Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2012

Βασιόπουλος Σωκράτης: ΘΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ


ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΗ ΗΜΕΡΙΔΑ ΘΕΟΛΟΓΩΝ ΝΟΜΟΥ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ






Βασιόπουλος Σωκράτης

2Ο ΓΕΛ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ
05-09-2012


ΘΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

Η επιλογή ενός πιο σύνθετου θέματος και όχι απλά για τη σχέση πίστεως με την επιστήμη όπως είναι το σχετικό μάθημα στη Β΄ λυκείου έγινε γιατί μια συζήτηση για τη σχέση των δύο  μπορεί να προκύψει κάθε φορά που γίνεται λόγος κυρίως για τον κόσμο και τον άνθρωπο( για τον Θεό έτσι κι αλλιώς γίνεται αναφορά συνεχώς).
Είτε κάποιες αναφορές στα μαθήματα του  Γυμνασίου και του Λυκείου (στη Β τάξη σε αρκετά μαθήματα και όχι μόνο στο μάθημα 24) είτε κάποιες βαρύγδουπες πολλές φορές ανακοινώσεις στα μέσα ενημέρωσης για σύγχρονες επιστημονικές ανακαλύψεις, μπορεί να μας κάνουν να πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τη σχέση τους για να μην υπάρχουν παρανοήσεις ή λάθος εντυπώσεις.
Στο διδακτικό πρόγραμμα όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης  η διδασκαλία της Αγίας Γραφής για τη δημιουργία του κόσμου και του ανθρώπου αναλύεται στην Τρίτη Δημοτικού (Μαθ. 10 και 11) στην πρώτη Γυμνασίου (Μαθ. 25), στην Α΄ Λυκείου (Μαθ. 6 και 7) στην Β΄ Λυκείου με αρκετές ενότητες (Μάθημα 24 Πίστη και Επιστήμη, Αλληλοσυμπληρούμενα ή αλληλοαποκλειόμενα;) και στη Γ λυκείου για την  ηθική αντιμετώπιση της οικολογικής κρίσης(Μαθ. 19).
Ας εξετάσουμε αρχικά την αφετηρία των όρων και την εξέλιξη τους.
Πίστη  =  Η βεβαιότητα ότι κάτι που απορρέει από θεία αποκάλυψη ή ανθρώπινη αναζήτηση είναι αληθινό, ισχύει.
Ο όρος προέρχεται από το πείθω - πείθομαι και στην αρχαία χρήση του έδειχνε το αίσθημα της βεβαιότητας που αποκτούσε κάποιος έχοντας πεισθεί από τις αποδείξεις.
Επιστήμη = το σύνολο συστηματικών και επαληθευμένων γνώσεων, καθώς και η έρευνα αυστηρώς καθορισμένων πεδίων του επιστητού με συγκεκριμένες και ορθολογικές μεθόδους πχ παρατήρηση πείραμα, υπόθεση, επαγωγή κλπ.
Ο όρος προέρχεται από το ρήμα επίσταμαι = γνωρίζω,  και η αρχαία σημασία του έδειχνε την εξοικείωση με συγκεκριμένο χώρο ή αντικείμενο.
Η αρχική σημασία των λέξεων λοιπόν μας παραπέμπει και στις δύο περιπτώσεις στη βεβαιότητα της γνώσης συγκεκριμένου τομέα του επιστητού.
Η σημερινή όμως χρήση τους και κυρίως η κατανόησή τους από τους μαθητές παραπέμπει αμέσως σε μια αντίθεση ή ακόμη σε έναν ανταγωνισμό μεταξύ τους. Και δεν είναι εντελώς άδικο γιατί με τον τρόπο αυτό τα παιδιά ερμηνεύουν γνώμες και απόψεις κληρικών και θεολόγων από τη μια και επιστημόνων από την άλλη που τυχαίνει να πέσουν στην αντίληψή τους.
Έτσι τα ζεύγη  Θρησκεία - Επιστήμη, Πίστη – Γνώση, Πίστη – Επιστήμη δείχνουν να έχουν διαφορά μεταξύ τους. Ακόμη η γνωστή φράση   «πίστευε και μη ερεύνα» οδηγεί συνειδητά ή υποσυνείδητα στο ότι η πίστη είναι άκριτη αποδοχή θρησκευτικών διδασκαλιών ενώ αντίθετα η έρευνα και αναζήτηση της αλήθειας συνδέεται με την επιστήμη.
