Η ελευθερία του ανθρώπου αποτελεί αναπόσπαστη αλήθεια που εμπνέει τον άνθρωπο κάθε εποχής και τον καθιστά πολέμιο κάθε συστήματος, όπως της ηθικής και της θρησκείας, ως χώρους που λειτουργούν ως φράχτες που ασφαλίζουν φαινομενικά τους φόβους των ανθρώπων μπροστά στο άγνωστο. Η φαινομενική αυτή ασφάλεια όμως, αποτελεί τη χειρότερη μορφή ανασφάλειας και εκμετάλλευσης της ανθρώπινης ελευθερίας, αφού καταργεί την ανθρώπινη ύπαρξη και καταδυναστεύει τον άνθρωπο, εγκλωβίζοντάς τον σ’ ένα ατέρμονο αδιέξοδο, με το να ελέγχει τις δύο κινητήριες αρχές και δυνάμεις του πολιτισμού: τον έρωτα και τον θάνατο. Η ελευθερία όμως του πνεύματος δεν φιμώνεται, αλλά φανερώνει πάντα την αλήθεια. Ότι είναι πραγματικά ελεύθερο είναι και αληθινό. Κανένα κελί, καμία φυλακή δεν μπορεί να φυλακίσει στ’ αλήθεια έναν πραγματικά ελεύθερο άνθρωπο. Οι κανόνες του συστήματος ανατρέπονται με αρετή και τόλμη κι’ έρωτα για ζωή αληθινή και οι εξαιρέσεις κάνουν πάντα τη διαφορά, καθώς η ποιητική ματιά διαμαρτύρεται και αγωνίζεται ενάντια στην αφαίμαξη του ανθρώπινου προσώπου, ουσιαστικά στην αποστέρηση της πραγματικής ελευθερίας του.
Το σύστημα, ως η κλειστή εκείνη πραγματικότητα που εγκλωβίζει τον άνθρωπο, συναντάται και σε κάθε μορφή ζωής, όταν εκείνη στερείται ελευθερίας, καθώς μπαίνουμε μια φορά ξένοι στην εκκλησία και βγαίνουμε δυο φορές ξένοι. Στην Εκκλησία όμως πρέπει να μπαίνεις ολότελα γυμνός, για να ενδυθείς τον Χριστό και όχι με την πανοπλία της βεβαιότητας της σωτηρίας. Ένα σύστημα που εκφραζόταν και εκφράζεται πάντα ως εκδηλούμενος ηθικισμός[1] ο οποίος υφέρπει και αλλοιώνει την ύπαρξη, αποτελώντας καρκίνωμα στο σώμα της κοινωνίας και κοιμίζοντας τις εφησυχασμένες συνειδήσεις. Ο ηθικισμός, αυτή η εσκεμμένη παραμόρφωση της ύπαρξης καταργεί στην ολότητά του το ανθρώπινο πρόσωπο, μετατρέποντάς το σε άβουλο υποκείμενο, απολυτοποιεί κάθε πτυχή της ζωής του, εμποδίζοντας την αληθινή πραγματικότητα του ανθρώπου, αλλά και την ουσιαστική κοινωνία με τον άλλον, οδηγώντας τον σε μια αδιέξοδη υπαρξιακή ασφυξία. Για να επιβιώσει, να ευδοκιμήσει και να επικρατήσει ο ηθικισμός, απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί η αρρωστημένη πραγματικότητα του φανατισμού, αλλά και της εσκεμμένης άγνοιας. Στον φανατισμό συναντούμε τη βαθύτερη εκχώρηση των αξιών στο τίποτα και στη θέση των αληθινών αξιών λαμβάνει χώρα ο ηθικισμός, η ψευτοευσέβεια, η μισαλλοδοξία, ο συντηρητισμός, ο δογματισμός, ως εκείνη η άνευ αντιλόγου απολυτοποίηση των πραγμάτων. Όλη αυτή η αρρωστημένη κατάσταση αλλοιώνει το νόημα της αληθινής πίστης,[2] μετατρέποντας την πίστη σε θρησκεία, έχοντας ως σκοπό να εξυπηρετήσει ιδιοτελείς σκοπούς και σκοτεινά συμφέροντα.
Ένας ηθικισμός χωρίς ίχνος ήθους και στρεφόμενος κατά της αληθινής οντολογίας, που ως κύριο μέλημα του έχει την περιχαράκωση της ζωής με την τοποθέτηση στείρων κανόνων και ανούσιων ορίων, προσπαθώντας να μετατρέψει την ίδια τη ζωή σε σύστημα. Αλλά το μόνο που δεν μπορεί να μετατραπεί σε σύστημα εκτός από τη ζωή, είναι το πρόσωπο του Χριστού. Αυτό το πρόσωπο του Χριστού κομματιάζουν οι θρησκευτικές οργανώνεις με τη στατικότητα της μονολιθικής τους σκέψης, τον στείρο δογματισμό τους, τη στάση εκείνη που επιβάλλει φασιστικά και ετσιθελικά τη λανθασμένη κακοδοξία, με τρόπο που δεν επιδέχεται αντίρρηση ή αμφισβήτηση, τη λαθεμένη αντίληψη περί θεοπνευστίας, τη ψευδαίσθηση της αποκλειστικότητας του Θεού, την ηθελημένη άγνοια πως στον Θεό μετέχουμε, δεν τον κατέχουμε ως αντικείμενο της εγωιστικής μας αυταρέσκειας, την αδυναμία κάθε προσέγγισης και πρόσληψης του άλλου και την παντελή έλλειψη αγάπης προς τον συνάνθρωπο. Λησμονούν όμως πως ο Χριστός έγινε άνθρωπος για να σώσει τον άνθρωπο, όχι για να φτιάξει σύστημα. [3]
Το σύστημα όμως που επικρατεί την εποχή μας, όπως άλλωστε και σε κάθε εποχή, δεν καταδέχεται και δεν ανέχεται την αβεβαιότητα και τα ανήσυχα πνεύματα, καθώς το περιρρέον κλίμα της εποχής κυριαρχείται από έναν έντονο εθνικισμό σκοταδισμού με φαντάσματα κυρίαρχα τον ηθικισμό, τον μεσσιανισμό, τον φανατισμό και τη μισαλλοδοξία ως απότοκους της εξουσιαστικότητας. Και η εκάστοτε εξουσιαστικότητα χτίζει την επιχειρηματολογία της: το σύστημα και οι ανελεύθεροι δέσμιοι του, κατηγορούν και κατασυκοφαντούν βάναυσα και άκριτα κάθε ελεύθερα σκεπτόμενο άνθρωπο. Η ζωή όμως δεν είναι ιδεολογήματα, αλλά συνάντηση και άνοιγμα που επιτρέπει την κοινωνία των προσώπων. Η ομορφιά της ανθρωπινότητας είναι ακριβώς αυτή η αίσθηση της ευθύνης, αλλά και της ελευθερίας, της ελευθερίας εκείνης, ως το κατεξοχήν χαρακτηριστικό γνώρισμα του ανθρώπου που καταξιώνει ως πρόσωπο τον ελεύθερα σκεπτόμενο άνθρωπο.
Ένας αληθινός άνθρωπος, ένας κατ’ ουσίαν και όχι κατά τύπον χριστιανός, ζει την γλυκιά αβεβαιότητα και βρίσκεται σε συνεχή αναζήτηση και γι’ αυτό ακριβώς και σε συνάντηση με τον Χριστό. Ο Χριστός όχι ως πρόσωπο, αλλά ως το μόρφωμα που πρεσβεύει o ηθικισμός, ο ευσεβισμός, ο πουριτανισμός, ο φαρισαϊσμός, αρνητικά μεγέθη που πνίγουν τη μοναδική, την αληθινή ζωή δεν εκφράζει απολύτως κανέναν, παρά μόνο το εκάστοτε σύστημα. Το σύστημα προσπαθώντας να μετατρέψει τον Χριστό σε ιδεολόγημα, αποτυγχάνει παταγωδώς, γιατί το φως ανασταίνεται πάντα και δεν εγκλωβίζεται ποτέ σε κανόνες και όρια. Ο Θεός υπερβαίνει πάντα τα ανθρώπινα σχήματα που γέννησε η συμβατική ανάγκη του πολυδαίδαλου και απάνθρωπου συστήματος.
Η εν Χριστώ ελευθερία είναι κατ’ εξοχήν οντολογική ελευθερία εν αντιθέσει με την ηθική ελευθερία που διακηρύσσει ο ηθικισμός, που αποτελεί το κυρίαρχο μέγεθος της αίρεσης, δρώντας έναντι της καταξίωσης της υλικότητας εις βάρος της αληθινής οντολογίας ενιαίας ψυχοσωματικής ενότητας του ανθρώπου, της ανθρώπινης ύπαρξης. Αν ο Λόγος όμως δεν είχε προσλάβει εξ’ ολοκλήρου την ανθρωπινότητα, τότε δεν μας αφορά καθόλου το μυστήριο της σάρκωσης ως ανθρώπους. Αλλά είναι εμφανές πως στην πραγματικότητα ο Χριστός έρχεται να τα βάλει με την υποκρισία, όχι με την ίδια την αμαρτία, μα με την αμαρτητική διάθεση που διασπά την ανθρώπινη ύπαρξη και εκκολάπτει μια αρρωστημένη κατάσταση. Ο Χριστός δεν πολέμησε ποτέ τους αμαρτωλούς. Τους αγάπησε… Πορεύτηκε και πόνεσε μαζί τους… Μονάχα τους υποκριτές πολέμησε και η αληθινή θεολογία κατά το πρότυπο του Χριστού είναι κατεξοχήν αγώνας έναντι στην υποκρισία.
Ο ηθικισμός που δεν αφήνει τους ερωτευμένους να εισέλθουν αγκαλιασμένοι στην Εκκλησία… Χέρι χέρι… Ο ηθικισμός που ενοχοποιεί τον Έρωτα… Που εξυψώνει τα πρέπει έναντι των θέλω… Έρωτας… Εκείνο το θεϊκό στοιχείο μέσα μας που μας οδηγεί στον Θεό… Ο ηθικισμός που σε πνίγει… Ο ηθικισμός που δεν σ’ αφήνει ν’ αναπνεύσεις… Απανταχού άνθρωποι… Διαλύστε κάθε ψευτοηθικισμό… Καταργείστε κάθε φόβο… Οι κανόνες υπάρχουν για να τους καταργούμε… Αναπνεύστε… Ερωτευτείτε… Ζήστε…
[1] Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος και Λόγοι, εκδ. Ιερά Μονή Χρυσοπηγής, Χανιά 2003, σσ. 449-450: «Μέσα μας υπάρχει ένα μέρος της ψυχής που λέγεται “ηθικολόγος”. Αυτός ο “ηθικολόγος”, όταν βλέπει κάποιον να παρεκτρέπεται, επαναστατεί, ενώ πολλές φορές αυτός που κρίνει έχει κάνει την ίδια παρεκτροπή. Δεν τα βάζει, όμως, με τον εαυτό του αλλά με τον άλλο. Κι αυτό δεν το θέλει ο Θεός».
[2] Εβρ. 11, 1: «Ἐστιν δέ πίστις ἐλπιζομενων ὑπόστασις, πραγμάτων ἔλεγχος οὐ βλεπόμενων».
[3] Αλεξάνδρου Σμέμαν, Για να ζήσει ο κόσμος, μτφρ. Ζήσιμος Λορεντζάτος, εκδ. Δωδώνη, Αθήνα 1970, σ. 13: «Η θρησκεία χρειάζεται εκεί όπου υπάρχει ένα τείχος διαχωριστικό ανάμεσα στο Θεό και στον άνθρωπο. Μα ο Χριστός που είναι και Θεός και άνθρωπος γκρέμισε το τείχος ανάμεσα στον άνθρωπο και στο Θεό. Ο Χριστός εγκαινίασε μια νέα ζωή και όχι μια νέα θρησκεία».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου