Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2011

Πάνου Νικολόπουλου:Έχει μέλλον το μάθημα των θρησκευτικών;



                            


(μια παλαιότερη δημοσίευση από την εφημερίδα ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ)




            Η πρόσφατη εγκύκλιος του Υπουργείου Παιδείας, σύμφωνα με την οποία για την απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών αρκεί μία απλή δήλωση των ασκούντων τη γονική μέριμνα χωρίς καμία αιτιολογία και αναφορά ότι ο μαθητής ανήκει σε άλλο θρήσκευμα, έχει προκαλέσει εύλογη ανησυχία στους θεολογικούς και εκκλησιαστικούς κύκλους.    Η εξέλιξη πάντως αυτή θα έπρεπε να θεωρείται αναμενόμενη, διότι είχε καλλιεργηθεί το σχετικό κλίμα και είχαν δοθεί αντίστοιχα μηνύματα. Η εγκύκλιος αυτή ενδέχεται να οδηγήσει σε αθρόες απαλλαγές μαθητών από το μάθημα των θρησκευτικών όχι για λόγους πεποιθήσεων, αλλά να έχουν να διαβάζουν ένα μάθημα λιγότερο. Οι συνέπειες μίας τέτοιας εξέλιξης θα είναι η περαιτέρω μείωση των ωρών του μαθήματος και η περιθωριοποίηση  του ρόλου των θεολόγων στο σχολείο. Ακριβώς γι αυτό η παρουσία των θεολόγων στην εκπαίδευση αποκτά πλέον ιδιαίτερη βαρύτητα, επειδή από τη δική τους μεταδοτική επιτηδειότητα και γενικότερη συμπεριφορά θα εξαρτηθεί το μέλλον του μαθήματος στην εκπαίδευση.
            Δυστυχώς μεγάλος αριθμός θεολόγων εκπαιδευτικών, αλλά και κληρικών και άλλων θρησκευόμενων, δεν έχει συνειδητοποιήσει ότι δεν ζούμε πλέον σε μία χριστιανική κοινωνία και το σχολείο δεν μπορεί να είναι παράρτημα του κατηχητικού, με αποτέλεσμα να αδυνατούν να κατανοήσουν ότι απαιτείται μία ριζική επανατοποθέτηση της σκοπιμότητας και του τρόπου διδασκαλίας του μαθήματος των θρησκευτικών στα σημερινά σχολεία. Βεβαίως υπάρχει και ένας αριθμός θεολόγων που αγωνιούν για την αποστολή τους και επιχειρούν να προσεγγίσουν χωρίς αγκυλώσεις τη διδασκαλία του μαθήματος με βάση τα σημερινά κοινωνικά και πολιτισμικά δεδομένα. Από ιδιωτικές πρωτοβουλίες τα τελευταία χρόνια έχουν διοργανωθεί ορισμένα συμπόσια και έχουν κυκλοφορήσει οι τόμοι με τις εισηγήσεις και τις συζητήσεις. Το 2006 επίσης η Εκκλησία της Ελλάδος συγκρότησε Ειδική Επιτροπή, με πρόεδρο τον σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Δημητριάδος και Αλμυρού κ. Ιγνάτιο,   για τη διερεύνηση νέων μορφών διδασκαλίας του μαθήματος των θρησκευτικών με τη συμμετοχή των θεολόγων του παιδαγωγικού ινστιτούτου, όλων των σχολικών συμβούλων θεολόγων, εκπροσώπων των θεολογικών σχολών και ορισμένων άλλων θεολόγων και κληρικών, καθώς και εξειδικευμένου στο θέμα νομικού. Ενώ είχε πραγματοποιηθεί η πρώτη συνάντηση και πλησίαζε η σύγκληση της δεύτερης με ανατεθειμένες εισηγήσεις, ο τότε Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος  κατήγγειλε ορισμένα νέα βιβλία θρησκευτικών και το παιδαγωγικό ινστιτούτο, με αποτέλεσμα να διακοπεί η συνεργασία του τελευταίου με την Εκκλησία και χωρίς τη συμμετοχή των μελών του να διαλυθεί η Επιτροπή. Από τότε δεν έχει υπάρξει κάποια ιδιαίτερη κινητικότητα.
            Μέχρι σήμερα πάντως έχουν κατατεθεί δημόσια τουλάχιστον επτά προτάσεις για τη διαμόρφωση ενός σύγχρονου τύπου μαθήματος, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται κάποιες ιδέες για πολιτιστικό, βιβλικό ή ομολογιακό μάθημα, ή συνδυασμοί κάποιων από αυτά. Καμία όμως δεν φαίνεται να έχει τύχει ευρύτερης αποδοχής. Επίσης οι προτάσεις αυτές έχουν παρουσιαστεί περισσότερο θεωρητικά, χωρίς να έχουν συνταχθεί πειραματικά μαθήματα που να έχουν διδαχθεί πιλοτικά σε κάποια σχολεία, ώστε να μπορούν να αξιολογηθούν οι πρώτες ενδείξεις ως προς την αποτελεσματικότητά τους.  Τα νέα δεδομένα όμως που διαμορφώνονται από την εγκύκλιο του Υπουργείου Παιδείας επιβάλλουν την ανάληψη πρωτοβουλιών χωρίς χρονοτριβή προτού δημιουργηθούν αναπότρεπτα τετελεσμένα.
            Οι όποιες πρωτοβουλίες θα ήταν σκόπιμα να αναληφθούν από τους ίδιους τους θεολόγους και το παιδαγωγικό ινστιτούτο με τη διακριτική στήριξη της Εκκλησίας. Είναι αναγκαίο να διεξαχθεί μία ενδελεχής συζήτηση πάνω στις προτάσεις που έχουν διατυπωθεί, χωρίς εμμονή των εισηγητών τους για πλήρη αποδοχή της δικής τους πρότασης, αλλά με διάθεση συνθετικών προσεγγίσεων για την επεξεργασία ενός σύγχρονου μαθήματος, το οποίο αφενός να μη μπορεί να επικριθεί ότι προσβάλλει την ελευθερία θρησκευτικής συνείδησης των μαθητών και αφετέρου να τους φέρνει σε επαφή με την αλήθεια της χριστιανικής διδασκαλίας με τρόπο που θα ανταποκρίνεται στις υπαρξιακές αναζητήσεις της νεολαίας του 21ου αιώνα. Από την άλλη πλευρά είναι επιτακτική ανάγκη να αντιληφθεί εκείνος ο χώρος των θεολόγων και εκκλησιαστικών κύκλων, που αντιδρά σε κάθε προσπάθεια αλλαγής, εκσυγχρονισμού και επανατοποθέτησης  των εκπαιδευτικών διαδικασιών και της ποιμαντικής της Εκκλησίας, ότι δεν είναι πλέον δυνατό να οχυρώνονται πίσω από την § 2 του άρθρου 16 του Συντάγματος για «ανάπτυξη θρησκευτικής συνείδησης» (για τη νομολογιακή και θεωρητική προσέγγιση της διάταξης βλ. το βιβλίο μας «Χωρισμός Κράτους-Εκκλησίας» εκδ. Αντ. Σάκκουλα, 2006, σ. 30-48), επειδή δεν έχουν αποτολμήσει τα κυρίαρχα πολιτικά κόμματα να τις αναθεωρήσουν  λόγω πολιτικών σκοπιμοτήτων. Οι εξελίξεις στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες είναι καταιγιστικές και οι θεολόγοι πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι, αν δεν απαλλαγούν από τις φοβίες και τις αγκυλώσεις και δεν  αναμετρηθούν ρωμαλέα με τις προκλήσεις της σημερινής εκπαίδευσης, σε λίγο θα αδυνατούν να σταθούν μέσα στη σχολική τάξη. Η μάχη δεν είναι οριστικά χαμένη, τη στιγμή που σε άλλες πιο εκκοσμικευμένες κοινωνίες διατυπώνονται προτάσεις για επαναφορά του μαθήματος των θρησκευτικών (Ρεζίς Ντεμπρέ, Η διδασκαλία της θρησκείας στο ουδετερόθρησκο σχολείο, μετ. Γ. Καράμπελας, εκδ. ΕΣΤΙΑΣ, 2004, σ. 26 επ., 44), επειδή η χριστιανική κουλτούρα αποτελεί εγγενές στοιχείο του ευρωπαϊκού πολιτισμού και οι νέες γενιές αδυνατούν να κατανοήσουν πολλά δημιουργήματά του,  εάν δεν έχουν στοιχειώσεις γνώσεις της χριστιανικής διδασκαλίας.  Εφόσον από την παραδοσιακή διδασκαλία των θρησκευτικών αφαιρούνται σταδιακά τα νομοθετικά και διοικητικά ερείσματα, η διατήρηση του μαθήματος σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης εξαρτάται από τη συνειδητοποίηση όλων μας, θεολόγων, δασκάλων, γονέων και μαθητών, ότι οι καιροί απαιτούν άλλου είδους από τις συνηθισμένες προσεγγίσεις, ικανές να πείσουν όσους το αμφισβητούν, ότι, κατάλληλα προσαρμοσμένο, έχει να προσφέρει και στους σημερινούς μαθητές ουσιαστικά στοιχεία αναγκαία για τη συγκρότηση της πνευματικής καλλιέργειας και της προσωπικότητάς τους.    


ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ    30.10.2008




  Ο Πάνος Νικολόπουλος  είναι  Λέκτορας της Νομικής Σχολής Αθηνών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου