βαρλαάμ τους ησυχαστές μοναχούς, μιας και ο Βαρλααμισμός αναφέρεται στο κείμενο) ήταν αυτοί που πολλές φορές αποδείχθηκαν στην πραγματικότητα αιρετικοί οι ίδιοι. Οι πατέρες και οι βυζαντινοί θεολόγοι (όπως και ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς) χρησιμοποιούσαν επιχειρήματα και γνώσεις τις εποχής τους για να διατυπώσουν το περιεχόμενο της πίστεως (π.χ. τον αριστοτελικό συλλογισμό, γνώσεις από την ιατρική κλπ.) χωρίς να ξεχωρίζουν μια «ορθόδοξη» επιστήμη. Η συζήτηση σήμερα για το θρησκευτικό γραμματισμό, τον κονστρουκτιβισμό, τις απόψεις του Piaget κλπ. και το ρόλο τους στη θρησκευτική εκπαίδευση, σκοπεύει να δημιουργήσει το σωστότερο και πιο σύγχρονο μαθησιακό πλαίσιο για τη επίτευξη των επιθυμητών στόχων. Δεν είναι ούτε ορθόδοξο, ούτε αιρετικό. Ποιοι είναι όμως αυτοί οι στόχοι;
Εδώ βρισκόμαστε μπροστά σε μια ευρύτερη παρεξήγηση. Ο π. Γ. Καψάνης, θεωρεί ότι ένα μεγάλο ποσοστό Νεοελλήνων, πολύ ευρύτερο του τρία τοις εκατό που εκκλησιάζεται, δηλώνει Ορθόδοξο, συμμετέχει στις μεγάλες γιορτές κλπ., θα ζητήσει για τα παιδιά του ένα παραδοσιακό μάθημα, που να συμβιβάζεται «με την προοπτική της θεώσεως», αντίθετα με μια μικρή ομάδα θεολόγων που ζητούν από τον Χριστό «να εξέλθη των ορίων αυτών». Επειδή κι εμείς που βρεθήκαμε στη συνεχή πρόκληση της διακονίας αυτού του μαθήματος μέσα στην τάξη συναντήσαμε, όπως υποθέτω κι ο π. Γεώργιος, αυτούς τους Νεοέλληνες ως γονείς, θα θέλαμε ειλικρινά να ρωτήσουμε τον π. Γεώργιο: πώς αυτό που δεν μπορεί να κάνει ο Νεοέλληνας «Ορθόδοξος των μεγάλων εορτών», δηλαδή την ανατροφή του παιδιού του με την προοπτική της θεώσεως, αφού δεν εκκλησιάζεται τακτικά και δεν έχει ουσιαστική επαφή με την Εκκλησία, θα το κάνει ο θεολόγος μέσα στο δημόσιο σχολείο; Πάντα οι συνάδελφοι αντιμετώπιζαν το πρόβλημα αυτό μέσα στην τάξη καθώς υποστήριζαν ότι βαθμολογούν το μάθημα, όχι με κριτήριο την πίστη των μαθητών αλλά την αφομοίωση από αυτούς των γνωστικών του στόχων. Αυτό ήδη, πριν ενσκήψει το κύμα των γνωμοδοτήσεων, αποφάσεων Ευρωπαϊκών δικαστηρίων κλπ. που έφεραν τις διαβόητες εγκυκλίους για απαλλαγή και το επακολουθήσαν κύμα των απαλλαγών από παιδιά «Ορθοδόξων των μεγάλων εορτών» που ήθελαν και την ιδιότητα του Ορθόδοξου και την ευκολία στο σχολείο για να πετύχουν τους στόχους τους (που δεν ήταν η θέωση, αλλά η είσοδος σε μια καλή σχολή). Ποιος απομάκρυνε, σεβαστέ π. Γεώργιε, τον Χριστό «από των ορίων αυτών»;
Υπάρχουν, συνεπώς, δύο δρόμοι: ή οργάνωση του μαθήματος από την Ορθόδοξη Εκκλησία για τους Ορθόδοξους (και φυσικά από κάθε άλλη θρησκευτική ομάδα για τους δικούς της μέσα στο χώρο του σχολείου) ή ένα μάθημα για όλους τους μαθητές που θα διδάσκει χωρίς να προδίδει και να σχετικοποιεί την πίστη τους, θα τους παρέχει τα εφόδια για να προσεγγίσουν τα της θρησκευτικής τους παράδοσης ώστε να μπορούν ν’ απαντούν στα προσωπικά τους ερωτήματα κι επιπρόσθετα για τους επήλυδες στον τόπο αυτό να μάθουν και να κατανοήσουν την πολιτιστική του ταυτότητα. Από κει και πέρα δεν κωλύεται από τίποτε να οργανώσει η Ορθόδοξη Εκκλησία το κατηχητικό της έργο και να το διεξαγάγει μεθοδικότερα και πιο οργανωμένα κι από τη δημόσια εκπαίδευση. Αν η Πολιτεία επιλέξει την πρώτη λύση (που όμως ενέχει προβλήματα και κινδύνους), ευχαρίστως να δούμε να εκπονείται ένα άλλο ΠΣ με αυτή την προοπτική, κι ευχαρίστως ακόμη να συμβάλουμε κι οι ίδιοι. Αλλά πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τι καταλαβαίνουμε ότι είναι το δημόσιο σχολείο και ποιος ο ρόλος του θεολόγου εκεί, προτού τον λιθοβολήσουμε ως Νεοβαρλααμίτη ή δυτικόφερτο, αποδίδοντάς του αντιχριστιανικές ή αντιεκκλησιαστικές προθέσεις. Είναι σαφές ότι ο διδάσκων το μάθημα των θρησκευτικών στο σχολείο, με τους σημερινούς όρους δεν διαφοροποιείται στην αποστολή του από τις λοιπές ειδικότητες. Υπηρετεί μαζί με όλους κοινές αρχές και εργάζεται για την επίτευξη κοινών μαθησιακών στόχων.

Δημήτριος Ν. Μόσχος, επίκ. καθηγητής Τμ. Θεολογίας ΕΚΠΑ,

Γεώργιος Παπαδόπουλος, Θεολόγος-Φιλόλογος, Καθηγητής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης,
μέλη της επιτροπής εκπόνησης ΠΣ Θρησκευτικών


πρωτοδημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ

1 σχόλιο:

  1. Νομίζω δημιουργείται ένα κίνημα-κλίμα περιχαράκωσης - εγκλωβισμού της εκκλησίας στα όρια που τέθηκαν τον 9ο άντε τον 14ο αιώνα. Σαν να είναι ο κόσμος μας ο κόσμος εκείνης της εποχής. Δεν μπορώ να κατανοήσω το φόβο για τη λογική και το νέο πόλεμο που φαίνεται να σηκώνεται ξανά. Νομίζω ξεκαθαρίστηκαν αυτά και ξεκάθαρα με ποιον νικητή.

    ΑπάντησηΔιαγραφή