Κυριακή 30 Ιουνίου 2013

O Γιάννης Αντετοκούμπο πανηγυρίζει κρατώντας την ελληνική σημαία και κάνοντας το σταυρό του...



Ξενέρωσε κι΄ άλλο τους "καθαρούς" Έλληνες και χριστιανούς μεγάλε....

π. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης:Η πνευματική αρχοντιά του αποστολικού κηρύγματος


α) Το αποστολικό κήρυγμα «περί του Λόγου της ζωής» (Α’ Ιωάν. 1,1), «περί της εν ημίν ελπίδος» (Α’ Πέτρ. 3,15) και της ανιδιοτελούς αγάπης διαδόθηκε με θυσίες και κόπους σε όλο τον κόσμο.
Το έργο των Αποστόλων του Χριστού ήταν ιδιαίτερα επίπονο. Διεσπάρησαν στα έθνη, για να μεταφέρουν το μήνυμα της Ανάστασης, χωρίς να δειλιάζουν ενώπιον μεγάλων κινδύνων που προέρχονταν από εθνικούς, ειδωλολάτρες, Ιουδαίους αλλά και τις αρχές και εξουσίες του κόσμου τούτου.
β) Συχνά οι δυσχέρειες εμφανίζονταν και στο εσωτερικό των χριστιανικών κοινοτήτων. Εκεί αναπτύσσονταν πυρήνες ψευδαδέλφων, οι οποίοι στο όνομα της νέας πίστης εργάζονταν ατομοκεντρικά, διασπούσαν την ενότητα και δημιουργούσαν παρατάξεις και σχίσματα. Το φαινόμενο αυτό δεν είναι άγνωστο και στις μέρες μας. Διότι πόσες αυθαιρεσίες δεν διαπράττονται και πόσοι δεν οπλίζονται με μίσος εναντίον «των άλλων» στο όνομα του πράου και ειρηνικού Χριστού;
γ) Κι όμως, εάν ενσκήψει κάποιος στους βίους και τα κείμενα των αγίων απόστολων και ιδιαίτερα του Αποστόλου Παύλου, θα διαπιστώσει την πνευματική αρχοντιά, το αυτοθυσιαστικό πνεύμα και την αναζήτηση όχι του ιδίου συμφέροντος αλλά του συμφέροντος του πλησίον. «Μηδείς το εαυτού ζητήτω, αλλά το του ετέρου έκαστος» (Α’ Κορ. 10,24). Ακόμη και τη θεόσδοτη ελευθερία θυσίασε ο Παύλος, για να σώσει τους αδελφούς του. Γράφει προς τους Κορινθίους: «Είμαι ελεύθερος, χωρίς εξάρτηση από κανέναν· κι όμως έκανα τον εαυτό μου σκλάβο όλων, για να κερδίσω όσο το δυνατόν πιο πολλούς».
δ) Και συνεχίζει ο μέγας Παύλος, δίδοντας δείγματα χριστιανικής ευρύτητας: «Ανάμεσα στους Ιουδαίους συμπεριφέρθηκα σαν Ιουδαίος, για να τους κερδίσω για το Χριστό… όταν βρισκόμουν μ’ αυτούς που αγνοούν το νόμο του Μωυσή, για να τους κερδίσω ζούσα κι εγώ σαν ξένος προς το νόμο, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν υπακούω στο νόμο του Θεού. Με όσους έχουν αδύναμη πίστη, έγινα το ίδιο, για να κερδίσω τους αδύναμους στην πίστη». Και καταλήγει: «τοις πάσι γέγονα τα πάντα, ίνα πάντως τινάς σώσω» (Α’ Κορ. 9, 19-22).
ε) Όλα αυτά θυμίζουν τους λόγους αλλά και το παράδειγμα του Σωτήρα Χριστού και διαπότισαν διά μέσου των αιώνων το ήθος των χριστιανών. Συχνά όμως οι αλήθειες αυτές λησμονούνται και οι χριστιανοί γινόμαστε εγωκεντρικοί, σκληρόκαρδοι, ιδιοτελείς, συμφεροντολόγοι, μίζεροι, σκυθρωποί χωρίς ικμάδα Πνεύματος Αγίου. Όχι μόνο δεν έχουμε διάθεση να σηκώσουμε με πνεύμα διακονίας τα φορτία των συνανθρώπων μας (βλ. Γαλ. 6, 2), αλλά τους φορτώνουμε και τις δικές μας ευθύνες θεωρώντας τους υπεύθυνους για την κοινωνική ανομία. Φαίνεται ότι μας λείπει η πνευματική αρχοντιά.
στ) Την έκφραση «πνευματική αρχοντιά» χρησιμοποιούσε ο μακαριστός Γέροντας Παΐσιος, για να περιγράψει το φιλότιμο, την ευρύτητα αλλά και το θυσιαστικό πνεύμα του χριστιανού. Ζώντας εντός της ορθοδόξου ευαγγελικής, αποστολικής και πατερικής παραδόσεως ο σοφός Γέροντας και έχοντας ζήσει σε χρόνους πραγματικά κι όχι εικονικά δύσκολους θυσίαζε εκουσίως τον εαυτό του για τους άλλους.
ζ) Έλεγε χαρακτηριστικά: «Αρχοντιά-αρχοντιά, για να δικτυωθήτε με τον Χριστό, αλλιώς δε γίνεται προκοπή. Αν αναλύση κανείς την πνευματική αρχοντιά, θα δη εκεί μέσα κρυμμένο το μεγαλείο του Θεού! Αρχοντιά πνευματική είναι η πνευματική ανωτερότητα, είναι η θυσία. Μια αρχοντική ψυχή έχει απαιτήσεις μόνον από τον εαυτό της κι όχι από τους άλλους. Ξεχνάει ό,τι δίνει και θυμάται ακόμη και το παραμικρό που της δίνεται. Έχει ταπείνωση, έχει απλότητα, έχει ανιδιοτέλεια, τιμιότητα… τη μεγαλύτερη χαρά και την πνευματική αγαλλίαση. Η πνευματική αρχοντιά έχει Χάρη Θεού, είναι -πώς να το πω;- μία θεϊκή ιδιότητα». Η ιδιότητα αυτή κοσμούσε τους αγίους Αποστόλους, που σήμερα εορτάζει η Εκκλησία μας.
 

ΚΑΙΡΟΣ:Συγχαρητήρια και ευχές στον καθηγητή κ.Γιάγκου για την εκλογή του

                                                       


Χολαργός 27-6-2013
Το Δ.Σ του Πανελληνίου Θεολογικού Συνδέσμου «ΚΑΙΡΟΣ-για την αναβάθμιση της θρησκευτικής εκπαίδευσης» με την είδηση της εκλογής του καθηγητή Θ. Γιάγκου, στην Προεδρία του τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ και διερμηνεύοντας  τα αισθήματα όλων των μελών του συλλόγου μας, εύχεται για μια δημιουργική και καρποφόρα θητεία, προσβλέποντας στη συμβολή σας για την ουσιαστική αναβάθμιση των θεολογικών σπουδών· ταυτόχρονα με τη δημόσια υπεύθυνη παρέμβασή του για θέματα, που αφορούν στο μάθημα των Θρησκευτικών, ελπίζει στην επικράτηση ενός αληθινού και ουσιαστικού διαλόγου, που ανταποκρίνεται στα αιτήματα των καιρών και διεξάγεται με σοβαρότητα και ευπρέπεια, ανάλογη του ακαδημαϊκού και θεολογικού ήθους.
Εκ μέρους του Δ.Σ
Ο Πρόεδρος                                                                                     
Ανδρέας Αργυρόπουλος                                                               


Ο Γ. Γραμματέας
 Γεώργιος  Παπαδόπουλος

Σάββατο 29 Ιουνίου 2013

Ο «πόλεμος» για το μάθημα της Ιστορίας… Οι αλήθειες και οι μύθοι στις αναθέσεις μαθημάτων σε Γυμνάσιο και Λύκειο -


Του Χάρη Ανδρεόπουλου *

Τις τελευταίες ημέρες μαίνεται στις εκπαιδευτικές ιστοσελίδες και τα ιστολόγια του διαδικτύου ένας «πόλεμος» για τις αναθέσεις μαθημάτων με «μήλον της έριδος» - ποιό άλλο; – το μάθημα της Ιστορίας στο Γυμνάσιο και το Λύκειο.  Πρόκειται για ένα κρίσιμο, πράγματι, ζήτημα για το οποίο η αντιπαράθεση ανάμεσα σε κλάδους καθηγητών – των Φιλολόγων (ΠΕ02), από την μία και των Θεολόγων (ΠΕ01) από την άλλη - εσχάτως οξύνεται εξ αιτίας του γεγονότος ότι με τα νέα δεδομένα του αυξημένου από  τη νέα σχολική χρονιά ωραρίου, ο καθείς προσπαθεί να διασφαλίσει το ωράριο που του αναλογεί κατοχυρώνοντας τις ώρες αναθέσεως για την ειδικότητά του. Στη προκειμένη, όμως, αντιπαράθεση, έχουμε μια παράδοξη, επιθετική διεκδίκηση της «αποκλειστικής διδασκαλίας» του ιστορικού μαθήματος από την πλευρά του κλάδου των Φιλολόγων ακόμη και για εκπαιδευτικούς που περιλαμβάνονται στο εσωτερικό του, των οποίων, όμως, η επιστημονική εξειδίκευση, βάσει του πτυχίου που έλαβαν από τα πανεπιστημιακά τμήματα της αποφοιτήσεώς τους, έχει έτερο, διακριτό και σε κάθε περίπτωση διαφορετικό της ιστορικής ειδικεύσεως περιεχόμενο.

Το αίτημα για την αποκλειστική ανάθεση της Ιστορίας – το οποίο εκφράζεται, μάλιστα, εν είδει απαιτήσεως – διατυπώνεται από  την Πανελλήνια Ενωση Φιλολόγων (Π.Ε.Φ.) με τη προβολή του επιχειρήματος ότι η διδασκαλία του μαθήματος θα πρέπει να ανατίθεται μόνο στους εκπαιδευτικούς του κλάδου «ΠΕ02» που τυγχάνουν μέλη της, διότι – κατά την Π.Ε.Φ.- «μόνο οι φιλόλογοι δικαιούνται τη διδασκαλία, επειδή μόνο σ΄ αυτούς η Ιστορία αποτελεί βασικό αντικείμενο των σπουδών τους».  Σημειωθήτω ενταύθα ότι ενώ οι σχετικές ανακοινώσεις γίνονται εν ονόματι των «φιλολόγων», η Π.Ε.Φ. στα μέλη της δεν περιλαμβάνει αποφοίτους τμημάτων Φιλολογίας και μόνον, όπως ευλόγως θα ανέμενε κανείς, αλλά και αποφοίτους Τμημάτων Ιστορίας – Αρχαιολογίας, Φιλοσοφίας – Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας (Φ.Π.Ψ.), μέχρι και Κοινωνικών και Φιλοσοφικών Σπουδών (Κ.Φ.Σ.), δηλαδή αλλότριες της επιστήμης της Φιλολογίας ειδικότητες που συνωστίζονται στον κατ΄ ευφημισμόν (λόγω της ετερόκλητης συνθέσεώς του) «ενιαίο» κλάδο «ΠΕ02 – Φιλολόγων», έτσι όπως αυτός συγκροτήθηκε (ως «ενιαίος») τον προηγούμενο αιώνα. Την ίδια στιγμή η Π.Ε.Φ. (εκφράζοντας, υποτίθεται, και τις προαναφερθείσες μη φιλολογικές ειδικότητες που ανήκουν στο δυναμικό της) διαμαρτύρεται για το υφιστάμενο πλαίσιο αναθέσεων - βάσει του οποίου την Ιστορία διδάσκουν με Β΄ ανάθεση οι ειδικότητες των Θεολόγων (ΠΕ01) και των καθηγητών Ξένων Γλωσσών (ΠΕ05 – ΠΕ06 και ΠΕ07) - και ζητά από το υπ. Παιδείας τον περιορισμό (αν όχι τον αποκλεισμό…) των ειδικοτήτων αυτών από τις αναθέσεις για τη διδασκαλία της Ιστορίας.
Ξεκαθαρίζοντας ευθύς εξ αρχής ότι, κατά την άποψή μας, την αποκλειστική διδασκαλία, με Α΄ ανάθεση, της Ιστορίας δικαιούται, βάσει επιστημονικών κριτηρίων, η ειδικότητα των πτυχιούχων Ιστορίας – Αρχαιολογίας και μόνο αυτή,  ας πάρουμε ένα – ένα τα δεδομένα, για να δούμε τι ισχύει στη πραγματικότητα και ποιες είναι οι καθαρές λύσεις που μπορεί – και πρέπει! – να δοθούν στο πράγματι κρίσιμο αυτό ζήτημα της διδασκαλίας της Ιστορίας. Ενα ζήτημα το οποίο ασφαλώς δεν είναι στενά «ενδοκαθηγητικό», αλλά αφορά και τους αποδέκτες της γνώσεως που παρέχει το σχολείο, δηλαδή τους μαθητές, αλλά και τους γονείς τους, που έχουν κάθε δικαίωμα να γνωρίζουν προκειμένου να σχηματίσουν τη δική τους άποψη γύρω από το «επίδικο» αυτό θέμα. Ας δούμε, λοιπόν, πως έχουν τα πράγματα σε σχέση με το ιστορικό μάθημα στη βάση, όχι συντεχνιακών προκαταλήψεων, αλλά αντικειμενικών δεδομένων, ξεκινώντας με τις διαμαρτυρίες της Πανελλήνιας Ενώσεως Φιλολόγων (και λοιπών μη φιλολογικών ειδικοτήτων), ως προς τη διδασκαλία του ιστορικού μαθήματος από τους Θεολόγους.
Θεολόγοι – Ιστορία: Οι εκπαιδευτικοί του κλ. ΠΕ01 έχουμε διδαχθεί στα Τμήματα Θεολογίας τουλάχιστον 4 υποχρεωτικά μαθήματα Ιστορίας, με ιδιαίτερη έμφαση τη Βυζαντινή (Β΄ Γυμνασίου – Β΄ Λυκείου), συνεπώς ειδικά τη Βυζαντινή (Μεσαιωνική) έχοντας την κατάλληλη επιστημονική ειδίκευση τη διδάσκουμε απολύτως δικαιωματικά στο Γυμνάσιο με Β’ (αν και θα μπορούσαμε και με Α΄) ανάθεση. Οσο δε κι αν φαίνεται παράδοξο (έως παράλογο), στο Λύκειο, με βάση το υφιστάμενο καθεστώς αναθέσεων, ενώ προβλέπεται για την Α΄ (Αρχαία Ιστορία) και Β΄ (Βυζαντινή Ιστορία) τάξη Λυκείου η Β΄ ανάθεση της Ιστορίας στους Ξενόγλωσσους (ΠΕ05 -06 - 07) και τους Νομικούς (ΠΕ13), την ίδια ώρα – …Κύριος οίδε τίνι λόγω - εξαιρούνται (και από αυτή τη Β΄ ανάθεση!) οι Θεολόγοι. Μπορούν, δηλαδή, να διδάσκουν με Β΄ ανάθεση Βυζαντινή Ιστορία στη Β’ Λυκείου οι Ξενόγλωσσοι και οι Νομικοί που δεν την έχουν κάν διδαχθεί (όπως δεν την έχουν διδαχθεί, αλλά τη διδάσκουν – και μάλιστα με Α΄ ανάθεση! - στις ίδιες τάξεις του Λυκείου απόφοιτοι τμημάτων Φιλοσοφίας, Ψυχολογίας, Παιδαγωγικών, Εθνολογίας, κ.λ.π. επειδή θεωρούνται, λέει, «φιλόλογοι»…), ενώ αποκλείονται (!!!) οι Θεολόγοι που την έχουν βασικό ιστορικό αντικείμενο των πανεπιστημιακών τους σπουδών. Επίσης, οι Θεολόγοι έχουμε διδαχθεί υποχρεωτικά και επιλεγόμενα μαθήματα που αφορούν στην Αρχαία (Α΄ Γυμνασίου – Α΄ Λυκείου) και τη Νεώτερη και Σύγχρονη Ιστορία (Γ΄ Γυμνασίου – Γ’ Λυκείου), καθώς η  Ιστορία σε διαχρονικό επίπεδο εξετάζει, μεταξύ άλλων, και τα θρησκευτικά θέματα. Είναι δε η πτυχή αυτή της Ιστορίας από τις σημαντικότερες διότι η θρησκεία, ως στοιχείο πολιτισμού, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, αδιαμφισβήτητα, αποτελεί για τα άτομα και τους λαούς ένα από τους σημαντικότερους παράγοντες της ιστορικής τους εξελίξεως. Στηρίζεται, συνεπώς, για τους Θεολόγους η Β΄ ανάθεση της Ιστορίας του Γυμνασίου σε απολύτως επιστημονικά κριτήρια, επείγει δε - για τους προεκτεθέντες λόγους -  η επέκταση της αναθέσεως διδασκαλίας της και στο Λύκειο. Είναι απορίας άξιον το γεγονός ότι την Πανελλήνια Ενωση Φιλολόγων (και λοιπών μη φιλολογικών ειδικοτήτων) ενώ εδώ και χρόνια την έχει επανειλημμένως απασχολήσει το θέμα της διδασκαλίας της Ιστορίας από τους Θεολόγους (που διδάσκονται επαρκέστατα το μάθημα στο Πανεπιστήμιο, ώστε να το έχουν στο σχολείο τουλάχιστον ως Β’ ανάθεση), εν τούτοις δεν την έχει  απασχολήσει το θέμα της διδασκαλίας και δη με Α’ ανάθεση (!) του ιστορικού (και όχι μόνον) μαθήματος από πτυχιούχους άλλων ειδικοτήτων που τυγχάνουν μέλη της και που ναι μεν τυπικώς ανήκουν στον (κατ΄ ευφημισμόν, όπως προαναφέρθηκε και επεξηγήθηκε) κλάδο «ΠΕ02 – Φιλολόγων», αλλά είτε δεν έχουν διδαχθεί επαρκώς την Ιστορία στα τμήματα της αποφοιτήσεώς τους, (π.χ. Φιλοσοφικών και Κοινωνικών Σπουδών, Ψυχολογίας, κ.λ.π.), είτε την έχουν διδαχθεί περιστασιακώς -  και αν… - ως επιλεγόμενο μάθημα.
* Η ..ποικιλία του ΠΕ02: Η Πανελλήνια Ενωση Φιλολόγων (ΠΕΦ – και λοιπών μη φιλολογικών ειδικοτήτων) ενώ αμφισβητεί ακόμη και αυτό το δικαίωμα της Β΄ αναθέσεως της Ιστορίας στους Θεολόγους, σε κατά καιρούς δε ανακοινώσεις της εκφράζει την «βαθυτάτη ανησυχία» της για το γεγονός της αυξήσεως τα τελευταία δύο – τρία χρόνια των Β’ αναθέσεων της Ιστορίας σε Θεολόγους και Ξενόγλωσσους, εν τούτοις,, εντέχνως αποσιωπά ότι σε μεγάλο ποσοστό (και σίγουρα μεγαλύτερο από τη περίπτωση των Β΄ αναθέσεων της Ιστορίας σε Θεολόγους και Ξενόγλωσσους) καθαρά φιλολογικά μαθήματα (και δη εξεταζόμενα στις πανελλαδικές εξετάσεις, όπως Αρχαία Ελληνικά, Εκθεση, Λατινικά, κ.λ.π.) διδάσκονται (και μάλιστα σε Α’ ανάθεση) από αποφοίτους μη φιλολογικών τμημάτων. Γιατί, όπως και να το κάνουμε, παρά την παγκόσμια ελλαδική πρωτοτυπία να θεωρείται φιλόλογος και να εντάσσεται στον (ενιαίο, παρά τις διαφορετικές ειδικότητες) κλάδο «ΠΕ02 – Φιλολόγων» ο απόφοιτος, π.χ., του τμήματος «Φιλοσοφικών και Κοινωνικών Σπουδών» (Φ.Κ.Σ), του τμήματος «Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας (Φ.Π.Ψ.)», του τμήματος «Εθνολογίας», ουδείς μπορεί να υποστηρίξει σοβαρά και να θεμελιώσει επιστημονικά την άποψη ότι οι απόφοιτοι των εν λόγω μη φιλολογικών τμημάτων είναι φιλόλογοι. Γιατί, στο κάτω – κάτω, αν είναι «φιλόλογοι» οι απόφοιτοι των μη φιλολογικών τμημάτων, τότε οι απόφοιτοι των τμημάτων Φιλολογίας τι ακριβώς είναι;... Ασφαλώς, με το ίδιο ορθολογικό σκεπτικό, ουδείς μπορεί να υποστηρίξει σοβαρά ότι ο απόφοιτοι της Φιλολογίας είναι Ιστορικοί (όπως κάλλιστα θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν οι απόφοιτοι των Τμημάτων Ιστορίας) ή ότι είναι - οι Φιλόλογοι - οι εξειδικευμένοι  εκπαιδευτικοί για τη διδασκαλία των μαθημάτων του κύκλου της Φιλοσοφίας και της Ψυχολογίας καθώς όπως όλοι γνωρίζουμε οι επιστημονικά αρμοδιότεροι προς τούτο είναι οι απόφοιτοι των τμημάτων Φ.Π.Ψ. και Φ.Κ.Σ. Τούτες οι επισημάνσεις κρίνονται απαραίτητες, γιατί όλες οι ειδικότητες του κλ. ΠΕ02  έχουν την ξεχωριστή, ιδιαίτερη επιστημονική σημασία και αξίατους, στη βάση του αυθεντικού επιστημονικού τους περιεχόμενου που, εκ των πραγμάτων, τις διακρίνει προς  άλληλες, προσδιορίζοντάς τες βάσει της εξειδικεύσεως, της μαρτυρουμένης υπό του τίτλου σπουδών.  Το παράδειγμα του υπ. Παιδείας της Κύπρου, βάσει του οποίου αποκλείονται εφεξής από τους διορισμούς φιλολόγων σε κυπριακά σχολεία  πτυχιούχοι των (μη φιλολογικών) τμημάτων Φ.Π.Ψ. και Ιστορίας – Αρχαιολογίας των ελληνικών πανεπιστημίων (επειδή κρίθηκε ότι οι γνώσεις των αποφοίτων των εν λόγω τμημάτων είναι ελλιπείς στα Νέα Ελληνικά, τα Αρχαία Ελληνικά και τα Λατινικά) είναι νομίζουμε αρκούντως ενδεικτικό – και θα πρέπει διδακτικό - της δέουσας, ορθολογικής - με καθαρά επιστημονικά και παιδαγωγικά κριτήρια –  αντιμετωπίσεως του ζητήματος (βλ.http://www.careercy.com/index.php?op=news&id=900&cpage=0, (alfavita. 25/06/2013).
Η Οδηγία του υπ Παιδείας: Σε άρθρο μας, στην «Ελευθερία» της Λαρίσης, προ πενταετίας (20/09/2008, σελ. 8, http://www.eleftheria.gr/index.asp?cat=52&aid=2424#.UcmGLjtM9cw), είχαμε διατυπώσει την άποψη ότι θα πρέπει και στον (ενιαίο μέχρι σήμερα) κλάδο «ΠΕ02 – Φιλολόγων» να υπάρξουν διακριτοί ρόλοι (όπως συνέβη με τον τέως ενιαίο κλάδο ΠΕ04 των Φυσικών, που χωρίσθηκε σε ΠΕ04.01 Φυσικών, ΠΕ.04.02 Χημικών, ΠΕ04.03 Φυσιογνωστών, κ.λ.π.) και άρα διαφορετικές Α΄ και Β΄ αναθέσεις, ανάλογα με την επιστημονική εξειδίκευση των διαφορετικής ειδικότητας (με την ιδιαίτερη – το επισημαίνουμε, προς άρσιν πάσης παρεξηγήσεως, - επιστημονική αξία που έχει η κάθε ειδικότητα) εκπαιδευτικών που «συνωστίζονται» σήμερα στον κλάδο ΠΕ02. Την άποψή μας αυτή στηρίξαμε στο γεγονός ότι το ίδιο το υπ. Παιδείας με εγκύκλιό του επιχειρώντας εκείνη τη περίοδο (Σεπτέμβριο του 2008) να βάλει σε τάξη κλάδους που συνέχιζαν να υφίστανται περιλαμβάνοντας στο εσωτερικό τους διαφορετικές ειδικότητες (όπως ο κλ. ΠΕ02), όρισε με την υπ΄ αριθμ. 119052/Γ2/17.09.2008 εγκύκλιό του («Οδηγίες σχετικά με τις αναθέσεις μαθημάτων στους εκπαιδευτικούς Δ.Ε», παράγραφος 9) τα εξής αξιοσημείωτα (πλήν συχνά παραβλεπόμενα ως προς την εφαρμογή τους στο σχολείο): «Οι εκπαιδευτικοί απόφοιτοι διαφορετικών πανεπιστημιακών τμημάτων ή τμημάτων ΤΕΙ που εντάσσονται στον ίδιο κλάδο ή ειδικότητα, προκειμένου να μεγιστοποιηθεί η αποτελεσματικότητα της εκπαιδευτικής πράξης και η ποιότητα του διδακτικού τους έργου, προτείνεται, εφόσον υπάρχει η σύμφωνη γνώμη τους, να αναλαμβάνουν μαθήματα σχετικά  με τη ιδιαίτερη εξειδίκευση που απέκτησαν ως πτυχιούχοι διαφορετικών τμημάτων». Που σημαίνει ότι θα πρέπει οι αναθέσεις να γίνονται όχι γενικώς και αορίστως βάσει του κλάδου, αλλά – σύμφωνα με την εγκύκλιο του υπ. Παιδείας – βάσει και της ιδιαιτέρας εξειδικεύσεως του κάθε εκπαιδευτικού. Εκτιμήσαμε τότε ότι η εν λόγω διάταξη, λόγω του εθελοντικού (!!!) χαρακτήρος της, αποτελούσε ημίμετρο και ότι  θα απέβαινε στη πράξη αλυσιτελής, όπως και συνέβη. Αρα, για να «μεγιστοποιηθεί η αποτελεσματικότητα της εκπαιδευτικής πράξης και η ποιότητα του διδακτικού έργου», κάτι θα πρέπει ν΄ αλλάξει, ειδ΄ άλλως η - πολύ ορθή αυτή, εξ επόψεως παιδαγωγικής  - Οδηγία θα συνεχίζει να παραμένει «κενό γράμμα», κάποιοι δε θα συνεχίζουν να υποδύονται το ρόλο του «πανεπιστήμονος» του περασμένου αιώνος, διδάσκοντας – ασχέτως ειδικεύσεως - τα πάντα: Αρχαία Ελληνικά, Νέα Ελληνικά, Ιστορία, Φιλοσοφία, Ψυχολογία, Λατινικά, - κι΄ άμα λάχει Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή, Κοινωνιολογία, ή πάσης λογής επιλεγόμενα, όπως, Θεατρολογία, Ευρωπαϊκό Πολιτισμό, Ιστορία της Τέχνης, Ευρωπαϊκή Λογοτεχνία, Θέματα Ιστορίας, Κοινωνική και Πολιτική Οργάνωση στην Αρχαία Ελλάδα, Προβλήματα Φιλοσοφίας, και, και, (σχωράτε με αν λησμόνησα κάτι…).
Το παράδειγμα του ΠΕ04: Θεωρούμε - επικαιροποιώντας την άποψή μας του 2008 - ότι η καθαρή λύση ήταν και παραμένει μία: θεσμοθετημένη διάκριση διδακτικών ρόλων βάσει ειδικότητας - και - στον κλ. ΠΕ02, όπως έγινε και στον τέως «ενιαίο» κλ. ΠΕ04. Ενδεικτικά, θα μπορούσε ο κλάδος ΠΕ02 (με ακολουθητέο το παράδειγμα του κλ. ΠΕ04) να ομαδοποιηθεί και ν΄ απαρτίζεται εφεξής από τις ειδικότητες: ΠΕ02.01 Κλασσικής Φιλολογίας, ΠΕ02.02 Νεοελληνικής Φιλολογίας, ΠΕ 02.03 Ιστορίας / Αρχαιολογίας, ΠΕ 02.04 Φιλοσοφίας, παιδαγωγικής και ψυχολογίας (ΦΠΨ), στις οποίες θα δοθούν και οι αντίστοιχες Α’ και Β’ αναθέσεις. Ειδικά στη ειδικότητα ΠΕ02.04 θα μπορούσε να ανατεθεί κατά προτεραιότητα – γιατί όχι και κατ΄ αποκλειστικότητα! - και η διδασκαλία - εφαρμογή του Σχολικού Επαγγελματικού Προσανατολισμού (ΣΕΠ), λόγω της εξειδικευμένης επιστημονικής καταρτίσεως που λαμβάνουν οι απόφοιτοι των  τμημάτων Φ.Π.Ψ. και Φ.Κ.Σ. σε θέματα Ψυχολογίας και Συμβουλευτικής. Με τη ρύθμιση αυτή η κάθε ειδικότητα στο εσωτερικό του κλάδου ΠΕ02 να αποκτήσει τη δική της ξεχωριστή επιστημονική υπόσταση και οντότητα προκειμένου η εφαρμογή του αυτονοήτου να διδάσκεται η Ιστορία από Ιστορικούς να ξεκινήσει απ’ την ανάδειξη των επιστημονικών ειδικεύσεων μέσα από τον κλάδο ΠΕ02 – εν προκειμένω της ειδικότητας του Ιστορικού, της μόνης ειδικότητας που δικαιούται να διεκδικεί την αποκλειστική διδασκαλία της Ιστορίας με Α΄ ανάθεση. Ετσι ώστε, να σταματήσουν φαινόμενα του τύπου να διδάσκει Ιστορία ο απόφοιτος του Φιλοσοφικού - παιδαγωγικού – φιλοσοφικού (Φ.Π.Ψ.), Νέα Ελληνικά ο απόφοιτος του Ιστορικού, Αρχαία Ελληνικά ο απόφοιτος του Νεοελληνικού, Φιλοσοφία ο απόφοιτος του Εθνολογικού, αλλά, με βάση και κριτήριο την επιστημονική ειδίκευση του κάθε εκπαιδευτικού, προσέτι δε σύμφωνα και με τα διεθνώς κρατούντα, να διδάσκει Ιστορία ο απόφοιτος του Ιστορικού / Αρχαιολογικού, Αρχαία Ελληνικά ο απόφοιτος του τμήματος Κλασσικής Φιλολογίας, Νέα Ελληνικά ο απόφοιτος του τμήματος Νεοελληνικής Φιλολογίας, Φιλοσοφία και Ψυχολογία οι απόφοιτοι των τμημάτων Φ.Π.Ψ. και Φ.Κ.Σ., κ.ο.κ.. (Τι το ορθολογικότερον;). Εννοείται ότι πέρα από τον καθορισμό των Α’ αναθέσεων, βάσει της (κάθε) ειδικότητας, θα πρέπει να επανακαθορισθούν στη βάση της συναφείας των σπουδών (την οποία μπορεί να κρίνει και να προσδιορίσει το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, νυν Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής) και οι Β΄ αναθέσεις της (κάθε) ειδικότητας, π.χ. να διδάσκει με Β΄ ανάθεση ο απόφοιτος της Κλασσικής Φιλολογίας το μάθημα των Νέων Ελληνικών, ο απόφοιτος του Νεοελληνικής Φιλολογίας το μάθημα της Ιστορίας, ο απόφοιτος του Ιστορικού / Αρχαιολογικού το μάθημα των Λατινικών, όπως ο Φυσικός (ΠΕ04.01) διδάσκει με Β΄ ανάθεση Χημεία, ο Χημικός (ΠΕ04.02) με Β΄ ανάθεση Φυσική, ο Μαθηματικός (ΠΕ03) με Β’  ανάθεση Γεωγραφία, οι Θεολόγοι (ΠΕ01) και οι Ξενόγλωσσοι (ΠΕ05 – 06 – 07) με Β’ ανάθεση Ιστορία, ο Οικονομολόγος (ΠΕ09) με Β΄ ανάθεση Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή, ο Κοινωνιολόγος με Β΄ ανάθεση Αρχές Οικονομίας, κ.λ.π.
Νέο ρυθμιστικό πλαίσιο: Σημειωθήτω ότι σε παρέμβασή του στη Βουλή (08.09.2012) ο βουλευτής Λάρισας της ΔΗΜ.ΑΡ. και επί πολλά έτη πρόεδρος του οικείου Συνδέσμου Φιλολόγων Θωμάς Ψύρρας, τασσόμενος υπέρ του ορθολογικού επανασχεδιασμού των αναθέσεων στο κλ. ΠΕ02, εζήτησε από τον τότε υφυπουργό Παιδείας κ. Παπαθεοδώρου «οι φιλόλογοι να επιμεριστούν σε αντικείμενα τα οποία ήδη σπουδάζουν, καθώς η έννοια «Φιλολογία» πια με τα πολλά τμήματα που έχουν δημιουργηθεί δεν σημαίνει τίποτα…». Επισημαίνοντας μάλιστα ότι «τα τμήματα έχουν πελώριες γνωστικές διαφορές μεταξύ τους…», πρότεινε για τον σημερινό κλάδο των Φιλολόγων να υπάρξει νέο ρυθμιστικό πλαίσιο για τις αναθέσεις τους, βασιζόμενο στην επιστημονική εξειδίκευση της κάθε επιμέρους ειδικότητας των εκπαιδευτικών (ΠΕ02.01, ΠΕ.02.02, ΠΕ02.03, κ.ο.κ., βλ. «Ελευθερία», 09/09/2012, σελ. 6 και http://www.dimokratikiaristera.gr / 07.09.2012). Είναι δε παρήγορο το γεγονός ότι ο τότε υφυπουργός Παιδείας απαντώντας στον κ. Ψύρρα, δεσμεύθηκε πως, στο πλαίσιο της νομοθετικής πρωτοβουλίας για το Νέο Λύκειο, θα τεθούν σαφείς κανόνες έτσι ώστε να κατοχυρώνεται και να διασφαλίζεται η συνάφεια των αντικειμένων στις (Α΄ και Β΄) αναθέσεις μαθημάτων βάσει των προαναφερθέντων αντικειμενικών και επιστημονικών κριτηρίων. Μένει να δούμε τις δεσμεύσεις και τις υποσχέσεις να γίνονται πράξη από την ηγεσία του υπ. Παιδείας, της οποίας τόσο ο υπουργός Κων. Αρβανιτόπουλος, όσο και οι νέοι υφυπουργοί κ.κ. Γκιουλέκας και Κεδίκογλου έχουν δώσει, ως πολιτικοί, απτά δείγματα γραφής στην ορθολογική – εκεί όπου χρειάζεται αριστοτελικό πνεύμα – διαχείριση των πραγμάτων.
- Κλείνοντας, θ΄ αναφερθούμε και σχολιάσουμε το επιχείρημα των «διεκδικητών» (Π.Ε.Φ. και λοιπών) της Ιστορίας ότι αυτοί δικαιούνται την «αποκλειστική διδασκαλία» της, επειδή «το μάθημα είναι για τον κλ. ΠΕ02 εξεταζόμενο στη διαγωνιστική διαδικασία του ΑΣΕΠ». Αφού επισημάνουμε ότι και για τον κλ. ΠΕ01 περιλαμβάνεται στην εξεταστέα ύλη του ΑΣΕΠ (και) η Ιστορία (με έμφαση στη Μεσαιωνική / Βυζαντινή, καθώς αυτή αποτελεί βασικό ιστορικό αντικείμενο των θεολογικών σπουδών), θα θέλαμε να παρατηρήσουμε ότι το επιχείρημα καθ΄  εαυτό πάσχει γιατί αντιφάσκει ως προς το κύριο σκεπτικό που προσπαθούν να επιβάλλουν οι υποστηρικτές του επιχειρήματος, ότι δηλαδή η Ιστορία πρέπει να διδάσκεται αδιακρίτως από όλους τους καθηγητές του κλ. ΠΕ02. Είναι γνωστό τοις πάσι ότι η συντριπτική πλειονοψηφία των υπηρετούντων συναδέλφων του ΠΕ02 έχει διορισθεί μέσω της επετηρίδας και των πινάκων αναπληρωτών, συνεπώς, οι πλείστοι εκ των υπηρετούντων δεν έχουν εξετασθεί στην Ιστορία. Αρα – ως συνεπαγωγή του επιχειρήματος των «διεκδικητών» - οι εν λόγω συνάδελφοι δεν θα πρέπει να έχουν …απαιτήσεις διδασκαλίας για το ιστορικό μάθημα. Αποψη, ασφαλώς, ισοπεδωτική, ειδικά για τους αποφοίτους των τμημάτων Ιστορίας – Αρχαιολογίας, τους οποίους  κατάφωρα αδικεί. Επίσης, θα πρέπει να τονισθεί ότι στο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ σε μάθημα διαφορετικό της ειδικότητάς τους εξετάζονται και εκπαιδευτικοί άλλων κλάδων, όπως π.χ. οι Φυσικοί (ΠΕ04.01) στα Μαθηματικά, ποτέ, όμως, οι συνάδελφοι αυτής της ειδικότητας δεν ήγειραν αξιώσεις να έχουν ως Α΄ ανάθεση τα Μαθηματικά!.. Γιατί μπορεί να είναι απόφοιτοι της ίδιας σχολής (ΦΜΣ) με τους Μαθηματικούς (ΠΕ03), μπορούν να διδάξουν Μαθηματικά - και το έχουν το μάθημα ως Β΄ ανάθεση -  αλλά είναι Φυσικοί. Όπως και οι Μαθηματικοί έχουν τη Φυσική ως Β΄ ανάθεση, γιατί, ενώ γνωρίζουν Φυσική, δεν λησμονούν πως είναι Μαθηματικοί και ότι η Α΄ ανάθεση της Φυσικής ανήκει αυτονοήτως σ΄  άλλη επιστημονική ειδικότητα (ΠΕ04.01) της ΦΜΣ (φυσικομαθηματικής σχολής - νυν Σχολής Θετικών Επιστημών). 
* Συμπέρασμα και πρόταση: Λύσεις μπορούν - και πρέπει - να υπάρξουν μέσα από ένα νηφάλιο και καλόπιστο διάλογο που θα στηρίζεται στη βάση επιστημονικών κριτηρίων και παιδαγωγικών προϋποθέσεων, συνεπώς ο «πόλεμος» για την Ιστορία  θα πρέπει να σταματήσει εδώ γιατί είναι φανερό ότι το θέμα των αναθέσεων στο μάθημα της Ιστορίας (και ποιός ξέρει αύριο για ποιό άλλο μάθημα…) από θέμα Παιδείας έχει εκτραπεί σε ζήτημα συντεχνίας. Να βάλουμε κάτω τα προγράμματα σπουδών, τα μαθήματα, τους τίτλους των επί μέρους εξειδικεύσεων των εκπαιδευτικών, να συζητήσουν οι εκπρόσωποι των επιστημονικών και συνδικαλιστικών μας φορέων (Ενώσεις και Σύνδεσμοι Φιλολόγων, Θεολόγων, Ιστορικών επιστημόνων, Φιλοσοφικές και Θεολογικές Σχολές, κ.α.,) και με τη συνδρομή του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου να δρομολογήσουμε από κοινού με τη πολιτική ηγεσία του υπ. Παιδείας καθαρές λύσεις που θα αναδεικνύουν τα αυτονόητα και, κυρίως, θα προσφέρουν τα βέλτιστα. Στο σχολειό μας, για τους μαθητές μας.
* Ο Χάρης Ανδρεόπουλος είναι Ιστορικός Θεολόγος (Μ.Sc.), καθηγητής (ΠΕ01) Β/θμιας εκπαίδευσης (http://religiousnet.blogspot.com ). 

amen.gr

Παρασκευή 28 Ιουνίου 2013

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΜΟΙΒΕΣ ΤΩΝ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ ΤΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ



Αθήνα 25 Ιουνίου 2013

Με αφορμή την επιστολή που κατέθεσε ο Προϊστάμενος του Α΄ Γραφείου Έρευνας, Σχεδιασμού και Εφαρμογών κ. Σταύρος  Γιαγκάζογλου  για τις προβαλλόμενες αμοιβές των συμμετεχόντων στις επιτροπές για τα Προγράμματα Σπουδών και την εξώδικη επιστολή κατά μελών της επιτροπής εμπειρογνωμόνων για το Πρόγραμμα Σπουδών στα Θρησκευτικά, την οποία κοινοποίησε και στο Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής ο καθηγητής του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας του ΑΠΘ κ. Ηρακλής Ρεράκης , το Δ.Σ. του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής διευκρινίζει  τα ακόλουθα:
Θεωρεί ανακριβείς και αναληθείς τους ισχυρισμούς για δήθεν υπέρογκες οικονομικές αμοιβές των εμπειρογνωμόνων μελών της επιτροπής για την εκπόνηση του Προγράμματος Σπουδών στα Θρησκευτικά στο πλαίσιο του έργου του Νέου Σχολείου.
Τα εγγεγραμμένα ποσά του έργου για το Νέο Σχολείο δεν διανέμονται κάθετα προς κάθε ομάδα εμπειρογνωμόνων του Νέου Σχολείου, αλλά αφορούν τη συνολική χρηματοδότηση του έργου για το «Νέο σχολείο» στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ και αναφέρονται σε διάφορες φάσεις υλοποίησης και σε δυνατότητες εξέλιξης του έργου ή και σε άλλες δράσεις, οι οποίες μπορεί να πραγματοποιούνται με την εμπλοκή άλλων εμπειρογνωμόνων και συμβασιούχων. Σε κάθε περίπτωση, η  αμοιβή που προβλέπεται για το σύνολο του έργου και για κάθε μέλος  της επιτροπής εκπόνησης του Προγράμματος Σπουδών σε κάθε αντικείμενο, συνεπώς και στα Θρησκευτικά, ανέρχεται στο ποσό των 5.000 ευρώ μικτά. Επίσης προβλέπονται  2.000 ευρώ μικτά για κάθε μέλος της επιτροπής εκπόνησης του Οδηγού για τον Εκπαιδευτικό.
Για τους συμβούλους του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου που συμμετέχουν στο έργο δεν προβλεπόταν αμοιβή, καθώς η ανωτέρω δραστηριότητά τους αποτελούσε μία εκ των βασικών αρμοδιοτήτων τους.

Τέλος, επισημαίνεται ότι τα νέα Προγράμματα Σπουδών, όπως και τα Αναλυτικά Προγράμματα και τα διδακτικά βιβλία μετά το 1994, συντάχθηκαν και εκδόθηκαν στο πλαίσιο συγχρηματοδοτούμενων ευρωπαϊκών προγραμμάτων.

Πέμπτη 27 Ιουνίου 2013

Περί των πλεοναζόντων των θεολόγων...





Πολλά έχουν γραφεί τις τελευταίες ημέρες περί του αριθμού των πλεοναζόντων θεολόγων.Παρουσιάζονται από πολλούς νούμερα εξωπραγματικά και δημιουργούνται εντυπώσεις.Η τελευταία δημοσίευση της Ελευθεροτυπίας δεν ήταν παρά η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι και δημιούργησε πανικό.Είναι όμως η αλήθεια αυτή;Είναι τόσο μεγάλος ο αριθμός των πλεοναζόντων θεολόγων;;Θα θέλαμε να μας επιτραπεί η κατάθεση κάποιων απλών σκέψεων.Στους όποιους υπολογισμούς έχουν γίνει δεν έχουν ληφθεί υπ'όψιν τα κάτωθι:
α)Ο αριθμός των Θεολόγων Σχολικών Συμβούλων και των Διευθυντών  Δευτεροβάθμιας που είναι Θεολόγοι.Όλοι αυτοί στους υπολογισμούς θεωρούνται εκπαιδευτικοί που βρίσκονται στην τάξη.
β)Ο μεγάλος αριθμός Θεολόγων Διευθυντών σχολικών μονάδων οι οποίοι θα έχουν μειωμένο ωράριο.Και αυτοί υπολογίζονται με κανονικό ωράριο πράγμα που δεν ισχύει.
γ) Υπολογίζονται  για  κάθε  οργανική  θέση  μόνο  μαθήματα Α΄ ανάθεσης ( 12 ώρες),  ενώ  πρέπει να υπολογίζονται  και  τα  μαθήματα  Β΄ ανάθεσης  και  Β΄ ειδικότητας.Εδώ να σημειώσουμε ότι υπάρχει μεγάλος αριθμός Θεολόγων  με δεύτερη ειδικότητα(Φιλόλογοι,Μουσικοί κ.λ.π.)
δ)Δεν υπολογίζεται ο αριθμός των συναδέλφων που θα συνταξιοδοτηθεί και δεν είναι μικρός.
ε)Δεν υπολογίζεται ο αριθμός των συναδέλφων που βρίσκονται με απόσπαση σε σχολικές μονάδες του εξωτερικού.
στ)Δεν λαμβάνονται υπ'όψιν οι ιδιαιτερότητες των νησιωτικών περιοχών.
Αυτά.

Αργυρόπουλος Ανδρέας

Τετάρτη 26 Ιουνίου 2013

Να αντέξουμε την εξουσιαστικότητα της αντιδημιουργικότητας

Χαιρετισμός του Προέδρου του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ Χρυσόστομου Σταμούλη στο Δ΄ Πανελλήνιο Διεπιστημονικό Συνέδριο με θέμα «ΘΡΗΣΚΕΙΑ – ΕΞΟΥΣΙΑ – ΑΝΘΡΩΠΟΣ»


D300_45Ζούμε σε μια εποχή αφασίας. Κάποτε ήμασταν βέβαιοι πως το πλοίο πλησιάζει την προκυμαία. Σήμερα, χαμένοι μέσα στην ανέραστη και απαίδευτη καθημερινότητά μας, αδυνατούμε να νοηματοδοτήσουμε τα πράγματα και τον εαυτό μας. Πράγμα που μας κάνει να νιώθουμε την ακινησία του πλοίου…και τη μοιραία μετάθεση της όποιας ελπίδας της κίνησης στις δυνάμεις της ακινησίας, φυσικής ή άλλης δεν έχει σημασία. Το ωραίο καράβι, με το σταυρό στην κορφή, έπαψε πλέον να αρμενίζει στα δάκρυά μας. Το ερώτημα, βέβαια, -κρίσιμο όσο ποτέ- είναι τι γίνεται σε μια τέτοια περίπτωση όπου τα πράγματα αντιστρέφονται. Έχω την αίσθηση, ότι η ανάγκη μας, πλέον, μας σπρώχνει σε μια νέα α-τοπία, πέρα και πάνω από τον τόπο που βαφτίσαμε οίκο. Σε μια νέα α-ταξία, πάνω από τη τάξη που ονομάσαμε κιβωτό. Άλλωστε, «όταν ακούς “τάξη”», καταπώς λέει ο Ελύτης, «ανθρώπινο κρέας μυρίζει».  Διαπίστωση, που κάνει πολλούς μας,  νομίζω, να συμφωνήσουμε με την άλλη ποιητική φωνή, που παραδέχεται ότι: «χαμένα πάνε εντελώς τα λόγια των δακρύων». Δεν έχει περάσει, άλλωστε, πολύς καιρός από τότε που οι περισσότεροι γίναμε μάρτυρες, αυτόπτες και αυτήκοοοι, παθόντες και μαθόντες(;) -τηλεοπτικώ τω τρόπω εξάπαντος, όπως άλλωστε και στον έρωτα και στο θάνατο-, μιας κίνησης που θέλησε να βάλει την ελληνική κοινωνία στο θαύμα. Παιδιά στους δρόμους, σε μια διαδικασία συνάντησης με την αβεβαιότητα του μέλλοντός τους, την απουσία του παρόντος τους. Και απέναντί τους εμείς και οι άλλοι, σε περίπτωση ο ίδιος μας ο εαυτός. Ένας εαυτός, που μοιάζει του καλλιτέχνη, ο οποίος «μαλακωδώς εφησυχασθείς επί μακρόν», καθώς τραγουδά ο Αλκίνοος στη Νεροποντή του, «επανεξετάζει την κατάσταση πριν ξεχαστεί εκ νέου». Και οφείλω να σημειώσω εδώ, πως πρέπει να μας τρομάζει αφάνταστα τούτο το «μαλακωδώς». Δεν πρόκειται για το νεοελληνικό μας, «ω φίλε αγαθέ», τη νεοελληνική μας «καλημέρα»∙ τη βαφτισμένη και ως «μαγκιά» της απαίδευτης  καθημερινής-καιροσκοπικής μας  συνήθειας.  Ούτε βεβαίως για μια απλή ύβρη, την οποία αφήνουμε χωρίς συστολή και εξάπαντος λόγω «αρχοντιάς» -έτσι ονομάζουμε τελευταία τον πολιτισμικό μας νεοπλουτισμό- να πέσει χάμω. Αλλά πρόκειται στ’ αλήθεια για κείνη την άκρως επικίνδυνη ασθένεια, τη βιβλική αδυναμία, που έχει τις ρίζες της στο περίφημο ρήμα μαλακύνω, τουτέστιν μαλάσσω ή μαλακίζω, το οποίο σημαίνει πως με τη στάση αυτή «καθιστώ τι μαλθακόν, αδύνατον, ασθενές, χείράς τε και πόδας περιδέσει πίλων  ή υφασμάτων τινών μαλακύνειν». Εξ ου και τομαλακώδης, συνηρημένο του μαλακοειδής, για το οποίο με γλαφυρότητα μας μιλάει ο Στέφανος Βυζάντιος. Και δεν χωρά καμία αμφιβολία, πως τούτο το μαλακώδης και το ομόσκηνό του μαλακωδώς, συνδέονται αχωρίστως και αδιαιρέτως, ατρέπτως και ασυγχύτως, με τη μικρολογία και την ωμότητα. Διαθέσεις και τρόποι, που κατά Ιωάννη Χρυσόστομο ευθύνονται για τη δέσμευση της αληθινής όρασης των ανθρώπων, για την αφαίμαξη της αρετής, την απώλεια του κάλλους και τέλος την αυτοπαράδοση  του εαυτού στη «βλακεία» και την «κακοτεχνία». Εικόνες, που δίχως άλλο αποκαλύπτουν την ολοκληρωτική ερήμωση που ακολουθεί την ύπαρξη, η οποία αποκόπηκε από τη μητρική της γη. Την ύπαρξη, που λησμόνησε τη «μυθολογία» των ασκημένων, των γεγυμνασμένων αισθητηρίων και πνίγηκε στην πλήξη και την απραξία.
Έτσι, λοιπόν, ο νεαρός και η νεαρή, ο κάθε νεαρός και η κάθε νεαρή, χαμένοι μέσα στο σύστημα που τους περιβάλλει, έγιναν ήρωες παρά τη θέλησή τους. Το θέμα, βέβαια, στη δική μας  περίπτωση, είναι πως το πλοίο παίρνει κλίση και κινδυνεύει να βουλιάξει  αύτανδρο εντός του λιμένος. Μια εικόνα-πραγματικότητα, που με έναν άλλο τρόπο  παρατηρεί και ο Ιγκόρ Στραβίνσκυ, στη Μουσική Ποιητική του, εβδομήντα χρόνια πριν, όταν δίνοντας διαστάσεις γενικού κανόνος στην περίπτωση, σημειώνει, πως «Τα επαναστατικά ξεσπάσματα βέβαια δεν είναι ποτέ εντελώς αυθόρμητα. Υπάρχουν πάντα πονηροί άνθρωποι που προκαλούν επαναστάσεις για συμφεροντολογικούς σκοπούς. Πρέπει να φυλάγεσαι πάντα μη τυχόν και παρεξηγηθείς από εκείνους που σου καταλογίζουν προθέσεις που εσύ δεν είχες». Βέβαια, πως να προφυλαχθεί ένας νεκρός; Πως να προφυλαχθούν όλοι εκείνοι που δώσανε τον εαυτό τους και συνεχίζουν να δίνουν τον εαυτό τους στο μυστήριο της δημιουργίας. Η προτροπή μού θυμίζει κάπως εκείνη την περίφημη ιστορία με τον Διογένη τον κυνικό, ο οποίος στρίβοντας σε μια γωνία δέχθηκε το χτύπημα του καλαμιού ενός ανθρώπου που ερχότανε από την άλλη μεριά του δρόμου και ο οποίος του φώναξε δυνατά: «πρόσεχε». Τότε ο Διογένης γύρισε και του είπε: «γιατί, πρόκειται να με ξαναχτυπήσεις;».
Κύριε κοσμήτορα, κύριοι συνάδελφοι, «η αντίσταση ξαναγεννά. Η Εξουσία φθείρει, καταστρέφει τα ζωογόνα κύτταρα του ανθρώπου. Χρειάζεται ισχυρή παιδεία για ν’ ανθέξει κανείς στην έννοια της Εξουσίας και της επιτυχίας», καταπώς λέγει ο Μάνος Χατζιδάκις.
Χρειάζεται, λοιπόν,  δύναμη για να αντέξουμε την εξουσιαστικότητα της αντιδημιουργικότητας. Την αμαρτία του ενσυνείδητου γκρεμίσματος. Την κατά Ιγνάτιο Θεοφόρο κακοτεχνία.
Ως εκ τούτου εύχομαι στις φοιτήτριες και στους φοιτητές μας να «χαθούν» μέσα στη δημιουργία. Να διακονήσουν το πολύτροπο της γνώσης και να αντλήσουν νόημα από το κέντρο της συνάντησης.

Τρίτη 25 Ιουνίου 2013

Ο καθηγητής του Κανονικού Δικαίου κ. Θεόδωρος Γιάγκου νέος πρόεδρος στο τμήμα Κοινωνικής Θεολογίας του ΑΠΘ



Στις εκλογές που πραγματοποιήθηκαν σήμερα στο Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ. εξελέγη νέος πρόεδρος ο καθηγητής του Κανονικού Δικαίου κ. Θεόδωρος Γιάγκου. Πρόκειται για θεολόγο που διακρίνεται για την επιστημονική του συγκρότηση,την ανοιχτότητα του πνεύματος και κυρίως για το ήθος του.Του ευχόμαστε ο Θεός να του δίνει δύναμη στο έργο που ανέλαβε.  

Δευτέρα 24 Ιουνίου 2013

π. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης:Εκκλησία των Πατέρων


α) Η Εκκλησία, σύμφωνα με το Σύμβολο της Πίστεως, εκτός από το ότι είναι μία, είναι ταυτόχρονα «αγία, καθολική και αποστολική»
Και είναι αγία, διότι αγιάζεται από την κεφαλή της που είναι ο Χριστός (βλ. Εφεσ. 5,25-27) και συγκροτείται από το Άγιο Πνεύμα, «που οδηγεί εις πάσαν την αλήθειαν» (βλ. Ιωάν. 16,13). Θα μπορούσε ακόμη να λεχθεί ότι είναι αγία, αφού αποτελεί χώρο φανερώσεως χάριτος και αγιασμού των ανθρώπων. Η δομή, η οργάνωση, ο λατρευτικός πλούτος και τα ιερά μυστήρια της Εκκλησίας αποβλέπουν στον αγιασμό του λαού του Θεού.
β) Συγχρόνως όμως η Εκκλησία χαρακτηρίζεται ως καθολική, διότι διασώζει την καθολική αλήθεια που αποκάλυψε ο Χριστός και τείνει να προσλάβει στους κόλπους της όλον τον κόσμο. Επιδιώκει τον εκκλησιασμό του «σύμπαντος κόσμου», αφού σύμφωνα με τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή το σχέδιο του Θεού προβλέπει να γίνει ολόκληρος ο κόσμος Εκκλησία. Ακόμη, η Εκκλησία προσδιορίζεται ως αποστολική, διότι στερεώθηκε στο κήρυγμα των αγίων Αποστόλων, οι οποίοι ακολουθώντας την εντολή του διδασκάλου τους επέκτειναν τα όριά της «εις πάντα τα έθνη».
γ) Στη βιβλική και πατερική παράδοση δεν απαντούν συγκεκριμένοι ορισμοί για την Εκκλησία. Κι αυτό δεν είναι τυχαίο. Η Εκκλησία ως θεανθρώπινη κοινωνία έχει μυστηριακό χαρακτήρα και οποιοσδήποτε ορισμός αδυνατεί να περιγράψει τη μυστηριακή και αγιοπνευματική της διάσταση. Παρ’ όλα αυτά, στα ιερά κείμενα απαντούν συμβολικές εκφράσεις που αποδίδουν την εικόνα της. Ορισμένες από αυτές είναι: «σώμα Χριστού», «άμπελος», «ποίμνη», «κιβωτός», «ναύς», «κοινωνία θεώσεως» κ.ά.
δ) Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι η Εκκλησία είναι και πατερική. Οι άγιοι Πατέρες συνερχόμενοι σε τοπικές και οικουμενικές συνόδους και εμπνεόμενοι από το Άγιο Πνεύμα «συγκρότησαν ποιμαντικήν επιστήμην», για να κρατήσουν σε σωστή τροχιά το σκάφος της Εκκλησίας. Οπότε το έργο των αγίων Πατέρων στην ιστορική πορεία της Εκκλησίας υπήρξε θεμελιώδες. Και η πατερική παράδοση δεν τερματίστηκε στον ορθόδοξο κόσμο με τον Άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό ή τον Ιερό Φώτιο, όπως πρεσβεύουν οι δυτικοί, αλλά συνεχίστηκε και στους μεταγενέστερους αιώνες, αλλά και μέχρι σήμερα.
ε) Χρειάζεται όμως να γίνουν κάποιες αναγκαίες επισημάνσεις με αφορμή τον εορτασμό της Πεντηκοστής, που αποτελεί «γενέθλια ημέρα» της Εκκλησίας. Μπορεί οι αγράμματοι ψαράδες με τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος να έγιναν οι τολμηροί κήρυκες της αληθείας. Παράλληλα όμως οι ευαγγελιστές και οι Απόστολοι που διέσωσαν στα κείμενά τους τα γεγονότα της ζωής του Χριστού και των Αποστόλων διέθεταν ευρύτερη θύραθεν μόρφωση (λ.χ. Λουκάς, Ιωάννης, Απ. Παύλος κτλ.).
στ) Κατά τον ίδιο τρόπο οι άγιοι Πατέρες στην πλειονότητά τους εκτός από θείο φωτισμό διέθεταν και πλούσια εγκύκλια παιδεία, όντας γνώστες των επιστημών της εποχής τους. Από την άλλη μεριά, υπήρξαν Πατέρες άγιοι που με την απλότητα και αγιότητά τους στήριξαν την ορθόδοξη πίστη. Οι σπουδαιότεροι όμως από τους αγίους Πατέρες σπούδασαν στις μεγάλες Σχολές της Αλεξάνδρειας, της Αντιόχειας, της Αθήνας και της Κωνσταντινούπολης, ενώ παράλληλα ασκήθηκαν για μεγάλα χρονικά διαστήματα στο «πανεπιστήμιο της ερήμου».
ζ) Στις μέρες μας, παρά την πρόοδο στα γράμματα, τις τέχνες και τις επιστήμες, φαίνεται ότι οι ανώτεροι κληρικοί περιορίζονται μόνο σε αποσπασματικές θεολογικές σπουδές. Έτσι, αδυνατούν εκ των πραγμάτων να διαλεχθούν με τον σύγχρονο κόσμο, διότι λείπει και το χάρισμα που διαθέτουν οι χαρισματικοί γέροντες. Η ημιμάθεια, η προχειρότητα, η γραφειοκρατική αντίληψη, η τάση εγκλωβισμού σε εγκόσμιες αξίες και η εκφορά γνώμης επί παντός του επιστητού αποτελούν κακή μαρτυρία στον σύγχρονο κόσμο. Μήπως τελικά χρειάζεται περισσότερη σύνεση, όταν εκπροσωπούμε την Εκκλησία; Διότι μένοντας άγευστοι της ζωής του Πνεύματος, μπορεί να μην επιτρέπουμε και σε άλλους να εισέλθουν σ’ αυτήν.

από τη Μακεδονία της Κυριακής

Σάββατο 22 Ιουνίου 2013

«Ακούω την αγάπη...» – «Και δεν ακούω τις σκέψεις μου...» –

         






     «Ακούω την αγάπη...».[1] Γιατί όταν υπάρχει η αγάπη, κυριαρχεί παντού και καμιά σκέψη του λογοκράτη νου δε σε ταλανίζει... Αλλά αφήνεσαι... Και κολυμπάς ακέραιος μέσα στη θάλασσα της απεραντοσύνης... Επειδή την αγάπη, μόνο με τις αισθήσεις τη ζεις... Άλλον δρόμο δεν έχει... Και τότε όλες οι αισθήσεις σου μεταμορφώνονται, όλη η ύπαρξή σου ανθίζει και ανασταίνεται το φως μες την καρδιά σου... Όμως για ν’ ακούσεις την αγάπη, οφείλεις ν’ αφήσεις ανέστιο κάθε εγωισμό, μικρό και μεγάλο, κάθε μικρότητα και στενότητα του νου, που σ’ εγκλωβίζει στη χώρα του θανάτου... Να ξεπεράσεις κάθε φόβο... Να ξεπεράσεις τον ίδιο σου τον εαυτό... Ώστε να τον συναντήσεις και πάλι... Για να συναντήσεις και το πρόσωπο του άλλου... Ν’ αδειάσεις για να χωρέσεις τον άλλον...
     Κι’ όμως τους βλέπεις, τους ζεις, τους συναντάς καθημερινά. Υπ-άρχουν ανάμεσά μας... Άνθρωποι ανίκανοι ν’ αγαπηθούν, άνθρωποι ανίκανοι ν’ αγαπήσουν, άνθρωποι ανίκανοι να ζήσουν... Κλεισμένοι μέσα στη φαινομενική τους «ασφάλεια», αρκεί να αισθάνονται πως βρίσκονται πάντα εντός των ορίων της απάνθρωπης δουλείας τους... Αρκεί να πιστεύουν πως δεν κινδυνεύουν ν’ απομακρυνθούν από τα μικρά τετραγωνικά του μικρού, ανήλιαγου κελιού τους... Περιχαρακωμένοι μέσα στη μικρή ζωούλα τους, δέσμιοι στην αυταπάτη που τους απομακρύνει από την αληθινή ζωή, εγκλωβισμένοι στο τεράστιο «εγώ» τους, που μέρα με τη μέρα θεριεύει, ένα «εγώ» που στενεύει ολοένα την ύπαρξη, ώσπου να πνίξει στο τέλος και τους ίδιους... Άνθρωποι μισοί... Νεκροί... Κι’ ας έχουν μια υποψία ζωής... Δε ζουν... Απλώς υπ-άρχουν...
     Αγρυπνώ κι’ αισθάνομαι τη θάλασσα... Κι’ «ακούω την αγάπη...». Ακούω τα λόγια του αγαπημένου μου π. Λιβύου, του αέναα χαμένου στο Λιβυκό πέλαγο... «Κάνε αυτό που λέει και ζητά η καρδιά σου ακόμη κι’ αν φαντάζει “αμαρτία”. Να θυμάσαι, ότι όλοι αυτοί που θα σε κρίνουν και θα σε καταδικάσουν, ποτέ δεν σε ρώτησαν τι κάνεις, πως ζεις, πως περνάς... Ήταν πάντα Απών!!!... Παρών μονάχα την ώρα που ο δήμιος χρόνος θα τερματίζει τη ζωή που δεν έζησες και κάτω απο τη μαύρη κουκούλα του θα γελά με περίσσια ηδονή για άλλο ένα θύμα των ενοχών, του φόβου και της ανασφάλειας. Γιατί εσύ δεν είναι ότι δεν πόθησες να ζήσεις, αλλά ότι φοβήθηκες να ρισκάρεις... Μήτε στην κόλαση κάηκες, μήτε στον παράδεισο θ’ ανθίσεις!!!».[2] Γιατί, «Αν τη ζωή δεν την ευχαριστιέσαι, δεν είναι που σε τρώει η θλίψη και η μιζέρια. Είναι που ξοδεύεις άδικα την ανάσα του Θεού...».[3] Άδικα πήγε και η ζωή σου, η εγκλωβισμένη στα «πρέπει» σου... Και δεν έζησες τα «θέλω» σου... «Ξοδεύοντας άδικα την ανάσα του Θεού...».  Αρχή φ
     Η αγάπη είναι αρχοντιά. Είναι ευθύνη. Είναι θυσία. Είναι ζωή και θάνατος μαζί. Κι’ αν θες ν’ αγαπήσεις, αν θες ν’ αγαπηθείς, απογυμνώσου από κάθε εγωισμό, ζήσε την ομορφιά της έκ-πληξης... Τόλμα... Ρίσκαρε... Λάθεψε... Έτσι μονάχα θ’ αληθεύσεις... Και τούτες δεν είναι παρά μονάχα λίγες σκέψεις... Ή μάλλον συναισθήματα... Για όλους εκείνους που ξέρουν, που δε φοβούνται, που ρισκάρουν ν’ αγαπούν...









Μαρία Χατζηαποστόλου







[1] Άρθρο εμπνευσμένο από το ομώνυμο τραγούδι Ακούω την αγάπη του θρυλικού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης, Τρύπες. Βλέπε: http://youtu.be/zQyjWN_cVWU.
[2] Τα λόγια αυτά ανήκουν στον καλό μου φίλο π. Χαράλαμπο Παπαδόπουλο.

Τετάρτη 19 Ιουνίου 2013

ΚΑΙΡΟΣ:Συγχαρητήρια και ευχές στον καθηγητή κ.Σταμούλη για την εκλογή του

                                                      

Χολαργός 19-6-2013




Το Δ.Σ του Πανελληνίου Θεολογικού Συνδέσμου «ΚΑΙΡΟΣ-για την αναβάθμιση της θρησκευτικής εκπαίδευσης» με την είδηση της εκλογής σας, στην Προεδρία του τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, διερμηνεύοντας  τα αισθήματα όλων των μελών του συλλόγου μας, εύχεται για μια δημιουργική και καρποφόρα περίοδο, προσβλέποντας στην ουσιαστική σας συμβολή για την πραγματική αναβάθμιση των θεολογικών σπουδών, προς όφελος τόσο της ακαδημαϊκής εκπαίδευσης όσο και κυρίως της μαχόμενης θεολογικής εκπαιδευτικής κοινότητας.

                                                          Εκ μέρους του Δ.Σ
Ο Πρόεδρος                                                                                                   
Ανδρέας Αργυρόπουλος


 Ο Γ. Γραμματέας
   Γεώργιος  Παπαδόπουλος


                                                          

Ο καθηγητής Χρυσόστομος Σταμούλης επανεξελέγη Πρόεδρος του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ




Konst_197
Σήμερα Τετάρτη 19 Ιουνίου του 2013 πραγματοποιήθηκαν στο Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ οι αρχαιρεσίες για την εκλογή Προέδρου του Τμήματος. Την εφορευτική επιτροπή για την διεξαγωγή της εκλογικής διαδικασίας αποτελούσαν οι λέκτορες Μόσχος Γκουτζιούδης (Πρόεδρος), Μαρία Ράντζου και Αθανάσιος Στογιαννίδης (Μέλη). Στις σημερινές εκλογές ψήφισαν μόνο τα μέλη ΔΕΠ του Τμήματος και όχι τα μέλη του διοικητικού προσωπικού και οι φοιτητές, όπως γινόταν παλαιότερα. Πρόεδρος του Τμήματος Θεολογίας για την επόμενη διετία (2014-2015) εξελέγη ο καθηγητής Χρυσόστομος Σταμούλης.
Konst_209
Φωτ. στιγμιότυπο: Ο νεοκλεγείς Πρόεδρος του Τμήματος Θεολογίας με την Εφορευτική Επιτροπή και τον Γραμματέα του Τμήματος κ. Νικόλαο Γρηγοριάδη

Γεώργιος Στριλιγκάς:Τι συμβαίνει με το μάθημα των Θρησκευτικών;




Για μια φορά ακόμη, οι θεολόγοι αγωνιούν για το μάθημα των Θρησκευτικών. Διάφορα δημοσιευμένα προσχέδια για το νέο Λύκειο κάθε άλλο παρά ενθαρρυντικά είναι για την παρουσία του μαθήματος σε αυτό, αν και το Υπουργείο Παιδείας δεν έχει ανακοινώσει τις τελικές προθέσεις του. Σε όσες προτάσεις έχουν δει το φως της δημοσιότητας το μάθημα συρρικνώνεται ή αγνοείται η ύπαρξή του.
Εάν επιβεβαιωθούν οι ανησυχίες, το κλίμα θα βαρύνει ακόμη περισσότερο, σε συνέχεια και των λοιπών προβλημάτων που έχουν δημιουργήσει “πονοκέφαλο” στους θεολόγους τον τελευταίο καιρό: Από το ζήτημα των απαλλαγών και την ολοένα επιδεινούμενη αδιοριστία, μέχρι τις φετινές ελλείψεις στα σχολεία, τη μετάβαση στο νέο Πρόγραμμα Σπουδών και τις πρόσφατες ανακοινώσεις για υπεράριθμες θέσεις.
Για τα θέματα αυτά έχει χυθεί πολύ μελάνι και έχουν ειπωθεί πολλά. Από τη σχετική συζήτηση εξάγονται αβίαστα ορισμένα χρήσιμα συμπεράσματα.
Μια πρώτη διαπίστωση είναι ότι τίποτε δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο και αυτονόητο. Η συνταγματική επιταγή για “ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης”, πέρα από τις ποικιλότροπες ερμηνείες της, δεν φαίνεται να είναι αδιαμφισβήτητο προπύργιο για την προστασία του μαθήματος. Φυσικά, οι θεολόγοι και οι πολίτες δικαίως θα την επικαλούμαστε “άχρι καιρού”.
Το δεύτερο ενδιαφέρον σημείο είναι το πολιτικό πλαίσιο της διαδρομής του ζητήματος. Αποδεικνύεται ότι η αδιαφορία ή η ευαισθησία απέναντι στο μάθημα δεν έχει κομματικό χρώμα. Οι θεολόγοι γνωρίζουμε το ειδικό ενδιαφέρον των κομματικών ταγών όλων των αποχρώσεων για τη θρησκευτική αγωγή καθώς και για τη λεγόμενη ελληνορθόξοξη παράδοση. Δεν έχουμε ψευδαισθήσεις πάνω στο θέμα.
Το επόμενο στοιχείο είναι το εντυπωσιακά θορυβώδες ενδιαφέρον για το μάθημα όπως εκδηλώνεται από διάφορες πλευρές, όχι πάντοτε με βάση την κοινή εκπαιδευτική εμπειρία, όχι πάντοτε με την απαιτούμενη φρόνηση. Το φαινόμενο εκδηλώνεται με μεγάλες δόσεις ξύλινης ρητορείας, η οποία απέχει κατά πολύ από τις πραγματικές συνθήκες και ανάγκες του μαθήματος και προσφέρει κάκιστες υπηρεσίες σε αυτό.
Ένα άλλο συμπέρασμα είναι ότι για τα ζητήματα των Θρησκευτικών ο θεολογικός χώρος δεν ομοφρονεί. Το φαινόμενο δεν είναι πάντοτε αρνητικό, όμως, γίνεται ανησυχητικό όταν χάνεται ο στόχος της συνεννόησης. Η εσωστρέφεια αλλά και η επιθετικότητα διάφορων ομάδων, με άλλοθι τον αγώνα για τα θεωρούμενα ως ιδεώδη, εντείνουν τη γενικευμένη καχυποψία. Στην υπόθεση αυτή ασκούν ειδικό βάρος διάφοροι δοκησίσοφοι της μαζικής ενημέρωσης, σεβαστοί επιστήμονες και εκπρόσωποι άλλων ειδικεύσεων και θεσμών οι οποίοι διεκδικούν καθολικά το αλάθητο παρά τις μονομερείς προσεγγίσεις τους. Το πρόβλημα οξύνεται όταν αυτοί που είναι ταγμένοι να υπηρετούν την ενότητα των θεολόγων κωφεύουν μεροληπτικά ή λειτουργούν σαν φατρία.
Τι δέον γενέσθαι; Πώς θα αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις των καιρών, τωρινές και μελλοντικές; Ασφαλώς, το ερώτημα αφορά καταρχήν στους εκπαιδευτικούς του μαθήματος των Θρησκευτικών, δηλ. την αναζήτηση της δικής μας ευθύνης, ως προς το τι θέλουμε, τι μπορούμε και τι πρέπει να κάνουμε.
Θα περιοριστώ σε απλές και αυτονόητες εισαγωγικές νύξεις, λαμβάνοντας υπόψη ότι η αναμέτρηση με παγιωμένες καταστάσεις είναι δύσκολη και χρονοβόρα. Οι κυκλοθυμικές παλινδρομήσεις ανάμεσα στην παράδοση και την ανανέωση, η καχυποψία προς τα θύραθεν επιτεύγματα, η προσκόλληση σε ανιστορικά στερεότυπα, οι ενθουσιαστικές τάσεις κ.ά. ήταν και είναι χρόνια και δισεπίλυτα προβλήματα του χώρου μας.
Καταρχάς, είναι επιτακτική η ανάγκη για διάλογο. Είναι λυπηρό ότι οι επιστημονικές θεολογικές ενώσεις της χώρας δεν έχουν καθίσει ακόμη στο ίδιο τραπέζι για τα φλέγοντα θέματα που μας αφορούν. Η άριστη και ταυτόχρονα μοναδική και χωρίς συνέχεια πρωτοβουλία του Αρχιεπισκόπου Αθηνών για τη συνάντηση των εκπροσώπων των θεολογικών ενώσεων, που πραγματοποιήθηκε προ διετίας στη Μονή Πεντέλης, δείχνει το δρόμο καθώς και την αναγκαιότητα αυτού του διαλόγου. Ας πάρει την πρωτοβουλία η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων, ο Σύνδεσμος «Καιρός», το πανεπιστήμιο ή όποιος άλλος θέλει. Δεν μπορούμε να συναντηθούμε; Δεν μπορούμε να συζητήσουμε; Μου είναι αδιανόητο κάτι τέτοιο.
Να επικεντρωθούμε στην παιδαγωγική αποστολή του μαθήματος στη σύγχρονη εποχή, παραμερίζοντας στη φάση αυτή όλα τα θέματα που είναι άσχετα προς το μάθημα. Είναι ολέθριο λάθος να φορτώνουμε στο μάθημα θεολογικές, ιδεολογικές, ακαδημαϊκές κ.ά. αντιπαραθέσεις, οι οποίες δεν σχετίζονται άμεσα με το υφιστάμενο μορφωτικό πλαίσιο των Θρησκευτικών.
Να μιλήσουμε για τις πραγματικές παιδαγωγικές ανάγκες των μαθητών μας στη θρησκευτική αγωγή. Εάν η αγωγή είναι «τέχνη τεχνών» κατά το Γρηγόριο Θεολόγο τότε η αποστολή μας δεν είναι η απλή παράδοση κάποιας «διδακτέας ύλης», στην οποία επικεντρώθηκαν εσφαλμένα οι επικριτές του νέου Προγράμματος Σπουδών, αλλά αποβλέπει στα πρόσωπα των παιδιών και την προσωπική νοηματοδότηση της γνώσης από αυτά. Πώς μπορεί να γίνει αυτό;
Οι εκπαιδευτικοί θεολόγοι να συσπειρωθούμε, δίνοντας ταυτόχρονα το μήνυμα προς όλους τους αυτόκλητους «σωτήρες» του μαθήματος, συμπαθητικούς μεν αλλά αγνοούντες τον εκπαιδευτικό στίβο, ότι δεν μας βοηθά το ουτοπικό όραμά τους για τη «σωτηρία» μας.
Να συνομιλήσουμε με τους δασκάλους της πρωτοβάθμιας. Θα ωφεληθούμε από αυτό. Μη λησμονούμε ότι τα Θρησκευτικά δεν ανήκουν αποκλειστικά στους θεολόγους. Περίπου το 50 % της θρησκευτικής εκπαίδευσης αφορά στην πρωτοβάθμια. Άραγε, τι σκέφτονται οι δάσκαλοι, οι γονείς και τα ίδια τα παιδιά ως προς το στόχο της «ανάπτυξης θρησκευτικής συνείδησης»; Εάν συνεχίσουμε να βλέπουμε τα Θρησκευτικά μόνο από τη σκοπιά της δευτεροβάθμιας, αγνοώντας ή αδιαφορώντας για ό,τι γίνεται στην πρωτοβάθμια, η παιδαγωγική ήττα των Θρησκευτικών θα έλθει από το Δημοτικό και θα είναι βαρύτερη από μια διδακτική ήττα στο Λύκειο. Το ζήτημα δεν θα λυθεί αυτόματα μόλις πληρωθούν οι κενές θέσεις θρησκευτικής αγωγής στα Παιδαγωγικά Τμήματα. Χρειάζεται να δούμε κι άλλα πράγματα, κυρίως το Πρόγραμμα Σπουδών και τη διδακτική του μαθήματος. Εάν αγνοήσουμε την τρέχουσα κατάσταση παραπέμποντας απλώς στο ευχολόγιο για είσοδο θεολόγων στα Δημοτικά μάλλον βάζουμε το πρόβλημα κάτω από το χαλί. Έχω λάβει μέρος σε συναντήσεις διαλόγου μεταξύ θεολόγων και δασκάλων και θεωρώ ότι ωφελήθηκα εξερχόμενος από το προστατευτικό θεολογικό καβούκι μου. Οι πρόσφατες εκδηλώσεις κοινού ενδιαφέροντος στη Μακεδονία είναι μια ελπίδα.
Επιπρόσθετα, οι θεολόγοι να μιλήσουμε σοβαρά και επιτέλους να καταλήξουμε για το επιθυμητό μοντέλο οργάνωσης της θρησκευτικής εκπαίδευσης, με πλήρη επίγνωση των μειονεκτημάτων και πλεονεκτημάτων της όποιας επιλογής. Αναφέρομαι κυρίως στη θεμελιώδη διάσταση του ζητήματος, δηλ. τη θέση του μαθήματος στη δομή της εκπαίδευσης και όχι στην ενδιαφέρουσα αλλά θεωρητική συζήτηση για το χαρακτήρα του μαθήματος. Στο διάλογο που διεξάγεται για το θέμα αυτό ξεχωρίζουν δύο προτάσεις:
Αφενός έχουμε τους υποστηρικτές του ισχύοντος καθεστώτος, το οποίο μπορεί να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο με ένα σύγχρονο Πρόγραμμα Σπουδών, με στόχο ένα ανοικτό διαλεγόμενο μάθημα με επίκεντρο την Ορθόδοξη παράδοση. Το νέο Πρόγραμμα Σπουδών που έχει εκπονηθεί για την υποχρεωτική εκπαίδευση σαφώς κινείται προς αυτή την κατεύθυνση. Η συντριπτική πλειοψηφία των εκπαιδευτικών αυτό γνωρίζει και αυτό επιθυμεί.
Αφετέρου, έχουμε τη νεοφανή -για τα παρόντα και επί δεκαετίες πάγια εκπαιδευτικά δεδομένα σίγουρα νεοφανή- πρόταση του λεγόμενου ομολογιακού μοντέλου, το οποίο εισάγει από το παράθυρο την προαιρετικότητα του μαθήματος ή μπορεί να διολισθήσει σε μια πολυ-ομολογιακή/πολυ-πολιτισμική θρησκευτική εκπαίδευση. Ορισμένοι μάλιστα το προτείνουν ανοικτά: Θρησκευτικά κατά το «γερμανικό μοντέλο». Σέβομαι απόλυτα την τελευταία -σαφέστατα ξενόφερτη- άποψη η οποία είναι δοκιμασμένη σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες. Τη θεωρώ πολύ σοβαρή αν και είμαι προσηλωμένος στην πρώτη. Όμως, αυτό πραγματικά θέλουν οι θεολόγοι; Αυτό θέλει η Εκκλησία; Αυτό θέλουν οι Θεολογικές Σχολές; Αυτό θέλουν οι πολίτες του τόπου μας; Αυτό είναι το συμφέρον του μαθήματος; Προσωπικά, αμφιβάλλω. Ας το μελετήσουμε.
Τελικά, είναι σώφρον αυτή την κρίσιμη ώρα που αναθεωρούνται και αναδιανέμονται τα πάντα στην εκπαίδευση οι ίδιοι οι θεολόγοι να θέτουν ζήτημα ανατροπής του status quo του μαθήματος;
Γεώργιος Στριλιγκάς
Πρόεδρος του Παγκρήτιου Συνδέσμου Θεολόγων
--------------------------------
* Το άρθρο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο Amen.gr (10-6-2013).
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...