Θεολογία - Επιστήμες
Για τους λόγους αυτούς πρέπει να εξετάσουμε το θέμα ως σχέση της θεολογίας με τις άλλες επιστήμες κυρίως τις θετικές αλλά και τις θεωρητικές. Τα θέματα της θρησκείας εξετάζονται από την αρμόδια επιστήμη τους με συγκεκριμένες μεθόδους . Όσο κι αν έχουν διαφορετικό αντικείμενο και τρόπο έρευνας και η Θεολογία και οι υπόλοιπες επιστήμες παραμένουν το ίδιο επιστήμες.
Η θεολογία ως επιστήμη είναι γνώση όπως και οι άλλες επιστήμες. Δεν είναι αντίθετη η πίστη στη γνώση . Όμως η θεολογία στηρίζεται στη γνώση που προέρχεται από την πίστη, δηλαδή στη βεβαιότητα της γνώσης που μας δίνει η εμπειρία μιας σχέσης, της σχέσης Θεού – ανθρώπου. Η καταγραφή της εμπειρίας τέτοιων σχέσεων από πολλούς ανθρώπους στο παρελθόν αλλά και σήμερα είναι για τη θεολογία πηγή γνώσης για τα συγκεκριμένα θέματα.
Σε κάθε άλλη επιστήμη υπάρχει επίσης η βεβαιότητα της γνώσης όταν αυτή ανάλογα με το αντικείμενο, επαληθευθεί με την παρατήρηση το πείραμα και γενικά τους τρόπους που κάθε επιστήμη χρησιμοποιεί για να ερευνήσει και να εξηγήσει τον τομέα της.
Να σημειώσουμε ότι για τις θετικές επιστήμες υπάρχει η περίπτωση διατύπωσης θεωριών που μπορεί να γίνονται αποδεκτές ή μη,  και να κάνουν πολλά χρόνια μέχρι να επαληθευθούν ή να μην επαληθευθούν ποτέ και να αντικατασταθούν από άλλες θεωρίες.
Ας δούμε λοιπόν πως λειτουργούν και ποια είναι η αρμοδιότητα ως ειδίκευση αντικειμένου από τη θεολογία και τις άλλες επιστήμες τα τρία συγκεκριμένα θέματα του Θεού, του Κόσμου και του Ανθρώπου που πάντα αποτελούσαν βασικά ερωτήματα στην ανθρώπινη αναζήτηση και έρευνα.
Θεός
Στην περίπτωση του Θεού για την ορθόδοξη χριστιανική  παράδοση πρέπει πρώτα να ξεκαθαρίσουμε την έννοια του «Ακτίστου» κι αυτό γιατί πολλοί μαθητές μπορεί να γνωρίζουν ότι ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο, είναι παντοδύναμος, πάνσοφος κλπ αλλά θεωρούν ότι για τα θρησκευτικά είναι μέρος του κόσμου.
Η πατερική διάκριση Ακτίστου – κτιστού είναι πολύ βασική για να κατανοήσουμε πως μπορούμε να προσεγγίσουμε το καθένα απ’ αυτά.
Ως Άκτιστος λοιπόν ο Θεός δεν ανήκει στη σφαίρα έρευνας των φυσικών επιστημών. Γίνεται γνωστός, αποκαλύπτεται, μόνο μέσα από την προσωπική σχέση της πίστης. Η γνώση που δίνεται στον άνθρωπο μέσα από την εμπειρία αυτής της σχέσης μελετάται και διατυπώνεται με τις επιστημονικές μεθόδους της Θεολογίας.

Αντικείμενο της Θεολογίας είναι η μελέτη του Ακτίστου όπως αυτό αποκαλύπτεται στο χρόνο  και την ιστορία καθώς επίσης και η σχέση του (δημιουργός) με το κτιστό.
Αντικείμενο των υπόλοιπων επιστημών είναι  ό,τι υπάρχει στα πλαίσια του κτιστού.  Για τον λόγο αυτό, ό,τι είναι πέρα από το χώρο του κτιστού  είναι έξω από την αρμοδιότητα των φυσικών επιστημών.
Για παράδειγμα το να μιλά η επιστήμη περί Θεού αποτελεί υπέρβαση των ορίων της γιατί ο Θεός δεν είναι μέρος του κόσμου που μας περιβάλλει, δεν μπορεί να τον επεξεργαστεί με παρατηρήσεις ούτε με πειράματα στα εργαστήρια.
Εννοείται βέβαια πως κάθε επιστήμονας ως άτομο μπορεί να είναι πιστός ή όχι, να έχει προσωπική σχέση και γνώμη για την ύπαρξη ή μη του Θεού, όμως οι επιστήμες δεν μπορούν να αποφαίνονται περί του Θεού. Όταν το κάνουν υπερβαίνουν τα όριά τους και είναι φυσικό να έρχονται σε σύγκρουση με κάθε θρησκευτική πίστη.
Οι θετικές επιστήμες είναι και πρέπει να είναι μεθοδολογικά «Άθεες». Να ερευνούν το αντικείμενό τους σαν να μην υπάρχει Θεός. Δεν γνωρίζουν αν υπάρχει ή όχι,  και πολύ περισσότερο δεν μπορούν να αποφανθούν για το τι είναι ο Θεός.
Κόσμος
Στην περίπτωση του κόσμου κρίνεται απαραίτητη η εξής επισήμανση επειδή κι εδώ ισχύει αυτό που αναφέραμε για την εντύπωση ότι ο Θεός υπάρχει μαζί με τον κόσμο.
Ο κόσμος για τη θεολογία δεν είναι το στολίδι – κόσμημα  το οποίο προέκυψε από την ταχτοποίηση της άμορφης προϋπάρχουσας ύλης όπως πίστευαν στην Αρχαία Ελλάδα, αλλά είναι κτίση. Είναι δημιούργημα και αποτελεί τη σφαίρα του κτιστού.
Ως κτιστός γίνεται αντιληπτός με όλες τις αισθήσεις, υπόκειται σε παρατηρήσεις και πειράματα και γενικά αποτελεί τομέα και αντικείμενο έρευνας των  φυσικών επιστημών.
Για τον κόσμο – κτίση η Θεολογία με βάση τη βιβλική διήγηση για τη δημιουργία θέλει μόνο να δείξει ποιος είναι αυτός που έφερε όλα τα κτιστά από την ανυπαρξία στην ύπαρξη. Απαντά στο ερώτημα «ποιος» δημιούργησε όλα αυτά που βλέπουμε και ανακαλύπτουμε.
Οι θετικές επιστήμες είναι αρμόδιες να ερευνήσουν και να εξηγήσουν τον τρόπο με τον οποίο έγιναν και λειτουργούν. Να απαντήσουν στο ερώτημα «πως».
Και στην Α΄Γυμνασίου και στη Β΄Λυκείου η διάκριση αυτή διατυπώνεται ξεκάθαρα αλλά παρόλα αυτά πολλά παιδιά συνεχίζουν να συγχέουν τους σκοπούς και τις αρμοδιότητες παρασυρόμενα ενδεχομένως από την αντίληψη απόλυτης αυθεντίας της Βιβλικής διήγησης για τις έξι ημέρες της δημιουργίας.
Στην πατερική παράδοση ο σχολιασμός της σχετικής διήγησης γίνεται όχι με βάση αποκλειστικά την αυθεντία της Αγίας Γραφής αλλά σε συνδυασμό και σύνδεση πάντοτε με τις επιστημονικές γνώσεις της κάθε εποχής.
Ο Μέγας Βασίλειος για παράδειγμα δίνει στις ομιλίες του στην Εξαήμερο ένα κλασικό παράδειγμα και πρότυπο ορθόδοξης χρήσης των επιστημονικών γνώσεων. Αποκρούει τις θεωρίες των φιλοσόφων περί αιωνιότητας και αυθύπαρκτου  του κόσμου και προχωρεί στη σύνθεση των βιβλικών και επιστημονικών δεδομένων μέσα από μια συνεχή υπέρβαση της επιστήμης.
Μ’ αυτό τον τρόπο αναιρεί τις υλιστικές και αιρετικές θεωρίες και περνά στη θεολογική ερμηνεία. Εννοείται ότι δεν φοβάται καμιά επιστημονική ανακάλυψη γιατί όπως γράφει : «δεν μειώνεται καθόλου ο θαυμασμός μας για τα έργα του Θεού  αν βρεθεί ο τρόπος με τον οποίο έγινε κάποιο από τα  θαυμαστά αυτά έργα». Απεναντίας γίνεται μεγαλύτερος γιατί αποκαλύπτεται το μεγαλείο της θεϊκής σοφίας.
Η αλματώδης ανάπτυξη των φυσικών επιστημών τα τελευταία χρόνια δημιούργησε καινούργια δεδομένα και ανέτρεψε αντιλήψεις και γνώσεις που είχαν καθιερωθεί για αιώνες. Ας δούμε τις πιο σημαντικές που και τα παιδιά γνωρίζουν αρκετά.
Για τη δημιουργία του κόσμου το 1927 διατυπώθηκε η θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης  (Big bang) σύμφωνα με την οποία από μια μικρή και υπερσυμπυκνωμένη μάζα που εξερράγη δημιουργήθηκε το απέραντο αστρικό σύμπαν. Οι σύγχρονοι αστροφυσικοί προσπαθούν με τελειοποιημένα όργανα να ανακαλύψουν απομεινάρια αυτής της έκρηξης.
Άλλοι πάλι θεωρούν ότι το Big bang δεν ήταν αφετηρία της ζωής του σύμπαντος αλλά ένα στάδιό της γιατί το σύμπαν συστέλλεται και διαστέλλεται σε περιόδους  δισεκατομμυρίων ετών.
Η πιο σύγχρονη και μεγαλεπήβολη επιστημονική θεωρία που προκαλεί εντύπωση και αντιδράσεις με τις ανακοινώσεις και δημοσιεύσεις των πειραμάτων που γίνονται έχει σχέση με το σωματίδιο του Higgs ή όπως αλλιώς λέγεται, Σωματίδιο του θεού.
Η θεωρία αυτή διατυπώθηκε το 1964 και αναφέρεται στην ύπαρξη ενός  σωματιδίου που εμφανίζεται για απειροελάχιστο χρόνο σε περιπτώσεις συγκρούσεων σωματιδίων και με την εμφάνισή του προσδίδει μάζα στην ύλη. Την ύπαρξη αυτού του σωματιδίου προσπαθούν να επιβεβαιώσουν οι επιστήμονες στο Κέντρο πυρηνικών ερευνών της Γενεύης CERN.
Όπως πρόσφατα εξηγεί σε άρθρο η Δρ. Θεοδότα Λαγούρη, Ελληνίδα που συμμετέχει στα προγράμματα έρευνας, η ανακάλυψη του σωματιδίου Higgs είναι ιδιαίτερα σημαντική γιατί
1. Επαληθεύεται η θεωρία  του Πεδίου Higgs,
2. Εξηγεί ότι τα στοιχειώδη σωματίδια έχουν μάζα,
3. Βοηθά να κατανοήσουμε καλύτερα τους νόμους φυσικής που διέπουν την ύλη και ρίχνει φως στο τι συνέβη στην αρχή της δημιουργίας του σύμπαντος.
Όμως, 1. Δεν καλύπτει τη βαρυτική δύναμη,
2. Δεν εξηγεί γιατί τα σωμάτια έχουν τη μάζα που έχουν
και 3. Δεν έχει βρεθεί κανένα σωμάτιο σκοτεινής ύλης που είναι το μεγαλύτερο ποσοστό της μάζας του σύμπαντος.
Πάρα πολύ σημαντικές ανακαλύψεις αλλά απ’ ότι φαίνεται οι επιστήμονες έχουν πολύ  δρόμο ακόμη στη συγκεκριμένη έρευνα.
Τι ήταν όμως αυτό που προκάλεσε πολλές αντιδράσεις γι’ αυτό τα πειράματα; Όταν το 19993 ο Leon Lenderman θέλησε να δημοσιεύσει ένα βιβλίο για το σωματίδιο του Higgs   το ονόμασε  “The Goddamn particle” αναθεματισμένο σωματίδιο. Έπειτα από πίεση των εκδοτών άλλαξε την ονομασία και τον τίτλου του βιβλίου σε The God particle – Το σωματίδιο Θεός, ή όπως λέγεται στην Ελλάδα «Το σωματίδιο του Θεού» .
Επίσης ταινίες που αναφέρονται σε σχετικές ανακαλύψεις και κάποιες έχουν δει τα παιδιά παρουσιάζουν τους Καρδινάλιους στο Βατικανού να πανικοβάλλονται στο άκουσμά τους μην τυχόν κλονιστεί η αυθεντία της Εκκλησίας και άρα η πίστη στο Θεό.
Δύο απλά παραδείγματα που δείχνουν πως τα επιστημονικά επιτεύγματα χρησιμοποιούνται με τέτοιο τρόπο ώστε κάποιοι να πετύχουν άλλους σκοπούς και σίγουρα δεν ευθύνονται πάντα γι’ αυτό οι επιστήμονες.  
Και πάλι τα πειράματα στις συγκρούσεις των σωματιδίων και όλες οι σχετικές ανακαλύψεις, δεν καταρρίπτουν τίποτε στο επίπεδο της θεολογίας και διατρανώνουν ακόμη περισσότερο το θαυμασμό  μας για το μεγαλείο της δημιουργικής σοφίας του Θεού.

Άνθρωπος
Για τον άνθρωπο έχουμε συνδυασμό των προηγούμενων δύο, γιατί σύμφωνα με την Αγία Γραφή ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα δημιουργήματα ως το πιο σπουδαίο. Συμμετέχει στην υλική κτίση ως βιολογική υπόσταση αλλά κοινωνεί με τη ζωή του Θεού γιατί είναι δημιούργημα κατ’ εικόνα του. Το υλικό στοιχείο είναι εμφανές στη σχετική διήγηση με το χώμα που παίρνει ο Θεός και πλάθει τον άνθρωπο. Η πνευματική συγγένεια με τον Θεό δηλώνεται με την κίνηση του Θεού να φυσήξει μέσα στον Αδάμ «πνοή ζωής».
Την βιολογική διάσταση και την ιστορική πορεία του ανθρώπου πάνω στον πλανήτη την ερευνούν οι αντίστοιχες επιστήμες (βιολογία, ανθρωπολογία, παλαιοντολογία κλπ). Στη σύγχρονη διατύπωσή τους ερμηνεύουν την προέλευση του ως αποτέλεσμα εξέλιξης από κατώτερα ζωικά είδη. Είναι η γνωστή θεωρία της εξέλιξης που διατυπώθηκε αρχικά από τον Δαρβίνο και με πολλές βελτιώσεις επικρατεί μέχρι και σήμερα.
Όπως τονίσαμε και στην περίπτωση της ερμηνείας του κόσμου, στα πλαίσια του κτιστού και υλικού οι  επιστήμες  είναι αρμόδιες να ερευνήσουν και να αναζητήσουν την αλήθεια της ανθρώπινης ύπαρξης. Όταν δεν υπερβαίνουν τα όρια και δεν θέλουν να στηρίξουν ή να καταρρίψουν τη θεϊκή συγγένεια του ανθρώπου τότε λειτουργούν σωστά. Και κάθε σχετική επιστημονική αλήθεια, όχι θεωρία, δεν μπορεί  να έρχεται σε διαφωνία με τη θεολογική αλήθεια δεδομένου ότι ο Θεός είναι ποιητής και της δημιουργίας και της αποκάλυψης.
Για την θεολογία αντικείμενο μελέτης είναι σίγουρα όλος ο άνθρωπος, άλλωστε ο βασικός σκοπός είναι η σωτηρία του (σώος = ολόκληρος). Εκείνο όμως που την απασχολεί κατεξοχήν και είναι αρμόδια να εξηγήσει είναι η πνευματική υπόσταση του ανθρώπου, η συγγένεια όπως αναφέρθηκε , με τον δημιουργό του.
Στη  Βιβλική διήγηση και στο σύνολο της πατερικής παράδοσης αυτή εντοπίζεται στη δημιουργία του ανθρώπου «κατ’ εικόνα  και καθ’ομοίωσιν».  Στο κατ’ εικόνα εντοπίζονται τα πνευματικά χαρίσματα που δόθηκαν στον άνθρωπο, η λογική, η  ελευθερία , η αγάπη. Αυτά μπορούν να μελετηθούν και από άλλες επιστήμες ως χαρακτηριστικά του ανθρώπου. Η πορεία όμως στο καθ’ομοίωσιν είναι καθαρά θεολογική. Είναι υπέρβαση των κτιστών και υλικών ορίων που πορεύεται στη θέωση με την πίστη, την ελπίδα και την αγάπη κατ’ αντιστοιχία. Μόνο που η αγάπη στην τελευταία περίπτωση είναι τέλεια και «μείζων» από κάθε τι άλλο.
Όσον αφορά την κατανόηση από τους μαθητές διαπιστώνουμε ότι η διήγηση της δημιουργίας του κόσμου και του ανθρώπου πετυχαίνει πολύ καλά το σκοπό της. Με τις παραστατικές εικόνες και το ζωντανό και γλαφυρό ύφος αποτυπώνεται στους ακροατές σε σημείο που κάνει δύσκολη πολλές φορές την ερμηνεία των εικόνων και των συμβολισμών. Θυμάμαι χαρακτηριστικά και επί λέξη το σχόλιο «Κύριε μια χαρά τη θυμόμαστε την ιστορία του Αδάμ. Γιατί θέλετε να την καταλάβουμε περισσότερο; Τι είναι τα συμβολικά που μας λέτε;» 
Ευτυχώς όμως υπάρχουν και αυτοί που προσδοκούν κάτι περισσότερο και από την επιστημονική και από  τη θεολογική ερμηνεία γιατί τελικά η μια συμπληρώνει την άλλη.

ΘΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
Σχεδιάγραμμα
Αναφορές σε διδακτικές ενότητες :
 Γ΄ Δημοτικού (Μαθ. 10 και 11) Α Γυμνασίου (Μαθ. 25), στην Α΄ Λυκείου (Μαθ. 6 και 7) Β΄ Λυκείου, Γ λυκείου (Μαθ. 19).
Πίστη : Η βεβαιότητα ότι κάτι που απορρέει από θεία αποκάλυψη ή ανθρώπινη αναζήτηση είναι αληθινό, ισχύει.
Επιστήμη: το σύνολο συστηματικών και επαληθευμένων γνώσεων, καθώς και η έρευνα αυστηρώς καθορισμένων πεδίων του επιστητού με συγκεκριμένες και ορθολογικές μεθόδους πχ παρατήρηση πείραμα, υπόθεση, επαγωγή κλπ.
Θεολογία – Επιστήμες :
Η  θεολογία στηρίζεται στη γνώση που προέρχεται από την πίστη, δηλαδή στη βεβαιότητα της γνώσης που μας δίνει η εμπειρία της σχέσης Θεού – ανθρώπου.
Σε κάθε άλλη επιστήμη υπάρχει επίσης η βεβαιότητα της γνώσης όταν αυτή ανάλογα με το αντικείμενο, επαληθευθεί με την παρατήρηση το πείραμα
Θεός : Άκτιστος - δεν ανήκει στη σφαίρα έρευνας των φυσικών επιστημών.
 Αντικείμενο της Θεολογίας είναι η μελέτη του Ακτίστου όπως αυτό αποκαλύπτεται στο χρόνο  και την ιστορία καθώς επίσης και η σχέση του  με το κτιστό.
Κόσμος: η Θεολογία απαντά στο ερώτημα ποιος δημιούργησε όλα αυτά, Οι θετικές επιστήμες είναι αρμόδιες να ερευνήσουν και να εξηγήσουν τον τρόπο με τον οποίο έγιναν και λειτουργούν. Να απαντήσουν στο ερώτημα «πως».
1927 Big Bang  ,  1964 Σωματίδιο του Higgs  «Το σωματίδιο του Θεού»
Άνθρωπος: Την βιολογική διάσταση και την ιστορική πορεία του ανθρώπου πάνω στον πλανήτη την ερευνούν οι αντίστοιχες επιστήμες.
Για την θεολογία αντικείμενο μελέτης είναι η συγγένεια με τον δημιουργό του.
Επιστημονική και θεολογική ερμηνεία : Αλληλοσυμπλήρωση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου