Δευτέρα 31 Ιανουαρίου 2011

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ







(Το κείμενο που ακολουθεί εκφωνήθηκε ως πανηγυρικός στον Ι.
Μητροπολιτικό Ναό των Εισοδίων της Θεοτόκου Ρεθύμνου κατά
τον εορτασμό των Τριών Ιεραρχών )

του Μάρκου Β. Δασκαλάκη


Σήμερα, Εκκλησία και Πολιτεία από κοινού, γιορτάζουν και τιμούν τους Τρεις Ιεράρχες, ως προστάτες των Γραμμάτων και της Παιδείας.
Πρόκειται για τρεις μεγάλους εκκλησιαστικούς Πατέρες με ξεχωριστή μόρφωση και ανεκτίμητη προσφορά, που έζησαν τον 4ον αιώνα: Ο Μέγας Βασίλειος, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Έλαβαν και οι τρεις ευρύτατη και βαθύτατη παιδεία στα μεγαλύτερα κέντρα της εποχής και από τους σπουδαιότερους διδασκάλους, την οποία ολοκλήρωσαν όταν αποσύρθηκαν στην έρημο με τη μελέτη της Αγίας Γραφής, την προσευχή και την άσκηση.
Έτσι, η επιστήμη γίνεται σοφία και η σοφία εμπειρία. Εμπειρία και βίωμα ασκητικό που δεν έμεινε όμως ένα κατόρθωμα, μια ατομική κατάκτηση απλά, αλλά που έγινε θυσία και μοιράστηκε στον άνθρωπο με χίλιους τρόπους: Οι Τρεις Ιεράρχες έγιναν ποιμένες, αρχιερείς, αρχιεπίσκοποι, ορφανοτρόφοι, προστάτες των φτωχών, διώκτες των εκμεταλλευτών και των διεφθαρμένων, νοσοκόμοι, συγγραφείς, διανοούμενοι βαθύτατοι, ποιητές, συνήγοροι των αδικουμένων, τροφοδότες των πεινασμένων, αντίπαλοι της σκληρής και άδικης εξουσίας, ιατροί, γηροκόμοι, παρηγορητές, συμφιλιωτές, νομοθέτες, μεταρρυθμιστές, κήρυκες, σωτήρες των ξένων, δάσκαλοι, απελευθερωτές των αιχμαλώτων, ειρηνοποιοί, εμψυχωτές του λαού και οτιδήποτε άλλο ο καιρός και η ανάγκη απαιτούσαν για να σταθούν δίπλα στον άνθρωπο.
Την ίδια στιγμή στην προσωπική τους ζωή, έδιναν αξεπέραστο παράδειγμα βίου ακολουθώντας με ασκητικότητα και αγιότητα την πορεία από την ταπείνωση στη θυσία κι από εκεί στο φωτισμό και στη θέωση. Αυτή η οδός οδηγεί στην αληθινή, στην «όντως» ζωή. Κι αυτό είναι το κατ’ εξοχήν θεολογικό ζήτημα, αλλά και το κατ’ εξοχήν ζήτημα της παιδείας: Η ζωή, η αντιμετώπισή της, η νοηματοδότησή της. Γι’ αυτό, οι Τρεις Ιεράρχες είναι οι προστάτες της παιδείας.
Ο δρόμος των Τριών Ιεραρχών – από τη γνώση στην επιστήμη, στη σοφία, στην εμπειρία, στην προσφορά, στη θυσία, στο παράδειγμα – είναι ο δρόμος του αληθινού δασκάλου. Ο δρόμος αυτός είναι δύσκολος, απαιτεί «κόπο με πόθο», λέει ο Γρηγόριος. Κι αυτό γιατί η παιδεία δεν είναι ένα μέρος μόνο, ένας τομέας της ζωής του ανθρώπου, αλλά αφορά σε ολόκληρη τη ζωή του ή ακόμη και στο θάνατό του. «Ποιήσατε δικαιοσύνης όπλον και μη θανάτου την παίδευσιν», είναι η παραγγελία του Γρηγορίου, καθώς η παιδεία είναι «πρώτον των παρ’ ημίν αγαθών» και μας προτρέπει (επαναλαμβάνοντας τον ψαλμωδό): «δράξασθε παιδείας». Ο δε Ιωάννης ρωτά: «τι ίσον του ρυθμίσαι ψυχήν και διαπλάσαι νέου διάνοιαν;».
Επιδίωξη βασική της παιδείας είναι, κατά τον Γρηγόριο, να προσεγγίσει ο άνθρωπος «τη σωτηρία και το κάλλος των θείων πραγμάτων, που μόνο με το νου συλλαμβάνονται». Η ομορφιά των θείων πραγμάτων είναι που τρέφει την ελπίδα, στερεώνει την πίστη και μάς ανάγει στη θεότητα.
Γι αυτό, ο μεγάλος αυτός θεολόγος μάς συμβουλεύει να διδάσκουμε ταπεινά, όχι με σοφίσματα, κι αν δεν τα καταφέρνουμε και πολύ στα λόγια δεν είναι μεγάλο το κακό, «ου γαρ πάντων ο λόγος», δεν έχουν όλοι το χάρισμα να μιλούν με ρητορικά σχήματα κι ευγλωττία. Όμως είναι φοβερό να διαλύσουμε την πίστη και να ζημιωθούμε στη θεότητα, «πάντων γαρ η ελπίς».
Αυτή η παιδεία, που έχει στόχο την ομορφιά, την ελπίδα, τη δικαιοσύνη και τη ζωή αποτελεί το όραμα των Τριών Ιεραρχών. Παιδεία όμως που έχει τέτοιους στόχους, παρόμοια μέσα μπορεί και να χρησιμοποιεί. «Ουδέν ούτω προς διδασκαλίαν επαγωγόν, ως το φιλείν και φιλείσθαι», τίποτα δεν βοηθά περισσότερο τη διδασκαλία, όσο η αμοιβαία αγάπη, τονίζει ο Χρυσόστομος. Κι έτσι, ο Βασίλειος μάς προτείνει να διδάσκουμε με τέρψη, όσο το δυνατόν πιο ευχάριστα, γιατί ό,τι διδάσκεται με τέρψη και χάρη παραμένει μόνιμα κι όχι το βίαιο μάθημα. Συμφωνεί κι ο Χρυσόστομος: «Δει φθέγγεσθαι μετά πολλής χάριτος». Και συνεχίζει προτείνοντας να προχωρούμε στο νέο μάθημα όταν υπάρχει ασφαλής γνώση του προηγούμενου. Γιατί, πιστεύει ο Ιεράρχης, δεν πρέπει να διδάσκονται οι μαθητές όσα θέλει ο δάσκαλος (ή τα αναλυτικά προγράμματα του υπουργείου…), αλλά όσα αυτοί κάθε φορά είναι ικανοί ν’ αφομοιώσουν. Κέντρο δηλαδή της εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι ο μαθητής κι όχι η διδακτέα ύλη ή το μάθημα. Σ’ αυτό πάλι συμφωνεί κι ο Γρηγόριος και λέει ότι ο δάσκαλος πρέπει να διακρίνει έγκαιρα τις κλίσεις των μαθητών και να βοηθά τους εφήβους στον επαγγελματικό τους προσανατολισμό, αφού ό,τι γίνεται σύμφωνα με τις υποδείξεις της φύσης πετυχαίνει, ενώ ό,τι είναι αντίθετο σ’ αυτήν αποτυχαίνει.
Οι δάσκαλοι, προσθέτει ο Βασίλειος, πρέπει να είναι καταρτισμένοι επιστημονικά, να έχουν γνώσεις ψυχολογίας, να είναι ακέραιοι στο χαρακτήρα, να διδάσκουν με γλώσσα απλή και κατανοητή, να μην προκαλούν, να μην επιδεικνύουν τις γνώσεις τους, να μην είναι εριστικοί, να είναι αμνησίκακοι, να μην διακόπτουν αυτόν που μιλάει και να χρησιμοποιούν τα λόγια με σύνεση, γνωρίζοντας «το μέτρο του λόγου και της ακοής». Κι αν κάποτε ο μαθητής πέσει σε παράπτωμα, να τον συμβουλεύουν με πατρική ευσπλαχνία και λόγο επιστημονικό. Ο δε Χρυσόστομος προσθέτει και τη διακριτικότητα: «Κατ’ ιδίαν παραίνεσον, συμβούλευσον, παρακάλεσον … δείξον αγάπην».
Οι Τρεις Ιεράρχες ενδιαφέρονται οι νέοι να γίνουν ενεργοί πολίτες, γι’ αυτό τους συμβουλεύει ο Χρυσόστομος να ασχολούνται με την πολιτική «κατά δύναμιν» και να μη μένουν μακριά από τα δημόσια πράγματα, να μετέχουν σ’ αυτά και να φανερώνουν την αρετή. Γιατί η αποτελεσματικότερη διδασκαλία είναι το παράδειγμα του βίου, η «σιωπηλή παραίνεση», όπως τη χαρακτηρίζει ο Γρηγόριος.
Για μια τέτοια παιδεία κι ένα τέτοιο πρότυπο ζωής πάλεψαν οι Τρεις Ιεράρχες και επιπλέον μάς έδωσαν και τα ανάλογα παραδείγματα:
Ο Μέγας Βασίλειος ιδρύει στην Καισάρεια την περίφημη «Βασιλειάδα», ολόκληρο συγκρότημα με νοσοκομείο, γηροκομείο, ορφανοτροφείο, λεπροκομείο και άλλα παρόμοια ιδρύματα για κάθε είδους ανθρώπινη δυστυχία, έχοντας προσφέρει ολόκληρη την οικογενειακή του περιουσία, και ενώ βρισκόταν στο θρόνο του αρχιεπισκόπου Καισαρείας και παρά την κλονισμένη υγεία του, συχνά διακονούσε κι ο ίδιος με προσωπική εργασία τους πονεμένους ανθρώπους που φιλοξενούσε σ’ αυτά τα ιδρύματα.
Αξεπέραστος ο Γρηγόριος, ενώ έχει εκλεγεί αρχιεπίσκοπος Κων/πόλεως, παραιτείται όταν κάποιοι αμφισβητούν τη νομιμότητα της εκλογής του για τυπικούς λόγους. Πράος και ειρηνοποιός, «έτοιμος από καιρό», τους λέει: «Ρίξτε εμένα στη θάλασσα σαν τον προφήτη Ιωνά – εξάλλου δεν είμαι πιο άξιος εγώ απ’ αυτόν – αν είναι έτσι να πάψει η τρικυμία των ταραχών. Ας πάθω εγώ οτιδήποτε για τη δική σας ομόνοια». Και παραιτείται.
Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, άνθρωπος με τεράστιες ικανότητες, που ο λαός τον λάτρεψε, εγκαταλείπει μια λαμπρή καριέρα συνηγόρου και έπειτα από χρόνια αγώνα κι αγωνίας χειροτονείται διάκονος, ακολούθως δε, μετά από πενταετία, πρεσβύτερος. Είχε έντεκα χρόνια δράσης στην Αντιόχεια ως πρεσβύτερος και, κατόπιν πιέσεως και παρά τη θέλησή του, ανυψώνεται στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κων/πόλεως. Δεν αντιλαμβάνεται όμως τα αξιώματα ως βήμα αυτοπροβολής ή έστω ως δικαίωση μακροχρόνιων αγώνων, αλλά μόνο ως καιρό διακονίας και θυσίας. Έτσι, υπηρετώντας αυθεντικά το λαό του Θεού, έρχεται αντιμέτωπος με μια συμμαχία υψηλών εξουσιών και συμφερόντων και εξοντώνεται τελικά κάτω από αφόρητες συνθήκες διαβίωσης στην εξορία.
Τέτοιες επιταγές, τέτοιες παρακαταθήκες και τέτοια παραδείγματα έχουμε από τους Τρεις Ιεράρχες.
Εμείς σήμερα ας συλλογιστούμε: Για ποια παιδεία ενδιαφερόμαστε; Παιδεία-όπλο δικαιοσύνης ή παιδεία θανάτου; Εφήβους-ανθρώπους ζωντανούς, με ανησυχίες, που ζουν, κινούνται, αγωνιούν, θαυμάζουν, αγαπούν, δημιουργούν, απορούν, χαίρονται, ανακαλύπτουν, ερευνούν, προσφέρουν ή εξειδικευμένους τεχνοκράτες, στρυφνούς, ανέραστους, εγωκεντρικούς «επαΐοντες», που πλουτίζουν εξαργυρώνοντας το κύρος της επιστήμης;
Η παιδεία, όπλο ζωής ή θανάτου; Παιδεία του «μετέχω στη μάθηση και χαίρομαι που μαθαίνω» ή παιδεία του «μαθαίνω για να κερδίζω»; Καλό είναι το αληθινό ή καλό είναι το χρήσιμο; Το εκπαιδευτικό μας σύστημα σήμερα, ποιο από τα παραπάνω μοντέλα μοιάζει ν’ ακολουθεί; Ας αναρωτηθεί ο καθένας μας, τι είδους πρότυπο προσφέρει ο ίδιος στα παιδιά του;
Οι μαθητές πάντως φαίνεται να έχουν απαντήσει και ως προς το περιεχόμενο και ως προς τον τρόπο που τους παρέχεται η παιδεία. Και η απάντησή τους είναι λακωνική, μονολεκτική, ωστόσο τόσο ξεκάθαρη που δεν επιτρέπει παρανοήσεις (ηθελημένες ή αθέλητες). Μπείτε σ’ ένα οποιοδήποτε σχολείο, σε μια οποιαδήποτε σχολική αίθουσα, πηγαίνετε στα θρανία των μαθητών. Διαβάστε τι γράφουν πάνω τους. Μια λέξη επαναλαμβάνεται συνεχώς, μονότονα και αδυσώπητα. Μια λέξη-μαχαιριά στο εκπαιδευτικό μας σύστημα: «ΒΑΡΙΕΜΑΙ».
Χρειάζονται εξηγήσεις; Μήπως δεν είναι αρκετά σαφές; Μπορούμε ν’ αθωωθούμε, έστω «λόγω αμφιβολιών»; Μπορούμε ν’ αψηφήσουμε το κενό, την απουσία νοήματος; Μπορεί να υποστηρίξει κανείς στα σοβαρά ότι βρισκόμαστε στο σωστό δρόμο;
Στο «παγκόσμιο χωριό», στο οποίο πλέον ζούμε, τα προβλήματα κάθε μέρα οξύνονται: Η οικονομία παγκοσμιοποιημένη (ή προς παγκοσμιοποίηση), αφήνει πίσω της περισσότερη ανεργία και ταχύτατες αλλαγές(/διάλυση) στον κοινωνικό ιστό, δύσκολα αφομοιώσιμες. Οι σύγχρονες κοινωνίες, που είναι πλέον πολυπολιτισμικές και (περισσότερο) απρόσωπες, έρχονται αντιμέτωπες με νέα αιτήματα και νέα προβλήματα. Παράλογοι φανατισμοί με εθνικιστικές, θρησκευτικές και άλλες καταγωγές εμφανίζονται συχνότερα. Οι εφαρμογές της βιοτεχνολογίας δημιουργούν νέες ελπίδες, μα και νέους φόβους. Το μέγα πρόβλημα της μόλυνσης του πλανήτη βαίνει διογκούμενο. Στη γεωπολιτική, η εφαρμογή του δικαίου της ισχύος έχει ξεπεράσει κάθε όριο κυνισμού και υποκρισίας, εμφανιζόμενο πλέον ως «εκστρατεία κατά του κακού». Η ενημέρωση από τα Μ.Μ.Ε., ελεγχόμενη και κατευθυνόμενη, μετατρέπεται σε «βροχή» πληροφοριών, που επιτείνει τη σύγχυση.
Πώς τοποθετείται ο σύγχρονος άνθρωπος απέναντι σ’ αυτά τα προβλήματα; Η ορθόδοξη εκκλησιαστική μας παράδοση, της οποίας φορείς είναι οι Τρεις Ιεράρχες, προτείνει αρχές, με βάση τις οποίες μπορούν να αναζητηθούν διέξοδοι. Αυτές είναι, σύμφωνα με τη διατύπωση ενός σύγχρονου θεολόγου, οι εξής:
  • Ζούμε εφόσον σχετιζόμαστε
  • Δεν υπάρχουμε, αλλά συνυπάρχουμε.
  • Θα επιβιώσουμε σ’ αυτόν τον πλανήτη μόνο αν μάθουμε να συμβιώνουμε.
  • Ο λόγος μας είναι διάλογος, όχι μονόλογος ούτε αντίλογος.
  • Μιλάμε για να επικοινωνούμε.
  • Γνωρίζουμε εφόσον μετέχουμε.
  • Κατανοούμε όσο σχετιζόμαστε.
  • Μαθαίνουμε όταν αγαπάμε.
Αυτές είναι οι αλήθειες και τα πρότυπα για την παιδεία και τη ζωή, που υπερασπίσθηκαν οι Τρεις Ιεράρχες, εκπρόσωποι γνήσιοι της ορθόδοξης πατερικής θεολογίας. Ο λόγος των Τριών Ιεραρχών υπάρχει, προσιτός και επίκαιρος. Δεν έχουμε παρά να τον αφουγκραστούμε.


Βιβλιογραφικές αναφορές:
1. Αλέξανδρος Σ. Καριώτογλου, Οι αντιλήψεις των Τριών Ιεραρχών για την Παιδεία και η σύγχρονη τεχνοκρατική εκπαίδευση, Αθήνα: Κοινότητα Φοιτητών1 1984.
2. Μάριος Π. Μπέγζος, Ανατολική ηθική και δυτική τεχνική, Αθήνα: Γρηγόρης 1993, σελ. 54 κ.ε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου