Τετάρτη 13 Ιουλίου 2011

Γιώργος Κουτσοδιάκος:Ντύσου την ήττα σου και ταπεινά προχώρα





Ηττήθηκε ηττήθηκε και κλαίει
Ο Χριστός
Και είναι υπέρ της ήττας
της ολοσχερούς και της άλλης.

(Μιχάλης  Κατσαρός)



Σε κομμάτια του χριστιανικού κόσμου  επικρατεί αυτή η  ευημερίστικη λογική που θεολογεί υπέρ του: «Πιστεύω σε έναν Θεό που μου γεμίζει την τσέπη…». Αυτή η θεολογική  επικράτεια όπου κάποιοι  θα περνάνε  αιώνια καλά επειδή είναι  (και σήμερα) αλλά θα είναι (και αύριο)  κοντά στον Κύριο, κοντεύει σχεδόν να επιβληθεί (ή μήπως καλύτερα να υιοθετηθεί;) και στον εκκλησιαστικό μας χώρο, μέσα από  τα  ορθάνοιχτα σκέλια  αυτών που ευημερούν από τα αρμέγματα των  βοσκών του ποιμνίου. Μικροδιασπώμενες σέκτες  μέσα από κάτι  βασανιστικά και  υπενθυμητικά  κηρύγματα μεταχειρίζονται με την  επιλεκτική βιβλική ερμηνευτική τους και με έντονους λόγους παρρησίας την αιώνια νίκη των χριστιανών επί του κοσμικού αμαρτωλού φρονήματος. Ποια είναι όμως αυτή η ριμάδα η νίκη που επικαλούνται όπου σταθούν και όπου βρεθούν τόσες πολλές και ταυτόσημες ομάδες εκ μέρους του Θεού τους, ενώ την ίδια στιγμή, θα αποστατούσαν από του Θεού του ζώντος, αν ο ίδιος Θεός τους έκανε τη λειτουργική κίνηση να τους αδειάσει τις τσέπες, να τους αρπάξει τις τραπεζικές τους καταθέσεις και εκεί που το έπαιζαν αφεντικά, να τους υποβιβάσει  στη μισθωτή σκλαβιά και στο έλεος των αλλότριων και «άπιστων» αφεντικών;  Αυτή η τρομακτική επική διδαχή μιας χριστιανικής  νίκης είναι που βιάζει το κάθε ανθρώπινο πρόσωπο, ακόμα και αν είναι το χειρότερο μούτρο που μπορεί να υπάρχει. Γιατί,  για  να διατηρηθεί αυτό το πρόσωπο, μαρτύρησε με ιδρώτα και αίμα ολόκληρο το σώμα των αγίων της εκκλησίας. Και αυτό δεν ξεκίνησε με κηρυγματικές διακονίες περί της νίκης αλλά με τη ζωντανή μαρτυρία της ήττας επί του Σταυρού.

Στη κινηματογραφική ταινία «τραγούδια από το δεύτερο όροφο» του σουηδού σκηνοθέτη Ρόι Άντερσον, παρουσιάζεται ένας  άνθρωπος να κατασκευάζει και να εμπορεύεται ξύλινους σταυρούς με τον εσταυρωμένο επάνω, τους οποίους σταυρούς όμως δεν θέλει κανένας να τους αγοράσει.  Έτσι και αυτός, αγανακτισμένος που ο εσταυρωμένος του δεν πουλάει καθόλου, βάζει τους σταυρούς στο αυτοκίνητό του, πηγαίνει σε μια ερημική χωματερή και αρχίζει να τους πετάει φωνάζοντας τσαντισμένος: «Είσαι ένας άχρηστος που δεν σε θέλει κανένας!». Αν δεν εστιάσουμε την προσοχή μας μόνο στη θρησκευτική εμπορευματοποίηση και στη  τραγωδία του καπιταλιστικού κόσμου, που σαφώς θέλει να τονίσει ο σκηνοθέτης, αλλά  κοιτάξουμε αυτό το κάτι άλλο που θέλει να μας περιγράψει, νομίζω ότι θα καταλάβουμε πως πρόκειται για αυτή την ήττα του σταυρού ενάντια στις όποιες «σταυροφόρες» χριστιανικές νίκες. Ο σουηδός σκηνοθέτης, γεννημένος μέσα σε μια συγκεκριμένη θρησκευτική προτεσταντική παράδοση σίγουρα έχει κατά νου όλες αυτές τις διδαχές περί χριστιανικής και αναγεννημένης νίκης επί του κόσμου. Γι’ αυτό και είναι σε θέση να διακρίνει  με σοβαρότητα και ευθύνη αυτού του είδους τις νίκες, οι οποίες  γεννάνε και τα ανάλογα ερωτήματα, όπως  για το  ποιός τελικά θέλει να ζήσει μαζί με έναν Θεό ηττημένο που δεν θα του γεμίζει το στομάχι όταν θα του το ζητάει  και δεν θα τον φυλάει  από τους κινδύνους όταν θα τον επικαλείται;

Μια άλλη συγκλονιστική μαρτυρία ήττας θεωρώ είναι και αυτή ενός  ορθόδοξου χριστιανού και κομουνιστή αντάρτη, του  Μανώλη του Ναυπλιώτη, όπου εν μέσω  εμφυλίου πολέμου, για όσους μπορούν να φανταστούν τι σημαίνει αυτό, έζησε την ήττα του με μια εκκλησιαστική αξιοπρέπεια. Ο Ναυπλιώτης  βρέθηκε κάποτε αντιμέτωπος με έναν στρατιώτη, τον οποίο  και είχε σε απόσταση βολής πενήντα μέτρων. Σηκώνει το όπλο του τον σημαδεύει και καθώς είναι έτοιμος να πατήσει τη σκανδάλη, ακούει την καμπάνα της εκκλησιάς να χτυπάει και το μετανιώνει. Κάνει να φύγει, σκοντάφτει, πέφτει και ακούγεται στον αντίπαλό του. Ο στρατιώτης αμέσως τον φιλοδωρεί  με μια ριπή από το αυτόματό του και τον τραυματίζει σοβαρά. Ο αντάρτης τσαντίζεται και κάνει να γυρίσει πίσω να ανταποδώσει τους πυροβολισμούς, και τότε ακούει για δεύτερη φορά την καμπάνα να χτυπάει και το μετανιώνει ξανά. Τότε τον παίρνει το παράπονο και δακρύζει. Αναρωτιέται, γιατί ο ίδιος να ακούσει την καμπάνα της εκκλησιάς και να δεχτεί την ήττα του; Και καθώς προσπαθεί να τον συγχωρέσει παραμένει με ένα ερώτημα που είναι επίσης και η απάντηση. «Αυτός δεν την  άκουσε την καμπάνα;». 1 

Ο Ναυπλιώτης, νικημένος από την καμπάνα της εκκλησιάς δεν καταφέρνει να σκοτώσει τον συνάνθρωπο του. Η καμπάνα βάζει σε λειτουργία τη μνήμη του για το αληθινό πρόσωπο του άλλου, του εχθρού, του υπενθυμίζει την προίκα της αρχικής του εικόνας, καθώς αναρωτιέται ότι σκοτώνοντάς τον μπορεί να αφήσει πίσω μια  μάνα  ή  μια γυναίκα με παιδιά ορφανά. Βλέπει πλέον με ένα άλλο ωκεάνιο και καθαρό βλέμμα  τα πράγματα, έτσι όπως ακριβώς  τα έβλεπε και Εκείνος που έγινε ένας από εμάς και ενώ ήταν  αθάνατος και ελεύθερος από την αναγκαιότητα του θανάτου, πεθαίνει με έναν θάνατο τόσο ανθρώπινο και τόσο δανεικό.

Αυτό το  «θαρσείτε εγώ νενίκηκα τον κόσμον» 2 δεν σημαίνει να έχετε θράσος απέναντι σε κάθε τι το κτιστό, αλλά να έχετε θάρρος και εσείς για την επίπονη  μεταμόρφωση του κόσμου σε ό, τι καλό λίαν υπήρχε για να υπάρχει. Σημαίνει όχι να τρώμε χριστιανικά τις σάρκες αυτού του κόσμου, αλλά  να τον νοστιμίζουμε με ό, τι αλατάκι έχει απομείνει στη διάθεσή του καθενός. Η Βασιλεία των ουρανών είναι ο «τόπος» και της ήττας και της νίκης του Χριστού και των αγίων του. Αρχικά ξεκίνησε με το ταπεινό φρόνημα της ενσάρκωσης, έπειτα επέλεξε την ήττα της σταύρωσης και στο τέλος νίκησε την κάθε κτιστή εξουσιαστική θανατίλα με την ανάστασή του  εκ μέρους όλων. Και ποια είναι η ελευθερία η δική Του; Ούτε η νίκη ούτε η  ήττα. Γιατί αυτός  ήταν και είναι σίγουρος για τους φίλους Του. 3 Και ποια είναι η σιγουριά των φίλων Του; Να ντύνονται καθημερινά την ήττα του εαυτού τους και να προχωράνε ταπεινά σε αυτό  στενό δρομάκι  μέχρι και το τελικό   φτάσιμο μαζί Του.4

1.    

1.     «Οι αγώνες… και οι αγωνίες του Μανώλη Ναυπλιώτη», του Γρηγόρη Κρίμπα, σελ 118-119, κεντρική διάθεση εκδόσεις-βιβλιοπωλείο Αλφειός.
2.     Ιωάννης 16:33
3.     Αντρέα Ντόρια, «ούτε νίκη ούτε ήττα», σελ.84, εκδ. Ισνάφι.
4.     Μιχάλης Κατσαρός, «αλφαβητάριον» ποιήματα α-ω, σελ.21, εκδ. Μνήμη.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου