Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2012

π. Αντώνιος Πινακούλας:..αξίζουμε μόνο τα ψίχουλα που πέφτουν από τα χέρια των άλλων



Αγαπητοί αδελφοί, τρεις Κυριακές πριν, την Κυριακή μετά τα Φώτα, ακούσαμε στο ευαγγέλιο από τον ευαγγελιστή Ματθαίο, ότι ο Χριστός ανεχώρησε από τα μέρη του Ιορδάνου, που είναι κοντά στα Ιεροσόλυμα, για να πάει στη Γαλιλαία και να εγκατασταθεί στην Καπερναούμ. Κι ο λαός, σημειώνει, που ήταν εκεί, ένας λαός ανάμεικτος από πιστούς Ισραηλίτες και ειδωλολάτρες, είδε φως μέγα. Οι άνθρωποι αυτοί που κάθονταν μέσα στο σκοτάδι, είδαν τον Χριστό.
Σήμερα ακούσαμε από τον ίδιο ευαγγελιστή ότι ο Χριστός έκανε ένα ακόμη βήμα. Πήγε έξω κι απ’ αυτή τη χώρα. Μπήκε μέσα στα μέρη της Συρίας, όπου κατοικούσαν μόνο ειδωλολάτρες. Και παρότι κρυβόταν σε ένα σπίτι, δεν έγινε κατορθωτό να παραμείνει κρυμμένος. Οι άνθρωποι έσπευσαν για να τον γνωρίσουν. Το φως του Χριστού άστραφτε παντού και έλαμπε. Και, μας λέει ο ευαγγελιστής, ότι μια γυναίκα ειδωλολάτρισσα, Χαναναία, ήρθε κοντά στον Χριστό, αφού πέρασε πολλά εμπόδια -των άλλων ανθρώπων και των μαθητών του Χριστού-,  τον προσκύνησε και τον παρακάλεσε να θεραπεύσει το άρρωστο παιδί της. Εκείνος της είπε ότι δεν είναι σωστό να παίρνει κανείς από το τραπέζι το φαγητό των παιδιών και να το δίνει στα ζώα. Εκείνη όμως επέμενε λέγοντας ότι και τα ζώα τρώνε από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι. Και τότε ο Χριστός φανέρωσε τη μεγάλη της πίστη και της είπε ότι «το παιδί σου έγινε καλά», και όπως λέει ο ευαγγελιστής Μάρκος «έγινε καλά γι’ αυτόν το λόγο που είπες τώρα, που έβαλες τον εαυτό σου μαζί με τα ζώα, όχι με τους ανθρώπους». Έτσι τελειώνει το σημερινό ευαγγέλιο.
Για να καταλάβουμε όμως τι σημαίνει ακριβώς αυτό το θαύμα, πρέπει να θυμηθούμε σε ποια ενότητα το βάζει ο ευαγγελιστής Ματθαίος. Μας λέει πριν ότι ο Χριστός στα μέρη της Γαλιλαίας έχει μια συζήτηση με τους Φαρισαίους, με θέμα «με τι χέρια τρωμε στο τραπέζι μας;». Οι Φαρισαίοι υποστήριζαν ότι πριν καθίσει κανείς στο τραπέζι έπρεπε να ακολουθήσει ένα τελετουργικό για να καθαρίσει τα χέρια του. Όχι ένα απλό πλύσιμο αλλά ένα τελετουργικό ολόκληρο που είχε καθιερωθεί με αφετηρία το Νόμο του Μωυσή και είχε καθιερωθεί μέσα στην παράδοση των Εβραίων. Ο Χριστός επέμενε ότι ο Μωυσής ήθελε να τους δείξει ότι έπρεπε να καθαρίζουν την καρδιά τους, και ό,τι εξωτερικό έκαναν -όπως το πλύσιμο των χεριών- απέβλεπε στο να τους φέρνει στη συνείδηση ότι ήταν ακάθαρτοι μέσα τους. Η καθαρότητα που ήθελε ο Θεός ήταν η καθαρότητα της καρδιάς μέσα από την οποία καρδιά είπε ο Χριστός πηγάζουν όλα τα κακά, από τις σκέψεις μέχρι τα έργα. Και τα απαρίθμησε λέγοντας δώδεκα λέξεις. Εκείνοι όμως δεν ήθελαν να καταλάβουν. Και τότε ο Χριστός αναχωρεί και πηγαίνει στα μέρη Τύρου και Σιδώνος, όπου συναντάει αυτήν τη γυναίκα.
Ο Χριστός δεν αναχωρεί, όπως ξέρουμε στο ευαγγέλιο, τυχαία από κάποιο μέρος. Είχαμε πει πριν ότι ανεχώρησε από τα Ιεροσόλυμα. Ανεχώρησε επίσης όταν ήταν βρέφος για την Αίγυπτο διότι ήθελε ο Ηρώδης να τον σκοτώσει. Αργότερα, όταν γύρισε από την Αίγυπτο, ανεχώρησε από τα μέρη της Ιουδαίας πάλι γιατί δεν τον ήθελε εκεί ο Ηρώδης. Ανεχώρησε λοιπόν από τα Ιεροσόλυμα κι αναχωρεί ο Χριστός πάντοτε όταν θέλουν να τον σκοτώσουν, όταν τον καταδιώκουν, όταν δεν είναι αποδεκτός κι όταν συναντάει την άρνηση. Επίτηδες ο ευαγγελιστής μάς τα αναφέρει όλα αυτά, λέγοντας «ανεχώρησε», έφυγε από κει, δεν ήταν δυνατόν να μένει μαζί τους. Κι ενώ έφυγε από τους πιστούς, συνάντησε έναν άλλον άνθρωπο, τη νέα αυτή γυναίκα που δεν ήταν πιστή, αλλά είχε τη συνείδηση όμως ότι είναι αμαρτωλός άνθρωπος ή ίδια, ακάθαρτος άνθρωπος, αλλά και ότι μπορούσε να την καθαρίσει ο Χριστός, το φως που ανέτειλε στην περιοχή. Κι έβαλε τον εαυτό της εκεί που ακούσαμε, σαν ένα ζώο που δεν δικαιούται τίποτε, παρά μόνο ψίχουλα από το τραπέζι των κυρίων. Κι αυτό το φανέρωσε ο Χριστός, φανέρωσε τότε στους ανθρώπους την κατάσταση που υπήρχει μέσα της. Και τη φανερώνει και σε μας σήμερα για να την ακούμε και να την έχουμε το μυαλό μας.
Αγαπητοί αδελφοί, εμείς σήμερα όταν ακούμε όλα αυτά που λέει το ευαγγέλιο, για τις συζητήσεις του Χριστού με τους Φαρισαίους αντιπάλους του, για το τι σημαίνει «καθαρό» και «ακάθαρτο», τι σημαίνει «καθαρότητα» του ανθρώπου, δεν μπορούμε να καταλάβουμε. Εμείς σκεπτόμαστε εντελώς διαφορετικά. Δεν υπάρχουν αυτές οι κατηγορίες σε μας, αυτός ο τρόπος σκέψης. Γιατί για μας όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι. Ζούμε δυο χιλιάδες χρόνια μετά τον Χριστό, έχουμε αφομοιώσει μέσα μας βαθιά ότι όλοι μέσα μας είναι ίσοι, ανεξάρτητα από φυλή, καταγωγή, θρησκεία. Εξάλλου όλοι μαζί έχουμε αναγνωρίσει οικουμενικές διακηρύξεις ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν τα ίδια δικαιώματα. Κι έτσι τα παραδεχόμαστε, έτσι σκεπτόμαστε, έτσι ζούμε. Αλλά όμως αυτό δεν σημαίνει ότι έπαψαν τα προβλήματα που ανέφερε ο Χριστός να είναι μέσα μας. Δηλαδή η κατάσταση της καρδιάς μας. Και μόνο αν ο καθένας από μας σκεφτεί για λίγο και σταθεί να περιγράψει το κακό που βρίσκεται μέσα του, στις σκέψεις, στα συναισθήματα, στις επιθυμίες και -αλίμονο- καμιά φορά και στις πράξεις, τότε διαπιστώνει ότι το πρόβλημα παραμένει και είναι το ίδιο και μάλιστα σε μεγάλη ένταση και αφορά όλους τους ανθρώπους.
Όταν ο Χριστός λοιπόν έλεγε στους Φαρισαίους για το κακό, εννοούσε το ηθικό κακό, αυτό που υπάρχει μέσα μας, βγαίνει από κει και γεμίζει τον κόσμο. Κι ενώ εκείνοι προσπαθούσαν να καλύψουν τη συνείδησή τους, ενώ ήξεραν τι ήταν το κακό, με εξωτερικούς καθαρμούς, με διαδικασίες και τελετουργικά, όπως πώς θα πλύνουμε τα χέρια μας, ο Χριστός τούς έλεγε ότι καθαρά χέρια έχει αυτός που έχει καθαρές σκέψεις, καθαρές επιθυμίες, καθαρά συναισθήματα, αγνές και ανιδιοτελείς πράξεις. Εκεί πρέπει να κατευθύνεται κανείς κι έτσι πρέπει να σκέπτεται και να ενεργεί.
Αγαπητοί αδελφοί, είπαμε ότι η Χαναναία έδειξε ακριβώς αυτή την κατάσταση. Είχε συνείδηση της δικής της ακαθαρσίας, του δικού της κακού που ήταν μέσα της, που το ζούσε έντονα στο πρόσωπο του παιδιού της που ήταν άρρωστο, «δαιμονισμένο» γράφει ο ευαγγελιστής, κατειλημμένο δηλαδή ολοτελώς  από τις συνέπειες του κακού. Κι επίσης είχε συνείδηση ότι ο Χριστός μπορούσε να τη θεραπεύσει. Δυο πράγματα βασικά που αφορούν εμάς. Η δική μας συνείδηση για το κακό το δικό μας και η δική μας πίστη στο κατά πόσον ο Χριστός είναι ο κύριος του κόσμου και επίσης ο βασιλιάς του Ισραήλ, ο Υιός του Δαβίδ όπως τον είπε η Χαναναία, εκείνον δηλαδή που ανέμεναν πάντα οι πιστοί για να θεραπεύσει τους ανθρώπους, για να τους βγάλει από το κακό και από τη συμφορά. Καθαρά χέρια λοιπόν για να φάει κανείς το φαγητό του είναι αυτού που έχει τα χέρια της Χαναναίας. Ο Χριστός την απέδειξε αληθινό παιδί του Θεού.
Αγαπητοί αδελφοί, στην Π.Δ. ο Χριστός, πριν έρθει στον κόσμο και γίνει άνθρωπος -άσαρκος, όπως λένει οι θεολόγοι-, λέει και συμβουλεύει τον καθένα από μας: «βάλε με σημάδι στα μπράτσα σου, βάλε με σημάδι στην καρδιά σου». Γιατί τα μπράτσα μας, τα χέρια μας, συμβολίζουν αυτό που κάνουμε. Ό,τι κάνουμε το κάνουμε με τα χέρια μας. Αν έχουν πάνω τη σφραγίδα του Χριστού, τότε ό,τι κάνουμε θα είναι άγιο και σωστό και όπως το θέλει ο Θεός. «Βάλε με σφραγίδα στην καρδιά σου». Κι αν η καρδιά σου δεν είναι καθαρή, ούτε τα χέρια σου θα κάνουν καθαρά έργα. Και λέει επίσης ότι τότε μπορείς να ‘ρθεις να καθίσεις στο τραπέζι, χωρίς να σκέπτεσαι ότι έχεις δικαιώματα να καθίσεις εκεί, αλλά πώς; Να σκέπτεσαι ότι πορεύομαι στο τραπέζι του Θεού για να φάω από τα ψίχουλα που πέφτουν από τα χέρια των κυρίων. Ποιοι είναι οι κύριοι; Είναι οι αδελφοί μας. Είναι οι άλλοι, οι υπόλοιποι. Που είναι άξιοι να τρώνε. Κι εμείς, εγώ κι ο καθένας σας, δεν είναι άξιος. Το τραπέζι αυτό στρώνεται κάθε Κυριακή. Είναι η θεία Λειτουργία. Σε αυτό προσερχόμαστε όλοι. Ας έχουμε λοιπόν στο μυαλό μας, στη συνείδησή μας περισσότερο, ότι δεν είμαστε άξιοι γι’ αυτό. Ότι αξίζουμε μόνο τα ψίχουλα που πέφτουν από τα χέρια των άλλων, κι ο Χριστός θα μας αξιώσει, θα μας βάλει δίπλα του, να γίνουμε αδέλφια δικά του, να τρώμε μαζί του, σαν παιδιά του ίδιου Πατέρα. Αμήν!


29-1-2012

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου