Παρασκευή 22 Ιουλίου 2011

Τα οθωμανικά μνημεία της Μυτιλήνης






ΜΥΤΙΛΗΝΗ 2011
ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ1


Στα πλαίσια των προγραμμάτων πολιτιστικής εκπαίδευσης που κάθε χρόνο πραγματοποιεί η Διεύθυνση της Δευτεροβάθμια Εκπαίδευσης Λέσβου, το 1ο Γυμνάσιο Μυτιλήνης και το Πειραματικό Γενικό Λύκειο Μυτιλήνης του Πανεπιστημίου Αιγαίου ανέλαβαν να εκπονήσουν και να φέρουν εις πέρας δύο προγράμματα που αφορούν στα μουσουλμανικά μνημεία της Μυτιλήνης. Το πρώτο πρόγραμμα – του 1ου Γυμνασίου – είχε τίτλο: «Οθωμανικά μνημεία της Μυτιλήνης» και συμμετείχαν οι μαθητές και οι μαθήτριες της Γ΄ Τάξης, ενώ το δεύτερο - του Πειραματικού Γενικού Λυκείου – είχε τίτλο: «Τεμένη της Μυτιλήνης. Τόποι λατρείας των Μουσουλμάνων της Μυτιλήνης κατά την Τουρκοκρατία». Σ’ αυτό συμμετείχαν οι παρακάτω μαθητές και μαθήτριες της Β΄ Λυκείου: Ιωάννης Αναγνώστου, Ορφέας Ελευθερίου, Ιωάννης Καλάργαλης, Μαρία Λαζαρή, Βικτώρια Λαρεντζάκη, Δέσποινα Λίνου, Μυρτώ Λουίζου, Αικατερίνη Μαμουλή, Παναγιώτης Μπαλάσκας και Κυριάκος Ψωμαδάκης.
Και τα δύο προγράμματα εστιάστηκαν στην επιτόπια καταγραφή και μελέτη των σωζόμενων μουσουλμανικών χώρων λατρείας της Μυτιλήνης. Αντλώντας πληροφορίες από το Διαδίκτυο και χρησιμοποιώντας πρωτογενή και δευτερογενή βιβλιογραφία, οι συμμετέχοντες μαθητές και μαθήτριες, χωρισμένοι σε ομάδες εργασίας μελέτησαν και κατέγραψαν σε διαφάνειες power point τις σκέψεις και απόψεις τους για τα μουσουλμανικά μνημεία της Μυτιλήνης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ομάδα μαθητών επισκέφθηκε την Κεντρική Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Αιγαίου, όπου μελέτησε τρεις διπλωματικές εργασίες φοιτητών του Τμήματος Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας. Η σημαντικότερη απ’ αυτές είναι η εργασία του Σαράντου Σταυρινού, Τα μουσουλμανικά μνημεία της Λέσβου. Παρελθόν και παρόν. Μια ανθρωπολογική και ιστορική μελέτη για την κοινωνική μεταλλαγή του χώρου και την ενσωμάτωση των μνημείων αυτών στο νέο κοινωνικό ιστό όπως αυτός διαμορφώθηκε μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1923, Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας, Πανεπιστήμιο Αιγίου, Μυτιλήνη 2005.
Από τα σημαντικότερα στοιχεία του προγράμματος είναι η εργασίες μαθητριών, οι οποίες έχοντας ως βάση τη γειτνίαση του Γενί Τζαμιού με τον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Αθανασίου, εργάστηκαν στο πεδίο συμβίωσης της χριστιανικής με τη μουσουλμανική κοινότητα κατά τον 19ο αιώνα στη Μυτιλήνη.
Τέλος, ενδιαφέρον παρουσιάζουν προτάσεις μαθητών, οι οποίες αφορούν στη συντήρηση και την ένταξη του κυριότερου Τεμένους της Μυτιλήνης, του Γενί Τζαμιού στο πρόγραμμα παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO, αλλά και τη χρήση μερικών απ’ αυτών ως χώρων πολιτιστικών εκδηλώσεων. Ακόμη, οφείλουμε εδώ να σημειώσουμε οι μαθητές/τριες της τάξης του 1ου Γυμνασίου Μυτιλήνης, έχοντας γνώση της θρησκευτικής και εθνικής ταυτότητας των οθωμανικών μνημείων, αλλά και των ακροτήτων που κατά καιρούς έχουν παρατηρηθεί από εθνικό ή θρησκευτικό φανατισμό, και από του γείτονές μας στα αντίστοιχα χριστιανικά μνημεία των μικρασιατικών παραλίων, αλλά και από εμάς τους ίδιους στα οθωμανικά μνημεία του νησιού μας, προχώρησαν ένα βήμα πιο πέρα, σε σχέση με το παρελθόν, πρότειναν τη συντήρηση και μουσειακή χρήση τους.


Ευστράτιος Αγγελόγλου, Θεολόγος Καθηγητής 1ου Γυμνασίου Μυτιλήνης
Αθανάσιος Ι. Καλαμάτας, Θεολόγος Καθηγητής
Πειραματικού Γενικού Λυκείου Μυτιλήνης














ΤΑ ΤΖΑΜΙΑ ΚΑΙ Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥΣ


Των μαθητών του Πειραματικού Γενικού Λυκείου Μυτιλήνης
Ιωάννη Αναγνώστου και Ορφέα Ελευθερίου


Τα Τζαμιά ή Τεμένη είναι τόποι λατρείας των Μουσουλμάνων. Κύριο χαρακτηριστικό τους είναι το τετραγωνικό αρχιτεκτονικό σχέδιο. Μιναρέδες υψώνονται από το μπροστινό μέρος ή από τις γωνίες τους. Εξυπηρετούν με το ύψος τους, επειδή από εκεί μπορεί να γίνει το Αντχάν (κάλεσμα για προσευχή) από το Μουεζίνη. Πολλά Τζαμιά έχουν διαφορετικούς μιναρέδες που υπερέχουν και φαίνονται στον ορίζοντα των ισλαμικών πόλεων. Σήμερα χρησιμοποιείται το μαγνητοφωνημένο κάλεσμα σε προσευχή.
Μέσα στο Τζαμί υπάρχουν ξεχωριστοί χώροι καθαρισμού για τις γυναίκες και τους άντρες. Σε μερικές χώρες, αυτοί οι χώροι είναι αντλίες ή σιντριβάνια ή μια σειρά από βρύσες που τρέχουν σαν ποταμάκι και διαθέτουν σκαμνάκια για τους πιστούς, για να μπορούν να καθίσουν καθώς εκτελούν το Γουντού, που απαιτείται πριν από τη προσευχή.
Στην είσοδο ενός Τζαμιού υπάρχουν θήκες παπουτσιών, έτσι ώστε οι άνθρωποι να μπαίνουν στην αίθουσα προσευχής ξυπόλητοι. Δεν πρέπει να μεταφέρουν τη σκόνη του δρόμου μέσα στην αίθουσα προσευχής. Σπαταλούν ώρα στην προετοιμασία της προσευχής, προκειμένου να εξασφαλίσουν ένα καθαρό μέρος για να προσευχηθούν.
Η αίθουσα προσευχής είναι το πιο σημαντικό κομμάτι του Τζαμιού. Χρησιμοποιείται είτε για το Σαλάτ – ουλ - Τζουμουάχ (προσευχή της Παρασκευής), όπου οι μουσουλμάνοι συγκεντρώνονται όλοι μαζί, είτε για ατομική προσευχή. Αυτή η αίθουσα είναι ένας μεγάλος ανοιχτός χώρος, χωρίς καθίσματα. Μερικά Τζαμιά έχουν στους τοίχους επιγραφές από το Κοράνιο, ή μωσαϊκά σχέδια. Η λέξη Μαστζίντ δηλώνει τη βασική χρήση του κτιρίου ως τόπου προσκυνήματος.
Δύο κύρια χαρακτηριστικά των Τζαμιών είναι το Μιχράμπ, μια κόγχη με προσανατολισμό τη Μέκκα και το Μινμπάρ, ένας μικρός άμβωνας που αποτελείται από μια μικρή σκάλα με μια πλατφόρμα στην κορυφή, που βοηθάει τον Ιμάμη να ακούγεται απ’ όλους, όταν κηρύττει.
ΤΑ ΤΖΑΜΙΑ ΤΗΣ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ

Είναι γνωστό ότι η Μυτιλήνη κατά την Τουρκοκρατία υπήρξε σημαντικό αστικό και διοικητικό κέντρο. Η γεωστρατηγική της θέση στο χώρο του Ανατολικού Αιγαίου αλλά και η παραγωγή λαδιού που εξασφάλιζε σημαντικούς πόρους για την Οθωμανική Αυτοκρατορία, την καθιστούσαν ως ένα περιφερειακό κέντρο μείζονος σημασίας. Για το λόγο αυτό, αν και πληθυσμιακά το μουσουλμανικό στοιχείο δεν υπερτερούσε, χτίστηκαν αρκετά μουσουλμανικά κτίρια. Στη υπάρχουσα βιβλιογραφία γνωστά είναι τουλάχιστον δέκα Τζαμιά, τέσσερεις Τεκέδες και ένας Μενδρεσές μέσα στα όρια της πόλης της Μυτιλήνης. Οφείλουμε, εδώ, να τονίσουμε και το γεγονός πως οι χώροι που επιλέγονταν για την ανέγερση των Τζαμιών ήταν χώροι στους οποίους τις περισσότερες φορές προϋπήρχε κάποιο άλλο ιερό. Σύμφωνα με την προφορική παράδοση του νησιού τα μεγαλύτερα Τζαμιά τα έχτισαν Έλληνες αρχιμάστοροι.
Τα κυριότερα Τζαμιά είναι τα παρακάτω:
  • Βαλί (ή Βαλιζαντέ ή Βαλιδέζαντε) Τζαμί. Χτίστηκε το 1615 και βρίσκεται στην Επάνω Σκάλα. Ο μιναρές του είχε ύψος 15 μέτρα. Η κτητορική του επιγραφή στην πύλη αναφέρει πως χτίστηκε από τον Χασάν Μπέη.
  • Γενί Τζαμί. Ήταν το μεγαλύτερο μουσουλμανικό τέμενος της Μυτιλήνης. Χτίστηκε το 1825 και στη θέση του προϋπήρχε αρχαίο στάδιο. Είχε τεράστιο συμβολικό χαρακτήρα για τους μουσουλμάνους. Εκεί βρισκόταν το Ιεροδικαστήριο (μεχκεμές) και η Οθωμανική Δημοτική Σχολή Αρένων. Το έχτισε ο Ναζίρης της Μυτιλήνης Μουσταφά Αγά Κουλαξίζης. Είχε μεγάλη αυλή και η κύρια πόρτα έβγαινε στην αγορά. Ο μιναρές του είχε ύψος 30 μέτρα. Στην πρόσοψή του σώζεται ακόμη μια θαυμάσια μινιατούρα. Σήμερα το κτίριο βρίσκεται σε  άσχημη κατάσταση, η στέγη έχει καταρρεύσει. Από 1937 ο μιναρές του έχει γκρεμιστεί σ το μεγαλύτερο μέρος του και σήμερα το ύψος του φτάνει τα 12 μέτρα. Δίπλα στο Γενί Τζαμί βρισκόταν και το σπίτι του Μουφτή Μυτιλήνης. Με μια συγκριτική προσέγγιση αντιλαμβανόμαστε το ρόλο του σε σχέση με τον μητροπολιτικό χριστιανικό ναό που βρισκόταν 200 μέτρα νοτιότερα, στα όρια που χώριζαν τις δυο κοινότητες: τη χριστιανική με τη μουσουλμανική.
  • Βίγλα Τζαμί. Ήταν από τα ωραιότερα και πιο καλοφτιαγμένα Τζαμιά της πόλης. Χτίστηκε το 1867 μετά το σεισμό και από το 1929 ο χώρος μετατράπηκε σε χριστιανικό ναό του Αγίου Νικαλάου (Επάνω Σκάλα – Συνοικισμός). Τότε γκρεμίστηκε και ο μιναρές του ύψους 20 μέτρων.  
  • Καντρί (Καντιρί) Τζαμί. Χτίστηκε κι αυτό μετά το σεισμό του 1867 στην περιοχή βόρεια της Κουλμπάρας. Εκεί υπήρχε κατά το 18ο αιώνα η συνοικία με το όνομα «λελέκ μαχαλά» (η συνοικία των πελαργών). Στη βιβλιογραφία το συναντάμε και σαν Τεκέ των Καντήριδων. Εντυπωσιακή ήταν η διακόσμηση της οροφής. Ο μιναρές του είχε ύψος 12 μέτρα.
  • Τσιναρλή (Τσινάρ) Τζαμί. Ένα από τα παλαιότερα και πλουσιότερα Τζαμιά και το δεύτερο σε μέγεθος που σήμερα δεν υπάρχει πια. Είχε κτισθεί στο τέλος του 18ου αιώνα (δίπλα σε ένα μεγάλο πλάτανο) και επισκευάσθηκε ριζικά μετά το μεγάλο σεισμό (1867). Στη ΒΔ πλευρά υπήρχε ένα μικρό πετρόχτιστο κτίσμα το οποίο ήταν η κατοικία του Χότζα. Στη μέση της αυλής βρισκόταν κρήνη από την οποία υδρεύονταν τα σπίτια γύρω από το Τζαμί.
  • Γιαλί (ή Ντενίς ή Μπάλογλου) Τζαμί. Κτίστηκε γύρω στα 1880. Σήμερα χρησιμοιείται σαν αποθήκη – εργαστήριο και ανήκει σε ιδιώτη. Βρίσκεται στον παραλιακό χώρο της Επάνω Σκάλας. Στο υπέρθυρό του σώζεται ακόμη μια αραβική επιγραφή (προσευχή που εξυμνεί τον Αλλάχ). Σύμφωνα με  τις υπάρχουσες πηγές  ως χρονολογία κατασκευής του αναφέρονται τα έτη 1690 και 1739. Εντυπωσιακές και εδώ είναι οι έγχρωμες οροφογραφίες.
  • Κιουμρουλού (ή Μετζίτ ή Κουμλού) Τζαμί. Βρισκόταν σε απόσταση περίπου 200 μέτρα από το Βαλί Τζαμί στην Επάνω σκάλα. Δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς κατασκευάστηκε. Ο μιναρές του είχε ύψος δέκα μέτρων. Το 1937 κατεδαφίστηκε.
  • Τουρουντσλού Τζαμί. Σήμερα δεν υπάρχει πλέον. Βρισκόταν δίπλα στο Τουρκικό Παρθεναγωγείο στην Επάνω Σκάλα και δεν έχουμε ακριβή χρονολογία κατασκευής. Χτίστηκε πιθανόν το 1798. Ο μιναρές του κατεδαφίστηκε το 1935. Η συνοικία στην οποία βρισκόταν ονομαζόταν Αζιζιέ.
  • Απτούλ Βακίτ – Κουλού Τζαμί. Βρισκόταν κοντά στη Μητρόπολη στη θέση πηγαδάκι και πάνω στο δρόμο της χριστιανικής αγοράς. Ο μιναρές του ήταν κομμένος γι’ αυτό και οι Μυτιληνιοί το αποκαλούσαν Κουλού Τζαμί. Δεν ξέρουμε πότε ακριβώς χτίστηκε. Η παράδοση λέει πως ο μιναρές του έπεσε στα τέλη του 18ου αιώνα για ανεξήγητους λόγους, γεγονός που θεωρήθηκε από τους μουσουλμάνους κακό σημάδι.  
Μια περιδιάβαση στην Μυτιλήνη δεν μπορεί να αγνοήσει και τους παρακάτω Τεκέδες:
  • Αϊ Γιάννης (ή Σαρή Μπαμπά ή Μπεκτασίδων) Τεκές. Δεν έχουμε πληροφορίες για το πότε ακριβώς χτίστηκε. Πάντως στο χώρο εκείνο προϋπήρχε χριστιανικός ναός. Ο τόπος αυτός ήταν ιερός χώρος των Μπεκτασίδων και ήταν ο δεύτερος μουσουλμανικός ναός που βρισκόταν μέσα στα γεωγραφικά όρια της χριστιανικής κοινότητας. Βρισκόταν κοντά στο σημερινό παρεκκλήσι του Αϊ Γιάννη. Αξιοσημείωτο είναι πως οι χριστιανοί της Μυτιλήνης και ιδιαίτερα των γύρω συνοικιών τιμούσαν και προσκυνούσαν και μετά την άλωση το χώρο αυτόν και τον επισκέπτονταν με την ανοχή των Τούρκων. Σήμερα πλέον το κτίριο αυτό δεν υπάρχει.
  • Αϊ Γληγόρ (ή Κανή ή Εκή Ταρτάς) Τεκές. Βρισκόταν απέναντι από το Τουρκικό Γυμνάσιο (σημερινό Δικαστήριο). Η παράδοση λέει πως εκεί υπήρχε ο μικρός ναός των Γατελούζων, ο Άγιος Γρηγόριος γι’ αυτό και έμεινε η ονομασία που του απέδιδαν οι Μυτιληνιοί. Βρισκόταν κοντά στη μεσαία δυτική πύλη του κάστρου που ονομαζόταν Ορτά Καπού. Είναι άγνωστο πότε κατασκευάστηκε.
  • Του Ανεμόμυλου (ή Σερίφ Σουλτάν) Τεκές. Βρισκόταν κοντά στο αρχαίο θέατρο, δυτικά της Μυτιλήνης και στην ανατολική πλευρά του Προφήτη Ηλία. Είναι άγνωστο πότε χτίστηκε, αλλά γνωστό από ποιον. Τον έχτισε ο Σουλτάνος Αβδούλ Χαμίτ και θεωρείται το αγιότερο ευκτήριο των μουσουλμάνων της περιοχής, γιατί σε αυτό είχε ταφεί ο Σουλτάν Σερίφ  Επίλ Χασάν 27ος απόγονος του Μωάμεθ Β΄ του Πορθητή.  
  • Των Μεβλεβίδων Τεκκές. Βρισκόταν δυτικά του Κάστρου λίγο πιο νότια από το Διοικητήριο (σημερινό Υπουργείο Αιγαίου) και στη θέση Κουσού Μεϊντάνι. Είχε εσωτερική εξέδρα, στοιχείο που υπήρχε μόνο στο Γενί Τζαμί. Το τάγμα των Μεβλεβίδων ιδρύθηκε στο Ικόνιο τον 13ο αιώνα και ήταν το σημαντικότερο από τα θρησκευτικά μουσουλμανικά τάγματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.  
Το τελευταίο που μας απομένει να αναφέρουμε από τα ευκτήρια της μουσουλμανικής κοινότητας είναι ο Μεντρεσές, ένα κτίσμα στη νότια πλευρά του Μεσαίου Κάστρου. Λειτουργούσε σαν Ιεροδιδασκαλείο της πρώιμης Τουρκοκρατίας. Ήταν διόρωφο τετράγωνο πέτρινο κτίριο. Διέθετε δέκα κοιτώνες ιεροσπουδαστών. Για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκαν υλικά από αρχαία ρωμαϊκά ερείπια. Σύμφωνα με κάποιες βιβλιογραφικές αναφορές, στο χώρο εκείνο στα βυζαντινά χρόνια υπήρχε μετόχι της Μονής  των Οσίων Πατέρων. Οι μαθητές του Ιεροδιδασκαλείου διδάσκονταν την Αραβική, το Κοράνι, τη Θεολογία, τη Νομική και την Αστρονομία. Όταν αποφοιτούσαν ονομάζονταν Μολάδες.



























ΤΟ ΓΕΝΙ ΤΖΑΜΙ

Μια διαδρομή στην ιστορία του μέσα από φωτογραφίες

Των μαθητών του Πειραματικού Γενικού Λυκείου Μυτιλήνης

Κυριάκου Ψωμαδάκη, Παναγιώτη Μπαλάσκα

Ιστορία και Αρχιτεκτονική

Το μεγαλύτερο και σπουδαιότερο από τα Τζαμιά της Μυτιλήνης είναι το Γενί Τζαμί (Νέο Τέμενος στην τουρκική γλώσσα) που βρίσκεται επί της οδού Ερμού, στο κομμάτι της όπου είχαν τα μαγαζιά τους οι Τούρκοι κάτοικοι της πόλης πριν την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1923. Το έχτισε, ο Ναζίρης (κάτι σαν τοπικός υπουργός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) της Μυτιλήνης Μουσταφά Αγά Κουλαξίζης το 1825. Το όλο κτίσμα είναι λιθόδμητο και στεγαζόταν με κεραμοσκεπή τρούλο, συνδυάζοντας στοιχεία βυζαντινής και οθωμανικής τεχνοτροπίας. Η χρήση βυζαντινής τεχνοτροπίας δεν είναι παράξενη αφού κατασκευάστηκε από συνεργεία στα οποία συμμετείχαν και χριστιανοί. Το ύψος του ξεπερνάει τα 10 μετρά, χωρίς το ύψους της στέγης και του τρούλου. Είναι ένα από τα πιο καλοχτισμένα Τζαμιά, εντυπωσιάζει με τα κιονόκρανα που διακοσμούν τους κίονες του εξωνάρθηκα, και με το υπέροχο Μιχράμπ, το «ιερό» του Τζαμιού. Τα ανοίγματα του, είναι καμαρωτά, με άσπρο ή σκούρο μάρμαρο. Τα παράθυρα όμως στον γυναικωνίτη είναι τετράγωνα. Απ’ έξω είναι σιδεροκαγκελωτά και το ύψος τους είναι γύρω στο 1 μέτρο. Το πάτωμα του είναι στρωμένο με υποκίτρινες χοντρές πλάκες, ενώ όλη η έκταση που περιέκλειε το Τζαμί, ήταν 1552 τμ. Έχει μεγάλη λιθόστρωτη αυλή με δύο εισόδους. Από την μεριά της αγοράς είχε είσοδο, με μεγάλες βαριές λαξευτές πέτρες από το λατομείο Σαρμουσάκ στο Αϊβαλί κι από την άλλη είσοδο που ήταν μικρότερη έμπαιναν γυναίκες.

Ο μιναρές του υψωνόταν στην βορειοδυτική πλευρά του Τεμένους, ήταν χτισμένος με βάση τετράγωνη, με γκριζωπές μεγάλες πελεκητές πέτρες, όσο όμως υψωνόταν γινόταν πιο στρογγυλός και πιο στενός μέχρι που έφτανε σε έναν κυκλικό εξώστη. Το ύψος του ξεπερνούσε τα 30 μέτρα Το μεγαλύτερο μέρος του μιναρέ έχει γκρεμιστεί κι αυτό που σώζεται σήμερα είναι περίπου 12 μέτρα.

Χρήση

Κι αυτό όπως και τα άλλα Τζαμιά της Μυτιλήνης χρησιμοποιούνταν για λατρευτικούς σκοπούς από τους Μουσουλμάνους της Μυτιλήνης. Το Μιχράμπ, το αντίστοιχο χριστιανικό ιερό, είναι προσανατολισμένο προς την Κάαμπα, την Μέκκα κέντρο της μουσουλμανικής θρησκείας.

Από το Τζαμί γίνεται πρόσκληση (Αντχάν) πέντε φορές την ημέρα, για να υπενθυμίσει στους πιστούς ότι έφτασε η ώρα της προσευχής. Όποιος έχει τη δυνατότητα, έχει δηλαδή χρόνο ή δεν δουλεύει, πρέπει να πάει στο Τζαμί για να προσευχηθεί: αυτό στη μουσουλμανική θρησκεία θεωρείται καλύτερο απ' το να προσεύχεται κανείς μόνος του. Όσοι δεν έχουν χρόνο ή δυνατότητα, μπορούν να προσευχηθούν στο σπίτι τους ή σε κάποιο χώρο εκτός Τζαμιού, με μικρή προετοιμασία. Η επίσημη μέρα λατρείας για το Ισλάμ είναι η Παρασκευή, οπότε οι άντρες μουσουλμάνοι (όχι όμως και οι γυναίκες) είναι υποχρεωμένοι να πάνε στο Τζαμί για να προσευχηθούν. Το δάπεδο είναι καλυμμένο με τάπητες. Δεν υπάρχουν καθίσματα και ούτε γίνεται χρήση κεριών. Οι πιστοί πριν την είσοδό τους στο Τζαμί οφείλουν να βγάλουν τα υποδήματά τους και να πλύνουν τα πόδια τους, τα χέρια και το πρόσωπό τους, σε ειδικό χώρο έξω απ’ αυτό. Παλιότερα, η πρόσκληση προς προσευχή γινόταν από τον μουεζίνη, που έβγαινε στο μιναρέ και φώναζε το αντχάν, για να ακούν όλοι οι πιστοί. Σήμερα, που η τεχνολογία έχει προχωρήσει, η αναγγελία της ώρας της προσευχής γίνεται ακόμα από το μιναρέ, με τη χρήση όμως μεγάφωνων. Αν και η χρήση των μιναρέδων έχει ουσιαστικά καταργηθεί, εξακολουθούν ωστόσο να συνοδεύουν αρχιτεκτονικά τα περισσότερα Τζαμιά.

Σημερινή κατάσταση και συντήρηση

Σήμερα το Γενί Τζαμί είναι σε κατάσταση ερειπίου. Παρά τις προσπάθειες αναστύλωσης του πριν από 10 χρόνια, τα χρήματα που είχαν εξοικονομηθεί έφτασαν μόνο για να γίνουν τσιμεντοενέσεις στερέωσης των εξωτερικών τοίχων του μνημείου. Μένουν όμως να γίνουν πολλά, μια και η μελέτη που έχει πραγματοποιηθεί πριν από 25 χρόνια χρειάζεται ανανέωση. Δεδομένου τούτου, κανείς δεν ξέρει ποιο είναι το κόστος της πλήρους αποκατάστασης του μνημείου, λέγεται όμως πως μπορεί να φτάνει και τα πέντε εκατομμύρια ευρώ. Και να σκεφτεί κανείς ότι το μεγαλύτερο μέρος των ζημιών στο μνημείο προκλήθηκε λίγα χρόνια μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στη δεκαετία του 1950 όταν και είχε αποφασισθεί η πλήρης κατεδάφιση του και η δημιουργία στο χώρο ανοικτής λαϊκής αγοράς. Τότε κατεδαφίστηκε ο εξωτερικός τρούλος, ενώ ο εσωτερικός μολυβένιος τρούλος του μνημείου πουλήθηκε με το κιλό και ξεκολλήθηκε σύμφωνα με μαρτυρίες της εποχής με τη χρήση γερανού! Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα και την καταστροφή μέρους της εξωτερικής τοιχοποιίας.

Ας σημειωθεί ότι η πλήρης κατεδάφιση του μνημείου αποτράπηκε μετά από διαμαρτυρίες διανοουμένων της πόλης.

Το Γενί Τζαμί αποτελεί σήμερα μαζί με τα άλλα Τζαμιά της Μυτιλήνης σημείο αναφοράς της Μυτιλήνης του 18ου και του 19ου αιώνα. Θεωρούνται σημαντικά δείγματα αρχιτεκτονικής της περιόδου αυτής και φυσικά σαν τέτοια χρήσουν σεβασμού, προστασίας και ανάδειξης. Ιδιαίτερα οι χώροι αυτοί που αφορούν τη θρησκεία του «άλλου» αποτελούν και διαχρονικές αποδείξεις του πόσο τον σεβόμαστε τη διαφορετικότητα και προπάντων την πολυπολιτισμικότητα της Μυτιλήνης που αν και έχει περάσει, αποτελεί κομμάτι της πολιτιστικής της προσφοράς.

Μια πρόταση

Τα θρησκευτικά μουσουλμανικά μνημεία της Μυτιλήνης και πρώτο το Γενί Τζαμί μπορούν να αποτελέσουν εκθεσιακούς χώρους πολιτισμού, χώρους συναυλιών, ενώ κάποια απ’ αυτά μπορούν να διατηρούν ένα τμήμα, ώστε οι μουσουλμάνοι επισκέπτες να μπορούν να προσεύχονται. Δικαίωμα που διεκδικούμε και πολλές φορές έχουμε κι εμείς όταν επισκεπτόμαστε χριστιανικά μνημεία της Μικράς Ασίας.



ΤΟ ΒΑΛΙΔΕ ΤΖΑΜΙ

Του μαθητή του Πειραματικού Γενικού Λυκείου Μυτιλήνης Ιωάννη Καλάργαλη


Το Βαλιδέ Τζαμί βρίσκεται στην Επάνω Σκάλα στην βόρεια συνοικία της πόλης σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα στη σημερινή οδό Κορνάρου. Το Τζαμί κατά καιρούς είχε διάφορα ονόματα όπως Βαλιντέ Τζαμί και Τζαμί. Πρόκειται για το παλιότερο σωζόμενο Τζαμί της Μυτιλήνης. Είναι μονόροφο, κεραμοσκεπές, λιθόκτιστο, με τρίκλιτη μαρμάρινη σκάλα και οδηγεί σε λιθόστρωτο προαύλιο και σε πηγάδι με πηγαδόπετρα μαρμάρινη. Στο μέσο του αύλειου χώρου υπάρχει πολύπλευρο σιντριβάνι από λευκό μάρμαρο κοσμημένο με αριστουργήματα.
Ήταν ιδιοκτησία του Σεμσεντίν Χότζα και συνόρευε βορινά με κήπο Καραμάνου, ανατολικά με το σπίτι μεμέτ Εφέντη, νότια με δρόμο και δυτικά με σπίτι Σεμπετή Χότζα. Το μέγεθος της οικοδομής είναι 10x11.5 και το ύψος 6.80 μέτρα. Οι διαστάσεις του εξωνάρθηκα είναι 10x3.20 και το ύψος του 6.80 μέτρα. Η συνολική έκτασή του μαζί με τον περιβόλο ήταν 1363 τμ. Μια τρίπλευρη μαρμάρινη σκάλα με τρία σκαλοπάτια οδηγούσε από το λιθόστρωτο προαύλιο στον ανοιχτό εξωνάρθηκα που είναι ολότελα ριγμένος. Από αυτόν σώζονται μονάχα οι δύο πεζούλες της πρόσοψης.
Στο μέσον περίπου της πρόσοψης, βρίσκεται η δίφυλλη και ξύλινη πόρτα στηριγμένη σε πέτρινο καμαρωτό πλαίσιο από κοκκινωπή πέτρα Μυστεγνών με 1.70 μέτρα πλάτος επί 2.90 μέτρα ύψος, και από πάνω της εντοιχισμένη μια ενεπίγραφη πλάκα. Η κτητορική αυτή επιγραφή του υπερθύρου, όπως μας δήλωσε ο αλησμόνητος φίλος και εξαίρετος ερευνητής Δημοσθένης Τζόρτζωγλου, αναφέρει πως το τιμημένο αυτό Τζαμί, το ίδρυσε ο Χασάν Μπέης Αμπάτ και αναγράφει ως χρονολογία κατασκευής το 1615, όχι όμως αυτό που σώζεται μέχρι σήμερα, αλλά το προηγούμενο κτίσμα όπου δυστυχώς κατέρρευσε στο σεισμό του 1867.
Η εμφάνιση του Μιχράμπ ήταν εντυπωσιακή και το ύψος του με το γύψινο διάκοσμο, έφτανε τα 6 περίπου μέτρα και στο ίδιο ύψος των παράπλευρων φεγγιτών. Ο μιναρές του Τζαμιού, υψωνόταν στη βορειοδυτιή γωνία του Τεμένους και σε ύψος 15 περίπου μέτρων. Στην βάση του είναι εξάγωνος μα ψηλότερα στρογγυλεύει.
Πλάι στην βάση του μιναρέ είναι και η είσοδος του γυναικωνίτη. Ο μιναρές αυτός είναι ο μόνος που σώζεται ακόμα στην Μυτιλήνη. Η σιδηρεκαγκελωτή είσοδος της αυλής, βρισκόταν στην νοτιοανατολική πλευρά, ο μεγάλος περίβολος, δεν σώζεται πια και το μαρμάρινο σιντριβάνι του έχει μεταφερθεί στο αρχαιολογικό μουσείο. Ο αυλόγυρος έχει περιοριστεί σε λίγα τετραγωνικά μέτρα και το Τζαμί έχει γίνει αποθήκη.


















ΤΑ ΧΑΜΑΜ ΤΗΣ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ

Των μαθητών/τριών της Γ΄ τάξης του 1ου Γυμνασίου Μυτιλήνης

Γενικά

Η ανάγκη για το τελετουργικό λουτρό, που επιβάλλεται από το Κοράνι στους μουσουλμάνους, οδήγησε τον αραβικό πολιτισμό, να υιοθετήσει τα ρωμαϊκά και αρχαία ελληνικά λουτρά που συνάντησε στις κατακτημένες χώρες και με την ευρηματική τους επέμβαση να δημιουργήσουν το ιδιαίτερο αυτό κτίσμα το Χαμάμ.
Κάθε μουσουλμανική κοινότητα είχε τουλάχιστον ένα δημόσιο λουτρό και με την πάροδο του χρόνου περισσότερα. Επειδή η καθαριότητα του σώματος καθιερώθηκε ως προϋπόθεση της προσευχής, βρίσκουμε συνήθως ένα Χαμάμ κοντά σε κάθε Τζαμί .
Η δομή και λειτουργία του Χαμάμ είναι η εξής:
  • Χώρος υποδοχής και αποδυτήρια.
  • Κρύο δωμάτιο.
  • Δωμάτιο μεσαίας θερμοκρασίας.
  • Δωμάτιο ατμού.
Η πορεία του λουόμενου αρχίζει κατευθείαν από το δωμάτιο ατμού όπου υπάρχουν και οι διάφορες διαδικασίες καθαρισμού, έπεται το δωμάτιο μεσαίας θερμοκρασίας και τέλος το κρύο δωμάτιο, όπου με χλιαρά και κρύα νερά, ολοκληρώνεται η επαναφορά της θερμοκρασίας του λουόμενου σε φυσιολογικά επίπεδα.
Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των λουτρών είναι ο τρόπος θέρμανσης των χώρων, που γίνεται με υδραυλικά συστήματα κάτω από το πάτωμα. Οι εφαρμογές των αρχαίων λουτρών υιοθετήθηκαν από τους Άραβες που τις προσάρμοσαν σύμφωνα με τις ανάγκες τους.
Ιδιαίτερη πινελιά των Αράβων στην αρχιτεκτονική δομή τους, είναι μεταξύ άλλων ο θόλος με τα ανοίγματα για τον φωτισμό του χώρου, που δημιουργεί υποβλητική ατμόσφαιρα, σε συνδυασμό με τον ατμό και τις αντανακλάσεις των μαρμάρινων δαπέδων.

Τα Χαμάμ της Μυτιλήνης

Το Χαμάμ της Αγοράς (Çarsi Hamam), που αποτελεί ενότητα με το γειτονικό του Γενί Τζαμί. Χρονολογείται από τον Ευστράτιο Δράκο, που περιγράφει τα κτίσματα της Μυτιλήνης του 1907, στον 19ο αι. Βρίσκεται στην αγορά του τότε μουσουλμανικού μαχαλά.
Είναι το μεγαλύτερο Χαμάμ της πόλης με όμορφο αρχιτεκτονικό σχέδιο, μέσα σε αυλή, με άνετο χώρο υποδοχής και ξύλινες κατασκευές αποδυτηρίων. Υπάρχουν ακόμα τα χρώματα των τοίχων και τα ζωγραφιστά στολίδια, που σεβάστηκε και ανέδειξε η ανακαίνιση της δεκαετίας του ’90, όταν προγραμματίστηκε από κοινού με το Γενί Τζαμί, το οποίο στάθηκε άτυχο από ιδεολογικές αντιδράσεις συμπολιτών μας και τώρα καταρρέει αβοήθητο.
Σήμερα το Χαμάμ είναι εκθεσιακός χώρος και είναι ανοιχτός τα καλοκαίρια.
Το Xαμάμ του Κάτω Κάστρου της Μυτιλήνης, το οποίο χτίστηκε τον 17ο αι. Αν και έχουν γίνει κάποιες εργασίες στήριξης, σήμερα είναι μη επισκέψιμο και βρίσκεται στο έλεος πρόχειρου στενού δρόμου. Το μέλλον του είναι προδιαγεγραμμένοo. Στην περίπτωση της μη συντήρησής του συν τω χρόνω θα καταρρεύσει.
Και το τρίτο Χαμάμ είναι το μικρότερο, βρίσκεται στην περιοχή της Επάνω Σκάλας στο κέντρο του Τουρκομαχαλά, που εκτείνονταν μέχρι επάνω στο σημερινό Παιδικό Σταθμό και το Συνοικισμό, στη συμβολή των οδών Ηρακλείας και Καραβαγγέλη, κοντά στο Τουρκικό Παρθεναγωγείο. Σήμερα ανήκει σε ιδιώτη και χρησιμοποιείται ως αποθήκη.

















ΣΥΜΒΙΩΣΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΜΕ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ
ΣΤΗ ΜΥΤΙΛΗΝΗ ΕΠΙ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑΣ

Των μαθητριών του Πειραματικού Γενικού Λυκείου Μυτιλήνης
Μαρίας Λαζαρή, Βικτώριας Λαρεντζάκη,
Δέσποινας Λίνου, Μυρτώς Λουΐζου Κατερίνας Μαμουλή

Περίληψη

O τούρκικος και ο ελληνικός πολιτισμός έχουν έρθει ανά τους αιώνες αρκετές φορές αντιμέτωποι για διάφορα πολιτικά και εθνικά ζητήματα, τα οποία ανέκαθεν επιλύονταν με όχι και τόσο ειρηνικό τρόπο. Όμως πέρα από τους κατέχοντες εξουσία και δύναμη, οι απλοί άνθρωποι και των δύο κπιονοτήτων είχαν αναπτύξει μια ισορροπημένη σχέση με τα θετικά και τα αρνητικά της σημεία, όπως άλλωστε και όλες οι υγιείς ανθρώπινες σχέσεις.
Κατ’ αυτό τον τρόπο και στη Μυτιλήνη επί Τουρκοκρατίας η σχέση των δύο κοινοτήτων ήταν φιλική με εξαίρεση κάποιες περιόδους που η ένταση των γεγονότων δημιουργούσε αρνητικές εξάρσεις. Η ελληνική με τη μουσουλμανική κοινότητα συνέθεταν το παζλ της πόλης και δεν είναι υπερβολή να ειπωθεί πως οι ισχυρές φιλίες άκμαζαν, οι οποίες υπερέβαιναν και τις διαφορετικές ιδεολογικές αντιλήψεις, ακόμη και τη διαφορετική θρησκεία. Είναι εύκολο να φανταστούμε πως η ναός της Μητρόπολης και το Γενί Τζαμί οριοθετούσαν την ορθόδοξη και τη μουσουλμανική κοινότητα και φυσικά η θρησκευτική δράση του καθεμιάς. Στις διαπροσωπικές τους σχέσεις ίσως να πλανιόταν ένας αέρας μυστηρίου κάθε φορά που η συζήτηση στρεφόταν σε θρησκευτικά ζητήματα και κάποιες φορές να δημιουργούνταν ένα χάσμα, λόγω της δυσκολίας του καθενός να κατανοήσει την πίστη του άλλου. Τα κοινά αισθήματα, όμως, που μοιράζονταν ήταν πιο ισχυρά. Η αγάπη και η αλληλεγγύη που τους ένωναν ήταν ανεξάρτητα από τα θρησκευτικά πιστεύω ή οποιοδήποτε άλλο πολιτικό στοχασμό.
Ακόμη και όταν οι σχέσεις ήταν τεταμένες μεταξύ των δύο λαών, οι πολιτικές δυνάμεις ήταν εκείνες που καλλιεργούσαν το μίσος ανάμεσα στους ανθρώπους και το φανατισμό. Ακόμη κι όταν ο τουρκικός λαός εγκατέλειψε την πόλη της Μυτιλήνης και σημειώθηκαν βιαιοπραγίες εναντίον του Γενί Τζαμιού, είναι κατανοητό πως η αντίδραση αυτή είχε ως στόχο την εξουσία κι όχι τον απλό λαό, ο οποίος ουσιαστικά δεν ευθύνεται, αλλά γίνεται πολλές φορές έρμαιο των ιθυνόντων.


































ΤΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΣΤΗ ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ

Των μαθητών/τριών της Γ΄ τάξης του 1ου Γυμνασίου Μυτιλήνης

Το θέμα των θρησκευτικών μνημείων δεν είναι μόνο μόνον εμάς σήμερα. Και στα απέναντι παράλια οι γείτονες, το αντιμετωπίζουν με διάφορους τρόπους. Εδώ έχουμε τα μουσουλμανικά μνημεία, εκεί έχουν τα χριστιανικά μνημεία .
Ειδικά στα μικρασιατικά παράλια, όπου ο ελληνικός πληθυσμός ήταν ακμαίος και πολυπληθής τα ελληνικά και χριστιανικά μνημεία είναι φανερά σε κάθε βήμα του επισκέπτη. Γι’ αυτό και πήραμε ως τόπο σύγκρισης το γειτονικό Αίβαλί (Κυδωνίες). Τι έχει μείνει λοιπόν στην περιοχή αυτή;

Εκκλησίες

Που δεν υπάρχουν πια:
  • ο Άγιος Δημήτριος,
  • ο Άγιος Νικόλαος,
  • ο Προφήτης Ηλίας, η Μέση Παναγιά,
  • ο Άγιος Αθανάσιος,
  • η Κοίμηση της Θεοτόκου, κλπ.
Που είναι ερείπια:
  • η Αγία Τριάδα στα Μοσχονήσια,
  • η Μονή Αγίου Δημητρίου,
  • η Αγία Τριάδα στο Αϊβαλί,
  • ο Ταξιάρχης Μοσχονησίων, κλπ.
Που έχουν αλλάξει γενικά χρήση ή έγιναν τζαμιά:
  • ο Αϊ Γιάννης της Κούλας που είναι βιβλιοθήκη,
  • ο Αϊ Γιώργης που είναι το Τζιναρλί Τζαμί,  
  • ο Άγιος Ιωάννης Θεολόγος σήμερα Saatli Camii, η Κάτω Παναγιά και αυτή Τζαμί,
  • τ ’ Αγιάσμα,  σήμερα αίθουσα εκθέσεων.
  • Ο Αϊ Γιάννης της Κούλας στο Μοσχονήσι έγινε Δημόσια βιβλιοθήκη, με χρηματοδότηση της τούρκικης οικογένειας Κότς.
Τα παραπάνω είναι παραδείγματα από τα πολλά που υπάρχουν και από τις δυο πλευρές και στις δυο πίστεις. Είναι δρόμοι σχεδόν παράλληλοι στην ίδια κατεύθυνση.
Πρέπει όμως να σημειώσουμε μια περίπτωση διαφορετικής σχέσης με τα κοινά αυτά μνημεία, που έλαβε χώρα στα παράλια της «καθ’ ημάς Ανατολής» και συγκεκριμένα στα Αλάτσατα. Το παρακάτω δημοσίευμα από την εφ. Εμπρός είναι χαρακτηριστικό.















ΟΤΑΝ ΖΕΙΣ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ

Εφημ. ΕΜΠΡΟΣ 26/05/2011

Ιστορικές στιγμές θα ζήσει από αύριο Παρασκευή έως και την Κυριακή 29 Μαΐου η περιοχή της Σμύρνης, υποδεχόμενη την Αυτού Θειοτάτη Παναγιότητα, τον Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης και Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο.
Κορυφαία στιγμή, το απόγευμα του Σαββάτου 28 Μαΐου που ο Πατριάρχης θα χοροστατήσει 90 χρόνια μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή στον Εσπερινό που θα ψαλθεί στον ιστορικό ναό των Εισοδίων της Θεοτόκου στα Αλάτσατα.
Η γνωστή σε πάρα πολλούς καταγόμενους από τη Μικρασία Αλατσατιανή Παναγιά έπαψε να λειτουργεί ως τζαμί, ανακηρύχθηκε επισήμως ως ιστορικό μνημείο της Τουρκίας, επισκευάσθηκε με γρήγορους ρυθμούς και αποκάλυψε κρυμμένα μυστικά.
Το Σάββατο δε, λειτουργιέται για πρώτη φορά 89 χρόνια μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.















ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ (ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ)

Αναγνώστου Σ., «Ο Ευστράτιος Ι. Δράκος περιγράφει τη Μυτιλήνη του 1907», Λεσβιακά 14(1993)24-39.
Ο ίδιος, Τοπική Ιστορία. Αναφορές στη Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία της Λέσβου, εκδ. Εντελέχεια, Μυτιλήνη 2011.
Αναστάσιος (Γιαννουλάτος), Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας, Ισλάμ. Θρησκειολογική Επισκόπηση, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2004.
Αξιώτης Μ., Περπατώντας τη Λέσβο. Τοπογραφία -  Ιστορία -Αρχαιολογία, τ. Α΄, Μυτιλήνη 1992.
Η οθωμανική αρχιτεκτονική στην Ελλάδα, Υπουργείο Πολιτισμού, Διεύθυνση Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων, Αθήνα 2008.
Θρησκειολογικό Λεξικό, Επιμέλεια Μ. Μπέγζος, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2000.
Μπακάλης Χ, Η αρχιτεκτονική της Λέσβου και ιδιαιτέρα της Μυτιλήνης ως συνισταμένη των δημογραφικών κοινωνικών οικονομικών και θρησκευτικών μεταβολών από το 1800 ως το 1950. Μια ιστορική συμβολική προσέγγιση, Εργαστήριο Πολιτισμικής Επικοινωνίας και Τεκμηρίωσης, Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Μυτιλήνη 1995.
Μπαλάσκας Σ., «Από τη Μυτιλήνη στο Αϊβαλί με τη ματιά του Σουφή Κουλαξιζόγλου Μπέη (Οκτώβριος 1923)», Πρακτικά Επιστημονικού Συνεδρίου: Μυτιλήνη και Αϊβαλί (Κυδωνίες). Μια αμφίδρομη σχέση στο Βορειοανατολικό Αιγαίο, εκ. ΙΝΕ/ΚΝΕ, Αθήνα 2007, σσ. 343-366.
Νικητάκη Σ., Μουσουλμανική παράδοση και Λέσβος, Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Μυτιλήνη 2006.
Σαμάρας Π., Μουσουλμανικά τεμένη και ευκτήρια της Μυτιλήνης στα χρόνια της τουρκοκρατίας, Αθήνα 1979.
Σταυρινός Σ., Τα μουσουλμανικά μνημεία της Λέσβου. Παρελθόν και παρόν. Μια ανθρωπολογική και ιστορική μελέτη για την κοινωνική μεταλλαγή του χώρου και την ενσωμάτωση των μνημείων αυτών στο νέο κοινωνικό ιστό όπως αυτός διαμορφώθηκε μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1923, Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας, Πανεπιστήμιο Αιγίου, Μυτιλήνη 2005.
Χοϊπέλ – Σκάρπι Ξ., Λουτροθεραπεία και αναψυχή. Ιστορική εξέλιξη των λουτρών, εκδ. University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1996.



















1 Βλ., και τη 16σέλιδη έκδοση, Μυτιλήνη 2011.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου