Κυριακή 13 Μαΐου 2012

Χρυσόστομος Σταμούλης:Η αγάπη γίνεται σάρκα, γίνεται σώμα οικουμενικό, υπόσταση όλων των ανυπόστατων, ύπαρξη όλων των ανύπαρκτων, παρουσία όλων των απόντων, καταφυγή όλων των κατατρεγμένων.


Χαιρετισμός του Προέδρου του Τμήματος Θεολογίας Καθηγητή Χρυσόστομου Α. Σταμούλη στη Διεθνή Ημερίδα «Ορθόδοξη Ιεραποστολή και σύγχρονα Θρησκεύματα»


Κύριοι Κοσμήτορα,
κύριε πρόεδρε της φιλόπτωχης αδελφότητας ανδρών Θεσ/νίκης,
           κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
           Αγαπητές φοιτήτριες,
           Αγαπητοί φοιτητές,
Είναι σαφές ότι απέναντι στους ηθικισμούς και τις ψυχολογικές εκρήξεις καθαρότητας μονοφυσιτών και δυοφυσιτών κάθε εποχής, που θέλουν ο,τιδήποτε μετά την πτώση ταυτόσημο με την αμαρτία, συνεπώς ακάθαρτο και άρα απορριπτέο, η εκκλησιαστική αυτοσυνειδησία, έτσι όπως εκφράσθηκε από τους φίλους Θεού, τους αγίους της, αποκαλύπτει ότι η κατάφαση του Θεού στον άνθρωπο είναι ολοκληρωτική και για το λόγο αυτό είναι και αληθινή. Θα έλεγα συνεπώς ότι η σάρκωση, έτσι όπως μας τη χαρίζει όλη η εκκλησιαστική μας παράδοση, αλλά εξαιρέτως η τέταρτη Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας, φανερώνεται ως το μέγα μυστήριο της Εκκλησίας, απ’ όπου όλα τα μυστήρια αντλούν την ύπαρξή τους. Ο Θεός δεν αρκείται πλέον στο να πει και να γίνει, αλλά γίνεται ο ίδιος σιωπηρά και ασκητικά άνθρωπος. Ο Λόγος γίνεται σάρκα. Τα λόγια γίνονται σάρκα. Η αγάπη γίνεται σάρκα, γίνεται σώμα οικουμενικό, υπόσταση όλων των ανυπόστατων, ύπαρξη όλων των ανύπαρκτων, παρουσία όλων των απόντων, καταφυγή όλων των κατατρεγμένων. Γίνεται τόπος κατάθεσης οποιασδήποτε εμμονής ηθικής, τουτέστιν ηθικιστικής αξιότητας, προκειμένου να ανθίσει το λουλούδι, το ήθος  της κοινωνίας. Γίνεται αναξιότητα, γίνεται ξένος, γίνεται πάροικος, γίνεται μετανάστης, συγκαταβαίνει και ταπεινώνεται, έτσι ώστε αργά και νικηφόρα να μεταμορφώσει και να μετασχηματίσει το σώμα της αδοξίας σε σώμα δόξας.
Δεν χωρά αμφιβολία ότι τούτη η οικουμενική αγάπη, τούτη η οικουμενική πρόσληψη και μεταμόρφωση αποτελεί και τη μόνη οικουμενική, άκρως ολιστική πρόσκληση στην καινή ζωή, στη ζωή της ευλογημένης Βασιλείας, για το «ελθέτω» της οποίας προσεύχεται αδιαλείπτως η ευχαριστιακή σύναξη.
Ο άνθρωπος, ο κάθε άνθρωπος καλείται να μετάσχει σε αυτή τη ζωή, φανερώνοντας στις διαπροσωπικές του σχέσεις την καθολικότητα που αποκαλύπτει η σάρκωση. Καλείται να γίνει «αλήτης της αγάπης του Χριστού». Καλείται να μιμηθεί τον τρόπο του Θεού Λόγου και να ανοίξει τις σχέσεις του πέρα από τα όρια που θέτουν κριτήρια έθνους, φυλής ή φύλων, ακόμη και θρησκείας. Άλλωστε, το μεγαλείο της πρόσληψης αποκαλύπτεται εκεί όπου κυριαρχεί η διαφορετικότητα. Η έξοδος από την ασφάλεια, που θέτουν τα στοιχεία της μονιμότητας, αποκτά πραγματικό νόημα μόνον όταν αποτελεί σημείο συνάντησης με το άλλο, το ξένο, το μη οικείο. Το να υποδεχτεί κάποιος και να φιλοξενήσει τους συγγενείς του είναι πράξη ουσιαστική, η οποία, βέβαια, δεν φαίνεται να υπερβαίνει πάντα τα όρια της σύμβασης και της εσωτερικής τακτοποίησης. Το αγκάλιασμα, όμως, του ξένου, του αλλότριου και του άγνωστου, φανερώνει την αληθινή διακονία της ασκητικής αγάπης, την έξοδο από το βόλεμα.
Οφείλω, βέβαια, στο σημείο αυτό να υπογραμμίσω ότι η κοινωνία, η σχέση δεν είναι πραγματικότητα που προϋποθέτει τη λειτουργία ενός μόνο εκ των συμμετεχόντων.  Πρόκειται στ’ αλήθεια για πράξη συμβολής, όπου ο καθένας ή οι πολλοί καταθέτουν την ύπαρξή τους με σεβασμό και κατανόηση της υπάρχουσας διαφορετικότητας στη διακονία της ευχαριστιακής τράπεζας της αγάπης, στη λειτουργία της σταδιακής αποκάλυψης της γιορτής μιας κοινότητας εν κινήσει.
Με δεδομένη μια τέτοια πραγματικότητα, οφείλω να ομολογήσω ότι η χριστιανικήπρόσληψη είναι κάτι περισσότερο, είναι κάτι δυναμικότερο από την ανοχή, που εισηγείται ο νεότερος πολιτισμός. Εντούτοις, πέρα από τα λόγια, εκεί που αρχίζει να φαίνεται από μακριά η γη της πράξης, ελλοχεύει πάντα ένας κίνδυνος. Ο κίνδυνος της  βιαστικής μετατροπής του άλλου σε τόπο  φανέρωσης των ιδιοτελών συνδρόμων του ευεργέτη, του σωτήρα, της φιλανθρώπως ασκούμενης σε πεδίο βολής ανωτερότητας. Τον κίνδυνο αυτό η Ορθόδοξη Θεολογία οφείλει οπωσδήποτε να τον ξεφύγει.
Κάποιες τέτοιες σκέψεις, αλλά και ικανές υποψίες οσφραντικές της υπάρχουσας πραγματικότητας είναι που κάνουν αρκετές  φορές να αναζητά κανείς τις πραγματικές διαφορές ανάμεσα σε μεγέθη ολοκληρωτικά διαφορετικά, εκ διαμέτρου αντίθετα. Όπως είναι για παράδειγμα η ιεραποστολή και ο προσηλυτισμός, η αγάπη και η υποχρέωση, η ελευθερία και η ανάγκη, δρόμοι παράλληλοι που κάποτε πιασμένοι χέρι χέρι σ’ έναν χορό παράλογο σφιχταγκαλιάζονται ερωτικά.
Φίλες και φίλοι,
Έχω την πίστη πως η σημερινή Ημερίδα, για την διοργάνωση της οποίας, αξίζουν θερμές ευχαριστίες και συγχαρητήρια σε όσους κόπιασαν, θα αποτελέσει την αφορμή για μια βαθύτερη συνάντηση στη χώρα της ανθρωπινότητας, στην οποία εξάπαντος ανήκουν όλα τα δημιουργήματα του Θεού. Και είμαι ευτυχής, που το Τμήμα Θεολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης είναι πάντοτε συνεπές σε τούτη τη συνάντηση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου