Με μεγάλη χαρά δημοσιεύουμε την κριτική της ιστορικής εφημερίδας "ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ" α.φ.1043,17-10-2019
Ανδρέας Χ. Αργυρόπουλος,
Ο Θεός, οι Νέοι και άλλες Rock ’n Roll ιστορίες,
2019, Εκδόσεις ΑΡΜΟΣ, Αθήνα.
Το μέλλον της θρησκευτικής εκπαίδευσης στη
χώρα μας βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Οι θεολόγοι βρίσκονται σε
μεγάλο
προβληματισμό σε
σχέση με τα νέα δεδομένα για το μάθημα των
Θρησκευτικών που
θέλουν να επιβάλλουν στην ελληνική εκπαίδευση οι αποφάσεις 1749 & 1750
(2019) των συμβούλων πλειοψηφίας του ΣτΕ που ακυρώνουν τα ισχύοντα Προγράμματα
Σπουδών.
Αυτό το μικρό σε
δέμας βιβλίο του μάχιμου θεολόγου Α.
Αργυρόπουλου,
έρχεται να δώσει απαντήσεις σε όσους θέλουν να
υποβιβάσουν τη
συνάντηση του Θεού με τους νέους η οποία
πραγματοποιείται
και μέσα στις σχολικές τάξεις όταν βαδίζουν μαζί
θεολόγοι και νέοι
σε μυστικούς και φανερούς δρόμους με κόπους,υπομονή, αγάπη, χαρά και ευθύνη, σε
«εμπέδωση της ορθόδοξης χριστιανικής συνείδησης» δηλαδή ως διαποτισμό με μια
έκπτωση του ευαγγελικού λόγου σε μια ιδεολογία άνευρη, άχρωμη και άοσμη
που καμιά σχέση δεν θα έχει με τα βιώματα και τις αγωνίες των σημερινών
νέων αλλά το χειρότερο ούτε και γενικότερα
με την ορθόδοξη πίστη.
Μετά το πολύτιμο
εισαγωγικό μέρος με την αυτοβιογραφική κατάθεση ψυχής του συγγραφέα,
περιδιαβαίνοντας το περιεχόμενο και μόνο από τους τίτλους των μικρών
κεφαλαίων αποκομίζει ο αναγνώστης την ουσία της βιωματικής αυτής γραφής.
Για να κουβεντιάσει κανείς με τους νέους ανθρώπους για τον Θεό χρειάζεται
ανοικτό πνεύμα, ταπείνωση και
μπόλικη αγάπη, να
γνωρίζει τη γλώσσα που επικοινωνούν, να είναι
αποφασισμένος να
υπερασπιστεί την αυθεντική εικόνα του Θεού κι όχι αυτή την εικόνα του Θεού της
μάζας ή του φόβου που παρουσιάζουν με
τις λανθασμένες επιλογές τους εκπρόσωποι
του Χριστιανισμού μέσα στην Ιστορία με αποτέλεσμα να γίνονται αφορμή να
παρεξηγείται το περιεχόμενο και η ουσία της χριστιανικής πίστης και οι νέοι να
οδηγούνται στην άρνηση. Το πρόβλημα
επιτείνεται τη σημερινή εποχή με το έλλειμμα διαλόγου που παρατηρείται στο χώρο
της εκκλησίας, της πολιτικής και της εκπαίδευσης. Ακόμη ο συνομιλητής με τους
νέους χρειάζεται να έχει την επίγνωση ότι η πίστη βαθαίνει με την αμφιβολία επειδή
ο Θεός είναι ελευθερωτής κι όχι περιφερόμενος θαυματοποιός που σε εξαναγκάζει
να Τον αποδεχθείς. Η Εκκλησία είναι Σώμα Χριστού κι όχι «Σύλλογος Καλών
Παιδιών». Επίσης χρειάζεται να ανοίγει τον δρόμο για να γνωρίσουν οι νέοι
βαθύτερα τον εαυτό τους ώστε και να αναγνωρίσουν τον Θεό και να Τον συναντήσουν
ως φίλο εδώ και τώρα μέσα στο ιστορικό γίγνεσθαι κι όχι ως ένα απρόσιτο
υπερβατικό Όν. Γι’ αυτό και η σχέση Θεού και νέων μπορεί να είναι και rock με
την έννοια της ανατρεπτικότητας και της κατάργησης των συμβατικοτήτων που απαιτεί
η σχέση αυτή στη γνησιότητά της.
Αν ο αναγνώστης αυτού του βιβλίου
προσπαθήσει να σημειώσει
κάποιες κύριες προτάσεις για περαιτέρω
εμβάθυνση και προβληματισμό, θα διαπιστώσει ότι θα πρέπει να υπογραμμίσει
ολόκληρο το βιβλίο. Κάθε αράδα είναι αφορμή για επαναπροσδιορισμό της στάσης
όχι μόνο των θεολόγων αλλά όλων μας που ερχόμαστε σε επαφή με τους νέους με τον
έναν ή τον άλλον τρόπο. Και δεν αφορά τις ρήσεις μόνο του συγγραφέα αλλά και πλειάδας
στοχαστών από όλο το φάσμα της πνευματικής ζωής (Πατέρων της Εκκλησίας,
συγγραφέων θεολόγων, λογοτεχνών και ποιητών) που χρησιμοποιεί στα κατάλληλα
σημεία και εμπλουτίζουν την οπτική του. Η καλή βιβλιογραφία στο τέλος από
σημαντικά κείμενα μπορεί να δώσει αφορμή στον αναγνώστη για αναλυτική σπουδή
στο θέμα αυτό.
Δεν θα ήταν λοιπόν υπερβολή αν
υποστηρίζαμε ότι το βιβλιαράκι αυτό αποτελεί έναν οδηγό προς ναυτιλομένους σε
μια θεολογία που αυτή τη στιγμή πλέει μεσοπέλαγα και μάλιστα με μεγάλη
τρικυμία.
Πόσοι και πόσες αλήθεια εκπαιδευτικοί μετά
από τριάντα χρόνια και πάνω στα θρανία έχουν τη χαρά και τη συγκίνηση να
δέχονται από τους μαθητές τους τέτοια λόγια όπως έγινε για τον συγγραφέα και το
αλιεύσαμε από το f/b: «…Εμείς λοιπόν στη Σέριφο είχαμε έναν τέτοιο δάσκαλο στη
ζωή μας, έναν άνθρωπο που δε μας μεταλαμπάδευσε απλά γνώσεις...Μας έκανε
καλύτερους ανθρώπους, μας βοήθησε να
ανακαλύψουμε τις κλίσεις μας, μας μάλωνε
με βλέμματα, μας έκανε να
αγαπάμε το σχολείο
ακόμα κι αν δεν ήμασταν καλοί μαθητές. Όχι, δεν είναι εύκολο, ας λένε εκείνοι
που δεν ξέρουν. Ξέρεις γιατί; Επειδή η σπουδαιότητα του να είσαι δάσκαλος είναι
πως πλάθεις ζωές, πως έχεις
στα χέρια σου ένα λιθαράκι από το
μέλλον...
Τα σέβη μας, κύριε
Αργυρόπουλε...»
ΑΝΤΩΝΗΣ ΠΑΝΑΓΑΚΗΣ
Δάσκαλος - Θεολόγος