Τρίτη 5 Ιουνίου 2012

π. Χαράλαμπος Παπαδόπουλος(Λίβυος):Ο Ψυχολογικός συνδικαλισμός μας



 












Όσο μεγαλώνω η ζωή με διδάσκει να μην συμφωνώ αλλά και να μην διαφωνώ με κανένα. Ωστόσο να είμαι έτοιμος με παρρησία και εγρήγορση να διαφωνήσω και να συμφωνήσω με τον οποιοδήποτε.
Ξεκινάω τις σκέψεις μου με αυτό τον τρόπο γιατί αισθάνομαι ότι στην σημερινή Ελλάδα που κανείς δεν θέλει να αλλάξει τίποτα και εκείνοι που υποτίθεται θέλουν το πράττουν με περίσσια προχειρότητα, επιπολαιότητα και συχνά επικινδυνότητα, πρέπει να διαμορφώνεις συνεχώς τα πλαίσια συζήτησης ώστε να μην εκτρέπεται το εγχείρημα. Καθότι η ελληνική κοινωνία είναι αμάθητη στον διάλογο, την σύνθεση και την συνεργασία.
Τα λέω όλα αυτά διότι στη σημερινή ελληνική πραγματικότητα οτιδήποτε «κινείται δημιουργικά και συνθετικά» αυτομάτως επιχειρείται η εξόντωση του. Η οποιαδήποτε προσπάθεια και πρωτοβουλία νέων μορφών σκέψης, διαλόγου με το νέο, το ιστορικό, συκοφαντείται, σπιλώνεται και αφανίζεται στην ακινησία του θανάτου.
Δημιουργείται μια αντανακλαστική εγωτική άμυνα που δεν αφήνει να αναπνεύσει τίποτε που διαφοροποιείται. Αυτομάτως μπαίνει σε λειτουργία ένας απίστευτος μηχανισμός, που στήνει δίκες, συκοφαντίες και ιεροξεταστήρια γύρω από απόψεις, πρόσωπα, οργανισμούς, θεσμούς, δίχως διάκριση και ουσιώδη επιχειρηματολογία. Αφοριστικά τσιτάτα, έκπτωτοι ιδεολογισμοί, ταμπέλες, χαρακτηρισμοί και αφορισμοί προσπαθούν να ισοπεδώσουν τον οποιοδήποτε ή τους οποιουσδήποτε ανοίγουν ένα παράθυρο στο νέο, στην δημιουργία, τον διάλογο με την ιστορία και τα άμεσα ερωτήματα της.
Αιρετικός, άθεος, νεοβαρλαμιστής, αρειανιστής, δυτικόπληκτος, οικουμενιστής, προδότης, ανθέλληνας, δοσίλογος, κ.α πολλά παρελάσουν στις «κριτικές» που αναρτώνται σε μπλοκ, site, εφημερίδες και περιοδικά, με εμφανή στοιχεία αμάθειας, άγνοιας, άγχους, ανασφάλειας, το χειρότερο κακεντρέχειας και αυτοκαταστροφικής εμπάθειας.
Δύσκολα θα συναντήσει κανείς μέσα σε όλα αυτά τα κείμενα και σχόλια, μια αμερόληπτη κριτική τοποθέτηση που θα απαντά στην ουσία της σκέψης και των ερωτημάτων που τίθενται σε δημόσιο διάλογο από διανοητές, φιλοσόφους, θεολόγους κ.α. Αντιθέτως συναντά κανείς άρνηση και επιλεκτική ανάγνωση. Στην καλύτερη περίπτωση χρόνιες τυποποιημένες απαντήσεις, λέξεις, έννοιες και όρους από το χθες σε μορφή ιδεολογημάτων και ιδεοληψιών με καμία πλέον αποτύπωση και επικύρωση στην ζωή των ανθρώπων.
Ο σύγχρονος έλληνας(νεοέλληνας), το τονίζω αυτό, γιατί στις μέρες μας λόγο απουσίας παρόντος και ιστορικότητας, μόλις αισθανθούμε ότι απειλούμαστε κάνουμε αναφορές αυτοσυνειδησίας στους αρχαίους έλληνες και στο μεγάλο Βυζαντινό πολιτισμό μας, με τον οποίο καμία μα καμία σχέση δεν έχουμε σήμερα εμείς. Ο σύγχρονος λοιπόν Έλληνας φανερώνει ένα ψυχολογικό συνδικαλισμό, τέτοιας μορφής και εσωτερικής έντασης που δεν επιθυμεί να αλλάξει τίποτα σε κανένα τομέα της ζωής του.
Ο ίδιος ψυχικός κόσμος, άρνησης, ανασφάλειας, ακηδίας και απροθυμίας δημιουργίας, που αρνείται αλλαγές στην κοινωνική οργάνωση του βίου μας, είναι αυτός που δεν θέλει, δεν μπορεί να αντικρύσει σημαντικά ερωτήματα που ψηλαφούν την πολιτισμική δομή της ζωής μας και του ψυχικού βίου μας.
Αισθάνομαι ότι αυτή η άρνηση στην πραγματικότητα είναι φόβος. Φόβος υπαρξιακός. Ανασφάλεια ενός λαού που έχει χάσει την επαφή με τον ευατό του και τον χρόνο. Λαού που δεν έχει μάθει να ζει με ερωτήματα αλλά με έτοιμες και πολλάκις «θεόπνευστες» απαντήσεις και λύσεις. Είμαστε αμάθητοι στην σύνθεση, στο διάλογο. Από το σπίτι μας μέχρι την ευρύτερη κοινωνία δεν διαλεγόμαστε. Τροφοδοτούμαστε από νεκρούς θεσμούς, παγιωμένους ρόλους, μορφές και δομές κοινωνικής οργάνωσης, που ενώ βλέπουμε και κατανοούμε λογικά ότι πλέον οδηγούν σε αδιέξοδο, ωστόσο φοβόμαστε να αλλάξουμε.
Θέλουμε να είναι όλα αδιατάραχτα διότι μας αγχώνει η ανάληψη ευθύνης. Η ευθύνη προϋποθέτει πρόσωπο, επαφή με τον εαυτό και την πραγματικότητα, πεδίο χρόνου άμεσης πραγμάτωσης και όχι μεταφοράς. Μονάχα ένας άνθρωπος που έχει ουσιαστική σχέση με τον ευατό του μπορεί να απαντήσει σε ερωτήμα του παρόντος. Διαφορετικά θα χάνεται ή στο άλλοθι του χθες ή στο απροσδιόριστο του αύριο.
Στην ελλαδική πραγματικότητα ο οποιοσδήποτε τολμήσει τόσο στο χώρο της φιλοσοφίας, όσο και σε άλλους χώρους κοινωνικής άθλησης, όπως της πολιτικής, εκκλησίας κ.α να εκφράσει κάτι διαφορετικό από το σύνηθες, το παγιωμένο και στάσιμο, απορρίπτεται και θα απορρίπτεται στο ποσοστό που αρνούμαστε να υπάρξουμε ως ανοιχτές πραγματικότητες έτοιμες να διακινδυνέψουμε στην δημιουργία και την σύνθεση. Σύνδρομο των κλειστών υπάρξεων, είτε είναι κοινωνικές, εθνικές, φυλετικές, είτε θρησκευτικές, πνευματικές είναι ο φόβος και η υπαρξιακή ανασφάλεια. Και τούτο λόγο έλλειψης ευατού.
Φόβος μπροστά στο νέο. Κούρνιασμα στο γνωστό, στο αναγνωρίσιμο. Γι αυτό και διορίζουμε την ξαδέλφη μας στο δημόσιο βίο και όχι τον αξιολογικά καλύτερο, διότι φοβόμαστε και αδυνατούμε να εμπιστευτούμε το άγνωστο. Το αίμα(φυλετικό- οικογενειακό) έχει πρωτόγονη αίσθηση ασφάλειας, η ευθύνη έχει ρίσκο εμπιστοσύνης. Οι σχέσεις ευθύνης που έφερες ο Χριστός στο κόσμο προϋποθέτουν σχέσεις εμπιστοσύνης. Πίστης και ελπίδας.
Θέλουμε να ελέγχουμε τις πραγματικότητες. Ακόμη και τον Θεό τον μετατρέψαμε σε μια αντικειμενική πραγματικότητα. Όπως το ρολόι που φοράμε στο χέρι μας. Έτσι τον ελέγχουμε. Μας μοιάζει. Είναι του χεριού μας, και να μας κάνει τα χατίρια. Όπως οι βουλευτές. Τον μετατρέψαμε σε ένα απλό καταναλώσιμο αίσθημα. Δεν μπαίνουμε σε σχέση μαζί Του. Γιατί η σχέση προϋποθέτει ρίσκο και περιπέτεια. Αμφίρροπες προοπτικές. Και μια φοβική κοινωνία, ένας πολιτισμός φόβου δεν ρισκάρει. Προτιμά να μένει στο βάλτο και ας μυρίζει απαίσια. Αλλά σε καμία περίπτωση να βγει από αυτόν. Γιατί η οποιαδήποτε κίνηση δεικνύει ανάληψη ευθύνης.
Προτιμάμε το βέβαιο, το γνωστό και ας είναι άρρωστο. Με αυτό τον τρόπο δεν ρισκάρουμε άρα δεν διακινδυνεύουμε. Αποτέλεσμα δεν ζούμε. Ζούμε μόνο στην υπερβολή του άκριτου συναισθηματισμού μας. Χαρακτηριστικό της κατάθλιψης.
Διανοητές, στοχαστές, πνευματικοί άνθρωποι, με την ζωή και τα γραφόμενα τους, προσπαθούν να ανοίξουν ένα διάλογο. Μας κινούν σε μια διαφορετική ερμηνεία και κατανόηση. Μας οδηγούν σε μια θέαση της πραγματικότητας που είναι αλλιώς από εκείνη που είχαμε ή μας είχαν μάθει και συνηθίσει. Και αυτό στην πραγματικότητα μας αγχώνει τόσο πολύ που προτιμάμε να τους κάψουμε στην πυρά παρά να τους ακούσουμε. Γιατί εάν τους ακούσουμε θα δώσει μου λόγο και βήμα στην δική μας καταπιεσμένη εσώτερη φωνή.
Η ελληνική παράδοση είναι αμάθητη στην σύνθεση. Βρισκόμαστε στο 21αιων. και ακόμη δεν αντέχουμε να σταθούμε ώριμα και υπεύθυνα μπροστά νέο κοσμολογικό και ανθρωπολογικό μοντέλο. Σε σκέψεις, απόψεις, προβληματικές και προτάσεις που ανοίγονται σε ένα ευρύτερο διάλογο, μέσα σε μια νέα διαρκώς διαμορφούμενη πραγματικότητα. Δεν είναι ανάγκη ούτε να συμφωνήσουμε ούτε όμως και ψυχαναγκαστικά να διαφωνήσουμε, επειδή και μόνο συναντούμε μια διαφορετική ανάγνωση της πραγματικότητας μας.
Πρέπει πλέον να ενηλικιωθούμε ως πρόσωπα κοινωνία απέναντι στο διάλογο και στην σύνθεση. Να είμαστε έτοιμοι να ακούσουμε. Να διαφωνήσουμε και να συμφωνήσουμε. Να πειραματιστούμε και να γευτούμε την εμπειρία της δημιουργίας. Αυτό είναι γεγονός χαράς. Μας κινεί μακριά από την εσωστρέφεια και την φοβικότητα. Ανοίγει την ύπαρξη και συγχρόνως την κοινωνία μας σε κάτι διαφορετικό που θέλει να γεννηθεί στην Ελλάδα και όμως ο ψυχικός συνδικαλισμός μας δεν το αφήνει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου