Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2014

Ιεραποστολική δράση του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας κ. Αναστασίου


Η θεολογική αποτύπωση και η ιεραποστολική δράση του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας κ. Αναστασίου στα περιοδικά Πορευθέντες και Πάντα τα Έθνη[1]

Στο τελευταίο βιβλίο του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας κ. Αναστασίου, με τίτλο Η λησμονημένη εντολή Πορευθέντες…από τον λήθαργο στην αφύπνιση, αποτυπώνεται ο  θεολογικός λόγος και μεταφέρεται η εκκλησιαστική του διακονία εδώ και 56  χρόνια.  Πολλά από τα κείμενα του βιβλίου δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά στα περιοδικά Πορευθέντες και Πάντα τα Έθνη.
          Το Πορευθέντες είναι το πρώτο ιεραποστολικό περιοδικό που εκδόθηκε στη χώρα μας, με  ιδρυτή τον τότε λαϊκό θεολόγο Αναστάσιο Γιαννουλάτο. Το έντυπο αυτό κυκλοφόρησε για 11 χρόνια, από το 1959 μέχρι και το 1969, έτος που ο ιδρυτής του και τα μέλη της συντακτικής ομάδας, τα οποία προέρχονταν από το ομώνυμο «Διορθόδοξο Ιεραποστολικό Κέντρο», το παρέδωσαν στην Εκκλησία της Ελλάδας.
          Λίγα χρόνια αργότερα, το έτος 1981, κυκλοφόρησε το ιεραποστολικό περιοδικό της Αποστολικής Διακονίας Πάντα τα Έθνη, όταν ήταν Διευθυντής της ο τότε Επίσκοπος Ανδρούσης Αναστάσιος Γιαννουλάτος. Στις πρώτες δεκαετίες της κυκλοφορίας του, όποιος το μελετούσε, είχε τη σπάνια ευκαιρία να γευτεί το απόσταγμα του θεολογικού στοχασμού, της θρησκειολογικής έρευνας και της ιεραποστολικής συνέπειας του νυν Αρχιεπισκόπου Αλβανίας.
          Στην αρθρογραφία των περιοδικών αποτυπώνεται η θεολογική του εμβρίθεια και συγχρόνως η αγωνία του για την επαναφορά στη μνήμη του εκκλησιαστικού πληρώματος της λησμονημένης αναστάσιμης εντολής του Κυρίου: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη» (Μτθ. 28,19).
          Η φύση της Εκκλησίας συνδέεται με τη λυτρωτική αποστολή της στη σύγχρονη οικουμένη, ενώ οι αναφορές στις ιεραποστολικές προσπάθειες του παρελθόντος καταδεικνύουν τον λήθαργο, που επικρατούσε κατά τη μεταπολεμική περίοδο, επισημαίνοντας την ανάγκη της ιεραποστολικής αφύπνισης.
          Σε μεγάλο βαθμό τα κείμενα αυτά θεμελίωσαν θεολογικά τη σύγχρονη ορθόδοξη μαρτυρία και σήμαναν την έξοδο κληρικών και λαϊκών από τα στενά όρια της «αυλής μας» προς τις λευκές χώρες που περιμένουν εργάτες προς θερισμόν.
          Στα περιοδικά αυτά, που απετέλεσαν και το αντικείμενο της διδακτορικής μας έρευνας, ο Αρχιεπίσκοπος κ. Αναστάσιος ανέδειξε θεολογικά την πανορθόδοξη συμμετοχή στα διαχριστιανικά δρώμενα. Η θέση που προβάλλει είναι κρυστάλλινη: η συμμετοχή στην οικουμενική κίνηση είναι απαραίτητη και θεωρείται ως μια άλλη μορφή μαρτυρίας προς τους ετερόδοξους.
          Ομοίως, επικαλούμενος το παράδειγμα θεοφόρων πατέρων της Εκκλησίας μας, υπογραμμίζει και τη σημασία του διαθρησκειακού διαλόγου για την επικράτηση της ειρήνης στη σύγχρονη εποχή. O αλληλοσεβασμός και η νηφαλιότητα διαδραματίζουν πρωταρχικό ρόλο στο διάλογο με τις άλλες θρησκείες.
          Επίσης, στο περιοδικό Πάντα τα Έθνη ο Μακαριώτατος δημοσίευσε εκτενή χρονογραφήματά του που αποτυπώνουν ρεαλιστικά τις πάμπολλες δυσκολίες αλλά και τη χαρά της μαρτυρίας. Η προσεκτική μελέτη αυτών των άρθρων-χρονικών, τα οποία απαντούν και στον τόμο με τίτλο Στην Αφρική, δύναται να συνθέσει την ιστορία του ευαγγελισμού της Ανατολικής Αφρικής κατά τη δεκαετία του ’80. Συγχρόνως, υποδεικνύει και την αρχή που διέπει τον ευαγγελισμό, δηλαδή τη μετάδοση του μηνύματος του Ευαγγελίου σε εκείνους που δεν το γνωρίζουν. Είναι η σάρκωση του λόγου του Θεού στη γλώσσα, τον πολιτισμό, τα ήθη και τα έθιμα κάθε φυλής.
          Και όλα αυτά με έναν λόγο απλό, με έναν παλμό νεανικό και μία επιμονή άκαμπτη μπροστά στο χρέος να ξαναθυμηθούμε όλοι (μας) τη λησμονημένη εντολή.
          Και όχι μόνον θεωρία από τον θρησκειολόγο Καθηγητή του Πανεπιστημίου των Αθηνών, που δαπάνησε χρόνια έρευνας στις βιβλιοθήκες της χώρας μας και της Ευρώπης αλλά και από τον ιεραπόστολο που συνάντησε ο ίδιος λαούς άλλων θρησκειών, τους ιερούς χώρους και τους τρόπους της λατρείας τους. Και προ πάντων αναδείχθηκε ο ίδιος λειτουργός της θεολογικής μαρτυρίας και της εκκλησιαστικής έμπρακτης ιεραποστολικής εργασίας.
          Είναι προς τιμήν της Αποστολικής Διακονίας να έχει καταγράψει στις δραστηριότητες της την έκδοση ενός περιοδικού ευρείας κυκλοφορίας, όπου ο μέσος αναγνώστης έχει την ευκαιρία να συμπορευτεί στη θεολογική αναζήτηση και να συμμετάσχει στις δυσκολίες της πρώτης γραμμής των ιεραποστολικών κλιμακίων.
          Στις ημέρες μας, εκτός από τον έντυπο αγωγό επικοινωνίας με τις εκφραστικές φωτογραφίες, την πληθώρα των πληροφοριών από τις ιεραποστολικές εκκλησίες και τον κατάλογο των ευγενών συνδρομητών επί το πλείστον εκ του υστερήματός τους, θα περιμέναμε και τη χρήση των διαδικτυακών αγωγών, μια που με την υψηλή τεχνολογία προσεγγίζονται τα έσχατα της γης και αναρίθμητοι αποδέκτες με άμεσο τρόπο.
Με αυτόν τον τρόπο, δίδεται η δυνατότητα να συνεχισθεί  το ιεραποστολικό έργο του νυν Αρχιεπισκόπου Αλβανίας κ. Αναστασίου και να καταστούν οι πιστοί μάρτυρες του Ευαγγελίου στη σύγχρονη οικουμένη!

Νικόλαου Γ. Τσιρέβελου,
Δρ. Θεολογίας



[1] Εκφωνήθηκε στην εκδήλωση προς τιμήν του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας κ. Αναστασίου, στις 24-02-2014 στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη.

Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2014

Ο Χριστός Σταυρώθηκε, δε Σταύρωσε...



Δεν πρέπει να έχω δει μέχρι σήμερα στη ζωή μου χειρότερη εικόνα. Η άρνηση του Χριστού και του ανθρώπινου προσώπου στο... όνομα του Σταυρού.Τα περιφερόμενα φασιστοειδή δίποδα στην Ουκρανία,ξέχασαν ότι ο Χριστός ΣΤΑΥΡΩΘΗΚΕ, δε ΣΤΑΥΡΩΣΕ. Ας τα βλέπουν και οι ιθαγενείς λάτρεις της συμπόρευσης Έθνους-Εξουσίας-Ορθοδοξίας.Εκεί φθάνουμε όταν διαπλέκεται στην Ιστορία η θρησκεία των Σταυρωμένων με την Εξουσία των Σταυρωτών.Εκεί φθάνουμε όταν θεωρούμε ότι η  Εκκλησία δεν είναι η Κιβωτός της Σωτηρίας για όλους τους ανθρώπους αλλά οφείλει να υπηρετεί συγκεκριμένα  Έθνη και συγκεκριμένα συμφέροντα,όταν βλέπουμε την Εκκλησία ως Εξουσία,Επιβολή,Κυριαρχία επί των άλλων και όχι ως χώρο Ελευθερίας και Αγάπης. 


Ανδρέας Χ. Αργυρόπουλος 

Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2014

«Διάλογος για το Μάθημα των Θρησκευτικών: Το παράδειγμα του Νέου Προγράμματος Σπουδών» »




ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ


Το  ΕΠ.Ε.Σ., ο Διευθυντής και

ο Σύλλογος Διδασκόντων του 

Πρότυπου  Πειραματικού  Γυμνάσιου Ευαγγελικής Σχολής  Σμύρνης,

καλεί τους  καθηγητές θεολόγους,  τους γονείς των μαθητών  και κάθε άλλον ενδιαφερόμενο

 να συμμετάσχουν στην εκπαιδευτική ημερίδα με τίτλο :


«Διάλογος για το Μάθημα των Θρησκευτικών:

Το παράδειγμα του

Νέου Προγράμματος Σπουδών»


η  οποία θα πραγματοποιηθεί  στην

Αίθουσα Εκδηλώσεων  του σχολείου μας την Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014

και ώρα 18:00





ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΗΜΕΡΙΔΑΣ



18:00 – 18:15  Προσέλευση Κοινού

18:15 – 18:30  Χαιρετισμοί


Προεδρεύων – Συντονιστής:

Ν. Λινάρδος,  Φιλόλογος, Δ/ντής

ΠΠΓ Ευαγγελικής  Σχολής Σμύρνης


18:30 – 18:45 Το blogging και το ΜτΘ

Ομάδα Μαθητών / Γ. Καπετανάκης,  καθηγητής θεολόγος, ΠΠΓΕΣΣ

18:45 – 19:00  Τρία χρόνια εμπειρίας σ’ ένα πιλοτικό σχολείο

Α. Αλεξανδρή , καθηγήτρια θεολόγος, 1ο Γυμν. Αχαρνών

19:00-19:15  Το μέλλον του  ΜτΘ. Κριτική στη θεωρία και πράξη των νέων Προγραμμάτων Σπουδών

Μ. Κουκουνάρας – Λιάγκης, Λέκτορας Διδακτικής της  Θεολογικής Σχολής, ΕΚΠΑ

19:15 – 19:30 Κριτικές παρατηρήσεις και προτάσεις επί των νέων προγραμμάτων σπουδών στα θρησκευτικά

Ε. Πονηρός  Σχ. Σύμβουλος Θεολόγων Πειραιά

19:30 – 19:45 Tο μάθημα των Θρησκευτικών με το νέο Πρόγραμμα Σπουδών

 Βαλλιανάτος Ά. Σχ. Σύμβουλος Θεολόγων Β΄ Αθήνας


19:45 – 20:00 Συμπεράσματα  -  Συζήτηση

Στον ένα ώμο τον Σταυρό και στον άλλο την αγάπη!




Πόσο μου αρέσουν οι άνθρωποι που κρατούν στον ένα ώμο τον Σταυρό και στον άλλο την αγάπη! Κείνοι που πίνουν αδιάκοπα από το ποτήρι της πίκρας και όμως μιλούν πάντα με ωραία λόγια. 
Κείνοι που ζούνε σε ένα καμίνι πυρωμένο και όμως τραγουδούν για τον Θεό. Κείνοι που πονούν ίσως στην λάσπη και στις σκληρές πέτρες των δρόμων της ζωής ,μα τα μάτια της ψυχής τους είναι στραμμένα στα υπερκόσμια οράματα και στον θεό!

Κισσάμου και Σελίνου Ειρηναίος


http://irineos.blogspot.gr/

Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2014

Αλβανίας Αναστάσιος:Οικουμένη – Πίστη – Πολιτισμός



Ομιλία εκφωνηθείσα κατά την εκδήλωση της Αποστολικής Διακονίας για την παρουσίαση του συγγραφικού έργου του Αρχιεπ. Τιράνων & πάσης Αλβανίας (24-2-2014)




Ευχαριστώ εκ βάθους ψυχής τον πεφιλημένο εν Χριστώ Αδελφό Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο, τον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Φαναρίου κ. Αγαθάγγελο, Γενικό Διευθυντή της Αποστολικής Διακονίας, τη Συντονίστρια κα Μαρία Αντωνιάδου, Πρόεδρο της ΕΣΗΕΑ, και τους εκλεκτούς ομιλητές της αποψινής εκδηλώσεως. Επίσης, θέλω να εκφράσω θερμές ευχαριστίες προς όλους τους παρόντες στην εκδήλωση αυτή, για τα φιλικά σας αισθήματα.
Αναλογιζόμενος την πνευματική μου πορεία, στην οποία έγιναν προηγουμένως ευγενέστατες αναφορές, θα έλεγα λιτά ότι κατά την επιστημονική και εκκλησιαστική διακονία προσπάθησα, με όσες δυνάμεις χάρισε ο Θεός, να ζήσω το νόημα της καθολικότητος και οικουμενικότητος της Εκκλησίας μας. Και συγχρόνως, να συμβάλω στο άνοιγμα του ορίζοντος της αποστολικής μας ευθύνης στον σύγχρονο κόσμο. Όχι μόνο με συγγραφικό έργο, αλλά και με μαρτυρία ζωής. Με τη βεβαιότητα ότι “το μυστήριον του θελήματος αυτού” (του Θεού) είναι “εις οικονομίαν του πληρώματος των καιρών, ανακεφαλαιώσασθαι τα πάντα εν τω Χριστώ” (Εφεσ. 1:10).
Το τρίπτυχο οικουμένη, πίστη, πολιτισμός, καθόρισε τις προσπάθειές μου. Με τη βεβαιότητα ότι, στην Ορθόδοξη παράδοση και σκέψη, όλα κινούνται σε παγκόσμια προοπτική. Από τη δημιουργία του κόσμου, με την οποία αρχίζει η Αγία Γραφή, έως το όραμα του νέου ουρανού και της νέας γης, με το οποίο η Αποκάλυψη τελειώνει.
Για την καταγραφή του Ευαγγελίου και κατά την πρώτη φάση διαδόσεώς του στην τότε γνωστή οικουμένη, χρησιμοποιήθηκαν η ελληνική γλώσσα και γενικώτερα ο ελληνικός πολιτισμός. Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του πολιτισμού αυτού υπήρξε η οικουμενικότητα, που καλλιεργήθηκε πολύτροπα από την ελληνική φιλοσοφία, την επιστήμη, την τέχνη, τη γλώσσα.
Στην εποχή μας, η οικουμενική συνείδηση αναδευεται ολοένα και ζωηρότερα στην ψυχή των ανθρώπων. Το ενδιαφέρον για τα γενικά προβλήματα της οικουμένης δεν θεωρείται πλέον ζήτημα φιλοσοφικού στοχασμού, αλλά ανάγκη για ένα σωστό προσανατολισμό στη ζωή. Είναι αδιανόητο σήμερα να ενεργήσει κανείς σωστά, σε οποιαδήποτε σφαίρα –οικονομική, πνευματική, πολιτιστική, θρησκευτική, αν δεν βλέπει τη ζωή μέσα σε παγκόσμια προοπτική.
2. Ο πολιτισμός εξάλλου αποτελεί μια νίκη του ανθρώπου επάνω στις σκοτεινές πλευρές του εαυτού του και της κοινωνίας, μια υπέρβαση της απλής βιολογικής υποστάσεώς του. Πρόκειται για μια ενσυνείδητη ενέργεια του ανθρώπου να προσδιορίσει και να ρυθμίσει τη ζωή του και τον φυσικό του περίγυρο. Όπως διευκρινίζει ο Max Weber , πρόκειται για “διάφορες κατά βαθμό και τρόπο πραγματώσεις των ανθρωπίνων δυνατοτήτων ”. Κατά τον ’γγλο, πάντως, ιστορικό Α. Toynbee , οι σημαντικώτεροι πολιτισμοί αναπτύχθηκαν με βάση το “Ιερό”, δηλαδή την εμπειρία του Θείου.
Όταν η χριστιανική πίστη συναντά έναν πολιτισμό, ακολουθούν κατά κανόνα τα εξής: Πρώτον, αποδοχή όσων στοιχείων εναρμονίζονται με το μήνυμα του Ευαγγελίου. Δεύτερον, κριτική απόρριψη στοιχείων τα οποία είναι ασυμβίβαστα. Τρίτον, μετάγγιση νέου αίματος, νέου πνεύματος που γονιμοποιεί ό,τι είναι θετικό. Ιδιαίτερα η συνάντηση της χριστιανικής πίστεως με τον ελληνικό πολιτισμό προσέφερε, μεταξύ των άλλων: α) Την αποκάλυψη της δυναμικής της ελευθερίας και της αγάπης μέσα στην ιστορία· β) Την πίστη σε κάτι που εκ πρώτης όψεως φαίνεται λογικά αδύνατο· κάτι που οδήγησε στη γενικώτερη αναζήτηση της αλήθειας -και της επιστημονικής- πέρα από τα φαινόμενα και την απλή αναγκαιότητα· γ) Την αγωνιστική διάθεση για την αυθυπέρβαση στον πνευματικό βίο, η οποία αναδιπλώνει όλες τις ανθρώπινες δυνάμεις σε μια συνεχή μεταμορφωτική πορεία.
3. Τον πρώτο καιρό, 1958-1968, που αρχίσαμε να μιλούμε για τη λησμονημένη εντολή “Πορευθέντες ουν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη” (Ματθ. 28:19), ο λόγος φαινόταν σε πολλούς ρομαντικός, ανεδαφικός. Το γεγονός αυτό μας οδήγησε σε μια σειρά δοκιμίων και μελετών για να στηριχθεί θεολογικά η νέα προσπάθεια. (Αυτές αποτέλεσαν τη συλλογή “Ιεραποστολή στα ίχνη του Χριστού). Συγχρόνως, δημοσιεύσαμε ορισμένες ιστορικές μελέτες για να επισημανθεί ότι η ανά τον κόσμο Ιεραποστολή υπήρξε ανά τους αιώνες έργο της Εκκλησίας. (Τα ιστορικά αυτά κείμενα εκδόθηκαν στον τόμο “ Έως εσχάτου της γης”).
Κατά την αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για την Εξωτερική Ιεραποστολή, εκτός από τον θεολογικό στοχασμό που τη συνόδευσε, επιμείναμε στον σεβασμό της πολιτιστικής και θρησκευτικής παραδόσεως των λαών, προς τους οποίους θα απευθυνόταν η Ορθόδοξη μαρτυρία. Αυτός εκφράσθηκε με σοβαρή μελέτη των παραδοσιακών θρησκευτικών πεποιθήσεων. Καρπός αυτής υπήρξαν οι θρησκειολογικές μελέτες για την αφρικανική και ασιατική θρησκευτικότητα καθώς και η σπουδή του Ισλάμ (Στον τόμο “Στην Αφρική” δημοσιεύονται μερικές).
4. Κύριο πεδίο της επιστημονικής μου εργασίας αποτέλεσε η σπουδή του φαινομένου της θρησκείας στις παγκόσμιες διαστάσεις του. Αυτή η ενασχόληση δεν περιορίσθηκε απλώς στη μελέτη ειδικών έργων σε βιβλιοθήκες της Ευρώπης, αλλά συνδέθηκε με επιτόπια έρευνα στην Αφρική και ερευνητικά ταξίδια σε διάφορες χώρες όπου επικρατούν άλλες θρησκείες (σχετικές μελέτες εκδόθηκαν σε αυτοτελή βιβλία).
Παράλληλα με τη θρησκειολογική ενασχόληση, κατά τη συμμετοχή μου στην Οικουμενική Ιεραποστολική αναζήτηση, προσπάθησα να καταθέτω, όπου οδηγούσε ο Θεός τα βήματά μου, την Ορθόδοξη εμπειρία για τις παγκόσμιες διαχρονικές συνέπειες του Σταυρού και της Αναστάσεως, επιδιώκοντας κατά το δυνατόν τον συνδυασμό στοχασμού και άμεσης αποστολικής μαρτυρίας.
5. Στην πρώτη φάση της αναζωπυρώσεως του ενδιαφέροντος για την “Εξωτερική Ιεραποστολή”, ο τοπικός προσδιορισμός “έως εσχάτου της γης” παρέπεμπε κυρίως σε έννοιες γεωγραφικές: τα βάθη της Αφρικής ή της Ασίας. Ποτέ δεν είχα αναλογισθεί ότι τα “έσχατα της γης” θα μπορούσαν να είναι γεωγραφικά τόσο κοντά, δίπλα στα σύνορά μας, στην Αλβανία, εκεί που είχαν σταυρώσει με πάθος τον Χριστό και τον είχαν θαμμένο επί 23 χρόνια. Εκεί όπου ένα σκληροτράχηλο καθεστώς έσυρε τη χώρα, κοινωνικά και πνευματικά, στο έσχατο σημείο. (Στο ιεραποστολικό έργο σ᾽ αυτή τη χώρα είναι αφιερωμένα τα βιβλία: Στην Αλβανία - Σταυρός και Ανάσταση” και “Η ανασύσταση της Ορθοδόξου Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Αλβανίας, 1991-2012”. Περισσότερα γι᾽ αυτόν τον αγώνα, θα δούμε στο 10λεπτο DVD που ακολουθεί).
* *
Συνοπτικά: Η Ορθόδοξη κατανόηση και βίωση του χρέους μας, τόσο σε τοπική όσο και σε οικουμενική διάσταση, αποτελούν αίτημα της σύγχρονης Ορθοδοξίας. Κάθε μορφή πολώσεως μεταξύ των δύο, τοπικότητος και οικουμενικότητος, οδηγεί σε μια λανθασμένη πνευματικότητα, η οποία τελικά παραποιεί το Ορθόδοξο φρόνημα. Το ζητούμενο είναι, πως η διάδοση του Ευαγγελίου στην οικουμένη θα είναι το όραμα που θα μας εμπνέει στην επιτέλεση του χρέους μας, εκεί όπου μας έχει οδηγήσει το θέλημα του Θεού. Και πως θα συμμετέχουμε ενεργητικά, με τη σκέψη, με την προσευχή, με την πρακτική συμβολή μας, στη βίωση του παγκοσμίου αυτού οράματος, μέσα στις τοπικές Εκκλησίες.
Η οικουμενική συνείδηση της Ορθοδοξίας προσφέρει έμπνευση και δύναμη για την ορθή αντιμετώπιση των νέων τοπικών και παγκοσμίων συνθηκών. Τούτο δεν σημαίνει λιγώτερο ενδιαφέρον για το άμεσο και το τοπικό στο οποίο ζούμε.Υπάρχει πάντοτε η συνδυαστική δυνατότητα, όπως την ορίζει η τελευταία εντολή του Κυρίου (Πραξ. 1:8). “Και έσεσθέ μοι μάρτυρες εν τε Ιερουσαλήμ και εν πάση τη Ιουδαία και Σαμαρεία και έως εσχάτου της γης” (και εν Ελλάδι, και εν Ευρώπη, και Αφρική, και Αμερική, και σε όλο τον κόσμο). Με αποδοχή του νέου, του απροσδόκητου, με σύνεση και τόλμη, με πρωτοποριακή έμπνευση και έργο δημιουργικό.

Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2014

Μνήμη Ιωάννη Φουντούλη

Γράφει ο π. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης




Όσοι γνώρισαν τον μακαριστό Ιωάννη Φουντούλη (1927-2007), συνεργάστηκαν ή μαθήτευσαν κοντά του, θα ενθυμούνται τον ταπεινό άνθρωπο, τον πολύτιμο συνεργάτη, τον σοφό διδάσκαλο.
Το οικουμενικό πατριαρχείο του απένειμε το οφίκιο του άρχοντος χαρτουλαρίου, ενώ από το 1989 και για περίπου μία δεκαπενταετία του εμπιστεύθηκε τη διεύθυνση του Πατριαρχικού Ιδρύματος Πατερικών Μελετών στη Θεσσαλονίκη, το οποίο διακόνησε με συνέπεια, και το 1994 ανέλαβε την ευθύνη για την επανέκδοση του περιοδικού “Ορθοδοξία”.
Ο μακαριστός καθηγητής αγαπούσε τους βυζαντινούς ναούς της Θεσσαλονίκης και ιδιαίτερα το καθολικό της ιεράς μονής Βλατάδων. Εκεί εκκλησιαζόταν συχνά, επιλέγοντας το στασίδι πλάι στο δεξιό χορό, ενώ κατά τη διάρκεια των ιερών ακολουθιών κανοναρχούσε χαμηλοφώνως και ισοκρατούσε μετέχοντας στη θεία λατρεία. Ήταν ενεργό μέλος της Συνοδικής Επιτροπής Λειτουργικής Αναγεννήσεως της Εκκλησίας της Ελλάδος και υπήρξε η ψυχή των οκτώ λειτουργικών συμποσίων που οργανώθηκαν από αυτή. Ανάλογα συνέδρια οργάνωνε σε συνεργασία με την ιερά μητρόπολη Δράμας στο μοναστήρι της Εικοσιφοίνισσας.
Ενδεικτικά του λειτουργικού ήθους είναι όσα είπε όταν αναγορεύθηκε επίτιμος διδάκτωρ στο Βελιγράδι το 2003. Αρχικά ονομάζει τον εαυτό του “γη και σποδό” και συνεχίζει: “Κατά τα κρατούντα ακαδημαϊκά ήθη, ο απολαμβάνων μιας ακαδημαϊκής υψίστης τιμής... αναπτύσσει θέμα της ειδικότητός του ενδιαφέρον την εκλεκτήν ομήγυριν. Μακράν από εμέ να διδάξω θεοδιδάκτους αδελφούς και πατέρας... Εσκέφθην ότι, τι άλλο τιμάτε εις εμέ, ει μη τον ακαδημαϊκόν διδάσκαλον, που κατά το έλεος και κατ’ ανοχήν Θεού και παρά την Κυριακήν απαγόρευσιν (‘μηδέ κληθήτε καθηγηταί, εις γαρ υμών ο καθηγητής, ο Χριστός’, Ματθ. 23,10), αντεποιήθη του έργου της διδασκαλίας επί μακρά έτη, μίαν ολόκληρον ζωήν... Μη έχων δε λόγον δι’ ουδέν άλλον πεδίον και ‘θέμα μόνον της ζωής μου’, της οιασδήποτε ποιότητος συγγραφής και της καθ’ οιονδήποτε τρόπον προσφερομένης ακαδημαϊκής ή άλλης ‘τάχα και’ διδασκαλίας μου... επιλέξας τον κλάδον της επιστήμης της λατρείας... ενόμισα χρήσιμον... να καταστήσω κοινωνούς, οιονεί εν δημοσία εξομολογήσει” (“Ορθοδοξία”, τεύχος Δ’, 2003, σ. 910-911).
Οι λόγοι αυτοί αποτελούν εκφράσεις μετριοφροσύνης; Απολογισμό μιας μακράς και γόνιμης διδασκαλίας; Αποχαιρετισμό προς την ακαδημαϊκή κοινότητα; Έκφραση πρόδηλης αμηχανίας ενός μεγάλου διδασκάλου που δεν επεδίωξε να φαίνεται ως τέτοιος; Το βέβαιο είναι ότι οι παραπάνω λόγοι, που πολύ απέχουν από τα ακαδημαϊκά στερεότυπα, όπου κυριαρχεί η ατομική κομπορρημοσύνη, μαρτυρούν τη βιωματική σχέση του ανδρός με τα λειτουργικά κείμενα.

ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΚΑΙ ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΤΑΛΑΝΤΟ - ΨΑΛΤΗΡΙΟΝ
Ασχολήθηκε με το λειτουργικό έργο του Συμεών Θεσσαλονίκης, ενώ τα τελευταία χρόνια μετέφραζε κείμενά του στη δημοτική. Η γλώσσα των μεταφράσεων αυτών είναι ζυμωμένη με τον λατρευτικό λόγο και πόρρω απέχει από τις τυποποιημένες μεταφράσεις πατερικών κειμένων που κυκλοφορούν ευρέως. Χαρακτηριστικό του διδακτικού και του συγγραφικού του ταλάντου είναι ότι διαλεγόταν πάντοτε ζωντανά και χωρίς επιτήδευση με τους φοιτητές, τους ιερείς και τους συναδέλφους του. Ενσωμάτωνε τις ερωτήσεις τους στα κείμενά του και με σαφή, λιτό και διακριτικό τρόπο περιέγραφε το ερευνητικό πλαίσιο αφήνοντας τον συνομιλητή ή τον αναγνώστη να εκμαιεύσει την απάντηση.
Είχε βιωματική σχέση και εντρυφούσε καθημερινά στο Ψαλτήριον, το οποίο θεωρούσε βιβλίο πανανθρώπινης αξίας και οικουμενικής εμβέλειας. Μεταξύ άλλων έγραφε: “Το Ιερόν Ψαλτήριον είναι το αφθίτου αξίας υμνολογικόν κείμενον, το οποίον συνδέει παλαιόν και νέον Ισραήλ και όλους διά των αιώνων τους χριστιανούς της Οικουμένης, οι οποίοι διά των θεοπνεύστων αυτού ψαλμών ύμνησαν την δόξαν του Θεού, ανέπεμψαν τας προς αυτόν ευχαριστίας των, ανέφεραν τους πόνους και τας θλίψεις των, εζήτησαν το έλεος και την βοήθειάν του, εξωμολογήθησαν τας αμαρτίας των και εναπέθεσαν εις αυτόν την ελπίδα της σωτηρίας των. Χειραγωγούμενοι δε από την τυπολογικήν και αναγωγικήν ερμηνείαν των αγίων πατέρων είδον εις τους ψαλμούς προφητευομένην την έλευσιν του Σωτήρος, την διδασκαλίαν του και τα θαύματά του, τα πάθη και την ανάστασίν του, την δόξαν και την δι’ αυτού λύτρωσιν του γένους των ανθρώπων και την συντριβήν των αντιθέων δυνάμεων”.

ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΣΤΡΕΒΛΩΣΕΙΣ
Ο Ιωάννης Φουντούλης σεβόταν την παράδοση, αλλά φρόντιζε να επισημαίνει και τις στρεβλώσεις στα λειτουργικά πράγματα, που επισώρευσε ο χρόνος και η άγνοια. Παράλληλα, με εύστοχο τρόπο επισήμαινε τον κίνδυνο εκκοσμίκευσης της λειτουργικής ζωής. Δίδασκε χαρακτηριστικά: “Μεταπολεμικώς η τεχνολογική εξέλιξη και η οικονομική ευμάρεια επέτρεψε το κτίσιμο νέων ναών, τη γενίκευση της χρήσεως του ηλεκτρικού ρεύματος για το φωτισμό και τη θέρμανση του ναού, την εγκατάσταση μεγαφώνων, την κατασκευή καθισμάτων... Όλα αυτά καλά όταν καλώς γίνονται... Αν όμως γίνεται αλόγιστη χρήση, καταστρέφουν όχι μόνο την αισθητική του χώρου, αλλά και εκκοσμικεύουν το ναό, μεταβάλλοντάς τον σε αίθουσα θεάτρου με άπλετο και διασπαστικό φωτισμό, με έντονο ενοχλητικό ήχο, με φόρτο καθισμάτων και φόρτο καλής και κακής τέχνης επίπλων και σκευών...”. Τόνιζε ακόμη ότι στον ιερό χώρο της εκκλησίας, όπου διδάσκεται η ταπείνωση, η φιλοπτωχεία, η λιτή ζωή, η ιεροπρεπής σεμνότητα και το μέτρο δεν μπορεί να κυριαρχεί η χλιδή (χρυσός φόντος) κυρίως στις τοιχογραφίες, ο “εκπερσισμός” των αμφίων και εν τέλει η διά των εξωτερικών μεγαφώνων διαπόμπευση των ιερών μυστηρίων.
Αναφερόμενος ο μακαριστός Ιωάννης Φουντούλης σε όλα αυτά δεν εξωράιζε το παρελθόν, ούτε μεμψιμοιρούσε για το παρόν, αλλά ορθοτομούσε την αλήθεια. Αναγνώριζε τη σύγχρονη αναγέννηση στα λειτουργικά θέματα επισημαίνοντας το έντονο ενδιαφέρον του κλήρου και του λαού για τη λατρεία, που εκφράζεται με τις εκδόσεις, τα συνέδρια, τις εκπομπές και τη συχνή μετοχή μεγάλου μέρους του εκκλησιάσματος στη θεία κοινωνία - πράγμα σπανιότατο σε παλαιότερες εποχές. Ενώ επέκρινε την παράχρηση των πραγμάτων, έβλεπε με αισιοδοξία το μέλλον της ορθόδοξης χριστιανικής λατρείας.

Αποσπάσματα εισήγησης στο διεθνές επιστημονικό συνέδριο προς τιμήν του μακαριστού καθηγητή Ιωάννη Φουντούλη, που έγινε στη Θεσσαλονίκη στις 19-20 Φεβρουαρίου, και για την παρουσίαση του τιμητικού τόμου με τίτλο “Γηθόσυνον σέβασμα”


http://www.makthes.gr/news/opinions/117921/

Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2014

Η θεολόγος που έμεινε άνεργη και έκανε επάγγελμα τις κεραλοιφές!





Πώς μια εκπαιδευτικός γνώρισε το μεγαλείο της φύσης όταν βρέθηκε εκτός δημόσιου σχολείου






Της Σοφίας Τσεντελιέρου


Από τις σχολικές αίθουσες βρέθηκε στη φύση όταν πολιτικές αποφάσεις οδήγησαν χιλιάδες καθηγητές έξω από το δημόσιο σχολείο. Η θεολόγος Μαρία Δρούλου αν και συνέχισε να διεκδικεί δυναμικά τα δικαιώματά της ως εκπαιδευτικός, στράφηκε στη μελισσοκομία αρχικά θέλοντας ν' ανακαλύψει τα μυστικά του ξεχωριστού μικρόκοσμου των μελισσών και στη συνέχεια αποφασίζοντας να προχωρήσει στην παραγωγή δικών της προϊόντων.


Μετά την αποφοίτησή της από τη Θεολογική Σχολή εργάστηκε για 7 χρόνια στη δημόσια εκπαίδευση υπογράφοντας συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Εν τω μεταξύ έκανε τη δική της οικογένεια και απέκτησε 2 παιδιά. Όμως το 2010 όλα τα επαγγελματικά της σχέδια ανατράπηκαν, καθώς εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και των συνεπειών της στην εκπαίδευση μειώθηκαν δραματικά οι προσλήψεις ωρομίσθιων θεολόγων. Τότε η Μαρία Δρούλου ασχολήθηκε ενεργά με το συνδικαλισμό και είναι από τα ιδρυτικά μέλη του Πανελλήνιου Συλλόγου Αναπληρωτών Θεολόγων.



Στον ελεύθερο χρόνο της, όσο ελεύθερο χρόνο μπορεί να έχει η μητέρα δύο μικρών παιδιών, άρχισε ν' ασχολείται με τη μελισσοκομία. Ο σύζυγός της είναι γεωπόνος και μελισσοκόμος, ενώ ο πεθερός της, Γιώργος Κλινάκης, είναι από τους πρώτους μελισσοκόμους στο νομό Ηρακλείου. Έτσι ήρθε σε επαφή με... τον κόσμο της μέλισσας! «Καθώς ήμουν άνεργη κατάλαβα την αξία των προϊόντων της μέλισσας, το θησαυρό που είχα μέσα στο σπίτι μου» λέει η ίδια και συνεχίζει «Άρχισα να διαβάζω σχετικά με τη μελισσοκομία, αλλά και να πηγαίνω στις κυψέλες». Έτσι σήμερα έχει διψήφιο αριθμό κυψελών και παράγει το δικό της μέλι. Σκοπός της δεν ήταν να ασχοληθεί επαγγελματικά, γιατί όπως εξηγεί, αυτό που κέντρισε το ενδιαφέρον της ήταν «η μαγεία της κοινωνίας της μέλισσας».


Η διαδικασία







Μέσα στη φύση

Η Μαρία Δρούλου αναφέρει ότι όλοι οι μελισσοκόμοι είναι ήρεμοι άνθρωποι και θαυμαστές της φύσης. «Αυτό με τράβηξε πιο πολύ. Το γεγονός ότι πηγαίναμε οικογενειακή βόλτα και σταματούσαμε γιατί βλέπαμε διάφορα βότανα. Στην κουβέντα μας υπήρχαν οι μέλισσες σαν ζωντανά πλάσματα. Μελετώντας την κοινωνία των μελισσών διαπίστωσα ότι είναι κάτι που ξεπερνά τον ανθρώπινο εγκέφαλο. Πώς ένα μικροσκοπικό έντομο έχει χωρίσει την κάθε ομάδα του σε δουλειές. Είναι κάτι τρομερό για μένα» σημειώνει. Παράλληλα, λέει ότι ανακάλυψε πως «όπως υπάρχει ο θείος έρωτας μεταξύ του ασκητή και του Θεού, έτσι υπάρχει μεταξύ του μελισσοκόμου και της μέλισσας. Οι πραγματικοί ιδεολόγοι μελισσοκόμοι ασχολούνται γιατί αγαπούν αυτό το έντομο, η ζωή τους είναι ενωμένη μαζί του».





Τα προϊόντα

Με φροντίδα και καθαριότητα... μαμάς, μέσα στην κουζίνα της, φτιάχνει τις δικές της κηραλοιφές η 36χρονη θεολόγος. Εκτός από το μέλι φτιάχνει τις δικές της κηραλοιφές, για τις οποίες η Μαρία Δρούλου λέει «Τις ανακάλυψα και τις έφτιαξα μόνη μου έχοντας στο σπίτι κερί και πρόπολη, μπαίνοντας σε φόρουμ μελισσοκόμων και συνδυάζοντας μοναστηριακές συνταγές. Πριν 2 χρόνια έφτιαξα τις πρώτες, τις δοκιμάσαμε εγώ και συγγενείς. Έχοντας την αγάπη για την ανακάλυψη του καινούριου, να βάζω δηλαδή κάτι δικό μου μέσα, αποφάσισα παράλληλα να φτιάχνω και κηραλοιφές. Τα περισσότερα συστατικά είναι δικά μου, ενώ τα βότανα τα μαζεύουμε από το βουνό».





Τα προϊόντα της μπορεί να τα βρει κανείς στο facebook https://www.facebook.com/honeyandwaxcreams?fref=ts και να επικοινωνήσει μαζί της στο e-mail melissanthi01@gmail.com



«Η ζωή σε οδηγεί εκεί που σου ταιριάζει»

Καταλήγοντας η Μαρία Δρούλου σημειώνει ότι πραγματικά ήθελε να σπουδάσει Θεολογία και δεν το μετάνιωσε, αφού το πρόγραμμα σπουδών στο πανεπιστήμιο περιελάμβανε από φιλοσοφία μέχρι και ιστορία της τέχνης, παράλληλα με «το θησαυρό των πατέρων της Εκκλησίας που είναι ανεκτίμητος» όπως υπογραμμίζει.





Καταφέρνοντας να εργαστεί στο σχολείο σε δύο μόλις χρόνια από την αποφοίτησή της και βιώνοντας την αγάπη μαθητών και συναδέλφων, δεν περίμενε ότι θα βρεθεί εκτός. Χρειάστηκε αρκετό καιρό για να αποδεχτεί τη νέα κατάσταση, για να διαπιστώσει τελικά ότι «Η ζωή σε οδηγεί σ' αυτό που τελικά σου ταιριάζει. Αυτή τη στιγμή δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι άλλο που να με γεμίζει τόσο πολύ».






http://www.cretalook.gr/show/h-theologos-pou-emeine-anergi-kai-ekane-epaggelma-tis-keraloifes.html

Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2014

Παῦλος Εὐδοκίμωφ:Η κόλαση τῆς ἀνελευθερίας










Παῦλος Ἀραβαντινός, μακέτα σκηνικοῦ



[…] Στὴν ἀθεϊστικὴ διατύπωση «ἂν ὑπάρχει Θεὸς τότε ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι ἐλεύθερος», ἡ Βίβλος ἀπαντᾶ: «Ἂν ὁ ἄνθρωπος ὑπάρχει, τότε ὁ Θεὸς δὲν εἶναι πλέον ἐλεύθερος». Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ πεῖ ὄχι στὸν Θεό· ὁ Θεὸς δὲν μπορεῖ νὰ πεῖ ὄχι στὸν ἄνθρωπο, διότι κατὰ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο: «Οὐκ ἐγένετο ναὶ καὶ οὒ (ἐν Χριστῷ), ἀλλὰ ναὶ ἐν αὐτῷ γέγονεν» (Β´ Κορ. 1:19)· τὸ ναὶ τοῦ Ἀρραβώνα ποὺ ὁ Χριστὸς ξανάπε πάνω στὸ Σταυρό. Ὁπότε τὸ «εἶμαι ἐλεύθερος» σημαίνει «ὁ Θεὸς ὑπάρχει». Ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς προκειμένου νὰ μὴν βιάσει τὶς συνειδήσεις, ἐγγυᾶται τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἀμφιβάλλει.
Ὁ Θεὸς δημιούργησε τὴ «δεύτερη ἐλευθερία» καὶ ἀναλαμβάνει τὸν ὕψιστο κίνδυνο νὰ ὑπάρχει μιὰ ἐλευθερία ἱκανὴ νὰ νικήσει κι Αὐτὸν τὸν ἴδιο, νὰ τὸν ὑποχρεώσει νὰ κατέλθει στὸν θάνατο καὶ στὸν Ἅδη· ἀφήνεται ἑκουσίως νὰ τὸν σκοτώσουν γιὰ νὰ προσφέρει στοὺς δολοφόνους τὴ συγχώρεση καὶ τὴν ἀνάσταση. Ἡ παντοδυναμία του εἶναι νὰ ὑποχωρεῖ μπροστὰ στὴν ἀνθρώπινη ἐλευθερία, νὰ σκιάζει τὴν πρόγνωσή του προκειμένου νὰ διαλεχθεῖ μὲ τὸ «ἄλλο του», νὰ τὸν ἀγαπᾶ μέχρις ἐκείνη τὴν ἄπειρη ὀδύνη ἐν ἀναμονῇ μιᾶς ἐλεύθερης ἀπάντησης, περιμένοντας μιὰ ἐλεύθερη δημιουργία κοινῆς ζωῆς τοῦ Θεοῦ μὲ τὸ παιδί του. Ὁ πατερικὸς λόγος δηλώνει: «Ὁ Θεὸς μπορεῖ τὰ πάντα, ἐκτὸς ἀπὸ τοῦ νὰ ἀναγκάσει τὸν ἄνθρωπο νὰ τὸν ἀγαπᾶ». Ἡ παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ ἔγκειται στὸ ὅτι γίνεται ζωοποιὸς Σταυρός, μοναδικὴ ἀπάντηση στὸ κατηγορητήριο τοῦ ἀθεϊσμοῦ ἀναφορικὰ μὲ τὴν ἐλευθερία καὶ τὸ κακό.
[…] Ἡ ἐλευθερία ν’ ἀρνηθεῖς τὸν Θεὸ εἶναι ἠθελημένη ἀπὸ τὸν Θεὸ ὡς τέτοια, δηλαδὴ χωρὶς ὅρια. Αὐτὴ ἡ καταργητικὴ ἐξουσία τὴν ὁποία διαθέτει ἡ ἐπιλογὴ τοῦ ἀνθρώπου καθιστᾶ τὴ μοίρα του δυνητική. Καὶ εἶναι, ἂν μποροῦμε νὰ τὸ ποῦμε ἔτσι, ἡ κόλαση τῆς θείας Ἀγάπης, ἡ οὐράνια διάσταση τῆς κόλασης, ἡ θεϊκὴ θέα τοῦ ἀνθρώπου βυθισμένου μέσα στὴ νύχτα τῆς μοναξιᾶς. […]




Παῦλος Εὐδοκίμωφ, Ἡ τρελὴ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, Κέντρο Μελετῶν Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου, Λευκωσία 2003






http://adrahti.blogspot.gr/2014/02/blog-post_22.html

Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2014

Ο Ιωάννης Φουντούλης και η λειτουργική αναγέννηση


119
Η ομιλία του ομότιμου καθηγητή του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ Πέτρου Βασιλειάδη στο διεθνές συνέδριο προς τιμήν του καθηγητή Ιωάννη Φουντούλη
Μολονότι η σύντομη αποψινή μου παρέμβαση για τον επί μία δεκαετία σχεδόν στενό μου συνεργάτη και συναγωνιστή στην Ειδική Συνοδική Επιτροπή Λειτουργικής Αναγεννήσεως μακαριστό Ιωάννη Φουντούλη αναφέρεται στη λειτουργική αναγέννηση, ο ευρηματικός συνδυασμός βιβλικής και λειτουργικής θεολογίας που ανέδειξε στα «Θεολογικά Δρώμενα» ο αγαπητός μου μαθητής Μόσχος Γκουτζιούδης,[1]με αναγκάζει, ως βιβλικό θεολόγο, να ακολουθήσω την δική του περπατησιά. Γι’ αυτό και θα αρχίσω με την αναφορά  του τιμώμενου σήμερα κορυφαίου λειτουργιολόγου της χώρας μας, αλλά και κατά πολλούς σύνολης της Ορθοδοξίας, λίγο πριν πεθάνει για τον μεγάλο καινοδιαθηκολόγο Παναγιώτη Τρεμπέλα. «Ο­ρα­μα­τί­σθη­κε», έλεγε για τον Τρεμπέλα, «ό,τι και σή­με­ρα επι­δι­ώ­κει η Εκ­κλη­σία και ερ­γά­ζε­ται για την επί­τευ­ξή του, αυ­τή δη­λα­δή τη λε­γό­με­νη ‘Λει­τουρ­γι­κὴ ανα­γέν­νη­ση’».[2]
Με το ίδιο όραμα, αυτό δηλαδή της λει­τουρ­γι­κής ανα­γέν­νη­σης, άρχισε την επιστημονική του διαδρομή και ο Φουντούλης, ακολουθώντας από το 1956 με την προτροπή του Τρεμπέλα μεταπτυχιακές σπουδές στα μεγάλα κέντρα της περίφημης «λειτουργικής κίνησης», που προώθησαν την «λειτουργική αναγέννηση» σ’ ολόκληρο τον χριστιανικό κόσμο, με κύριο σταθμό βέβαια την Β’ Βατικανή Σύνοδο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Μαθήτευσε σε κορυφαία πανεπιστήμια, βιβλιοθήκες, λειτουργικά κέντρα, όπως Chevetogne, Mont-César, Louvain, βι­βλι­ο­θή­κη των Βολ­λαν­δι­στών, Πα­ρί­σι,  Λει­τουρ­γι­κά Κέν­τρα των Τρε­βή­ρων και της Μο­νής Maria Laach, Θε­ο­λο­γι­κό Ιν­στι­τού­το του Αγί­ου Σερ­γί­ου στο Πα­ρί­σι  Βι­βλι­ο­θή­κες Βε­νε­τί­ας, Φλω­ρεν­τί­ας, Βα­τι­κα­νού καὶ Κρυ­πτο­φερ­ράτας κλπ., και ζυμώθηκε με το άρωμα του «εξ ανατολών φωτός» που εξέπεμπε τότε στη Δύση η λειτουργική κίνηση.
Να θυμίσω στο σημείο αυτό, ότι η λειτουργική κίνηση άρχισε στις αρχές του περασμένου αιώνα  από τους κόλπους της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, και ασφαλώς ήταν ένα από τα σημαντικότερα θεολογικά κινήματα του περασμένου αιώνα και διακρινόταν από σεβασμό στην Ορθόδοξη ανατολική παράδοση. Στο μανιφέστο που κυκλοφόρησε το 1909 υπογραμμίζονταν οι εξής τρεις κύριοι άξονες κινήματος: λειτουργικός, εκκλησιολογικός και οικουμενικός· σωστότερες δηλαδή λατρευτικές τελετές, αυθεντικότερες εκκλησιολογικά και περισσότερο οικουμενικά προσανατολισμένες. Κοινός παρονομαστής όλων των παραπάνω ήταν η ξεχασμένη μέχρι τότε στη Δύση έννοια τηςλει-τουργίας, και φυσικά η ενεργός συμμετοχή του συνόλου της λατρευτικής κοινότητας στην κοινή λατρεία της Εκκλησίας.
Και πριν ακόμη διοριστεί το 1961 βο­η­θός στην τότε έ­δρα της Λει­τουρ­γι­κής και Ο­μι­λη­τι­κής της Θεολογικής Σχολής αυτού εδώ του πανεπιστημίου, κοντά στο άλλο Νέστορα της λειτουργικής αναγέννησης, ομότιμο σήμερα καθηγητή Ευ­άγ­γε­λο Θε­ο­δώ­ρου, δημοσιεύει σε συνέχειες στον Γρηγόριο Παλαμά μια περίεργη για τα ελληνικά δεδομένα περιγραφική και θεολογική μελέτη: Περί μίαν μεταρρύθμισιν της θείας λειτουργίας.[3] Η γνωστή θεολογία της δεκαετίας του ’60 δεν είχε ακόμη ανοίξει τις φτερούγες της. Η συλλογή πρωτοποριακών μελετών που κυκλοφόρησαν οι διανοούμενοι της εκκλησιαστικής οργάνωσης «Ζωή» στα χρόνια της ακμής της, με τίτλο:  Θεολογία. Αλήθεια και Ζωή, θα εκδοθεί στην Αθήνα δύο χρόνια αργότερα, όπως αργότερα θα δουν το φως της δημοσιότητας και τα Τρία Δοκίμια περί Ορθοδοξίας, αλλά και μελετήματα όπως Πνεύμα και Ελευθερία του N. Μπερδιάγεφ σε μετ. Μητρ. Σάμου Ειρηναίου (1962), που μαζί με το περιοδικό Σύνορο θα άνοιγαν νέους δρόμους στα ελληνικά θεολογικά πράγματα, και βέβαια και στην εν γένει εκκλησιαστική πραγματικότητα. Αναφέρομαι στα συγκεκριμένα έργα, γιατί μ’ αυτά έγιναν γνωστοί για πρώτη φορά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό οι θεολόγοι της ρωσικής διασποράς και πρωτεργάτες της λειτουργικής αναγέννησης π. Αλέξανδρος Σμέμαν[4] και π. Ιωάννης Μάγιεντορφ, αλλά και οι Γ. Φλορόφσκυ, Βλ. Λόσσκυ, Ι. Πόποβιτς, Ν. Νησιώτη, και Δ. Τρακατέλλης.
98
Πολύ αργότερα θα δημοσιεύσουν για θέματα σχετιζόμενα με την λειτουργική αναγέννηση και οι π. Κ. Παπαγιάννης (1966),[5] ο Αρχιμανδρίτης (τότε, και μετέπειτα αρχιεπίσκοπος) Χριστόδουλος Παρασκευαΐδης (1971),[6] ο Μητροπολίτης Τυρολόης και Σερεντίου Παντελεήμων Ροδόπουλος (1972)[7], ο Ευάγγελος Θεοδώρου, (1975),[8] αλλά και  οι αείμνηστοι Μητροπολίτες Σηλυβρίας Αιμιλιανός Τιμιάδης (1981),[9] και Σερβίων και Κοζάνης Διονύσιος Ψαριανός (1989).[10] Και φυσικά πολύ αργότερα άρχισαν να μεταφράζονται τα έργα του Σμέμαν.[11]
Αναφέρομαι στη μελέτη Περί μίαν μεταρρύθμισιν της θείας λειτουργίας, γιατί παρουσίασε τις πρωτοποριακές θέσεις του ελληνόρρυθμου επισκόπου Νεοφύτου Edelby για την αναβίωση του πραγματικού χρακτήρα της βυζαντικής λειτουργίας, που ως γνωστόν υπήρξαν καταλυτικές για τις ριζοσπαστικές αλλαγές που επέφερε στο λειτουργικό τυπικό της η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, ενσταλάζοντας ως Lux ex oriente την θεολογική ιδιαιτερότητα της Ανατολικής χριστιανικής παράδοσης. Και αναφέρομαι σ’ αυτήν την μελέτη, γιατί είχε σχεδόν ξεχαστεί, αλλά και ο ίδιος ο Φουντούλης δεν ήθελε να βγει στη επιφάνεια. Όταν στις αρχές της δεκαετίας του ’90, διδάσκοντας κατ’ ανάθεση στο Τμήμα Θεολογίας το μάθημα της Λειτουργικής Θεολογίας, του ζήτησα να το χρησιμοποιήσω ως βοήθημα ή διδακτικό εγχειρίδιο, με αφοπλιστική ειλικρίνεια μου εκμυστηρεύτηκε: «Άστο, Πέτρο, καλύτερα στην αφάνεια. Θα αρχίσουν και πάλι μιλούν για ουνία, για επίδραση από τη Δύση, και αντί να προχωρήσει το κοινό μας όραμα για λειτουργική αναγέννηση ίσως έχουμε πισωγυρίσματα». Σεβάστηκα την επιθυμία του, αφού ο Φουντούλης ήταν πάντοτε χαμηλών τόνων, ταπεινός και έκανε τη δουλειά του με μεθοδικότητα (χαρακτηριστική ήταν η συμμετοχή του στην έκδοση της σειράς των ιερατικών της Ι. Μονής Σίμωνος Πέτρας, όπου για πρώτη φορά σε επίσημες έντυπες ελληνικές εκδόσεις δεν αναφέρεται για τις βασικές ευχαριστιακές και λοιπές λειτουργικές ευχές [αναφοράς κλπ.] ότι ο τελετουργός «εύχεται μυστικώς», αλλ’ ότι «επεύχεται»), αντίθετα με εμάς τους νεώτερους που θέλαμε πιο γρήγορους ρυθμούς. Πολύ ενδεικτική γι’ αυτή την πτυχή του χαρακτήρα του είναι η παρουσίαση της ζωής, του έργου, και των απόψεων του μακαριστού Φουντούλη από τον μαθητή του και συνάδελφο καθηγητή Παναγιώτη Σκαλτσή, με την οποία ανοίγει ο τιμητικός τόμος στη μνήμη του με τον τίτλο Γηθόσυνον Σέβασμα.[12] Έκτοτε χώρισαν οι δρόμοι μας.
Συναντηθήκαμε ξανά, πιο δυναμικά αυτή τη φορά, το 1999 ως μέλη της «Ειδικής Συνοδικής Επιτροπής Λειτουργικής Αναγεννήσεως» (κανονισμός 139/1999),[13] που συστήθηκε με πρωτοβουλία του τότε Αρχιεπισκόπου Αθηνών κυρού Χριστοδούλου. Πιστεύαμε και οι δυο, ότι ήταν πλέον καιρός να ανοίξει ένας ουσιαστικός θεολογικός διάλογος, με αιχμή του δόρατος την λειτουργική θεολογία της Ορθοδοξίας, για την αναζήτηση της ταυτότητας της Εκκλησίας (την ανάδειξη δηλαδή της ιδιαιτερότητας της Ορθοδοξίας) και στην πιο ζωντανή από άποψη στελεχιακού και θεολογικού δυναμικού Αυτοκέφαλη Εκκλησία, την Εκκλησία της Ελλάδος. Η λατρεία της Εκκλησίας, και κυρίως η Ευχαριστία ως το συνεκτικό και προσδιοριστικό της στοιχείο, αποτελεί το κυριότερο – για πολλούς ακόμη και το μοναδικό – κριτήριο προσδιορισμού της ταυτότητας της Εκκλησίας, με άλλα λόγια της Ορθόδοξης αυτοσυνειδησίας Ο Μητροπολίτης Περγάμου μάλιστα επιμένει ότι ακόμη και στον διάλογο με την κοινωνία και τις άλλες χριστιανικές ομολογίες η μοναδική ουσιαστική και αποτελεσματική συμβολή της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας είναι η ευχαριστιακή της παράδοση.[14]
Για δέκα και πλέον χρόνια το αίτημα της λειτουργικής αναγέννησης, που προέβαλε θεσμικά η Εκκλησία της Ελλάδος, απασχόλησε την τοπική Ορθόδοξη χριστιανική κοινωνία.  Όταν δέκα χρόνια νωρίτερα, το 1992, έθετα δυναμικά το ζήτημα,[15] δεν φανταζόμουν ότι σε λίγα μόνα χρόνια το όραμα της λειτουργικής αναγέννησης θα είχε συνεπάρει την υγιώς σκεπτόμενη ελληνική κοινωνία. Βεβαίως το εγχείρημα εκείνο περιορίστηκε κυρίως στη δημοσιοποίηση του θέματος στο ευρύ κοινό. Ευαισθητοποιήθηκαν και ασχολήθηκαν με τη λειτουργική αναγέννηση ακόμη και ανυποψίαστα περί τα λειτουργικά άτομα, των θεολόγων συμπεριλαμβανομένων, έστω και με έντονα κριτικό πολλές φορές ύφος. Και αυτό ήταν αναμφισβήτητα θετική εξέλιξη. Η αρνητική, βέβαια, πλευρά συνίστατο για μια ακόμη φορά στην αδυναμία νηφάλιου θεολογικού διαλόγου, και κυρίως στην επιφύλαξη πολλών, ότι η τυχόν θεολογική αντιπαράθεση θα προκαλούσε τριγμούς στο οικοδόμημα της Εκκλησίας. Έτσι δόθηκε η εντύπωση προβολής όχι ορθού θεολογικού οράματος, αλλά απλής διεκπεραίωσηςπρακτικών λειτουργικών αναγκών. Δημιουργήθηκε μάλιστα σε πολλούς η υποψία περί δήθεν προθέσεως της ηγεσίας της Εκκλησίας για καταστροφικές επεμβάσεις στην Ορθόδοξη λατρεία. Γενικά, στους μεν νηφάλιους και θεολογικά καταρτισμένους μελετητές, που ήταν κατά τεκμήριο και υποστηρικτές του εγχειρήματος, επικρατούσε με κάποια δόση απόγνωσης το «πολύς θόρυβος για το τίποτε», στους δε φονταμενταλιστές, αλλά και τους αγνούς παραδοσιαρχικούς, ο φόβος αλλοίωσης της ιερότερης παραμέτρου της Ορθοδόξου πίστεως.[16]
Ο Φουντούλης χαιρέτησε την έναρξη θεολογικού διαλόγου, ακόμη και όταν αυτός ήταν σε έντονο επικριτικό ύφος, με το αιτιολογικό ότι – παρά τις όποιες υπερβολικές, ατεκμηρίωτες και σε μερικές περιπτώσεις έξω από τα επιτρεπτά όρια του ορθόδοξου ήθους αιτιάσεις – κατά βάση δικαίωνε την επιδιωκόμενη από τα επίσημα κείμενα της συνοδικής επιτροπής προβολή της αναγκαιότητας λειτουργικής ευαισθησίας, για την οποία με εξαιρετική ποιμαντική ευαισθησία σε όλη του τη ζωή εργαζόταν. Από όσα βέβαια ακολούθησαν αποδείχτηκε ότι η όλη αντίδραση οφείλονταν στον αντι-οικουμενικό οίστρο, που συσπείρωσε από παλιοημερολογρίτες μέχρι φονταμενταλιστές Ορθοδόξους, αλλά και αγνούς και ανυποψίαστους παραδοσιαρχικούς. Να σημειώσω εδώ πως ο Φουντούλης ήταν από τους λίγους που δημόσια στηριξε την αποφαση της Εκκλησίας της Ελλάδος να στέρξει στην επίσκεψη του Πάπα την περίοδο εκείνη στην Ελλάδα.
Βέβαια, ο Φουντούλης, όπως και αρκετοί από μας, δεν διατηρούσε αυταπάτες, ότι μια μητροπολιτική Ορθόδοξη Εκκλησία, όπως η Εκκλησία της Ελλάδος, θα μπορούσε να υιοθετήσει το όραμα και τον απώτερο στόχο μιας αυθεντικής λειτουργικής αναγέννησης, κάτι που είχε αρχίσει να προωθείται, με αιχμή του δόρατος την ευχαριστιακή θεολογία, στην λεγόμενη Oρθόδοξη διασπορά (Aμερική, Aγγλία, Γαλλία κλπ.), τις ιεραποστολικά προσανατολισμένες αρχαίες εκκλησίες (Aντιόχεια), τις απογαλακτισμένες από παλαιά μητροπολιτικά κέντρα νέες εκκλησίες (Φινλανδία), καθώς και τις νέες ιεραποστολικές κοινότητες (Aφρική, Aσία κλπ), με αξιοθαύμαστα αποτελέσματα.
Ο Φουντούλης φοβόταν πως αργά ή γρήγορα η προσπάθεια αυτή θα ανακοπτόταν από την συντηρητική και αντι-οικουμενική στροφή — αναμενόμενη λίγο ως πολύ μετά τις ιδεολογικές ανακατατάξεις της τελευταίας εικοσαετίας — στο χώρο της ανά την οικουμένη Ορθοδοξίας. Άλλωστε, το έθλιβαν αφάνταστα τα διάφορα φονταμενταλιστικά φαινόμενα, που εκδηλώθηκαν στην Aγία Aικατερινούπολη της Pωσίας με τη δημόσια καύση των συγγραμμάτων των κυριοτέρων εκφραστών της λειτουργικής αναγέννησης (Σμέμαν, Mάγιεντορφ, Μεν κλπ.), αλλά και την απόπειρα ανακοπής της λειτουργικής μεταρρύθμισης στη Φινλανδία. Είχε επίσης βιώσει και την προσπάθεια εκρίζωσης της λειτουργικής αναγέννησης στην ελληνο-ορθόδοξη κοινότητα της Αμερικής, Οι παροικούντες εν Ιερουσαλήμ γνωρίζουν, ότι πρώτος στόχος αυτής της υπήρξε η Θεολογική Σχολή του Tιμίου Σταυρού, και πρώτοι διωχθέντες οι κύριοι εκφραστές της λειτουργικής αναγέννησης στην ελληνόφωνη αμερικανική Ορθοδοξία, ο π. A. Kαλύβας, ο π. Θ. Στυλιανόπουλος, ο π. Εμ. Κλάψης. Άλλωστε, με την ίδια ακριβώς αποφασιστικότητα οι συντηρητικοί κύκλοι ανέκοψαν ανεπιστρεπτί και την μοναδική ευρείας κλίμακας απόπειρα λειτουργικής αναγέννησης στην Μητρόπολη Νικοπόλεως και Πρεβέζης, με αφορμή την μετάφραση και εις επήκοον του εκκλησιάσματος ανάγνωση των ευχών της Θείας Λειτουργίας, θέματα για τα οποία είχε πειστικά επιχειρηματολογήσει και ο Φουντούλης.
Ο Φουντούλης, όμως, ήταν εκ φύσεως αισιόδοξος, πιο αισιόδοξος κι από εμένα, που πριν ενάμισι περίπου χρόνο, ούτε λίγο ούτε πολύ, μίλησα για το τέλος της λειτουργικής αναγέννησης στην Εκκλησία της Ελλάδας.[17]

[2] Ι. Φουντούλη, «῾Ο Καθηγητὴς Παναγιώτης Ν. Τρεμπέλας ὡς λειτουργιολόγος»,  Συμ­βο­­λή, ᾽Επιθεώρησις τοῦ ᾽Εκκλησιαστικοῦ Τυπικοῦ εἰς τὴν τάξιν τῆς ᾽Ορθοδόξου Λα­­τρεί­ας  14 (2006), σελ. 4.
[3] Γρηγόριος ο Παλαμάς  43 (1960) σελ. 401εξ και 444εξ. Και αυτοτελώς ως ανάτυπο το 1961.
[4] «Θεολογία και Ευχαριστία», Θεολογία. Αλήθεια και Ζωή, σελ. 91εξ.
[5]  «Η Αγ. Γραφή εν τη θεία λατρεία. Η σημερινή της θέσις-Επιβαλλόμενοι μεταρρυθμίσεις», Γρηγόριος ο Παλαμάς 49, σελ. 234-248.
[6] Εγχειρίδιον ιεροψάλτου. Βασικαί του ιεροψάλτου υποχρεώσεις εις την Λειτουργικήν Αναγέννησιν.
[7]  «Η λειτουργική κίνησις και απόψεις περί του εκσυγχρονισμού της λατρείας εις την Εκκλησίαν της Ελλάδος»,  Επιστημονική Επετηρίς Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης 19, ειδικό τεύχος, σελ. 389-401.
[8] Μαθήματα Λειτουργικής Α” Αθήνα, ιδιαιτέρως οι σελ. 358εξ.
[9] «Δια μίαν λειτουργικήν ζωήν», Εκκλησία 58 σελ. 483εξ.
[10] «Μετά αιδούς και ευλαβείας», Αναφορά εις μνήμην μητροπολίτου Σάρδεων Μαξίμου 1914-1986, τομ. Β΄ Γενεύη, σελ. 147-64.
[11]  Ο Φουντούλης βέβαι είχε ήδη μεταφράσει σε συνέχειες το «Νηστεία και Λειτουργία», Ο Ποιμήν  24 (1959), σελ. 60εξ. 
[12] «Ο λειτουργιολόγος καθηγητής Ιωάννης Φουντούλης. Η προσωπικότητα και το έργο του», Θεσσαλονίκη 2013, Α’ τόμος, σελ. 25-92.
[13] Αναλυτικά για τη συγκρότηση και το έργο της ειδικής αυτής συνοδικής επιτροπής βλ. τα άρθρα των (Μητρ. Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού) κ. Δανιήλ Πουρτσουκλή, «Ανοίκειος αναγωγή ή Απάντησις εις αναιτιολόγητον έλεγχον υποτιθεμένων κακοδοξιών», Εκκλησία 80 τ. 3 (2003), σελ. 183-189, και αειμνήστου π. Δ. Τζέρπου, «Προς μία ανανέωση της εκκλησιαστικής μας λατρείας», Εκκλησία 76 τ. 12 (1999), σελ. 270εξ. (και στη συλλογή άρθρων του με τίτλο Λειτουργική Ανανέωση. Δοκίμια Λειτουργικής Αγωγής Κλήρου και Λαού Α΄, έκδ. Τήνος 2001, σελ. 11-29). Επίσης στον τόμο των πρακτικών του Β΄ Λειτουργικού Συμποσίου Στελεχών Ιερών Μητροπόλεων με θέμα: Λατρεύσωμεν ευαρέστως τω Θεώ. Το αίτημα της λειτουργικής ανανεώσεως στην Ορθόδοξη Εκκλησία, Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 2003, σελ. 31εξ.
[14] Βλ. Ενδεικτικά Μητρ. Περγάμου Ιωάννη (J. Zizioulas), “Eschatologie et société,”Irénikon 73 [2000] σελ. 278-297, και “Primacy in the Church: An Orthodox Approach,” J. E. Pulglisi [εκδ.], Petrine Ministry and the Unity of the Church, Liturgical Press: Collegeville 1999, σελ. 115-125.
[15] Πρβλ. τα ημέτερα «Ορθοδοξία και Λειτουργική Αναγέννηση», Καθ” Οδόν 1 [1992], σελ. 57-68, και κυρίως Lex Orandi. Μελέτες Λειτουργικής Θεολογίας, ΕΚΟ 9 Θεσσαλονίκη 1992, που γράφτηκαν μετά την αποκαλυπτική συνομιλία μας με τον μακαριστό Φουντούλη.
[16] Η Εκκλησία της Ελλάδος άνοιξε το διάλογο προς πάντας, προσκαλώντας ακόμη και τους επικριτές του οράματος να διατυπώσουν επίσημα τις απόψεις τους (Βλ. π.χ. την εισήγηση του π. Σ  Σαράντη στο πρώτο κιόλας συνέδριο της επιτροπής). Ακόμη και όταν οι αντιφρονούντες ακολουθούσαν μια σαφέστατα συγκρουσιακή τακτική, με βάση κυρίως τη δυναμική που δημιούργησε η κατά του τότε Αρχιεπισκόπου και της ΔΙΣ πολεμική αντιπαράθεση για την επίσκεψη του Πάπα στην Αθήνα το 2001. Αυτό φάνηκε καθαρά από τη διοργάνωση του λειτουργικού αντι-συνεδρίου, στη Θεσσαλονίκη από 27-2 έως 1-3-2002 με θέμα: «Το μεγαλείο της Θείας Λατρείας. Παράδοση ή ανανέωση;» (Α΄ Λειτουργικό Συνέδριο το ονόμασαν υπερφίαλα, ωσάν να μη είχαν προηγηθεί τρία παρόμοια, και μάλιστα από την επίσημη Εκκλησία). Πρακτικά οι αντίθετοι στην επίσημη γραμμή της Εκκλησίας της Ελλάδος κατατάσσονται σε δυο κατηγορίες: Στους αντιτιθέμενους με κάθε τρόπο στο αίτημα της λειτουργικής αναγέννησης, γιατί απλά τη θεωρούν προέκταση της οικουμενικής κίνησης, και στους απλά «αντι-δυτικούς», που όμως συμμερίζονται σε μεγάλο βαθμό το αίτημα αυτό. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση  του π. Γ. Μεταλληνού, η εισήγηση του οποίου στο αντι-συνέδριο «Το μεγαλείο της Θείας Λατρείας. Παράδοση ή ανανέωση;» περιέχει αρκετά προωθημένες απόψεις, τις οποίες ούτε και η ίδια η συνοδική επιτροπή τόλμησε επίσημα να εισηγηθεί.